Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα πρόκειται να προχωρήσει το αμέσως επόμενο διάστημα σε μια κίνηση η οποία είναι βέβαιο ότι θα δοκιμάσει τα όρια της ανθεκτικότητας του τραπεζικού συστήματος της Ευρώπης και σε αυτή τη δοκιμασία συμπεριλαμβάνεται και η Ελλάδα. Η ΕΚΤ, θα απαιτήσει από τις χώρες της Ευρώπης, να αποπληρώσουν περίπου μισό τρισεκατομμύριο ευρώ σε φθηνά δάνεια της εποχής της πανδημίας και μάλιστα μια και έξω.
Του Δημήτρη Γ. Απόκη *
Είναι δεδομένο ότι τα περίπου 4 τρισεκατομμύρια ευρώ πλεονάζουσας ρευστότητας γύρω από το χρηματοπιστωτικό σύστημα θα απαλύνουν λίγο τις επιπτώσεις της γιγαντιαίας αποπληρωμής, αλλά υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο μεμονωμένες επιχειρήσεις και χώρες να πιεστούν, σύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες και σοβαρές αναλύσεις. Στο μάτι του κυκλώνα αναμένεται να βρεθούν οι μικρότερες ιταλικές τράπεζες και όπως επισημαίνεται, αμέσως μετά ακολουθούν οι ελληνικές τράπεζες.
Το ύψος των ανεξόφλητων δάνειων της Ιταλίας στο πλαίσιο του προγράμματος TLTRO της ΕΚΤ είναι μεγαλύτερο από τα πλεονάζοντα μετρητά που έχει υπολογίσει η ΕΚΤ, πράγμα που σημαίνει ότι ορισμένες από τις τράπεζές της θα πρέπει να συγκεντρώσουν χρήματα αλλού για να αποπληρώσουν τα δάνεια. Τα πλεονάζοντα αποθεματικά των ελληνικών τραπεζών είναι λίγο πολύ ίσα με αυτά που οφείλουν στην ΕΚΤ.
Καθώς τα δάνεια TLTRO ύψους 476,8 δισ. ευρώ λήγουν στις 28 Ιουνίου, συγκεκριμένες επιχειρήσεις στη Γερμανία, τη Γαλλία ή άλλες χώρες της ευρωζώνης θα μπορούσαν επίσης να πιεστούν.
Η κεντρική τράπεζα αφήνει τα δάνεια TLTRO να λήξουν για να βοηθήσει στη συρρίκνωση του φουσκωμένου ισολογισμού της. Την ίδια στιγμή η ΕΚΤ ανησυχεί για τον αντίκτυπο του υψηλότερου κόστους δανεισμού στις τράπεζες με την πιο περιορισμένη πρόσβαση στις αγορές χρήματος, με δεδομένο ότι ορισμένες επιχειρήσεις έχουν ουσιαστική εξάρτηση από τα δάνεια TLTRO.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις, οι ιταλικές τράπεζες μπορεί να χρειαστεί να αντλήσουν περίπου 35 δισ. ευρώ το 2023 και άλλα 75 δισ. ευρώ για να προετοιμαστούν για τις αποπληρωμές δανείων TLTRO το επόμενο έτος. Ειδικά κάποιες μικρότερες ιταλικές τράπεζες, θα έχουν έλλειψη μετρητών ακόμη και βραχυπρόθεσμα.
Το θετικό στην όλη ιστορία είναι ότι οι δανειστές έχουν πολλές επιλογές για εναλλακτική χρηματοδότηση, ανάμεσά τους η αγορά repos, όπου οι επιχειρήσεις δανείζουν η μία στην άλλη σε εξασφαλισμένη βάση. Οι τράπεζες μπορούν επίσης να στραφούν στις αγορές ομολόγων για να καλύψουν τυχόν κενά ή να επιλέξουν να αποκομίσουν μετρητά από ομόλογα που λήγουν.
Οι ιταλικές τράπεζες που αναζητούν μετρητά στις αγορές repos – όπου οι εξασφαλίσεις όπως τα κρατικά χρεόγραφα μπορούν να ενεχυριασθούν σε αντάλλαγμα για ρευστότητα και μπορεί να βρουν πολλούς πρόθυμους δανειστές, καθώς η ρευστότητα παραμένει τόσο αυξημένη. Παρ ‘όλα αυτά, θα πρέπει να προσφέρουν κάτι για να προσελκύσουν χρηματοδότηση. Οπότε είναι πιθανό τα ιταλικά επιτόκια repos να αυξηθούν κατά 5 έως 10 μονάδες βάσης πάνω από το επιτόκιο καταθέσεων της ΕΚΤ, το σημείο αναφοράς της αγοράς.
Τα χέρια της ΕΚΤ είναι δεμένα από την τεράστια ποσότητα πλεονάζουσας ρευστότητας που ήδη αποδυναμώνει τον αντίκτυπο της νομισματικής σύσφιξης.
Σε κάθε περίπτωση δεν αποκλείεται, η ΕΚΤ να παρέμβει για να στηρίξει τις τράπεζες που αντιμετωπίζουν δυσκολίες, ακόμη και αν η παροχή νέας ρευστότητας φαίνεται να έρχεται σε αντίθεση με την καταπολέμηση του πληθωρισμού.
* Ο Δημήτρης Γ. Απόκης, είναι Διεθνολόγος, με ειδίκευση στην Αμερικανική Εξωτερική Πολιτική, Γεωπολιτική και Διεθνή Οικονομία. Απόφοιτος των πανεπιστημίων The American University, School of International Service, και The Johns Hopkins University, The Paul H. Nitze, School of Advanced International Studies της Ουάσιγκτον. Είναι μέλος του The International Institute for Strategic Studies, του Λονδίνου. Ως Δημοσιογράφος, υπήρξε επί σειρά ετών διαπιστευμένος ανταποκριτής στο Λευκό Οίκο, στο Στέητ Ντιπάρτμεντ και στο Αμερικανικό Πεντάγωνο.