Είναι υπαρκτό το δίλημμα του να εμβολιαστεί κανείς; Κατηγορηματικά όχι. Η ανθρώπινη δραστηριότητα έχει προκαλέσει μεγάλη ζημιά στον πλανήτη. Αργά ή γρήγορα, οι συνέπειες θα επέστρεφαν για να πλήξουν την ίδια την ανθρωπότητα. Μια από αυτές είναι η έξαρση των νέων πανδημιών, όπως αυτή του Covid-19. Με αυτήν την έννοια, δεν είναι η Φύση που εκδικείται τον Άνθρωπο, αλλά ο Άνθρωπος που αυτοκαταστρέφεται.
Του Δημήτρη Βίτσα*
Εδώ έρχεται η Επιστήμη να δώσει λύσεις. Η Επιστήμη, χάρη στην οποία ασθένειες που για αιώνες βασάνιζαν την ανθρωπότητα έχουν εξαλειφθεί. Από την ευλογιά ως την πολιομυελίτιδα και δεκάδες άλλες ασθένειες που πλέον γνωρίζουμε μόνο από τα βιβλία της ιατρικής ιστορίας. Δεν μπορούμε καν να διανοηθούμε πόσο σημαντική ήταν η συμβολή της Ιατρικής στην αύξηση του προσδόκιμου ζωής και στη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου, γιατί οι δικές μας γενιές δεν έχουν ζήσει σε συνθήκες όπου δεν υπήρχαν αυτά τα επιστημονικά επιτεύγματα.
Εκεί στηρίζεται η πεποίθηση της Αριστεράς ότι τα εμβόλια, όπως όλα τα επιτεύγματα της Ιατρικής, είναι δημόσιο αγαθό υπέρτατης αξίας. Δεν είναι εμπόρευμα, δεν υπόκειται στους «νόμους» της προσφοράς και της ζήτησης και δεν είναι δυνατόν να εξαρτάται από το περιθώριο κέρδους. Είναι θεμελιώδες δικαίωμα του σύγχρονου ανθρώπου και, συγχρόνως, βασική υποχρέωση της Πολιτείας.
Ατομικό δικαίωμα – κοινωνικό καθήκον
Ως μέσο αυτοπροστασίας, το εμβόλιο είναι ατομικό δικαίωμα. Άρα, η άσκηση του είναι αποκλειστική επιλογή του φορέα του; Η γνώμη μου είναι πως όχι. Γιατί, η άλλη όψη ενός δημόσιου αγαθού, ιδίως όταν πρόκειται για ένα πρόβλημα που πλήττει το σύνολο της κοινωνίας, είναι ότι συνιστά και κοινωνικό καθήκον.
Στο ερώτημα εάν το εμβόλιο πρέπει να είναι υποχρεωτικό, την απάντηση οφείλει να δώσει η Πολιτεία, ζυγίζοντας το ατομικό δικαίωμα της αυτοδιάθεσης έναντι του κοινωνικού δικαιώματος της δημόσιας υγείας, πάντα υπό την αίρεση της αναλογικότητας. Και πράγματι, σε αυτήν την περίπτωση το κοινωνικό καθήκον υπερτερεί του ατομικού δικαιώματος. Δεν πρόκειται για κάτι καινοφανές: οι ειδικές υποχρεώσεις εμβολιασμών ή τήρησης υγειονομικών πρωτοκόλλων από συγκεκριμένες κατηγορίες για λόγους δημόσιας υγείας (ενδεικτικά: ναυτικοί, υγειονομικοί, εργαζόμενοι στην εστίαση κλπ) είναι συνηθισμένες και νομοθετικά κατοχυρωμένες. Το μείζον ζήτημα, πάντως, δεν είναι η υποχρεωτικότητα του εμβολίου, αλλά η πειστικότητα.
Εδώ έχουμε μια θεμελιώδη ιδεολογική διαφορά της Αριστεράς με τη Δεξιά, ιδίως με τη νεοφιλελεύθερη ενσάρκωση της: για το νεοφιλελεύθερο δόγμα δεν υπάρχει κοινωνία, υπάρχει μόνο το άτομο. Συνεπώς, δεν υπάρχει κοινωνική ευθύνη, αλλά μόνο ατομική. Πολύ περισσότερο, δεν υπάρχει ευθύνη του κράτους ως φορέα πολιτειακής οργάνωσης της κοινωνίας.
Καταστροφική η διαχείριση της κυβέρνησης της ΝΔ
Στην αποτυχημένη διαχείριση της πανδημίας είδαμε, συγχρόνως, την αποθέωση αυτού του δόγματος και τις εσωτερικές του αντιφάσεις που οδηγούν στην αποδόμηση του. Προσπάθησε, η κυβέρνηση της ΝΔ, να αποσείσει κάθε δική της ευθύνη: για το παρατεταμένο λοκντάουν δεν έφταιγε η ελλιπής της προετοιμασία, αλλά οι ανεύθυνοι νέοι που μαζεύονταν στις πλατείες. Για την αποτυχία των αντιφατικών μέτρων, πάλι δεν είχε η ίδια καμία ευθύνη, αλλά η επιτροπή των εμπειρογνωμόνων, η οποία εργαλειοποιήθηκε σε βαθμό απαξίωσης –με ευθύνη και των μελών της. Για την οικονομική καταστροφή δεν φταίει η απουσία στήριξης στους εργαζόμενους και στη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα, αλλά, όπως μας ενημερώνει το δεξί χέρι του κ. Μητσοτάκη και εκ του ΣΕΒ προερχόμενος κ. Σκέρτσος, η νοοτροπία των ίδιων των εργαζομένων που έχουν μάθει να ζουν από τα επιδόματα. Δηλαδή, οι Έλληνες προτιμούν να ζουν με 534 ευρώ. Τι βάθος σκέψης! Για το τέταρτο κύμα που ήδη επελαύνει δεν φταίει το άνοιγμα του τουρισμού χωρίς ουσιαστικούς ελέγχους, ούτε η αίσθηση χαλαρότητας που καλλιέργησε η κυβέρνηση για να «σπρώξει» το επικοινωνιακό της αφήγημα, αλλά οι ανεμβολίαστοι και … ο ΣΥΡΙΖΑ.
Η άθλια δήλωση του κ. Μητσοτάκη περί υγειονομικού σαμποτάζ που δήθεν επιχείρησε ο ΣΥΡΙΖΑ δείχνει ότι είναι ένας πρωθυπουργός που θέλει να κυβερνά σαν «ανεύθυνος» μονάρχης που διχάζει, καλλιεργεί τον κοινωνικό αυτοματισμό και αντιπολιτεύεται την αντιπολίτευση. Και έχει το πολιτικό θράσος να απευθύνει αυτήν την κατηγορία στο κόμμα που από την πρώτη στιγμή όχι μόνο έβαλε πλάτη, αλλά δεν έπαψε να προτείνει πολιτικές για την ενίσχυση του ΕΣΥ, για την επιτάχυνση της εκστρατείας εμβολιασμού και για την κατοχύρωση του εμβολίου ως δημόσιου αγαθού, μέσω της άρσης των πατεντών.
Άραγε, πόσο πιο γρήγορα θα είχε προχωρήσει ο εμβολιασμός και πόσο πιο αποτελεσματική θα ήταν η μάχη των γιατρών και των νοσηλευτών, αν η κυβέρνηση της ΝΔ είχε εφαρμόσει τις προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ για ενίσχυση του ΕΣΥ; Κάτι τέτοιο, όμως, δεν είναι στα κυβερνητικά πλάνα. Στα κυβερνητικά πλάνα είναι η απαξίωση και η ιδιωτικοποίηση του ΕΣΥ. Γι’ αυτό και η μετατροπή των δημοσίων νοσοκομείων σε νοσοκομεία «μιας νόσου», η ακύρωση των περισσότερων προγραμματισμένων χειρουργείων και η άρνηση της κυβέρνησης να επενδύσει πραγματικά στις υποδομές και στους ανθρώπους της Δημόσιας Υγείας.
Οι ευθύνες της ΕΕ και του διεθνούς κεφαλαίου
Τα αντιφατικά μηνύματα που εκπέμπει η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη έχουν βλάψει την εκστρατεία υπέρ των εμβολιασμών, υποδαυλίζοντας ανόητες θεωρίες συνωμοσίας. Εδώ, όμως, πρέπει να επισημάνουμε ότι οι κυβερνητικές αντιφάσεις είναι αντανάκλαση των αντίστοιχων αντιφάσεων εντός της ΕΕ και του διεθνούς κεφαλαίου: πίσω από την καλλιέργεια δυσπιστίας απέναντι σε συγκεκριμένα εμβόλια κρύβονται πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα. Δεν εξηγείται διαφορετικά το να εγείρονται ζητήματα κατά κάποιων εμβολίων, χωρίς όμως ποτέ να δηλώνεται επίσημα ότι το τάδε εμβόλιο είναι «επικίνδυνο». Σήμερα, η ΕΕ δεν αναγνωρίζει ορισμένα από τα αλλού διαδεδομένα εμβόλια που παράγονται εκτός «δυτικού κόσμου». Αυτός ο θόρυβος δεδομένων και συστάσεων που αλλάζουν από τη μια μέρα στην άλλη και η απουσία μιας καθαρής θέσης προκάλεσε μεγάλη ζημιά, ρίχνοντας νερό στον μύλο της αμφισβήτησης των εμβολίων συνολικά.
Να καταπολεμήσουμε τον φόβο
Χρειάζεται να καταβάλουμε προσπάθεια για να ξεφύγουμε από τον ορυμαγδό της υπερπληροφόρησης που καταντάει παραπληροφόρηση και να κινηθούμε με βάση τα δεδομένα. Και τα δεδομένα είναι: πρώτον, ο ιός είναι υπαρκτός και επικίνδυνος, λόγω της επιθετικής του φύσης και των μεταλλάξεων. Δεύτερον, η πρώτη γραμμή άμυνας είναι το εμβόλιο. Έχει αποδειχθεί ότι ο μαζικός εμβολιασμός έχει ευεργετικά αποτελέσματα στην καταστολή της πανδημίας, στη σημαντική μείωση των βαριών νοσήσεων και των θανάτων. Όσο εξελίσσεται η επιστημονική έρευνα, θα προστίθενται και άλλα εργαλεία. Αλλά η αναμονή είναι επικίνδυνη. Τρίτον, το εμβόλιο είναι ασφαλές. Δεν υπάρχει φαρμακευτικό σκεύασμα ή θεραπεία χωρίς πιθανές παρενέργειες και οι παρενέργειες όλων των εγκεκριμένων εμβολίων είναι μικρότερες από αυτές άλλων φαρμάκων και ιατρικών παρεμβάσεων.
Με αυτές τις σκέψεις, η θέση μου είναι ότι αυτό που πρέπει να αντιμετωπίσουμε δεν είναι μια μάζα «αρνητών» του εμβολίου. Δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν κι αυτοί, αλλά το ποσοστό τους δεν είναι τέτοιο που να δικαιολογεί τον προβληματισμό για έξαρση της συνωμοσιολογίας. Αυτό που πρέπει να αντιμετωπίσουμε, με τον δημόσιο λόγο μας και με την προσωπική μας επικοινωνία στον οικογενειακό και φιλικό μας κύκλο, είναι ο φόβος και η δυσπιστία. Φόβος, στον οποίο και τα ΜΜΕ έχουν βάλει το χέρι τους.
Εμβολιαζόμαστε, λοιπόν, χωρίς φόβο και δισταγμό. Εμβολιαζόμαστε για την αυτοπροστασία μας και για την προστασία των αγαπημένων μας. Εμβολιαζόμαστε, δεν το αναβάλλουμε. Η επιστήμη μας έχει δώσει αυτή τη δυνατότητα, το μόνο που έχουμε να κάνουμε εμείς είναι να την αξιοποιήσουμε. Τελειώνω, λοιπόν, όπως άρχισα: ζυγίζοντας τα υπέρ και τα κατά, δεν υπάρχει κανένα δίλημμα. Εμβολιασμός, τώρα!
*Ο Δημήτρης Βίτσας είναι Βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ Δυτικής Αθήνας και Αντιπρόεδρος της Βουλής