Η Νέα Δημοκρατία κέρδισε μόλις πριν ένα χρόνο τις εκλογές με το θριαμβευτικό 41% αυξάνοντας μάλιστα το ποσοστό της σε σχέση με τις εκλογές του ’19.
Ήταν η δεύτερη μόλις κυβέρνηση στη Μεταπολίτευση που το πέτυχε αυτό μετά απ’ αυτή του Κώστα Σημίτη στις εκλογές του 2000. Επίτευγμα που δεν κατάφεραν ούτε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ούτε ο Ανδρέας Παπανδρέου.
Του Κυριάκου Μπερμπερίδη *
Το διπλό 41% ήταν αφ’ ενός μεν ψήφος επιβράβευσης, αφ’ ετέρου δε και ψήφος τιμωρίας στον Σύριζα για την άθλια αντιπολίτευση που μετήλθε στην τετραετία.
Κατά παράδοξο όμως τρόπο, φαίνεται ότι αυτό το 41% αιφνιδίασε και την ίδια τη κυβερνώσα παράταξη και υπήρξε αδυναμία διαχείρισής του κατά τον ίδιο τρόπο που ο Σύριζα δεν μπόρεσε να διαχειριστεί την ήττα, που στην περίπτωσή του είχε διαστάσεις συντριβής.
Κατά τον πρώτο χρόνο της δεύτερης κυβερνητικής θητείας Μητσοτάκη, υπήρξε φθορά μεγαλύτερη του αναμενόμενου και αναλώθηκε πολύτιμο πολιτικό κεφάλαιο, θαμπώνοντας αρκετά την εικόνα σε σχέση με την πρώτη τετραετία.
Κατ’ αρχήν το rotation που επιχείρησε ο πρωθυπουργός ήταν υπερβολικά εκτεταμένο.
Άλλαξαν 22 από τους 23 υπουργούς και οι νέοι υπουργοί χρειάστηκαν χρόνο για να ενημερωθούν. Και αυτό με τη σειρά του έφερε ένα περίπου τετράμηνο αδράνειας.
Επίσης μέσα σ ‘ ένα χρόνο άλλαξαν τρεις υπουργοί Εργασίας και τρεις Προστασίας του Πολίτη ενώ καρατομήθηκαν τέσσερις υπουργοί κι αυτό υποδηλώνει ότι υπήρξε αστοχία σε αρκετές από τις αρχικές επιλογές.
Υπήρξε επιπλέον αναμφισβήτητη επικοινωνιακή ολιγωρία.
Ενώ το θέμα των Τεμπών έπαιξε ελάχιστο ως καθόλου ρόλο στο αποτέλεσμα των περσινών εκλογών, αποδείχθηκε εν τούτοις χαίνουσα πληγή με τερατώδεις θεωρίες συνωμοσίας που αφέθηκαν να διασπείρονται ανενόχλητα χωρίς αντίκρουση.
Μπορεί πολλοί όλα τα παραπάνω να τα θεωρούμε γραφικότητες, συμβαίνει όμως να επηρεάζουν και πολύ κόσμο.
Η διαρροή προσωπικών δεδομένων για Έλληνες κατοίκους εξωτερικού που οδήγησε στην καρατόμηση μιας ευρωβουλευτού, ενός γενικού γραμματέα και ενός υψηλόβαθμου κομματικού στελέχους, η συνεχιζόμενη ακρίβεια, ο γάμος των ομοφύλων που ήταν μια σωστή μεν μεταρρύθμιση αλλά σε λάθος timing, το ευρωψηφοδέλτιο που είχε μερικές πολύ αξιόλογες μονάδες αλλά δεν ήταν όσο τολμηρό θα έπρεπε στο σύνολό του και έδωσε την εντύπωση ότι ήταν μάλλον αποτέλεσμα ισορροπιών, το αφήγημα περί σταθερότητας που δεν έπεισε, κάποιες άστοχες δηλώσεις υπουργών που έδωσαν την εικόνα αχρείαστης πολυφωνίας και αλαζονείας και η φυσιολογική φθορά της πενταετίας, έφεραν τη ΝΔ σε εκλογικό χαμηλό στις πρόσφατες ευρωεκλογές, πράγμα που άνοιξε την όρεξη σε πολλούς.
Ακόμα και η Άννα Διαμαντοπούλου μίλησε χθες για «κύκλο της κυβέρνησης Μητσοτάκη που κλείνει» και για «σημείο μη επιστροφής».
Δεν συμμερίζομαι καθόλου αυτή την άποψη για πολλούς λόγους και κατ’ αρχήν γιατί η κυβέρνηση αυτή έχει πλέον καθαρό ορίζοντα τριετίας και πολλές ευκαιρίες να αντιστρέψει το κλίμα.
Δεύτερον γιατί το διακύβευμα των ευρωεκλογών δεν έχει καμμιά σχέση μ’ αυτό των εθνικών εκλογών. Πολλοί απείχαν, πολλοί ψήφισαν χαλαρά, άλλοι έστειλαν ανέξοδα μηνύματα για επιμέρους γκρίνιες ή δυσαρέσκειες.
Επιπλέον – και παρά το μουδιασμένο αρχικό ξεκίνημα – η κυβερνητική μηχανή πήρε μπροστά ψηφίζοντας εμβληματικές μεταρρυθμίσεις όπως τα μη κρατικά ΑΕΙ, την επιστολική ψήφο, τον νέο ποινικό κώδικα, τον νέο δικαστικό χάρτη της χώρας, τη νέα αξιοκρατική διαδικασία επιλογής στελεχών της δημόσιας διοίκησης.
Τέλος, γιατί τους επόμενους μήνες με την παράδοση των μεγάλων έργων, αρχής γενομένης από το Μετρό Θεσσαλονίκης, την ολοκληρωμένη Ε65 και την Πατρών-Πύργου, την αναβάθμιση όλων των δημόσιων νοσοκομείων και των κέντρων υγείας με λεφτά του ταμείου ανάκαμψης, τα νέα ηλεκτροκίνητα λεωφορεία σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, την περαιτέρω ψηφιοποίηση υπηρεσιών του κράτους, την αναμενόμενη βελτίωση στην ταχύτητα απονομής δικαιοσύνης και πολλά άλλα, η καθημερινότητα του πολίτη θα βελτιωθεί σημαντικά.
Η υποδειγματική μέχρι τώρα διαχείριση των πυρκαγιών, δείχνει επίσης οτι το λεγόμενο επιτελικό κράτος που πολλοί λοιδωρούν, κάνει επιτέλους τη δουλειά που πρέπει και που του εμπιστεύθηκαν οι πολίτες.
Αλλά επειδή στην πολιτική οι εξελίξεις σπανίως είναι γραμμικές, οι προκλήσεις είναι πάντα εδώ, παρούσες.
Ο φόβος του Σύριζα που εξέλιπε παντελώς και ο κόσμος που ξέχασε ήδη την καταστροφική του κυβερνητική θητεία, η πρόσφατη-εντελώς άδικη και αδικαιολόγητη-επίθεση των Σαμαρά και Καραμανλή εναντίον της κυβέρνησης και του Μητσοτάκη προσωπικά και οι πιέσεις για «επιστροφή στις πατροπαράδοτες αξίες», όπως αυτοί τις εννοούν αλλά και η χθεσινή ανακοίνωση της υποψηφιότητας της Άννας Διαμαντοπούλου, αλλάζουν σημαντικά τα δεδομένα, ειδικά αν η τελευταία εκλεγεί.
Όλα τα παραπάνω είναι παράγοντες που μπορεί να θέσουν τη ΝΔ σε σοβαρά υπαρξιακά διλήμματα καθώς ήδη δέχεται πιέσεις και από δεξιά και από αριστερά. Και με αυτή την έννοια απαιτείται άμεσα αναπροσαρμογή στρατηγικής και ένα νέο πειστικό αφήγημα.
Δύσκολη εξίσωση για δυνατούς λύτες.
Αλλά και ο Μητσοτάκης έχει αποδείξει ότι είναι για τα δύσκολα.
*Ο Κυριάκος Μπερμπερίδης είναι μέλος της Γραμματείας Προγράμματος και των Τομέων Υγείας & Πολιτικής Υποστήριξης της Νέας Δημοκρατίας