Ξεπέρασαν τα 11,3 δισ. ευρώ οι προσφορές των επενδυτών για το νέο δεκαετές ομόλογο σύμφωνα με πληροφορίες και η απόδοση του ομολόγου διαμορφώθηκε στο 3,9%. Νωρίτερα με ανακοίνωση που δημοσιεύτηκε στο Χρηματιστήριο Αθηνών το Ελληνικό Δημόσιο είχε ενημερώσει ότι οι ποσφορές ξεπερνούσαν τα 10 δισ. ευρώ.
Το βιβλίο προσφορών για την νεα έκδοση του 10ετους ομολόγου άνοιξε σήμερα το πρωί. Οι πρώτες ενδείξεις ανέφεραν ότι η απόδοση του νέου δεκαετούς ομολόγου θα κυμαίνεται μεταξύ 3,9% και 4%. Το Ελληνικό Δημοσίο εκτιμάται ότι θα δανειστεί με την συγκεκριμένη έκδοση περίπου 2 δισ. ευρώ. Υπενθυμίζεται ότι το Ελληνικό Δημόσιο εντός του έτους θα πρέπει συνολικά ν΄αντλήσει από την αγορά περίπου 7 δισ. ευρώ για την κάλυψη των δανειακών του υποχρεώσεων.
Δεδομένου του ισχυρού επενδυτικού ενδιαφέροντος είναι πολύ πιθανό η απόδοση του ομολόγου να υποχωρήσει κάτω από το 4% και το ποσό που θα αντλήσει το Δημόσιο να ξεπεράσει τα 2 δισ.
Το ελληνικό Δημόσιο προχώρησε στην πρώτη έκδοση 10ετούς ομολόγου έπειτα από εννέα χρόνια, σε μια προσπάθεια να κεφαλαιοποιήσει την ισχυρή βελτίωση του κλίματος που έχει σημειωθεί το τελευταίο διάστημα γύρω από τα ελληνικά περιουσιακά στοιχεία καθώς και τη διπλή αναβάθμιση του αξιόχρεου της ελληνικής οικονομίας, στην οποία προχώρησε η οίκος αξιολόγησης Moody’s.
Οπως ανακοίνωσε ο ΟΔΔΗΧ, ανάδοχοι της έκδοσης είναι τρεις αμερικανικές τράπεζες και τρεις ευρωπαϊκές, οι Goldman Sachs, Citigroup, JP Morgan, BNP Paribas, Credit Suisse και HSBC.
Στόχος είναι η άντληση ενός ποσού περί τα 2 δισ. ευρώ, κοντά σε αυτό που αντλήθηκε στην πρόσφατη έκδοση 5ετούς.
Στελέχη της αγοράς θεωρούν θετική εξέλιξη για τις τράπεζες τη νέα έξοδο της χώρας στις αγορές και μάλιστα με μια έκδοση «ορόσημο» όπως είναι αυτή του 10ετούς. Οπως σημειώνει στην «Κ» υψηλόβαθμο στέλεχος ελληνικής συστημικής τράπεζας, η προσδοκώμενη επιτυχία της έκδοσης του 10ετούς ομόλογου θα ενισχύσει το κλίμα για προσέλκυση επενδυτών με μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Αυτό αναμένεται να επιδράσει θετικά και στη ζήτηση για τραπεζικές μετοχές αλλά και στις προσπάθειες που κάνουν οι τράπεζες να διαθέσουν σε διεθνή κεφάλαια χαρτοφυλάκια NPEs, τα όποια λόγω της διάρθρωσής τους ανήκουν στην κατηγορία των μακροχρόνιων επενδύσεων.
Η θετική αξιολόγηση της Moody’s, με την αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας στο Β1 από Β3 πριν, με θετικές προοπτικές, ήταν καθοριστική, σύμφωνα με τους αναλυτές, για την απόφαση αυτή του οικονομικού επιτελείου, καθώς ενίσχυσε την εμπιστοσύνη της αγοράς.
Πλέον η Moody’s «ευθυγραμμίζεται» με την S&P αξιολογώντας την Ελλάδα τέσσερις βαθμίδες κάτω από την κατηγορία του «επενδυτικού βαθμού» και η Fitch παραμένει η πιο «γενναιόδωρη», με τρεις βαθμίδες χαμηλότερα.