today-is-a-good-day
12.2 C
Athens

Πολύτιμα κοσμήματα και νομίσματα από την Αχαΐα θα δει για πρώτη φορά το κοινό στο Μουσείο Πάτρας

Πολύτιμα ευρήματα από ανασκαφές στην Αχαΐα, που μέχρι τώρα δεν τα έχει δει το κοινό, παρουσιάζονται στην έκθεση Τα Μυστικά του Θησαυροφυλακίου την οποία εγκαινιάζει την ερχόμενη Παρασκευή η Εφορεία Αρχαιοτήτων Αχαΐας διοργανώνει στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πατρών.

 Η έκθεση διαρθρώνεται σε δύο άξονες: Αφ’ ενός παρουσιάζονται χρυσά και ασημένια κοσμήματα υψηλής αρχαιολογικής και καλλιτεχνικής αξίας, που φέρνουν στο προσκήνιο όχι μόνο την οικονομική ευμάρεια της τοπικής αριστοκρατίας πολύ πριν ιδρυθεί η ρωμαϊκή αποικία στην Πάτρα, αλλά και μια αλυσίδα πολιτισμικών και τεχνογνωστικών αλληλεπιδράσεων που απλώνεται ως τα βάθη της Ανατολής. 

Αφ’ ετέρου, θησαυροί χρυσών και ασημένιων νομισμάτων από τις ιστορικές περιόδους της Αχαϊκής Συμπολιτείας, της ρωμαϊκής και βυζαντινής αυτοκρατορίας, των δόγηδων της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας, αλλά και της Οθωμανοκρατίας, σκιαγραφούν κοινωνικές συνθήκες και πολιτικο-οικονομικές κρίσεις που επέβαλαν την απόκρυψή τους.

«Η ιδέα ξεκίνησε από τον κορωνοϊό» λέει στο Thepresident.gr η Ανίτα Κουμούση, έφορος αρχαιοτήτων και επιμελήτρια αυτής της περιοδικής έκθεσης. «Στην μόνιμη έκθεση υπάρχουν κοσμήματα και νομίσματα. Ωστόσο,  σε θησαυροφυλάκιο φυλάσσονται πολλά κοσμήματα και νομίσματα που δεν έχουν ποτέ εκτεθεί. Πλέον, αποκαλύπτονται για πρώτη φορά στο κοινό ώστε να φωτίσουν διαχρονικά μερικές ιδιαίτερες στιγμές της αρχαίας Αχαΐας αλλά και τις συγκεκριμένες συγκυρίες που οδήγησαν στη συσσώρευση πλούτου και ώθησαν στο απόγειο την καλλιτεχνική λειτουργία σε εξεζητημένα και σπάνια υλικά.»

Τα αντικείμενα αυτά «αντανακλούν κατ’ εξοχήν τους ελληνιστικούς χρόνους (3ος- 2ος αι. π.Χ.)  και απηχούν την πληθωρική αισθητική της εποχής και την ευρωστία της αστικής τάξης των Πατρών δεν λείπουν φυσικά τα διαχρονικά δείγματα της πολύτιμης αυτής μικροτεχνίας με τα παλαιότερα να χρονολογούνται από τα μυκηναϊκά χρόνια. Ενώ λοιπόν πίστευαν πως η Πάτρα ήταν φημισμένη κατά τη ρωμαϊκή εποχή, εδώ βλέπουμε πως η ελληνιστική περίοδος είναι πολύ σημαντική για εκείνη. Ότι ήταν ήδη μια πόλη ιδιαίτερη.»

Εκείνο που ακόμα δεν ξέρουμε είναι από πού έφτασε ο χρυσός στην πόλη. Ερευνάται, με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς πλέον μάς αποκαλύφθηκε πως και πριν από τους ρωμαϊκούς χρόνους το  επίπεδο, και πολιτιστικό και οικονομικό, ήταν υψηλό. «Αυτοί οι άνθρωποι και γούστο είχαν οι τεχνίτες ήταν και τα ψάχνουμε όλα αυτά. Το κόσμημα και η κοσμηματική τέχνη με χρυσό ασήμι και πολύτιμους λίθους, εκπροσωπούν την αίγλη και τη δύναμη των ανώτερων στρωμάτων της κοινωνικής πυραμίδας.  Είναι ο αδιαμφισβήτητος δείκτης της οικονομικής ευρωστίας, της επίδειξης του γοήτρου και του υψηλού κοινωνικού κύρους. Παράλληλα αντιπροσωπεύουν την αισθητική της εποχής, συνδέονται με τα προσωπικά βιώματα τις θρησκευτικές δοξασίες και τη μεταθανάτια ζωή, τη δεισιδαιμονία και γενικότερα με τις αντιλήψεις κάθε περιόδου.»

Τα ευρήματα χωρίστηκαν εξαρχής σε είδη ανά κατηγορίες. Τα πιο πολλά βρέθηκαν σε τάφους, ωστόσο «οι αρχαίοι δημιουργούσαν κοσμήματα που φορούσαν κατά τον βίο τους, βαριά και περίτεχνα, και ελάσματα, που παραγγέλνονταν ειδικά για την ταφή.» Συγκεκριμένα, τα στέρεα και εξεζητημένα κοσμήματα ήταν κοσμικά προορισμένα, δηλαδή να φοριούνται εν ζωή.  Ορισμένα από αυτά που παρουσιάζονται στην έκθεση είναι απλά δημιουργήματα και η αξία τους προσδιοριζόταν από το υλικό κατασκευής τους. Αλλα είναι όμως  βαρύτιμα δείγματα της μικροτεχνίας με συνδυασμό διαφορετικών τεχνικών κατασκευής και με μεγάλη καλλιτεχνική αξία.  Στον αντίποδα βρισκόταν μια παράλληλη κοσμηματική τέχνη ειδικού προορισμού, που  αφορούσε στην κατασκευή νεκρικών κοσμημάτων από πολύ λεπτά ελάσματα χαμηλού βάρους που στόλιζαν τους νεκρούς. Η θεματολογία της διακόσμησης τους σχετιζόταν κυρίως με τις εσχατολογικές αντιλήψεις ήταν ιδιαίτερα εύθραυστη, αλλά το πολύτιμο υλικό τους έπρεπε να είναι κατάλληλο για να επιδείξει το κύρος και τον πλούτο της οικογένειας.

Μια ξεχωριστή κατηγορία ταφικών κοσμημάτων με ιδιαίτερο συμβολικό περιεχόμενο είναι τα νεκρικά στεφάνια. Χρησιμοποιούνταν ως εμβλήματα της αρετής του νεκρού συνδεόμενα έτσι με την ηθική πλευρά της ζωής του. Στους άνδρες τοποθετούσαν στεφάνια δρυός, στις γυναίκες πιο συνηθισμένα ήταν τα στεφάνια μυρσίνης υπήρχαν ακόμα στεφάνια ποικίλων φυτών και δέντρων ελιάς δάφνης ή με τρίλοβα φύλλα. Ανάλογη ταφική χρήση και παρόμοιο συμβολισμό είχαν και τα διαδήματα που ως κοσμικά αντικείμενα αποτελούσαν διακριτικά της δύναμης και της εξουσίας. Στην αρχαία Αχαΐα ήταν γνωστά ήδη από τη μυκηναϊκή περίοδο (11ος  αιώνας π.Χ. και μετά)  ήταν όμως περισσότερο διαδεδομένα στην ελληνιστική περίοδο.

Πολλά από τα ταφικά κοσμήματα έφεραν παραστάσεις φιδιών. Τα φίδια λόγω του χθόνιου χαρακτήρα τους, συσχετίζονταν από τους αρχαίους με τον θάνατο.

Ένα άλλο πολύ μεγάλο κομμάτι της έκθεσης είναι μεσαιωνικοί θησαυροί πολλούς από τους οποίους έχει βρει σε ανασκαφές η κα Κουμούση (όπου θησαυροί εννοούνται συγκεντρώσεις νομισμάτων ή/και σπάνιων σκευών και χρυσαφικών που είχαν αποκρυβεί, αλλά οι ιδιοκτήτες δεν επέστρεψαν να τα ξαναπάρουν) . Εχουν βρεθεί αρκετοί μέσα στην πόλη αλλά και σε διάφορα κάστρα, όπως στο κάστρο της Βασιλικής που σκάβουν τώρα. Η αρχαιολόγος σημειώνει πως ιδιαίτερα τον 14ο αιώνα, με τις πολιτικές εξελίξεις να είναι διαρκείς και τον ένα κατακτητή να διαδέχεται τον άλλον, έλαβαν χώραν πολλές αποκρύψεις, αν συμπεράνουμε από τα ευρήματα. Οι συγκεκριμένοι «θησαυροί» ασημένιων και χρυσών νομισμάτων που αποκρύβησαν σε ταραγμένες ιστορικές περιόδους πολεμικών συγκρούσεων αναρχίας και πολιτικών αναταράξεων, έχουν ανάμεσά τους πολύ ενδιαφέροντα αντικείμενα. 

Αξιοσημείωτος είναι ο θησαυρός των περίπου 800 αργυρών δραχμών από την αρχαία Δύμη. Ρωμαϊκοί και βυζαντινοί σόλιδοι,  ενετικά σόλδια και τορνεζέλλα, οθωμανικοί παράδες, μαρτυρούν την αγωνία την ανασφάλεια και τον φόβο των κατοίκων της Πάτρας μπροστά στον ενδεχόμενο κίνδυνο . Ξεχωρίζουν για τη σπανιότητά τους και τις πληροφορίες που προσφέρουν για την ιστορία της πόλης δύο μεμονωμένα χρυσά νομίσματα το tremisse του αυτοκράτορα Μαυρικίου Τιβέριου (583- 602) και το δουκάτο του δόγη Michele Steno (1400- 1413).

Την επιμέλεια της έκθεσης έχει η δρ Αναστασία Κουμούση. Η μουσειολογική και μουσειογραφική πρόταση ανήκει στους Ιωάννη Μόσχο και δρα Ελενα Παρτίδα, τη διαχείριση αρχαιολογικού υλικοί έκανε η Στέλλα Νεστορίδου, τη συντήρηση εκθεμάτων η Κάτια Αντωνοπούλου, η Κυριακή Κατσιγιάννη και η Αλεξάνδρα Κωτσάκη. Οι κατασκευές είναι των: Γιάννη Αλεξανδρόπουλου, Σπύρου Δέδου, Μικέ Μερλίγκα, Βασίλη Παναγόπουλου και η γραφιστική επιμέλεια και παραγωγή του εντύπου που συνοδεύει την έκθεση η Αναστασία Πάλλα  (κείμενα Α. Κουμούση, Ι. Μόσχου, Ε. Παρτίδα).

Τα εγκαίνια θα γίνουν την ερχόμενη Παρασκευή 24 Νοεμβρίου 2023, ώρα 19:00 από τον περιφερειάρχη Δυτικής Ελλάδας Νεκτάριο Φαρμάκη.

 
 
 

Διάρκεια έως τέλη Μαρτίου 2024. 

Είσοδος ελεύθερη.

Δωρεάν ξεναγήσεις από τους επιμελητές της έκθεσης, Ιωάννη Μόσχο και Δρ Έλενα Παρτίδα, στην ελληνική/αγγλική, προσφέρονται κάθε Τετάρτη 11:00-13:00, κατόπιν συνεννόησης  (τηλ. 2613 616177, Γραφείο Υποδοχής Μουσείου). 

Αγγελική Κώττη

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ