Πέρα από την πραγματικά αποκαρδιωτική εξέλιξη που είχε η Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βίλνιους της Λιθουανίας, αναφορικά με τα ανατολίτικα παζάρια του πειρατή του διεθνούς δικαίου, Προέδρου της Τουρκίας, Ταγίπ Ερντογάν, μια άλλη τραγωδία που παγιώθηκε εκεί είναι η πλήρης υποταγή της Ευρώπης, στις επιταγές της Ουάσιγκτον και η εθελοντική υιοθέτηση από την πλευρά της, του ρόλου του πειθήνιου οργάνου των Ηνωμένων Πολιτειών. Εκτός της επιβράβευσης, λόγω της επιθυμίας και των πιέσεων της Ουάσιγκτον, των εκβιασμών του Ερντογάν, ο μεγάλος νικητής της Συνόδου ήταν η Αμερική.
Του Δημήτρη Γ. Απόκη *
Η λογική μιας ανεξάρτητης Ευρώπης είναι ένα τραγικό σήριαλ που συζητείται από το 1991, αλλά η πολιτική βούληση να μειωθεί ο εξωφρενικά διογκωμένος αμυντικός ρόλος των Ηνωμένων Πολιτειών στην Ευρώπη, απουσιάζει τόσο από την Ουάσιγκτον όσο και από το Βερολίνο ή τις Βρυξέλλες.
Το εξευτελιστικό παζάρι, για τις πωλήσεις των F-16 από αυτή την άποψη είναι πιο σημαντικό από την απλή διαδικασία συμβιβασμού μπρος-πίσω που είναι αναπόφευκτα μέρος κάθε διεθνούς συμφωνίας. Αντίθετα, το βάρος των πωλήσεων όπλων των ΗΠΑ και η προοπτική εξασφάλισης ευνοϊκών όρων από την πλευρά της Άγκυρας είναι ενδεικτικό ενός σημαντικού παράγοντα που υπαγορεύει την εμπλοκή της Αμερικής, στον τομέα της ασφάλειας της Ευρώπης, ειδικότερα, αλλά και ευρύτερα στον υπόλοιπο κόσμο.
Οι στρατιωτικές δαπάνες της Αμερικής, ανέρχονται σήμερα περίπου στα 800 δισεκατομμύρια δολάρια σε σύγκριση με τις δαπάνες, συνολικά, των υπολοίπων χωρών μελών του ΝΑΤΟ, που είναι περίπου 300 δισεκατομμύρια.
Είναι σημαντικό να σημειωθεί, ότι στο κομμάτι των υπολοίπων χωρών μελών του ΝΑΤΟ, η Τουρκία είναι μακράν ο μεγαλύτερος συνεισφέρων. Αυτός είναι και ο ουσιαστικός λόγος που η αγορά ρωσικών πυραύλων εδάφους-αέρος S-400, από την Άγκυρα το 2019, προκάλεσε την έντονη αντίδραση της Αμερικής και είχε ως αποτέλεσμα την επιβολή κυρώσεων στην Τουρκία.
Η προοπτική ένταξης στην ΕΕ είναι αναμφίβολα ένα ισχυρό οικονομικό κίνητρο για την Τουρκία, αλλά στην προκειμένη περίπτωση, είναι πολύ πιθανό σε συνεννόηση με την Ουάσιγκτον, να χρησιμοποιήθηκε ως διαπραγματευτικό τέχνασμα, έτσι ώστε στην πορεία και καλά, η Αμερική να ζητήσει από τον Ερντογάν να βάλει στο ράφι τις συνομιλίες με τις Βρυξέλλες, προς το παρόν, να αποδεχθεί κάποια θετική πολιτική στάση από τη Σουηδία, δηλαδή να αρκεστεί σε γενικές δηλώσεις κατά της ισλαμοφοβίας, λαμβάνοντας μια ευνοϊκή συμφωνία για τα αμερικανικά F-16.
Άλλωστε, με το που η Τουρκία έδωσε το πράσινο φως για την ένταξη της Σουηδίας, η κυβέρνηση Μπάϊντεν ανακοίνωσε την ολοκλήρωση της συμφωνίας F-16, καθώς και την υποστήριξη των ΗΠΑ στις προσπάθειες στρατιωτικού εκσυγχρονισμού της Άγκυρας.
Είναι ανόητος όποιος δεν κατανοεί τη βαρύτητα των πωλήσεων στο χώρο της άμυνας από τις ΗΠΑ, στη διαμόρφωση της πολιτικής μεταξύ των δυο πλευρών του Ατλαντικού. Πέρα από τους ρομαντικούς ηθικούς ενδοιασμούς, είναι δεδομένο ότι η Ουάσιγκτον πουλάει όπλα για να ασκήσει γεωπολιτική επιρροή. Σαν αποτέλεσμα, είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε αυτή τη δυναμική αν θέλουμε να κατανοήσουμε τις διεθνείς εξελίξεις στο σύνολό τους.
Μετά και τα γεγονότα στο Βίλνιους, εκλείπει και η τελευταία αμφιβολία αναφορικά με την πραγματικότητα του ηγεμονικού ελέγχου της Αμερικής στο ευρωπαϊκό περιβάλλον ασφάλειας.
Το γεγονός αυτό δεν υποτιμά την ιδεολογική σύνδεση της Αμερικής με την Ευρώπη και σε καμία περίπτωση δεν αμφισβητεί τη δέσμευση στη φιλελεύθερη δημοκρατία. Παρόλα αυτά, η εξέλιξη των γεγονότων αποδεικνύει με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο ότι ο πραγματικός νικητής, τόσο οικονομικά όσο και ιδεολογικά είναι η Αμερική, έναντι της Ευρώπης.
Στην παρούσα συγκυρία και υπό το φως των τεκτονικών γεωπολιτικών αλλαγών που συντελούνται και επισπεύστηκαν από την εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία, από τις αρκτικές παρυφές της Σκανδιναβίας σε όλο το μήκος και το πλάτος της ευρωπαϊκής ηπείρου και μέχρι τις άκρες της Ανατολίας, υπάρχει μια έκρηξη νέων δεσμεύσεων για την υπεράσπιση της αρχής της εθνικής κυριαρχίας.
Μπορεί η εισβολή στην Ουκρανία να έχει σίγουρα φέρει την ευρωπαϊκή ήπειρο πιο κοντά, την ίδια στιγμή όμως έχει ενισχύσει τον έλεγχο της Αμερικής, πάνω στην Ευρώπη.
Αυτό είναι κάτι που εθελοντικά έχει αποδεχθεί συνολικά η υφιστάμενη, τραγικά κατώτερη των περιστάσεων ευρωπαϊκή ηγεσία, και δυστυχώς έχει αντιληφθεί πλήρως η Τουρκία, χρησιμοποιώντας το με πολύ έξυπνο τρόπο για να αποκομίσει όσο το δυνατόν περισσότερα οφέλη.
Το ζήτημα είναι, ότι πολύ άνετα και μάλιστα αποκομίζοντας πολύ περισσότερα οφέλη, βάζοντας και σε δύσκολη θέση την Τουρκία του Ερντογάν, μπορεί να εκμεταλλευτεί και η Ελλάδα. Αλλά δυστυχώς κάνει το ακριβώς αντίθετο. Η ευκαιρία δεν έχει ακόμη χαθεί. Χρόνος υπάρχει, αρκεί να υπάρξει άμεση διαμόρφωση εθνικής στρατηγικής με κεντρικό κορμό το εθνικό συμφέρον και την υπεράσπιση της αρχής της εθνικής κυριαρχίας.
* Ο Δημήτρης Γ. Απόκης, είναι Διεθνολόγος, με ειδίκευση στην Αμερικανική Εξωτερική Πολιτική, Γεωπολιτική και Διεθνή Οικονομία. Απόφοιτος των πανεπιστημίων The American University, School of International Service, και The Johns Hopkins University, The Paul H. Nitze, School of Advanced International Studies της Ουάσιγκτον. Είναι μέλος του The International Institute for Strategic Studies, του Λονδίνου. Ως Δημοσιογράφος, υπήρξε επί σειρά ετών διαπιστευμένος ανταποκριτής στο Λευκό Οίκο, στο Στέητ Ντιπάρτμεντ και στο Αμερικανικό Πεντάγωνο.