Έτος 2045. Ο «Χ» είναι 40 ετών, πατέρας δύο παιδιών, με κατασταλαγμένες πολιτικές και θρησκευτικές πεποιθήσεις. Περνά σημαντικό μέρος της ημέρας του στον εικονικό κόσμο του metaverse, ζώντας προσωποποιημένες εμπειρίες, που μοιράζεται με ελάχιστους άλλους ανθρώπους, ομοϊδεάτες του. Κατά τη διάρκεια της ημέρας, παρέχει αδιάλειπτα πληροφορίες για τις κινήσεις και τις …παρορμήσεις του, μέσω των συσκευών που φοράει (wearables) και του Ιντερνετ των Πάντων.
Στις τελευταίες εκλογές στη χώρα του, τα κοινωνικά δίκτυα και οι μηχανές αναζήτησης τον τροφοδότησαν αποκλειστικά με μικροστοχευμένες πολιτικές διαφημίσεις, που «μιλάνε» στις ήδη παγιωμένες απόψεις και ένστικτά του, έχοντας λάβει τις πληροφορίες για τις πεποιθήσεις του από τα Δεδομένα που παρέχει, κάθε φορά που πατάει το «συμφωνώ» σε έναν ιστοτόπο και αλληλεπιδρά με τα άβαταρ άλλων ανθρώπων στον εικονικό κόσμο του μετα-δικτύου. Μικροστοχευμένες πολιτικές διαφημίσεις, με πληροφορίες που την ακρίβεια και την αξιοπιστία τους δύσκολα μπορεί να ελέγξει, καθώς -μεταξύ άλλων- δεν μεταδίδονται από ένα μέσο μαζικής ενημέρωσης, για να τεθούν στη βάσανο του διαλόγου με άλλους ανθρώπους, αλλά καταφθάνουν στην προσωπική του θυρίδα ή σε μια προσαρμοσμένη στο προφίλ του ροή ειδήσεων.
Ο «Χ» ζει μέσα σε μια «φούσκα», την οποία διαπερνούν μόνο μηνύματα που τον στοχεύουν με υπερβολική ακρίβεια και αντηχούν τις δικές του απόψεις. Ποιος ελέγχει αυτό τον χώρο; Και πόσος χώρος απομένει σε αυτόν για τη δημοκρατία όπως τη γνωρίζουμε; Παρότι ο «Χ» είναι, προφανώς, φανταστικό πρόσωπο, η ιστορία του απηχεί υπαρκτές ανησυχίες για το μέλλον, που για να μην επιβεβαιωθούν, κυβερνήσεις, οργανισμοί και κοινότητες πολιτών επιβάλλεται να δείξουν σήμερα εγρήγορση, να δρομολογήσουν υπερεθνικές συνεργασίες, να δημιουργήσουν υποδομές και να επενδύσουν στην προοπτική διερεύνηση (foresight) και την παιδεία.
Σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο αντιπρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής Βιοηθικής και Τεχνοηθικής, Χαράλαμπος Τσέκερης, ερευνητής στο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών, επισημαίνει την ανάγκη για εξαρχής ηθικό σχεδιασμό όλων των συστημάτων (ethics by design), ώστε να αποτραπούν τέτοιες εξελίξεις.
Όταν η πανίσχυρη εξουσία γίνεται όλο και πιο αόρατη
«Αν στο metaverse (συγχώνευση εικονικού και φυσικού κόσμου) ενσωματωθούν κοινοί ηθικοί κανόνες, η ύπαρξή του μπορεί να ενισχύσει τη δημοκρατία και την τεχνολογική αυτοδιάθεση, να οδηγήσει σε καλύτερη λειτουργία της επιστήμης και σε προϊόντα διαθέσιμα για όλους. Χωρίς ηθικοπρακτικά πρότυπα όμως, το αποτέλεσμα θα είναι δυστοπικό. Από την “μπλοκαρισμένη” κοινωνία των social media θα φτάσουμε στην μπλοκαρισμένη πραγματικότητα και παραπληροφόρηση. Το 1984, ο Γουίλιαμ Γκίμπσον στο βιβλίο του “Νευρομάντης” περιγράφει τον κυβερνοχώρο με τρόπο προφητικό για το Metaverse: μια συνειδητή και ομόφωνη “παραίσθηση”, την οποία μοιράζονται καθημερινά δισεκατομμύρια χρήστες παγκοσμίως. Το μέλλον είναι εδώ, απλώς δεν είναι ακόμα ευρέως διαδεδομένο» παρατηρεί ο κ.Τσέκερης.
Όπως λέει, η παραγωγή προηγμένων αλγορίθμων και η συνεχής χρήση τους στις κοινωνικές και γνωστικές διαδικασίες, διαμορφώνουν μια νέα πραγματικότητα, στην οποία τείνει να κυριαρχήσει ένας επικίνδυνος φαύλος κύκλος: «Οι προηγμένοι αλγόριθμοι της Τεχνητής Νοημοσύνης δημιουργούν συμπεριφορές, εντός και εκτός Διαδικτύου, οι οποίες ασυνείδητα ενισχύουν αυτό που η Σοσάνα Ζούμποφ αποκάλεσε “κατασκοπευτικό καπιταλισμό”, μια συνθήκη γενικευμένης επιτήρησης, που με τη σειρά της τροφοδοτεί την κρυφή δύναμη των αλγόριθμων (μέσω των δεδομένων που παρέχουν οι χρήστες). Μια σημαντική δεξιότητα της δεκαετίας που διανύουμε είναι ακριβώς η ικανότητα κριτικής διερώτησης του παραπάνω φαύλου κύκλου. Αν δεν αποκτήσουμε αυτή τη δεξιότητα και δεν κινητοποιηθούμε γενικότερα, τότε η εξουσία στο metaverse θα γίνεται όλο και πιο αόρατη και πανίσχυρη και θα επιβάλει τον κατασκοπευτικό καπιταλισμό, που θα ριζοσπαστικοποιηθεί. Με άλλα λόγια “αυτός που θα έχει το πάνω χέρι, θα είναι αυτός που θα πληρώνει τα πιο εκτυφλωτικά φώτα”. Θα υπάρξει δηλαδή ένας ανθρωπιστικός Μεσαίωνας, στον οποίο ο Διαφωτισμός θα γίνεται ολοένα λιγότερο προσβάσιμος και θα έχουμε εν αναμονή πολίτες, με την πολιτειότητα να κινδυνεύει να χαθεί» επισημαίνει.
Τα ιδιωτικά Συντάγματα, τα παλαιολιθικά ένστικτα και το μεγάλο στοίχημα
Πρακτικά, πώς μπορεί να αποτραπεί η δυστοπία; «Το 90% των παγκόσμιων δεδομένων δημιουργήθηκε μόλις την τελευταία διετία, ενώ ολοένα περισσότερα αντικείμενα συνδέονται στο Διαδίκτυο, κάτι που μας οδηγεί με εκθετικούς ρυθμούς όχι μόνο στο Διαδίκτυο των Πραγμάτων και στον Χωρικό Ιστό (Spatial Web), αλλά στο Ιντερνετ των Πάντων. Η ιδιοκτησία αυτής της εκτεταμένης πραγματικότητας που δημιουργείται είναι το μεγάλο στοίχημα. Να υπάρχει δηλαδή δημόσιος έλεγχος, για να χτιστεί δημοκρατικά η δημόσια σφαίρα και να μην ιδιωτικοποιηθεί ο δημόσιος (διαδικτυακός) χώρος, να μην υπάρχει μια κακοφωνία από φιλτρόφουσκες (filter bubbles, φίλτρα που παρέχουν στον χρήστη μόνο συγκεκριμένη πληροφορία) και αντηχεία (echo rooms, διαδικτυακοί χώροι που αντηχούν τις πεποιθήσεις του χρήστη). Να μην καταρρεύσει δηλαδή η δυνατότητα επικοινωνίας και αναφοράς σε μια κοινή πραγματικότητα, κάτι που θα καταργήσει και τη δυνατότητα για διάλογο. Στον χαξλεϊκό κόσμο του metaverse ο διάλογος και η δημοκρατία δεν θα αποτελούν συλλογικό αίτημα, γιατί η κατανάλωση άπειρων διαφορετικών εμπειριών για τον κάθε χρήστη θα τροφοδοτεί τα παλαιολιθικά μας ένστικτα» σημειώνει και συμπληρώνει πως χρειάζεται να συνεχιστεί με ένταση ο διάλογος για τη δεοντολογία και την ηθική τεχνολογία, γιατί αλλιώς θα υπάρξει ακραίος ανταγωνισμός, στον οποίο μπορεί να επικρατήσουν ιδιωτικές δυνάμεις με ιδιωτικά Συντάγματα, κάτι που συνδέεται άμεσα με το μέλλον της δημοκρατίας» λέει.
Είναι όμως εφικτός ο δημόσιος έλεγχος; «Είναι πολύ δύσκολος ο δημόσιος έλεγχος, γιατί υπάρχουν πανίσχυρες συμφωνίες και παντοδύναμοι τεχνολογικοί κολοσσοί, ενώ είναι εξαιρετικά μεγάλη η πολυπλοκότητα του συστήματος, κάτι που επίσης λειτουργεί ανασταλτικά για τον δημόσιο έλεγχο. Για να ελεγχθεί αυτό το σύστημα, χρειάζεται ένα άλλο, εξίσου πολύπλοκο. Επιπλέον, το γεγονός ότι το metaverse στηρίζεται σε πλατφόρμες παγκόσμιας εμβέλειας, καθιστά δύσκολο για οποιαδήποτε εθνική κυβέρνηση να ασκήσει έλεγχο και επιρροή. Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρωτοστατεί στο να γίνεται ηθική χρήση της τεχνολογίας, αλλά αυτό δεν αρκεί, πρέπει να υποστηριχθεί από υποδομές και διεθνείς συμφωνίες για global ethics (παγκόσμιους κώδικες ηθικής)» τονίζει.
Τα «ξενιτεμένα» δεδομένα της ΕΕ
Προσθέτει ότι η ΕΕ χρειάζεται να χτίσει συμμαχίες πέρα από τα σύνορά της, αλλά και να επενδύσει σε υποδομές: «χρειάζεται να δημιουργηθούν ευρωπαϊκά data centers (κέντρα δεδομένων), στο πλαίσιο μιας ανοιχτής στρατηγικής αυτονομίας για την ενωμένη Ευρώπη. Σήμερα, πάνω από το 70% των δεδομένων που παράγονται στην ΕΕ αποθηκεύονται σε κέντρα δεδομένων εκτός Ευρώπης. Χρειάζεται αυτά τα δεδομένα να επαναπατριστούν και να αναπτυχθεί περισσότερο η Ερευνα και Ανάπτυξη που σχετίζεται με αυτό το πεδίο, αλλά και να υπάρξει κοινό όραμα, στο οποίο θα συμφωνήσουν όλα τα κράτη-μέλη, γύρω από το τι είδους ψηφιακή κοινωνία θέλουμε» υπογραμμίζει.
Όπως λέει, η Ευρώπη οφείλει να χτίσει ψηφιακή συνοχή και εμπιστοσύνη, ενώ ο «εξανθρωπισμός» του νέου ψηφιακού μετασύμπαντος -των ολογραμματικών άβαταρ, των συνθετικών μέσων και της εκτεταμένης πραγματικότητας- χρειάζεται να εξελιχθεί σε μόνιμη διαδικασία. «Σκοπός μας πρέπει να είναι όχι η ανατροπή του ψηφιακού καπιταλισμού, αλλά ο εξανθρωπισμός του, οι διαλογικά επεξεργασμένες και συλλογικά συμφωνημένες απαντήσεις σε ερωτήματα όπως: Τι είδος κοινωνίας θέλουμε; Τι είδους σχέσεις; Τι είδους ανθρώπινες εμπειρίες; Η διαδικασία μετάβασης στη νέα πραγματικότητα είναι αναπόφευκτη, και το όποιο αίτημα για ανατροπή της ισοδυναμεί με νεολουδιτισμό. Επειδή είμαστε ακόμα Homo Sapiens και όχι κάποιο διαφορετικό είδος ανθρώπου, χρειάζεται να επιστρατεύσουμε όλα τα αποθέματα δεοντολογίας, που μας προσφέρει η “ανθρωπινότητά” μας, για να λάβει περιεχόμενο και νόημα η τεχνολογία» επισημαίνει.
Η υποχώρηση της «καθεδρικής σκέψης», η νοοτροπία της άμεσης ανταμοιβής στη Δύση και το μέλλον ως πιθανή απώλεια
Η έντονη μεταβλητότητα απαιτεί καλύτερη προετοιμασία για το μέλλον. Ωστόσο, κυβερνήσεις, επιχειρήσεις και πολίτες δεν τα πηγαίνουμε πάντα καλά στο foresight (προοπτική διερεύνηση) και είμαστε γενικά «αναλφάβητοι» σε ό,τι αφορά το μέλλον. Γιατί συμβαίνει αυτό;
«Ένα πρώτο αίτιο είναι ότι η “καθεδρική σκέψη” έχει υποχωρήσει. Ο όρος αυτός χρησιμοποιείται για να περιγράψει μεγάλα έργα, που δεν θα ολοκληρωθούν κατά τη διάρκεια της δικής μας ζωής, αλλά θα υπάρχουν για τις επόμενες γενιές, όπως χτίζονταν οι καθεδρικοί ναοί αιώνες πριν. Σήμερα, η εκθετική εξέλιξη λόγω της τεχνολογίας μάς κάνει απρόθυμους να σκεφτούμε έτσι και να σχεδιάσουμε το μέλλον. Όλα τρέχουν πολύ πιο γρήγορα και οι Δυτικοί είμαστε πιο απρόθυμοι -σε σχέση π.χ., με τους Ιάπωνες ή άλλους Ασιάτες- να σχεδιάσουμε μακροπρόθεσμα, γιατί υπάρχει και η διαδεδομένη δυτικοευρωπαϊκή νοοτροπία της άμεσης ανταμοιβής και ικανοποίησης, η οποία ενισχύεται από την τεχνολογία. Στη Δύση απόλυτη προτεραιότητα έχει το άτομο, κάτι που ενισχύει την ναρκισσιστική κουλτούρα του προηγμένου ατομικισμού. Επίσης, συχνά θεωρούμε το μέλλον ως απώλεια. Υπάρχει δηλαδή εσωστρέφεια, ένα “κλείσιμο” στο status quo, που δεν θέλουμε να το χάσουμε ως σταθερά. Χρειάζεται να κάνουμε την ανθρωπότητα να αγκαλιάσει την πολυπλοκότητα και να δεχτεί το μέλλον ως ευκαιρία για όλους. Στην κατεύθυνση αυτή, η συστηματική καλλιέργεια νοοτροπίας διερεύνησης του μέλλοντος χρειάζεται να ενσωματωθεί στο σύστημα παιδείας. Είμαι αισιόδοξος ότι σε ένα πολύ ασαφές περιβάλλον, όπως αυτό στο οποίο βρισκόμαστε τώρα, η αλλαγή είναι πολύ πιο εύκολη, καθώς όλα είναι ρευστά» καταλήγει ο κ. Τσέκερης