today-is-a-good-day
20.4 C
Athens

Η απειλή από τις αναταράξεις στο παγκόσμιο εμπόριο – Γράφει ο Δημήτρης Απόκης

Ανάμεσα στις κορυφαίες ανακατατάξεις που αναδείχθηκαν μέσα στο 2022 είναι και οι μεγάλες αναταράξεις στο παγκόσμιο εμπόριο που έχουν προκαλέσει οι διαδοχικές κρίσεις και κορυφώθηκαν από την κρίση στην Ουκρανία. Δυστυχώς, το παγκόσμιο σύστημα συναλλαγών δεν είναι τόσο σταθερό όσο νομίζαμε.

Του Δημήτρη Γ. Απόκη *

Η κρίση εφοδιασμού που ξεκίνησε να  τροφοδοτείται από την πανδημία, τον πόλεμο της Ρωσίας με την Ουκρανία και τη συνεχιζόμενη ενίσχυση του ρήγματος στην εμπορική σχέση ΗΠΑ-Κίνας, έχουν σφυρηλατήσει την ιδέα ότι ο κόσμος χρειάζεται πιο ανθεκτικά εμπορικά δίκτυα.

Καθώς αυτοί οι κλυδωνισμοί της εφοδιαστικής αλυσίδας αρχίζουν να επουλώνονται, τα προβλήματα αστάθειας που θα παρουσιαστούν θα γίνουν η αιτία να αποκαλυφθεί πόσο ξεπερασμένο είναι το παγκόσμιο εμπορικό σύστημα σε μια εποχή όπου τα μεγαλύτερα έθνη του κόσμου αρχίζουν να αποχωρούν από την αχαλίνωτη παγκοσμιοποίηση που επικρατούσε μέχρι πρόσφατα.

Αναλύοντας τι εξελίξεις διαπιστώνουμε ότι υπάρχουν ορισμένα κομβικά γεγονότα που θα οδηγήσουν σε συστημική μεταρρύθμιση το παγκόσμιο εμπόριο.

ΗΠΑ – Κίνα…

Ξεκινώντας από την κυβέρνηση Τραμπ, οι Ηνωμένες Πολιτείες και στη διακυβέρνηση Μπάιντεν, συνεχίζουν να οξύνουν την πολιτική τους απέναντι στην Κίνα, κατά τέτοιο τρόπο που οι επιπτώσεις θα είναι εξαιρετικά σημαντικές για την παγκόσμια οικονομία.

Η κυβέρνηση Μπάιντεν συνέχισε τον εμπορικό πόλεμο που είχε ξεκινήσει επί Τραμπ, όταν επέβαλε περιορισμούς σε βασικούς βιομηχανικούς τομείς, προσέφερε τεράστιες επιδοτήσεις που στρεβλώνουν το εμπόριο και διατήρησε δασμούς σε κινεζικές εξαγωγές αξίας εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων.

Η Ουάσιγκτον, σύμφωνα με τις ενδείξεις, πρόκειται να  ακολουθήσει μια διττή στρατηγική απέναντι στο Πεκίνο, η οποία θα περιλαμβάνει, επιδότηση αμερικανικών βιομηχανιών, με στόχο τη δημιουργία θέσεων εργασίας, και προσπάθεια επιβράδυνσης της Κίνας, με την επιβολή αυστηρότερων ελέγχων στις εξαγωγές και εμπορικών φραγμών.

Ενώ αυτές οι πολιτικές δεν θα αποσυνδέσουν πλήρως τις οικονομίες των ΗΠΑ και της Κίνας μεσοπρόθεσμα, θα μπορούσαν να αναδιαμορφώσουν θεμελιωδώς τη σχέση με τρόπους που αυξάνουν τις τιμές καταναλωτή και μειώνουν την παγκόσμια παραγωγικότητα.

Ένταση ΗΠΑ – Ευρώπης…

Το μεγάλο ζητούμενο μέσα στο 2023, θα είναι εάν η Ουάσιγκτον θα καταφέρει να πείσει βασικές οικονομίες, ιδιαίτερα την Ευρωπαϊκή Ένωση, να συμμετάσχουν στην αμερικανική στρατηγική ανάσχεσης της Κίνας.

Οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι της Αμερικής, ιδιαίτερα η Γερμανία και η Γαλλία, παραμένουν δύσπιστοι σχετικά με τη στρατηγική της Ουάσιγκτον έναντι της Κίνας και είναι απογοητευμένοι από την εμφάνιση προστατευτικών βιομηχανικών πολιτικών της Αμερικής, όπως ο νόμος για τη μείωση του πληθωρισμού και ο νόμος για τα τσιπ.

Η επίλυση αυτών των διαφορών θα είναι κρίσιμη για το μακροπρόθεσμο στρατηγικό όραμα των ΗΠΑ για την περιοχή Ασίας-Ειρηνικού και για τη σταθερότητα της διατλαντικής εμπορικής σχέσης που ανέρχεται στα 1,1 τρισεκατομμύρια δολάρια.

Παγκόσμιος πόλεμος επιδοτήσεων…

Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής στην Ουάσιγκτον δεν στέκονται πλέον απαθείς, καθώς το Πεκίνο χρησιμοποιεί τα τεράστια κυβερνητικά ταμεία του για να επιδοτήσει βασικούς βιομηχανικούς τομείς του 21ου αιώνα, όπως τεχνολογίες καθαρής ενέργειας, ορυκτά σπάνιων γαιών και ημιαγωγούς.

Η Ουάσιγκτον προχωρά στις μεγαλύτερες πρωτοβουλίες ομοσπονδιακών δαπανών για την ενίσχυση της αμερικανικής μεταποίησης εδώ και δεκαετίες, μετά την ψήφιση το 2022 ενός πακέτου 437 δισεκατομμυρίων δολαρίων που εστιάζει στο κλίμα και ενός προγράμματος επιδότησης ημιαγωγών ύψους 52,7 δισεκατομμυρίων δολαρίων.

Οι ξένες κυβερνήσεις το λαμβάνουν σοβαρά υπόψη με αποτέλεσμα η βιομηχανική πολιτική της κυβέρνησης Μπάιντεν, η οποία δίνει κίνητρα στις εταιρείες να μεταφέρουν την παραγωγή στις ακτές των ΗΠΑ, ωθεί την Κίνα, την Ευρώπη και άλλες μεγάλες οικονομίες να ανταποκριθούν στο ίδιο μήκος κύματος.

Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε έναν παγκόσμιο αγώνα δρόμου επιδοτήσεων, όπου οι νικητές είναι οι κυβερνήσεις με τις πιο βαθιές τσέπες και οι χαμένοι είναι οι οικονομίες του αναπτυσσόμενου κόσμου που ήδη υποφέρουν από αυξανόμενα βάρη χρέους.

Επιστροφή στις σφαίρες επιρροής…

Η φετινή χρονιά θα σηματοδοτήσει μια κρίσιμη δοκιμασία για τη σημασία του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ) και του συστήματος κανόνων που διέπει το παγκόσμιο εμπορικό σύστημα.

Η Ουάσιγκτον λέει ότι θέλει να βοηθήσει στη μεταρρύθμιση και ενίσχυση του ΠΟΕ. Αλλά την ίδια στιγμή, απορρίπτει ανεπιφύλακτα τη νομιμότητα του οργανισμού ως ουδέτερου διαιτητή των εμπορικών πολιτικών των ΗΠΑ, όπως για παράδειγμα, οι δασμοί του Τραμπ στον χάλυβα και το αλουμίνιο.

Ελλείψει αλλαγής τακτικής, η απόφαση της Ουάσιγκτον να σνομπάρει τον ΠΟΕ, σηματοδοτεί ένα σημαντικό σημείο καμπής που μπορεί να προαναγγείλει την επιστροφή σε μια εποχή πολιτικής μεγάλων δυνάμεων με σφαίρες επιρροής.

Επιστροφή στη λογική των κλαπμ…

Καθώς η πολυμέρεια παραπαίει, ο κόσμος θα συνεχίσει να κλίνει προς μια νέα εποχή ξεχωριστών αλλά διασυνδεδεμένων εμπορικών συνασπισμών υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Κίνας.

Αυτό καθοδηγείται, εν μέρει, από το όραμα της σημερινής διακυβέρνησης στην Ουάσιγκτον για φιλικές μεταποιητικές και εφοδιαστικές αλυσίδες μακριά από αυταρχικά καθεστώτα και προς οικονομίες που βασίζονται στην αγορά με κοινές αξίες.

Καθώς αυτή η πολιτική επιταχύνεται, θα βελτιώσει την πρόσβαση στην αγορά και θα μειώσει τους εμπορικούς φραγμούς πίσω από τα σύνορα για όσους βρίσκονται εντός των κλειστών κλαμπ που θα σχηματιστούν, ενώ ταυτόχρονα θα αυξήσει το κόστος και τις ανεπάρκειες για τα έθνη στο εξωτερικό. Η τάση είναι επίσης πιθανό να μειώσει την παγκόσμια ακαθάριστη παραγωγή έως και 5%, αφήνοντας τον κόσμο φτωχότερο και λιγότερο παραγωγικό.

* Ο Δημήτρης Γ. Απόκης, είναι Διεθνολόγος, με ειδίκευση στην Αμερικανική Εξωτερική Πολιτική, Γεωπολιτική και Διεθνή Οικονομία. Απόφοιτος των πανεπιστημίων The American University, School of International Service, και The Johns Hopkins  University, The Paul H. Nitze, School of Advanced International Studies της Ουάσιγκτον. Είναι μέλος του The International Institute for Strategic Studies του Λονδίνου, και ως Δημοσιογράφος, υπήρξε επί σειρά ετών διαπιστευμένος ανταποκριτής στο Λευκό Οίκο, στο Στέητ Ντιπάρτμεντ και στο Αμερικανικό Πεντάγωνο.

Διαβάστε επίσης

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ