Σε 591 εκατ. ευρώ ανήλθαν το 2020 τα κέρδη μετά από φόρους από συνεχιζόμενες δραστηριότητες του Ομίλου της Εθνικής Τράπεζας, σημειώνοντας αύξηση κατά 26% σε ετήσια βάση. Εξαιρουμένων των μη επαναλαμβανόμενων προβλέψεων και των κερδών από χρηματοοικονομικές πράξεις, τα οργανικά κέρδη ανήλθαν σε 328 εκατ. ευρώ το 2020, σημειώνοντας αύξηση 41,1% σε ετήσια βάση. Τα λειτουργικά κέρδη ενισχύθηκαν κατά 37,9% σε ετήσια βάση, σε 637 εκατ.ευρώ, καθώς τα κέρδη από χρηματοοικονομικές πράξεις αντιστάθμισαν πλήρως τις πρόσθετες προβλέψεις για τον κορονοϊό και τη συναλλαγή Frontier.
Σε δήλωσή του, ο διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας, Παύλος Μυλωνάς, αναφέρει ότι το 2020 ήταν έτος μεγάλων προκλήσεων αλλά και σημαντικών θετικών εξελίξεων για την Εθνική Τράπεζα. «Οι κλυδωνισμοί της οικονομίας λόγω της πανδημίας του κορονοϊού ξεπέρασαν κάθε προβλεπόμενο σενάριο προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων, παρά την πρωτοφανή, από πλευράς μεγέθους και συντονισμού, αντίδραση από τις ευρωπαϊκές αρχές και την ελληνική κυβέρνηση. Η ΕΤΕ παρέμεινε πιστή στον ιστορικό της ρόλο και βρέθηκε στην πρώτη γραμμή στήριξης των επιχειρήσεων και νοικοκυριών, παρέχοντας στοχευμένα μέτρα διευκόλυνσης καταβολής οφειλών ύψους 3,8 δισ.ευρώ και δάνεια με επιδότηση επιτοκίου ύψους 2,3 δισ. ευρώ, κυρίως προς μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Επιπλέον, οι νέες εκταμιεύσεις δανείων προς επιχειρήσεις και νοικοκυριά, άγγιξαν τα 4,7 δισ. ευρώ, με τη συνδρομή των κυβερνητικών προγραμμάτων στήριξης, υπερβαίνοντας κατά πολύ τα επίπεδα πιστοδοτήσεων των τελευταίων ετών», επισήμανε ο κ.Μυλωνάς.
Στη δήλωσή του, ο διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας αναφέρει επίσης: «Ύψιστη προτεραιότητα της ΕΤΕ εξακολουθεί να είναι η διασφάλιση της υγείας και της ασφάλειας των υπαλλήλων και πελατών μας, ενώ περίπου το 50% του προσωπικού μας εργάζεται εξ αποστάσεως, αλλά εξίσου αποτελεσματικά και με ασφάλεια στον κυβερνοχώρο. Αξιοποιώντας τον νέο τρόπο λειτουργίας που επέβαλαν τα περιοριστικά μέτρα λόγω της πανδημίας του κορονοϊού, επιταχύναμε και ενισχύσαμε την εφαρμογή πρόσθετων ψηφιακών λειτουργιών, προσαρμόζοντας τις διαδικασίες της τράπεζας για την καλύτερη εξυπηρέτηση των πελατών μας εξ αποστάσεως. Έτσι, ενόσω οι συναλλαγές πλησιάζουν σταδιακά τα επίπεδα προ πανδημίας, η ψηφιακή τραπεζική κερδίζει ολοένα και περισσότερο έδαφος ως κυρίαρχο κανάλι για την πραγματοποίηση των συναλλαγών. Καταγράψαμε σημαντική πρόοδο ως προς την υλοποίηση δύο συναλλαγών στρατηγικής σημασίας για την τράπεζα, την πώληση της Εθνικής Ασφαλιστικής και την τιτλοποίηση μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (“Project Frontier”). Όσον αφορά την πρώτη, προχωρήσαμε σε συμφωνία για την πώληση του 90% της συμμετοχής μας, η ολοκλήρωση της οποίας αναμένεται να έχει θετικό αντίκτυπο στην κεφαλαιακή μας θέση. Όσον αφορά τη δεύτερη συναλλαγή, καταφέραμε να απορροφήσουμε στα οικονομικά αποτελέσματα του 2020, το σύνολο των προβλέψεων που απαιτούνταν για την ταξινόμηση του χαρτοφυλακίου Frontier ως περιουσιακό στοιχείο προοριζόμενο προς πώληση, χωρίς να προχωρήσουμε σε απόσχιση του τραπεζικού κλάδου της ΕΤΕ με σύσταση νέας εταιρείας (hive down). Στόχος μας είναι να ολοκληρώσουμε τη συναλλαγή εντός των επόμενων μηνών. To “Project Frontier”, σε συνδυασμό με την οργανική μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων καθ’ όλη τη διάρκεια του 2020, οδήγησε τον δείκτη Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων σε επίπεδο ομίλου στο 13,6% το Δ’ τρίμηνο 2020 από 31,3% στο τέλος του 2019, με τον δείκτη κάλυψης Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων από σωρευμένες προβλέψεις να ανέρχεται σε 63,3%. Σημειώνουμε ότι, στο τέλος του 2020 οι δείκτες CET1 και Συνολικής Κεφαλαιακής Επάρκειας διαμορφώθηκαν σε 15,7% και 16,7%, αντίστοιχα, ενώ μετά την ολοκλήρωση των δύο συναλλαγών τα κεφάλαια της τράπεζας αναμένεται να ενισχυθούν περαιτέρω κατά περίπου 170 μονάδες βάσης. Παρά τη δυσχερή συγκυρία λόγω της πανδημίας του κορονοϊού, καταγράψαμε ισχυρά οικονομικά αποτελέσματα για το 2020. Σε λειτουργικό επίπεδο, εξαιρουμένων των κερδών από χρηματοοικονομικές πράξεις και των μη επαναλαμβανόμενων προβλέψεων σχετιζόμενων με την πανδημία του κορωνοϊού και τη συναλλαγή Frontier, τα οργανικά κέρδη αυξήθηκαν κατά 41% σε ετήσια βάση στα 328 εκατ. ευρώ., αποτυπώνοντας την ανθεκτικότητα των οργανικών εσόδων και τη δραστική περιστολή των λειτουργικών δαπανών, η οποία απέφερε ετήσια εξοικονόμηση κόστους περίπου 150 εκατ. ευρώ κατά την τελευταία διετία. Τα κέρδη μετά από φόρους από συνεχιζόμενες δραστηριότητες ανήλθαν σε 591 εκατ.ευρώ, σημειώνοντας αύξηση κατά 26% σε ετήσια βάση, καθώς τα κέρδη από χρηματοοικονομικές πράξεις και λοιπά έσοδα ύψους 1,1 δισ. ευρώ απορρόφησαν πλήρως τις πρόσθετες προβλέψεις για τον κορονοϊό και την τιτλοποίηση Frontier συνολικού ύψους 0,8 δισ. ευρώ. Η ταχέως βελτιούμενη κερδοφορία καταδεικνύει τη δυναμική ανάκαμψης της ΕΤΕ που προέρχεται από τον ισχυρό ισολογισμό μας, καθώς και τη δέσμευση και προσήλωση των ανθρώπων μας στην επίτευξη των στόχων της τράπεζας, με ολοένα και πιο ενεργή συμμετοχή στον μετασχηματισμό της ΕΤΕ. Είναι αυτονόητο ότι, το Διοικητικό Συμβούλιο, τα ανώτατα διοικητικά στελέχη και εγώ, προσωπικά ευχαριστώ όλους στην Εθνική Τράπεζα για την αφοσίωσή τους, ειδικά υπό αυτές τις δύσκολες συνθήκες της πανδημίας.
Κοιτώντας μπροστά στο 2021, οι οικονομικές συνθήκες θα βελτιωθούν και εμείς θα συνεχίσουμε να αξιοποιούμε το επιτυχημένο πρόγραμμα μετασχηματισμού της τράπεζας, το οποίο διανύει ήδη το 3ο έτος του, προκειμένου να περιορίσουμε τον δείκτη Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων σε μεσαία μονοψήφια επίπεδα το 2022. Με αυτόν τον τρόπο θα μπορέσουμε να εστιάσουμε στην ανάπτυξη των βασικών τραπεζικών δραστηριοτήτων μας, αλλά και να αξιοποιήσουμε τις ευκαιρίες που θα προκύψουν από την κρίση. Η συνεχιζόμενη μετάβαση των πελατών μας στα ψηφιακά κανάλια συντελεί στη δημιουργία ενός πιο αποτελεσματικού και ευέλικτου λειτουργικού μοντέλου. Παραμένουμε προσηλωμένοι στο στόχο να αναδείξουμε την ΕΤΕ σε τράπεζα πρώτης επιλογής στην Ελλάδα, παρέχοντας στους πελάτες μας προστιθέμενη αξία και στηρίζοντας τη βιώσιμη ανάκαμψη της οικονομίας».
Στην Ελλάδα, τα κέρδη μετά από φόρους από συνεχιζόμενες δραστηριότητες αυξήθηκαν κατά 21,6% σε ετήσια βάση, ανερχόμενα σε 581 εκατ. ευρώ το 2020, αντανακλώντας την ανθεκτικότητα των οργανικών εσόδων, παρά τις δυσμενείς συνθήκες λόγω της πανδημίας του κορονοϊού.