«Βαρ, βαρ, βαρ». Αυτό άκουγαν οι πρόγονοί μας όταν μιλούσαν άλλοι λαοί. Ετσι, ονόμασαν βάρβαρους όλους όσοι μιλούσαν τις δικές τους γλώσσες. Ο μέγας Ι. Θ. Κακριδής σημειώνει: «Στους αρχαίους Έλληνες βάρβαρος αρχικά σημαίνει κάθε λαό αλλόγλωσσο, χωρίς καμιά μειωτική απόχρωση. Και κάθε άνθρωπος, που έχει για μητρική του γλώσσα τα ελληνικά, είναι βάρβαρος, άσχετα με την πνευματική του και ψυχική του καλλιέργεια.
Ώστε βάρβαρος δεν θα πει παρά αλλόγλωσσος. Και από πού παράγεται η λέξη; Από την επανάληψη της συλλαβής βαρ-. Όταν ακούει κανείς μια γλώσσα που δεν την ξέρει, οποιαδήποτε και να είναι η γλώσσα αυτή, τη νιώθει σαν μια σειρά από συλλαβές δίχως νόημα, σαν ένα λόγο αδιάρθρωτο, χωρίς κλίση, χωρίς σύνταξη, χωρίς κανόνες. Ο πρώτος που έπλασε τη λέξη βάρβαρος θα άκουσε κάποιους ξένους να μιλούν, και με την επανάληψη της συλλαβής βαρ- θέλησε να αποδώσει την παράξενη ακουστική εντύπωση που του έκανε ο ακατανόητος αυτός λόγος. Το παράξενο είναι πως η λέξη βάρβαρος δεν είναι καν ελληνική, είναι βαρβαρική. Στα παλιά ινδικά barbara σημαίνει τραυλός. Και οι Ινδοί και οι Έλληνες όμως έχουν δανειστεί τη λέξη από τους Σημίτες: barbar και barbaru στα σουμερικά και στα βαβυλωνιακά έχει τη σημασία του ξένος, αλλοεθνής.» (I.Θ. Kακριδής, “Oι αρχαίοι Έλληνες και οι ξένες γλώσσες”, στο Mελέτες και Άρθρα. Θεσσαλονίκη 1971).
Στην αρχή λοιπόν, δεν είχε τη σημασία του απολίτιστου και άξεστου- το αντίθετο μάλιστα, καθώς οι Βέρβεροι, οι Πέρσες, οι Αιγύπτιοι ήταν πολύ μορφωμένοι. Μειωτικό χαρακτήρα απέκτησε από τον 5ο αιώνα π.Χ, και μετά, και χρησιμοποιούνταν για να προσδιορίσουν άνθρωπο κατώτερο, κτηνώδη, που ρέπει προς την υποταγή. Άλλωστε, ο Ισοκράτης προτρέπει τον Φίλιππο να κυριεύσει τους βαρβάρους του Βορρά, που εκ φύσεως είναι δουλικά γένη, ενώ ο Αριστοτέλης λέει πως οι Έλληνες είναι πλασμένοι να άρχουν και οι Ασιάτες να άρχονται.»
Δεν ήτο στις προθέσεις μου να πιάσω θέματα γλωσσολογίας, πλην, ηναγκάσθην η πτωχή…. Διότι ο Στέφανος (ένας είναι ο Στέφανος) για να μιλήσει για το ψευδοκράτος της βόρειας Κύπρου είπε «ένα κρατίδιο βορ βορ» μέχρι που πετάχτηκε συνάδελφος (να αγιάσει το στοματάκι του) και του φώναξε: κατεχόμενα.
Πάμε λοιπόν λίγο πριν. Στο ξεκίνημα της υπόθεσης. Ο Στέφανος Κασσελάκης δεν γνώριζε πως τα κατεχόμενα της Βόρειας Κύπρου τα λέμε «κατεχόμενα». Αυτό που για εκείνον είναι κρατίδιο, για μας, και ιδίως για τους Κύπριους, είναι σκλαβωμένη πατρίδα.
Ο όρκος των Αθηναίων εφήβων ξεκινούσε με το: «ου καταισχυνώ όπλα τα ιερά» (δεν θα ντροπιάσω τα ιερά όπλα) και παρακάτω έλεγε: «και την πατρίδα ουκ ελάττω παραδώσω, πλείω δε και αρίω όσης αν παραδέξωμαι» (και την πατρίδα δε θα παραδώσω μικρότερη αλλά μεγαλύτερη και ισχυρότερη απ’ όση την παρέλαβα). Ηταν ντροπιαστικό, να την παραδώσεις μικρότερη. Και σήμερα, είναι τραγωδία αυτό που συνέβη στην Κύπρο, όπου το αποτέλεσμα του πολέμου οργανώθηκε, στην ουσία, από μεγάλες, ξένες δυνάμεις. Όχι ότι δεν φταίει η Τουρκία, φυσικά. Από αυτήν αρχίζουμε.
Αντε, λοιπόν, και εκλέγεται ο Στέφανος. Και την πρώτη νύχτα της θητείας του γίνεται μια στραβή στη βάρδια του και στήνεται σκηνικό τύπου Ιμίων. Και γιατί όχι, δηλαδή; Τον έχουμε για αγιόπαιδο τον σουλτάνο;
Τι γίνεται; Τι θα κάνει; Να πέσω να πνιγώ από τώρα στα νερά του Αιγαίου; Θα χειριστεί μια κρίση μη γνωρίζοντας τίποτα; Θα τη χειριστεί, δηλαδή… ανεπηρέαστα;
«Δεν είναι ο Κασσελάκης που δεν τα γνωρίζει. Κανείς δεν τα γνώριζε, ούτε ο Τσίπρας… Κανείς δεν τα ήξερε από την αρχή, με την τριβή τα μαθαίνεις», ανέφερε ο ναυαρχούκος κ. Αποστολάκης, ο οποίος, προσπαθώντας να «καλύψει» τον υποψήφιο πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ, «ομολόγησε» εμμέσως πλην σαφώς, την άγνοια του… ευνοουμένου του, αλλά «κάρφωσε» και τον πρώην πρωθυπουργό.
Τα είπε για να κάνει το θέμα ακόμα καλύτερο; Δεν ξέρω. Υποπτεύομαι πως τα χειροτέρεψε έχοντας άγνοια. Αλλωστε, τι είπε το παιντί; «Ήταν μια λέξη που διέφυγε προφανώς από τον Στέφανο» σχολίασε άλλος του ΣΥΡΙΖΑ. Μα να διαφεύγει σε όλους ότι πρέπει να αγοράσουν λεξικό;
Σύννεφο πάει το αγγλικό, σύννεφο: «Θα τους ακούσει face to face» είπε συνάδελφος για επικείμενη συγκέντρωση Κασσελάκη. Το ενώπιος ενωπίοις το βρίσκω εξεζητημένο. Ας μην το έλεγε. Αλλά face to face μεγάλε; Θα τους ακούσει; Κουφαθήκαμε.
Μόνο οι ρεπόρτερ κάνουν λάθη νομίζετε; Ο Στέφανος πάει πίσω; «Για μένα οι ελληνικές λέξεις έχουν κι ελληνικό νόημα μέσα τους» (δήλωσε ευθαρσώς).
«Όποιος καταλαβαίνει, να μου εξηγήσει» λέει η φίλη μου Ολια. Κανείς δεν της εξήγησε. Γι’ αυτό, ζητάμε τη βοήθεια του κοινού. Τι ήθελε να πει ο θέλω-να-γίνω- αρχηγός; (το βράδυ θα ξέρουμε τι κατάφερε). Πείτε μας κι εσείς.
Θα απονείμουμε κότινον εξ αγριελιάς, σαν να ήταν νικητής στους Ολυμπιακούς Αγώνες της αρχαιότητας, σε όποιον μάς απαντήσει.
«Ας μην ανησυχεί κανείς. Μαθαίνω τις λέξεις πολύ γρήγορα. Είναι θέμα δύο μηνών εξάσκησης», είπε ο κ. Κασσελάκης σε βίντεο στα κοινωνικά μέσα. «Καλό μου παιδί, ως φιλόλογος σου λέω, δεν αρκεί να μάθεις τη μετάφραση των λέξεων.
Πρέπει να μάθεις την, κατά περίπτωση, σημασία τους.» λέει η γνωστή φιλολογάρα φίλη, Σοφία. Και συμπληρώνει: «Δεν το βλέπω εύκολο για σένα».
Να πω πως έχει άδικο; Είπαμε: οι ελληνικές λέξεις έχουν κι ελληνικό νόημα μέσα τους…
Γεωγραφία, πάντως, πρέπει να μάθει κατεπειγόντως. Απευθύνεται στους συναδέλφους ρεπόρτερ κατά την περιοδεία του στον Θεσσαλικό κάμπο και τους λέει: «Ζητάω από τους μηντιακούς ομίλους σας να πείτε τι δωρεά θα κάνετε σε Καρδίτσα, Λάρισα, Λαμία και Βόλο».
Προφανώς η Λαμία με τόσο νερό θα τσούλησε προς τη Θεσσαλία. Δεν το λες και κακό.
Πάρθιον το βέλος που μας έριξε στην κατακλείδα ο Αλέξης: “…βιάστηκαν πολύ όσοι κήρυξαν τον ΣΥΡΙΖΑ απών…”
Γεια και χαρά σας βρε πατριώτες κι εμένα οι παππούδες μου ήταν αντάρτες, αλλά Γράμματα μάθαμε. Τώρα θα μου πείτε από την Αντίσταση κατά των Γερμανών μέχρι τις καταλήψεις και τα 15μελή, τεράστια η απόσταση. Όταν είσαι στα κινήματα των καταλήψεων πώς να ασπάζεσαι τη λογική πρόσληψης γνώσης; Τι είναι, τίποτα άριστοι;
Ε, γι’ αυτό φτάνουμε στους α-πολιτίκ υποψήφιους πολιτικών κομμάτων. Γιατί σημασία δίνουμε μόνο στο «φαίνεσθαι» και όχι στο «είναι».
Χώθηκε στη μέση και η Έφη Αχτσιόγλου: «Ο Κασσελάκης δεν διαθέτει “επαρκής” εμπειρία.» Ανεπαρκής γνώση των ελληνικών.
Αλλά και τρίτος, που μου διαφεύγει το ονοματάκι του, δεν είχε κανένα πρόβλημα να αμολύσει την μπαρούφα: «Να κατευνάσουμε τους τόνους». Δεν ξέρω πόσες χούφτες κατευναστικά θα χρειαστούν από αύριο.
Η διάσπαση είναι άγρια. Να μην την εύχεστε.