Η κρίση στην Ουκρανία και ο πόλεμος νεύρων που διεξάγει, με μεγάλη επιτυχία, ο Πρόεδρος της Ρωσίας, Βλαντιμίρ Πούτιν, έναντι των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρώπης, αποτελούν την κορύφωση του σε εξέλιξη, εδώ και πολύ καιρό, σκληρού γεωπολιτικού παιχνιδιού για τον επαναπροσδιορισμό του διεθνούς συστήματος. Χώρες, διεθνείς οργανισμοί και διεθνείς οικονομικοί κολοσσοί, προσπαθούν να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα και να τοποθετηθούν σε όσο το δυνατό καλύτερη θέση στο νέο σύστημα. Η Τουρκία, παρά τα δεινά εσωτερικά και οικονομικά της προβλήματα, είναι εξαιρετικά δραστήρια σε αυτό το παιχνίδι, και αυτό είναι κάτι το οποίο πρέπει να απασχολεί και ταυτόχρονα να ανησυχεί την Ελλάδα, ειδικά στο μέτωπο των σχέσεων της Άγκυρας με την Ουάσιγκτον.
Του Δημήτρη Γ. Απόκη *
Είναι γεγονός αδιαμφισβήτητο ότι τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Τουρκία στο εσωτερικό της και κυρίως στην οικονομία της είναι σοβαρά. Είναι επίσης ξεκάθαρο, ότι η εποχή Ερντογάν, βαδίζει προς το τέλος της, αν και δεν είναι καθόλου σίγουρο το πόσο θα κρατήσει η τελευταία φάση της.
Επίσης, είναι ξεκάθαρο, ότι με αφορμή το φλερτ της Άγκυρας και του Ερντογάν με τη Ρωσία και τον Πούτιν, οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις διέρχονται, τα τελευταία χρόνια, τη χειρότερη περίοδο τους στην ιστορία των δυο χωρών. Η εκδίωξη της Τουρκίας από το πρόγραμμα των μαχητικών αεροσκαφών F-35, η δυσχέρεια στην προσπάθεια της να αγοράσει μαχητικά F-16, οι κυρώσεις με βάση τον νόμο CATSA και η ασυνήθιστη για τα δεδομένα δημόσια κρητική που υφίσταται σε δημόσιες δηλώσεις Αμερικανών Αξιωματούχων και στελεχών του Κογκρέσου, αποτελούν απόδειξη του δύσκολου κλίματος που επικρατεί, για το παραδοσιακά αγαπημένο παιδί των ΗΠΑ στην ευρύτερη περιοχή μας.
Παρόλα αυτά, το τελευταίο διάστημα και ειδικά με την έλευση του Τζο Μπάιντεν και της κυβέρνησής του στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, υπάρχουν κάποιες ενδείξεις οι οποίες θα πρέπει να προκαλέσουν ανησυχία στην Αθήνα, η οποία καλό θα είναι να σταματήσει να επαφίεται στις δάφνες των συμφωνιών με τη Γαλλία και τις ΗΠΑ, και τους πανηγυρισμούς για τα γαλλικά μαχητικά Rafale.
Η ξεκάθαρη πλέον σύγκρουση των Ηνωμένων Πολιτειών και της Δύσης (με κάποιες ενδιαφέρουσες εξαιρέσεις δυτικών χωρών), με τη Ρωσία και την Κίνα, αποτελούν προνομιακό γήπεδο για την Τουρκία για να αποδείξει τη χρησιμότητά της και να για να αρχίσουν να αναβιώνουν οι σε χειμερία νάρκη, υποστηρικτές της στην αμερικανική πρωτεύουσα, κάτι το οποίο ήδη έχει αρχίσει να συμβαίνει σε σημαντικά έντυπα και αναλύσεις.
Είναι πραγματικά παράξενο να μην έχει προκαλέσει απορία και ταυτόχρονα ανησυχία το γεγονός ότι ο Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας του Αμερικανού Προέδρου, Τζέικ Σάλιβαν, συνομιλεί σε τακτική βάση με τον τούρκο ομόλογό του, Ιμπραχίμ Καλίν, με τελευταία επικοινωνία την ημέρα της επίσκεψης του Υπουργού Εξωτερικών της Κύπρου, Ιωάννη Κασουλίδη, στην Ουάσιγκτον. Οι συνομιλίες αυτές κάθε άλλη εβδομάδα, σε τέτοιο επίπεδο, δεν γίνονται για να περνάει η ώρα και τα θέματα που συζητούνται είναι στην πρώτη γραμμή του ενδιαφέροντος της Ουάσιγκτον.
Η κρίση ανάμεσα στις ΗΠΑ – Ευρώπη και το δίδυμο Ρωσία – Κίνα είναι οικονομική, τεχνολογική και στην παρούσα φάση ενεργειακή, και στους τρεις αυτούς τομείς η Τουρκία, παρά τα σοβαρά προβλήματά της, είναι μια χώρα βαρύνουσας σημασίας. Δεν υπάρχει επεισόδιο στην εξέλιξη της κρίσης που με κάποιο τρόπο να μην είναι παρούσα η Τουρκία και ο Ταγίπ Ερντογάν. Θα πρέπει κανείς να είναι αδαής για να μην αντιλαμβάνεται ότι η Ουάσιγκτον, επιθυμεί διακαώς να επανακάμψει πλήρως στην αγκαλιά της η Άγκυρα, και η στιγμή αυτή είναι πολύ πιθανό, να βρίσκεται πολύ πιο κοντά από ότι υπολογίσουν κάποιοι.
Και δυστυχώς αυτό μπορεί να γίνει εξαιρετικά σύντομα, με δεδομένο ότι μέχρι στιγμής η «τιμωρία» που έχει υποστεί η Τουρκία από την Ουάσιγκτον, δεν είναι θανάσιμη και μπορεί με πολύ απλές κινήσεις να αντιστραφεί. Όσο αφορά την Ευρώπη, δεν χρειάζεται να αναφερθεί καν, διότι όχι μόνο για τιμωρία δεν μιλάμε, αλλά για χάιδεμα και ενίσχυση.
Κλείνοντας, μια επισήμανση. Στο κρίσιμο εθνικό θέμα του Κυπριακού, η πορεία δεν διαγράφεται καθόλου ρόδινη. Στο παρασκήνιο γίνονται πολλά και εξόχως ανησυχητικά, αλλά αυτή είναι από μόνη της μια άλλη κρίσιμη συζήτηση και ανάλυση.
Σε κάθε περίπτωση, ο χρόνος στενεύει επικίνδυνα όσο αφορά τη δήθεν απομόνωση της Τουρκίας, και καλό θα είναι αυτό να γίνει κατανοητό άμεσα στην Αθήνα, η οποία θα πρέπει να διαμορφώσει μια εθνική στρατηγική με βάση την επανάκαμψη της Τουρκίας στον παραδοσιακό της ρόλο ως προνομιακού συνομιλητή και εταίρου των ΗΠΑ και της Δύσης στην ευρύτερη περιοχή.
* Ο Δημήτρης Γ. Απόκης είναι Αναλυτής Διεθνών Σχέσεων, Διεθνολόγος και Δημοσιογράφος, Απόφοιτος του The Paul H. Nitze, School of Advanced International Studies, The Johns Hopkins University, Μέλος του The International Institute for Strategic Studies, και επί σειρά ετών Ανταποκριτής στην Washington DC, διαπιστευμένος στο Λευκό Οίκο, το Στέητ Ντιπάρτμεντ και το Πεντάγωνο