Χάρη σε μια σύγχρονη επιστημονική μέθοδο που χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα, Έλληνες και ξένοι γεωεπιστήμονες κατάφεραν να «φωτίσουν» τις διαδικασίες που λαμβάνουν χώρα κάτω από τη Σαντορίνη, αλλά και γενικότερα στο σημείο σύγκρουσης της αφρικανικής με την ευρασιατική τεκτονική πλάκα. Η γεωχημική τεχνική επιτρέπει να βγουν χρήσιμα συμπεράσματα για το πώς λιώνουν οι πλάκες, καθώς η πρώτη καταβυθίζεται κάτω από τη δεύτερη.
Η διεθνής ομάδα επιστημόνων, με επικεφαλής τον επίκουρο καθηγητή δρα Ιωάννη Μπαζιώτη του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, που έκανε τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό “Lithos”, εφάρμοσε την πρωτοποριακή γεωχημική μέθοδο έρευνας στα πετρώματα της Σαντορίνης.
«Σκοπός της μελέτης αυτής», όπως δήλωσε ο κ.Μπαζιώτης στο Αθηναϊκό και Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, «ήταν να έρθουν σε επαφή δύο μεγάλοι, και συνάμα διαφορετικοί μεταξύ τους, κλάδοι της επιστήμης της Γεωλογίας. Ο κλάδος της Πετρολογίας-Γεωχημείας, μέσω της μελέτης της χημείας των πετρωμάτων, μας οδήγησε στο να απαντήσουμε ερωτήματα που απασχολούν το κλάδο της Γεωφυσικής-Σεισμολογίας».
Η Ελλάδα, μία κατ’ εξοχήν σεισμογενής χώρα, οφείλει την υψηλή σεισμικότητά της κυρίως στη σύγκλιση δύο τεκτονικών πλακών, συγκεκριμένα στην υποβύθιση της Αφρικανικής τεκτονικής πλάκας κάτω από την αντίστοιχη Ευρασιατική. Γι’ αυτό, όπως λέει ο Έλληνας γεωεπιστήμονας, ο οποίος προ μηνών είχε συμμετάσχει σε αποστολή της NASA στην Ανταρκτική, «η κατανόηση του μηχανισμού ενός σεισμού στην πιο ενεργή σεισμικά περιοχή της Ευρώπης συνδέεται με την κατανόηση της συμπεριφοράς της ζώνης υποβύθισης της τεκτονικής πλάκας της Αφρικής μέσω της ανάλυσης των γεωφυσικών-σεισμολογικών δεδομένων».
Όπως τόνισε, «είναι εξαιρετικά σημαντικό ότι υπήρξε συμφωνία μεταξύ των εκτιμώμενων συνθηκών που υπολογίστηκαν από τα πετρολογικά-γεωχημικά μοντέλα της νέας εργασίας, με τα υφιστάμενα γεωφυσικά δεδομένα που έχουν ήδη προκύψει από τοπικές σεισμικές καταγραφές».
Η πλέον πρόσφατη μεγάλη έκρηξη της Σαντορίνης συνέβη τον 16ο ή 17ο αιώνα π.Χ. Σύμφωνα με τον κ.Μπαζιώτη, «μέλημα των επιστημόνων ήταν ανέκαθεν η αποκρυπτογράφηση της “καρδιάς” του ηφαιστείου της Σαντορίνης, αυτής της καρδιάς που στην περίπτωση του ανθρώπινου σώματος τροφοδοτεί με αίμα όλα τα ζωτικά όργανα, ενώ στην περίπτωση του ηφαιστείου τροφοδοτεί με μάγμα την επιφάνεια της γης. Που βρίσκεται όμως ο μαγματικός θάλαμος της Σαντορίνης στον οποίο αποθηκεύεται το μάγμα; Και ποιές διαδικασίες προηγούνται της συγκέντρωσης του μάγματος στο θάλαμο;»
Στα ερωτήματα αυτά επιχείρησε να απαντήσει η νέα μελέτη στην οποία συμμετείχαν ερευνητές από το Τμήμα Γεωχημείας της Υπηρεσίας της Ιαπωνίας για τις Επιστήμες της Γης και της Θάλασσας (Japan Agency for Marine-Earth Science and Technology), το Τμήμα Γεωλογικών και Πλανητικών Επιστημών του Ινστιτούτου Τεχνολογίας της Καλιφόρνια (Caltech) των ΗΠΑ και το Ινστιτούτο Ορυκτολογίας του γερμανικού Πανεπιστημίου του Μίνστερ.