Την ικανοποίησή της για τη νίκη του Φρίντριχ Μερτς πρόεδρου του CDU (Χριστανoδημοκρατική Ένωση )στις πρόσφατες γερμανικές εκλογές εξέφρασε η κυβέρνηση. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης, χαρακτήρισε το αποτέλεσμα ως «σημαντική και πολύ θετική εξέλιξη», υπογραμμίζοντας την προσδοκία για εμβάθυνση των ελληνογερμανικών σχέσεων σε αυτή την κρίσιμη περίοδο.
Του Κώστα Πασίση
Η άμεση αντίδραση του Κυριάκου Μητσοτάκη με τα συγχαρητήρια προς τον Φρίντριχ Μερτς, μέσω τηλεφωνικής επικοινωνίας τους και ανάρτησης του, δεν ήταν τυχαία, ούτε έγινε στο πλαίσιο της διπλωματικής ευγένειας.
Αντίθετα, φαίνεται να εντάσσεται σε μια ευρύτερη στρατηγική του Έλληνα πρωθυπουργού, η οποία σχετίζεται με τη διαμόρφωση των πολιτικών συσχετισμών στην Ευρώπη και τις ελληνογερμανικές σχέσεις.
Μητσοτάκης και Μερτς ανήκουν στην ίδια πολιτική οικογένεια και το Μαξίμου βλέπει τη νίκη των Χριστιανοδημοκρατών ως σημαντική επιτυχία.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης στηρίζει την ενίσχυση της κεντροδεξιάς στην Ευρώπη, όπου η Νέα Δημοκρατία επιδιώκει να διαδραματίσει κομβικό ρόλο στη διαμόρφωση του νέου πολιτικού τοπίου, ειδικά μετά την επικράτηση Τραμπ στις ΗΠΑ.
Από την άλλη πλευρά ο εν δυνάμει νέος Καγκελάριος τόνισε πρόσφατα ότι η κυβέρνηση Τραμπ δεν ενδιαφέρεται για την Ευρώπη και ευθυγραμμίζεται με τη Ρωσία, προειδοποιώντας παράλληλα ότι η Γηραιά Ήπειρος πρέπει επειγόντως να ενισχύσει τις άμυνές της και δυνητικά να βρει – και μάλιστα εντός μηνών – αντικαταστάτη του ΝΑΤΟ.
Σύμφωνα με τον ευρωπαϊκό τύπο η εκλογή του Φρίντριχ Μερτς στη Γερμανία μπορεί να έχει καθοριστικό ρόλο στην ενίσχυση της ευρωπαϊκής άμυνας.
Στις Βρυξέλλες, υπάρχει έντονο ενδιαφέρον για τη στάση της Γερμανίας σχετικά με τη δυνατότητα δανεισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής εκ μέρους των κρατών-μελών, προκειμένου να χρηματοδοτηθεί η αύξηση των στρατιωτικών εξοπλισμών.
Χώρες με υψηλό δημόσιο χρέος, όπως η Γαλλία, η Ιταλία και η Ισπανία, στηρίζουν αυτή την πρόταση, καθώς τους επιτρέπει να αυξήσουν τις αμυντικές δαπάνες χωρίς να επιβαρύνουν τους εθνικούς προϋπολογισμούς με αντιδημοφιλείς περικοπές.
Στη βάση αυτή η Αθήνα θέλει να συνεργαστεί στενά με τη Γερμανία για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής ασφάλειας και την αντιμετώπιση των νέων γεωπολιτικών προκλήσεων.
Επισημαίνεται ότι στο περιθώριο της τελευταίας συνόδου του ΕΛΚ, στις 18 Ιανουαρίου ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε συνάντηση με τον αρχηγό του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος και όπως αναφέρει συνεργάτης του Πρωθυπουργού συζήτησαν σε άριστο κλίμα ζητήματα ευρωπαϊκής άμυνας και ανταγωνιστικότητας.
Αν και είναι δεδομένο ότι η Γερμάνια, πρωτίστως ενδιαφέρεται για την εξυπηρέτηση των δικών της συμφερόντων, στην Αθήνα εκφράζεται αισιοδοξία για σύσφιξη της συνεργασίας με τη Γερμανία σε τομείς όπως η οικονομία, η άμυνα και η αντιμετώπιση της παράτυπης μετανάστευσης.
Το «φάντασμα» της ακροδεξιάς επιστρέφει…
Ωστόσο, η άνοδος του ακροδεξιού κόμματος Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD), που κατέλαβε τη δεύτερη θέση με το υψηλότερο ποσοστό στην ιστορία του, προκαλεί ανησυχία.
Η ελληνική κυβέρνηση παρακολουθεί στενά αυτές τις εξελίξεις, δεδομένου ότι η ενίσχυση ακραίων φωνών στην Ευρώπη μπορεί να επηρεάσει τη συνοχή και τη συνεργασία εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Όπως προκύπτει από τις δηλώσεις του Παύλου Μαρινάκη στο μπρίφινγκ, η κυβέρνηση αναγνωρίζει ότι το υψηλό ποσοστό του AfD αποτελεί πολιτικό γεγονός που πρέπει να προβληματίσει την Ευρώπη και τις δημοκρατικές δυνάμεις.
Η ενίσχυση ακραίων φωνών δείχνει πως οι κοινωνίες ζητούν λύσεις και η απογοήτευση των πολιτών από τις παραδοσιακές πολιτικές εκφράζεται και με στροφή σε πιο ριζοσπαστικές επιλογές.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος δίνει έμφαση στην ανάγκη να επιτευχθούν απτά αποτελέσματα σε βασικούς τομείς, όπως η οικονομία, η ασφάλεια και η μετανάστευση. Αυτό, κατά τον ίδιο, αποτελεί τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να αντιμετωπιστεί η ακροδεξιά, παρά μέσω ιδεολογικών αντιπαραθέσεων ή απλών χαρακτηρισμών.
Ενδιαφέρον έχει και το γεγονός ότι το Μαξίμου συνδέει την άνοδο της ακροδεξιάς στη Γερμανία με τον λαϊκισμό, επισημαίνοντας ότι η Ελλάδα έχει βιώσει τις συνέπειες του, κατά την περίοδο διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Με αυτήν την τοποθέτηση, επιχειρεί να παρουσιάσει την παρούσα κυβέρνηση ως δύναμη σταθερότητας και ευρωπαϊκού προσανατολισμού, που έχει ανάγκη ο τόπος για να μην κάνει βήματα προς τα πίσω…
Στην προκειμένη περίπτωση η «συνταγή» της κυβέρνησης για την αντιμετώπιση της ακροδεξιάς και συνάμα του λαϊκισμού είναι η προώθηση αποτελεσματικών πολιτικών, ενίσχυση της ασφάλειας και της οικονομικής ανάπτυξης και η προσήλωση σε μια φιλοευρωπαϊκή πορεία.