today-is-a-good-day
8.7 C
Athens

Το «δεκάρι» στον πολιτισμό: Σταθμός Βενιζέλου του μετρό Θεσσαλονίκης

Με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τέλειωσε η περιπέτεια των διαρκών προσφυγών ως προς τη μετακίνηση ή μη των αρχαιοτήτων στον σταθμό Βενιζέλου του μετρό Θεσσαλονίκης. Το Συμβούλιο της Επικρατείας έβγαλε τις τελευταίες δύο αποφάσεις επί προσφυγών που είχαν γίνει, αποδεχόμενο ότι όλα έγιναν σωστά από την Αττικό Μετρό και το υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού.

Την ανακούφισή του  εκφράζει ο πρόεδρος της Αττικό Μετρό Νίκος Ταχιάος στο Thepresident.gr. Όπως λέει ήταν μια μάχη που οι φορείς του κράτους έδωσαν συντεταγμένα, με πολλή δουλειά και στην οποία είχαν δυσκολίες αλλά και επιτυχίες.
Το μετρό προχωρά, η κατασκευή του κελύφους στον σταθμό Βενιζέλου ολοκληρώνεται μέσα στους επόμενους μήνες και τον Απρίλιο, όπως τονίζει, θα ξεκινήσει η επαναφορά των αρχαιοτήτων στη θέση όπου βρέθηκαν.

«Τίτλοι τέλους!» σημείωσε χθες ο Νίκος Ταχιάος στη σελίδα του στο FB. «Ανήκω σε αυτούς που δεν αρέσκονται, ούτε επιθυμούν να επανέρχονται σε αυτήν την υπόθεση. Κούρασε, κυρίως όμως δίχασε υπερβολικά και αχρείαστα και στεναχώρησε πολλούς εκατέρωθεν.

Αρκεί να σκεφτούμε όλοι μας ότι από μία διαμάχη της οποίας την επιχειρηματολογία καταρρίπτει ομοφώνως η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, μόνη ηττημένη βγαίνει η πόλη που επέλεξε ή επέτρεψε να εξελιχθεί το μετρό σε πεδίο πολιτικών αντιπαραθέσεων και προσωπικών στρατηγικών.

Αυτή η υπόθεση μας πήγε πίσω, χάθηκε πολύτιμος χρόνος όχι μόνο για το χρονοδιάγραμμα του έργου, κυρίως για την ίδια την πόλη. Όσοι δεν έχουν σκοπό να μελετήσουν την απόφαση του ΣτΕ γιατί ποτέ δεν αναζήτησαν την ουσία της υπόθεσης και αυτοί που καλόπιστα δεν πείσθηκαν για τις προθέσεις μας, κυρίως όμως όποιοι αμφιβάλλουν για το αποτέλεσμα, θα δουν να ξεκινά τον Απρίλιο ένα εντυπωσιακό, γιγάντιο, μεθοδικό, τεκμηριωμένο, σοβαρό και φιλόδοξο έργο ανάδειξης των αρχαιολογικών ευρημάτων στους σταθμούς Βενιζέλου και Αγίας Σοφίας. Η σχολαστικότητα των μελετών που οδήγησαν στην επαναφορά του Κρηναίου στην Πλατεία Μακεδονομάχων και η ακρίβεια του έργου αποτελούν το πρώτο δείγμα γραφής.

Σημασία πλέον έχει να μείνουμε αφοσιωμένοι στον στόχο και στο μέλλον της πόλης, που δεν εξαντλείται σε μία γραμμή μετρό. Η διαμάχη για τα αρχαία εκτροχίασε όχι μόνο το έργο, αλλά και την ατζέντα της Θεσσαλονίκης.

Δουλεύουμε λοιπόν για να παραδώσουμε προς λειτουργία την βασική γραμμή του μετρό στην εκπνοή της χρονιάς που μας έρχεται και για την ολοκλήρωση της επέκτασης της Καλαμαριάς λίγους μήνες αργότερα και σχεδιάζουμε με σοβαρότητα -για πρώτη φορά-, πρόγραμμα και ευθύνη την επόμενη μέρα του έργου, πρωτίστως προς τις βορειοδυτικές συνοικίες της Νεάπολης, της Σταυρούπολης, των Αμπελοκήπων, του Ευόσμου και του Κορδελιού, την επιβαλλόμενη προσθήκη της γραμμής του αεροδρομίου, αλλά ταυτόχρονα και την διασφάλιση της μελλοντικής επεκτασιμότητας του δικτύου προς άλλες περιοχές της πόλης και την προσαρμοστικότητά του προς την αναμενόμενη δυναμική ανάπτυξης του πολεοδομικού συγκροτήματος. Μέσα στο 2023 θα “έχουμε νέα”.

Με απλά λόγια, κλείνουμε το κεφάλαιο του παρελθόντος, με “μετρό και αρχαία”, μια πραγματικότητα που πολύ σύντομα μπαίνει στην καθημερινότητα της Θεσσαλονίκης και κοιτάμε μπροστά.»

Το θέμα «και μετρό και αρχαία» έκλεισε και από την πλευρά του Συμβουλίου της Επικρατείας με τις πρόσφατες αποφάσεις του. Με αυτές, απορρίφθηκαν αιτήσεις ακυρώσεως αρχαιολογικών και άλλων σωματείων και ιδιωτών κατά της απόφασης της Υπουργού Πολιτισμού, με την οποία εγκρίθηκε η μελέτη απόσπασης και επαναφοράς των αρχαιοτήτων του σταθμού Βενιζέλου του μετρό Θεσσαλονίκης.

Με την ίδια απόφαση έγιναν δεκτές παρεμβάσεις των επαγγελματικών επιμελητηρίων Θεσσαλονίκης, του Δήμου Θεσσαλονίκης, της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, της ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ Α.Ε. κ.ά., οι οποίοι επεδίωκαν τη διατήρηση σε ισχύ της απόφασης της Υπουργού.

« Οι αρχαιότητες αυτές αποτελούν κεντρική διασταύρωση οδών της βυζαντινής Θεσσαλονίκης, η οποία σώζεται σε πολύ καλή κατάσταση με τις κατασκευές και τα δίκτυα υποδομής που την συνοδεύουν και αποτελεί μοναδική υλική μαρτυρία της εποχής» σημειώνει το Συμβούλιο της Επικρατείας.

Οι ενδιαφερόμενοι είχαν προβάλει, μεταξύ άλλων, ότι κακώς επελέγη ιδιώτης μελετητής, και μάλιστα από την Αττικό Μετρό και την κατασκευαστική κοινοπραξία, ενώ η μελέτη αυτή έπρεπε να είχε ανατεθεί είτε στις ίδιες τις αρχαιολογικές υπηρεσίες είτε σε ιδιώτη μελετητή που θα προέκυπτε από διοικητική διαγωνιστική διαδικασία.

Το Δικαστήριο υπενθύμισε ότι η ανάδειξη των αρχαιοτήτων, οι οποίες θα επανατοποθετηθούν εκεί όπου βρέθηκαν μετά την κατασκευή του σταθμού και θα αναδειχθούν βάσει νέας μελέτης, θα μπορούσε πράγματι να είχε μελετηθεί και υλοποιηθεί από τις αρχαιολογικές υπηρεσίες σε ανύποπτο χρόνο με βάση τις συνήθεις αρμοδιότητές τους, χωρίς, δηλαδή, να συνδέεται με την κατασκευή οποιουδήποτε τεχνικού έργου.

Οι αρχαιολογικές υπηρεσίες, όμως, δεν ανέλαβαν σχετική πρωτοβουλία παρά τη σπουδαιότητα των αρχαιοτήτων, τούτο δε προφανώς λόγω της πολυπλοκότητας και των δυσχερειών του εγχειρήματος. Έτσι, το ζήτημα τέθηκε ενόψει της κατασκευής του μετρό, η οποία θεωρήθηκε ευκαιρία για την ολοκλήρωση της ανασκαφικής έρευνας και την ανάδειξη των αρχαιοτήτων, πάντοτε, όμως, υπό την έγκριση και τον έλεγχο των δημοσίων αρχαιολογικών οργάνων.

Με τη σύνδεση της ανάδειξης των αρχαιοτήτων με την κατασκευή του μετρό εξασφαλίστηκε, άλλωστε, η χρηματοδότηση και των αρχαιολογικών μελετών και εργασιών από την “Αττικό Μετρό Α.Ε.” ή την κατασκευαστική κοινοπραξία. Με αυτά τα δεδομένα, κρίθηκε ότι αιτιολογείται νομίμως η έγκριση της μελέτης που καταρτίστηκε από ιδιωτικό μελετητικό σχήμα αντί των ίδιων των αρχαιολογικών υπηρεσιών, οι οποίες, βεβαίως, ενέκριναν τη μελέτη και θα ελέγχουν την την υλοποίησή της.

Οι ενδιαφερόμενοι προέβαλαν ακόμη ότι η εγκριθείσα μελέτη δεν έχει τη διάρθρωση σε τεύχη που προβλέπει κανονιστική απόφαση του έτους 2019. Το Δικαστήριο, με μειοψηφία τριών μελών, έκρινε ότι τα τεύχη αυτά, που περιλαμβάνουν έγκριση σκοπιμότητας, τεύχη δημοπράτησης κ.λπ., είναι περιττά σε αρχαιολογικές εργασίες που εντάσσονται σε ευρύτερα έργα ή σχέδια που χρηματοδοτούνται από άλλους δημόσιους ή επενδυτικούς φορείς, τα οποία, εκτός από την αρχαιολογική έγκριση, στην οποία υπόκεινται οπωσδήποτε, υπάγονται και σε περιβαλλοντική αδειοδότηση με ευρείες διατυπώσεις δημοσιότητας και διαβούλευση με το κοινό. Θεωρήθηκε, πάντως, αυτονόητο ότι οι σχετικές αρχαιολογικές μελέτες και εργασίες υπόκεινται στον έλεγχο και την έγκριση του Υπουργείου Πολιτισμού και των υπηρεσιών του, όπως, άλλωστε, προβλέπει η πάγια νομοθεσία.

Με τις αιτήσεις ακυρώσεως οι ενδιαφερόμενοι προέβαλαν πλήθος ισχυρισμών, με τους οποίους αμφισβήτησαν την επάρκεια της μελέτης που ενέκρινε η Υπουργός από πολλές απόψεις και επικεντρώθηκαν ιδίως στις ελλείψεις της μελέτης επανατοποθέτησης των αρχαιοτήτων μετά την κατασκευή του σταθμού. Το Δικαστήριο έκρινε ότι η μελέτη αυτή, η οποία καταρτίστηκε, συμπληρώθηκε και εγκρίθηκε πριν από την ολοκλήρωση των περιμετρικών ανασκαφών των αρχαιοτήτων, νομίμως θεωρήθηκε ότι έπρεπε να εξειδικευθεί σε επόμενα στάδια, όπως και πράγματι συνέβη.

Το ΣτΕ, στη συνέχεια, απέδωσε την ελλειπτικότητα της μελέτης επανατοποθέτησης στο γεγονός ότι συνεχίζονται  οι ανασκαφές για υποκείμενες αρχαιότητες παλαιοτέρων ιστορικών περιόδων, οι οποίες επίσης προβλέπεται να σωθούν και αναδειχθούν, και θεώρησε ότι η εισαγωγή στο ΚΑΣ και η έγκριση της νέας μελέτης που προβλέπεται να εκπονηθεί για την ανάδειξη των αρχαιοτήτων στο διαμορφωμένο, πλέον, χώρο του σταθμού παρέχει τα νόμιμα εχέγγυα για την ασφάλεια των αρχαιοτήτων. Το Δικαστήριο, εξάλλου, θεώρησε ότι οι ισχυρισμοί περί κατατεμαχισμού και αποδόμησης των αρχαιοτήτων δεν επιβεβαιώνονται ούτε από τον φάκελο ούτε από την εγκριθείσα μελέτη.

Τέλος, το Δικαστήριο είχε την ευκαιρία να επιβεβαιώσει τη νομολογία του ως προς το καταρχήν ζήτημα της απόσπασης αρχαιοτήτων, η οποία έχει επιχειρηθεί και στο παρελθόν και, μάλιστα, σε άλλο σταθμό του μετρό  Θεσσαλονίκης, αλλά και παλαιότερα. Υπενθύμισε ότι, κατά την αρχαιολογική νομοθεσία, η μετακίνηση ακίνητου μνημείου επιτρέπεται με εξαιρετική φειδώ προκειμένου να κατασκευαστούν αμυντικά ή άλλα έργα ζωτικής σημασίας για το κοινωνικό σύνολο, οι προϋποθέσεις δε αυτές κρίθηκε, για ακόμη μία φορά, ότι συντρέχουν στην περίπτωση του μετρό της Θεσσαλονίκης.

Δύο σημεία χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής. Ότι το ΣτΕ δεν θεωρεί κατακερματισμό, ούτε αποδόμηση των αρχαιοτήτων την απόσπασή τους σε τμήματα- αναγκαία, καθώς είναι αδύνατη η μεταφορά ολόκληρου του ευρήματα.

Και επίσης, ότι σύμφωνα με το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο, επιβεβαίωσε την νομολογία του ως προς το καταρχήν ζήτημα της απόσπασης των αρχαιοτήτων. Επιμένει ότι κατά την αρχαιολογική νομοθεσία η απόσπαση επιτρέπεται με εξαιρετική φειδώ «προκειμένου να κατασκευαστούν αμυντικά ή άλλα έργα ζωτικής σημασίας για το κοινωνικό σύνολο»,  κάτι που κρίθηκε ότι ισχύει και στην περίπτωση του μετρό της Θεσσαλονίκης.

Δεν είναι μυστικό πως το έργο γίνεται χάρη στις ακάματες προσπάθειες της υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού Λίνας Μενδώνη. Η κα Μενδώνη ήδη από το 2012 ως τότε γενική γραμματέας του υπουργείου Πολιτισμού, έδωσε αμέτρητες μάχες τόσο για τον σταθμό Βενιζέλου όσο και για τον σταθμό Αγία Σοφία. Το σημαντικό είναι πως τις κέρδισε όλες. Ετσι, όπως η ίδια δηλώνει, «Το έργο προχωρεί απρόσκοπτα, εντός των χρονοδιαγραμμάτων. Ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης θα αποδώσει στους Θεσσαλονικείς το έργο ολοκληρωμένο στο τέλος του 2023 με πέντε σταθμούς-μουσεία, αλλά και με τον μεγαλύτερο διεθνώς αρχαιολογικό χώρο ενταγμένο σε ένα μείζον τεχνικό έργο».

Αγγελική Κώττη

Διαβάστε επίσης

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ