Τώρα που κατακάθισε ο κουρνιαχτός και βλέπουμε τα πράγματα πιο ψύχραιμα, ειλικρινά δεν αντιλαμβάνομαι πού ακριβώς βλέπουν κάποιοι την περίφημη «κατάρρευση» της Νέας Δημοκρατίας.
Του Κυριάκου Μπερμπερίδη *
Αφήνουμε δε κατά μέρος το γεγονός ότι κάποιοι άσχετοι αναλυτές ή κουτοπόνηροι πολιτευτές συγκρίνουν αποτελέσματα ευρωεκλογών με εθνικές εκλογές για να καταδείξουν μία δήθεν συντριβή της κυβερνώσας παράταξης που δήθεν είναι σε αποδρομή και για την οικονομία της συζήτησης να πούμε ότι το μεθοδολογικά σωστό είναι να συγκρίνουμε μόνο ευρωεκλογές με ευρωεκλογές με όρους πάντα διακυβεύματος.
Υπάρχουν ωστόσο κι εδώ ενστάσεις.
Ήταν συγκρίσιμες οι ευρωεκλογές του ’19 με τις πρόσφατες της 9ης Ιουνίου;
Κατά τη γνώμη μου όχι απολύτως.
Στις ευρωεκλογές του ’19, η κυβέρνηση Τσίπρα είχε ήδη φθαρεί, το αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο ήταν στα πάνω του, ο κόσμος είχε ήδη αποφασίσει να γυρίσει σελίδα και έπονταν οι εθνικές εκλογές. Γι’ αυτό και η συμμετοχή ήταν κοντά στο 59%.
Σ’ εκείνες λοιπόν τις ευρωεκλογές η ΝΔ πήρε 33,12% αλλά δύο μήνες μετά στις εθνικές εκλογές πήρε 39,85% και αυτοδυναμία.
Στις πρόσφατες ευρωεκλογές η ΝΔ δεν πέτυχε προφανώς το στόχο της, έχασε 4,5% και 750.000 ψηφοφόρους. Αλλά και η συμμετοχή ήταν μόνο 42%.
Το διακύβευμα όμως δεν ήταν ακριβώς το ίδιο σε σχέση με το ’19 γιατί ο κόσμος ήξερε ότι η απειλή του ΣΥΡΙΖΑ πλέον δεν υπήρχε και ότι εθνικές εκλογές βρέξει – χιονίσει θα γίνουν τρία χρόνια μετά.
Έφυγαν λοιπόν 750.000 ψηφοφόροι σε σχέση με τότε, άλλος γιατί πήγε για μπάνιο, άλλος γιατί ήταν δυσαρεστημένος με πτυχές της κυβερνητικής πολιτικής, άλλος γιατί θεώρησε τις ευρωεκλογές μη σημαντικές και πολλοί γιατί κουράστηκαν με τις πέντε συνεχόμενες εκλογές μέσα σ’ ένα χρόνο, μαζί με τις αυτοδιοικητικές.
Αν εξαιρέσει κανείς ένα μικρό ποσοστό απ’ αυτούς που βρήκε στέγη σε ακροδεξιά σχήματα, οι υπόλοιποι ήταν κατά βάση κεντρώοι και νοικοκυραίοι που προτίμησαν απλά να απέχουν. Αλλά αυτό σε καμιά περίπτωση δεν σημαίνει ότι για την κυβερνώσα παράταξη χάθηκαν δια παντός.
Ένα λογικό πολιτικό ισοδύναμο του 28,3% των φετινών ευρωεκλογών με εθνικές εκλογές αν θεωρητικά γινόντουσαν σύντομα, θα ήταν κοντά στο 35%.
Και αν η υπόθεση αυτή είναι σωστή, θα συνιστούσε αυτό συντριβή ή κατάρρευση για μία κυβέρνηση που είναι πέντε χρόνια στην εξουσία;
Τί να πει τότε κι ο ΣΥΡΙΖΑ που είχε στόχο το 20% αλλά έχασε κοντά στο 9% και επίσης 750.000 ψηφοφόρους, κάνοντας μάλιστα επί πέντε χρόνια μια ανέξοδη αντιπολίτευση.
Τί να πει και το ΠΑΣΟΚ που είχε στόχο τη δεύτερη θέση αλλά ήρθε τρίτο και καταϊδρωμένο πίσω από έναν ΣΥΡΙΖΑ με δύο διασπάσεις κι έναν αρχηγό που σε λίγο θα γίνει νούμερο στο Δελφινάριο.
Το γεγονός ότι άνοιξαν οι ασκοί του Αιόλου και στο ΠΑΣΟΚ κυρίως αλλά και στον ΣΥΡΙΖΑ, δείχνει ότι υπάρχει δυσαρέσκεια γιατί ακριβώς απέτυχαν παταγωδώς στο σχεδιασμό και τις επιδιώξεις τους.
Το αποτέλεσμα δεν ήταν ασφαλώς ευχάριστο και για τη ΝΔ αλλά και συντεταγμένο ρεύμα αμφισβήτησης ή ανατροπής δεν φαίνεται να υπάρχει σε καμιά περίπτωση.
Δόθηκε απλά ένα μήνυμα δυσαρέσκειας, ταυτόχρονα όμως και πίστωσης χρόνου.
Και η κυβέρνηση αυτή με καθαρό πολιτικό ορίζοντα τριετίας και με την οικονομία να σταθεροποιείται, με τα μεγάλα έργα να ωριμάζουν, με την ανεργία να μειώνεται, με τις υποδομές του ΕΣΥ να βελτιώνονται, με τις ένοπλες δυνάμεις να ισχυροποιούνται και με τη χώρα να αναβαθμίζεται γεωπολιτικά, έχει κάθε λόγο να πιστεύει ότι θα συνεχίσει να είναι πολιτικά επικυρίαρχη.
Προϋπόθεση γι’ αυτό είναι να πολιτευθεί με σοβαρότητα και να εφαρμόσει το πρόγραμμα για το οποίο ψηφίστηκε χωρίς καθυστερήσεις και χωρίς το φόβο του πολιτικού κόστους.
Και στο τέλος, ας κριθεί απ’ τους πολίτες.
*Ο Κυριάκος Μπερμπερίδης είναι μέλος της Γραμματείας Προγράμματος και των Τομέων Υγείας & Πολιτικής Υποστήριξης της Νέας Δημοκρατίας.