«Συγκλονιστικά ερμήνευσε η Νανά Μούσχουρη τους ύμνους Γαλλίας και Ελλάδας στο Καλλιμάρμαρο κατά την τελετή παράδοσης της Ολυμπιακής Φλόγας». Μόνο που, όπως έχει επιλέξει η ίδια εδώ και χρόνια, λέγεται Νανά. Η διεθνούς φήμης ερμηνεύτρια, η οποία έκανε καριέρα κυρίως στη Γαλλία, μια χώρα με γλώσσα που τα τονίζει όλα στη λήγουσα, δεν διάλεξε τυχαία να τονίσει το μικρό της όνομα στην παραλήγουσα. Για όποιον δεν το ξέρει, «Νανά» λεγόταν η ηρωίδα του Εμίλ Ζολά στο ομότιτλο μυθιστόρημα. Η νεαρά, ωραία, ερωτική και «καταραμένη» Νανά, δεν ήταν, όμως, αμέμπτου ηθικής. Το αντίθετο. Εξ ου και η απόφαση της καλλιτέχνιδας, να την φωνάζουν Νανά, σε αντιδιαστολή.
Ναι και λοιπόν; Δεν ήταν και λίγοι- για να μην πούμε πως ήταν οι περισσότεροι- όσοι είπαν και έγραψαν πως η Νανά Μουσχουρη ερμήνευσε τους ύμνους. Διότι κατά την άποψη πολλών νεότερων ρεπόρτερ (τους οποίους εμείς διαπαιδαγωγήσαμε και διαπλάσαμε, δεν κάνω πως δεν το ξέρω) σιγά τα λάχανα. Ένα λαθάκι το δικαιούνται, στο τέλος- τέλος πώς κάνετε έτσι, ένα όνομα δεν είπαν σωστά.
Αν τον φωνάξεις (τυχαία θα πω) Τακίς ή Δημήτρακης ή Θοδώρης, είναι λάθος. Αν την πουν Νανά, δεν είναι. Και μετά, έχουν και πάρθιον βέλος. «Αυτά με το όνομα έγιναν πριν από μισόν αιώνα, και τότε εγώ δεν ζούσα» σου λένε. Και καλά, μη βάζεις γρίφους γερόντισσα.
Πριν από εξήντα χρόνια, μπορώ να σου πω, αλλά δεν είναι αυτό το θέμα μας. Ούτε η γράφουσα ζούσε κατά την αρχαιότητα- το πιστεύετε δεν το πιστεύετε- αλλά τον Αισχύλο, τον Σοφοκλή και τον Ευριπίδη τους ξέρει. Και τα έργα που σώθηκαν, και άλλα που δεν σώθηκαν, και τι έλεγαν οι ποιητές σε αυτά.
Η ανθρωπότητα ξέρει βεβαίως τον Αϊνστάιν (όχι Αϊνστιν κατά την ίδια λογική) τη Μαρί Κιουρί (όχι Μάρι Κιούρι) ξέρει και τον Σαίξπηρ (Σακεσπήρο; ), αλλά και τον Μάρλον Μπράντο (Μαρλόν Μπραντό) και άλλους. Δεν είπε κανείς «τότε εγώ δεν ζούσα» χρησιμοποιώντας το ως πρόφαση για να υπερασπίσει τον εαυτό του που αγνοεί διάφορα. Αν κάτι σε ενδιαφέρει να το κάνεις με σοβαρότητα, μαθαίνεις και συγκρατείς στο μυαλό σου απίστευτα στοιχεία. Αν όχι, καλές είναι και οι πλαστικές της Κιμ Καρντάσιαν… Ασχολήσου όμως μόνο με αυτές.
Πώς τα ξέρετε αυτά; Είναι μια ερώτηση που συχνά, εμείς οι δημοσιογράφοι δεχόμαστε από πιο νέους. Τα ξέρουμε γιατί προσέχουμε τι γίνεται, διαβάζουμε, ώρες ατέλειωτες, ερευνούμε, προσπαθούμε. Ουδείς τέλειος, καθώς η Γνώση και η Σοφία του Κόσμου είναι απέραντες. Το λίγο ή το λιγότερο που ξέρει ο καθένας μας πάντως, το έχει κατακτήσει δίνοντας, ανάμεσα σε άλλα, και το υστέρημα του Χρόνου του.
Ισως οι γλωσσολόγοι μού πουν πως πλέον δεν χρησιμοποιείται το «ερωτώσα» και λέμε «ερωτούσα». Τι να ερωτήσω τώρα; Η Ερωτούσα βουλευτής πάντως ερωτά την υπουργό. Ω, συγγνώμη, βουλεύτρια! (τι να γίνει τώρα σεβαστέ μου κύριε Μπαμπινιώτη, που δέχεστε το βουλεύτρια; Μπορώ να έχω την άποψή μου, η οποία στηρίζεται καθαρά σε ηχητική απαρέσκεια; )
«Νομοσχέδιο αυτοακύρωσης του εαυτού του» βάζει τίτλο στην δήλωσή της η ίδια βουλεύτρια. Αυτοακυρώνει τον εαυτό του το νομοσχέδιο… Μεγάλη κατάκτηση του λαϊκού κινήματος.
Τρίτο και τελειωτικό (με την έννοια του με τελείωσε) «Αμφότερων ευτυχόντων για τη σύμβαση.» Ευτυχούντων δεν πάει στον νου τους. Τα συνηρημένα ουδείς τα μελέτησε στα θρανία. Θα ξόδευαν την ενέργειά τους στις καταλήψεις…
«Ξεπερνώντας κυριολεκτικά και μεταφορικά τον εαυτό του» λέει ο συνάδελφος και αναρωτιέμαι: καλά, μεταφορικά ας πούμε ότι στέκει. Κυριολεκτικά, πώς ξεπερνάς τον εαυτό σου; Όπως στο ανέκδοτο στο οποίο το άκρον άωτον της ταχύτητας είναι να κλειδώσεις ένα συρτάρι και να προλάβεις να ρίξεις το κλειδί μέσα; -ε, ναι, με τέτοια διασκεδάζαμε μικρά. Εσείς; – Τρέχεις και φροντίζεις να έρθει δεύτερος; Ανεβαίνεις με το ένα μέρος του σώματός σου μια σκάλα και προσπαθείς να έρθεις πρώτος; Πείτε μου, θα σκάσω.
Θέλετε κι άλλο με το κυριολεκτικά: «Η μοίρα της κρέμεται κυριολεκτικά από μια κλωστή». Αμ πώς!
«Ο πληθωρισμός ανέρχεται και πάλι». Ο,τι ανεβαίνει κατεβαίνει, αλλά αν στο σχολείο πήγαινες μόνο για να ανεβο-κατέβεις στα διαλείμματα, άστα βράστα.
«Κι επειδή πολλές φορές μού τίθηκε το ερώτημα» είπε πανελίστας. Να μη σου τίθηκε καμιά αμφιβολία, σωστά το… τίθεις.
«Για να πραγματοποιήσουν τα επεισόδια» αυτοί, κουφαθήκαμε εμείς. Πάτε με τα καλά σας; Τι καθαρευουσιάνικες κορώνες εν μέσω τρέχουσας γλώσσας;
«Οποια συμφωνία κάνουμε εξαρτάται από ενακτέες πληροφορίες» Αχ τι ωραία λέξη! Γλωσσοπλάστης ο νέος! Ελύτης ένα πράγμα.
«Υδαρός» δεν υπάρχει, μη μου τσιτώνετε τα νεύρα. Υδαρής. Πείτε το νερουλό, στη μεγάλη ανάγκη.
«Το πιο εξωφρενιστικό στην υπόθεση» είναι πως οι φρένες μου (με την αρχαία έννοια, φρην, φρενός) υποφέρουν και γίνομαι έξω φρενών.
«Θα του πάρουμε μια συνέντευξη» υποτιτλίζει ο μεταφραστής. Να του πάρεις, γιατί όχι; Αν βέβαια σκεφτούμε πως ο εν λόγω είναι κρατούμενος και πως το interview σημαίνει και ανάκριση μήπως αλλάξει γνώμη; Μήπως;
Και το αντίθετο, από ελληνικό σε αγγλικό: «Beef Μενδώνη με τους αρχαιολόγους». Γιατί άμα πείτε διαμάχη ή κάτι άλλο στον τίτλο σας χαλάει δηλαδή; Beef μωρέ κάνετε στη γειτονιά ή καυγαδίζετε;
Τηλεπαιχνίδι γνώσεων: σε ποιο τραγούδι είναι οι τάδε στίχοι; Στις εππιλογές η «Αρνηση» του Σεφέρη, που είναι και το σωστό. Η εξήγηση που γίνουν μετά την απάντηση του παίκτη: «Απλά (!) κάποιοι το μπερδεύουν με το «Στο περιγιάλι το κρυφό». Για φαντάσου βρε παιδάκι μου! Το «Στο περιγιάλι το κρυφό», όπως τιτλοφορήθηκε το γνωστό τραγούδι του Μίκη Θεοδωράκη, δεν είναι το ίδιο με την «Αρνηση». (Κι όμως, είναι. Απλώς μην πετάτε κοτσάνες, θα με υποχρεώσετε).
Λεμονάκι μυρωδάτο της εβδομάδας: «Πρόκειται για πολύ μεγάλο όγκο κατηγορουμένων». Με όγκο μετράμε χωρητικότητα, με αριθμούς ανθρώπους. Μεγάλος αριθμός κατηγορουμένων, μεγάλος όγκος βλακείας.
Εβδομάδα των Παθών. Να είμαστε ταπεινοί.