Συνιστά επικίνδυνη πολιτική σκοπιμότητα, στην κορύφωση της πανδημίας, η αξιωματική αντιπολίτευση να καλεί τον κόσμο σε διαδηλώσεις, δήλωσε νωρίτερα στη Βουλή ο υπουργός Δικαιοσύνης Κωνσταντίνος Τσιάρας.
Οι διαδηλώσεις
“Είδαμε το Σαββατοκύριακο την Αξιωματική Αντιπολίτευση, εν μέσω της κορύφωσης της πανδημίας, να καλεί το κόσμο σε διαδηλώσεις. Πραγματικά, είναι ένα ζήτημα που μας ξεπερνάει όλους. Από τη μία ζητάτε μέτρα προστασίας, και λέτε ότι δεν είναι αρκετά, ότι πρέπει να τα αυξήσουμε, ότι πρέπει να κάνουμε και άλλα και από την άλλη πλευρά λέτε στο κόσμο ‘βγείτε έξω, μην υπολογίζετε τίποτα και εμείς αναλαμβάνουμε το ρίσκο’. Αν αυτό αν δεν συνιστά υποκρισία, τουλάχιστον συνιστά μια πολύ πραγματικά επικίνδυνη πολιτική σκοπιμότητα”, ανέφερε ο κ. Τσιάρας.
Η αναφορά του υπουργού Δικαιοσύνης στις συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας, προκάλεσε την αντίδραση του ΣΥΡΙΖΑ, του ΚΚΕ και του ΜέΡΑ25. “Θα πρέπει να κοιτάξετε στον καθρέφτη. Η δική σας πολιτική είναι αυτή που οδηγεί τον κόσμο, το λαό στην αντίδραση, η δική σας πολιτική δημιουργεί την αιτία για τις συγκεντρώσεις”, σχολίασε ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Διονύσης Καλαματιανός και πρόσθεσε: “να μας πείτε πρώτα τι κάνατε για τα μέσα μαζικής μεταφοράς και αν πήρατε μέτρα για να αυξηθούν και να μην υπάρχει συνωστισμός, για τους χώρους δουλειάς, αν γίνονται τεστ και έλεγχοι για να μην υπάρχει διασπορά και μετά πείτε μας για δημόσιους χώρους και αν υπάρχει διασπορά”.
“Μην αποδίδετε στο ΣΥΡΙΖΑ ιδιότητες που δεν τις είχε και πολύ περισσότερο δεν τις έχει πλέον, το να κινητοποιεί τόσες χιλιάδες κόσμο”, σχολίασε η βουλευτής του ΚΚΕ Μαρία Κομνηνάκα και πρόσθεσε: “Ο κόσμος που βγαίνει στους δρόμους, είναι ο κόσμος που αγανακτεί για τον τρόπο που διαχειρίζεστε την πανδημία, για τον τρόπο που διαχειρίζεστε τη ζωή του”. Αν η κυβέρνηση άκουγε τους υγειονομικούς, αντί να τους στέλνει τα ΜΑΤ στον “Ευαγγελισμό”, είπε η Μαρία Κομνηνάκα, αν θωράκιζε και ενίσχυε το σύστημα υγείας, και αν δεν περνούσε αντιλαϊκά μέτρα, εν μέσω πανδημίας, τότε δεν θα υπήρχε και η ανάγκη των κινητοποιήσεων.
“Κύριε Υπουργέ, δυστυχώς συνεχίζετε τον άσχημο δρόμο που έχει υιοθετήσει ο Πρωθυπουργός, αυτόν του διχασμού”, ανέφερε η βουλευτής του ΜέΡΑ25 Φωτεινή Μπακαδήμα και πρόσθεσε: “Επιλέγετε συνειδητά και συνεχίζετε να διχάζετε τους πολίτες. Όλοι αυτοί οι συμπολίτες μας που είδαμε στους δρόμους τις προηγούμενες μέρες, δεν βγήκαν γιατί τους κάλεσε κανένα κόμμα, βγήκαν γιατί αντιδρούν στις δικές σας πολιτικές, γιατί δεν έχετε φροντίσει να διαχειριστείτε την πανδημία όπως πρέπει, γιατί δεν ενισχύσατε τα μέσα μαζικής μεταφοράς, γιατί δεν ενισχύσατε τα νοσοκομεία, γιατί όλο αυτό το διάστημα νομοθετείτε όχι για εκείνους, αλλά σε βάρος τους. Εσείς τους βγάζετε στους δρόμους, η δική σας πολιτική τους βγάζει στους δρόμους”.
Σε διαφορετικό κλίμα, ο βουλευτής της Ελληνικής Λύσης Κωνσταντίνος Χήτας παρατήρησε: “Δεν γίνεται να απαγορεύεις στον Έλληνα να παρακολουθήσει την επέτειο των 200 ετών και τη στρατιωτική παρέλαση, που θα γίνει χωρίς Έλληνες πολίτες, κύριε Υπουργέ, αλλά την ίδια ώρα έχουμε 7.000 κόσμο κάθε μέρα στους δρόμους, για τον Κουφοντίνα ή για τον καθένα. Δεν γίνονται αυτά τα πράγματα και τελικά, άνθρακες ο θησαυρός, ο επαναστάτης υπαναχώρησε”.
Επαναλειτουργία δικαστηρίων
Κατά τη διάρκεια της συζήτησης του νομοσχεδίου του υπουργείου Δικαιοσύνης για την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, στην επιτροπή Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης, ο Κωνσταντίνος Τσιάρας προανήγγειλε κατάθεση τροπολογίας για την επαναλειτουργία των δικαστηρίων. Η τροπολογία ενδεχομένως και να κατατεθεί μέσα στην τρέχουσα εβδομάδα.
“Είναι στις προθέσεις μας να έρθει τροπολογία, η οποία θα ρυθμίζει όλα αυτά τα ζητήματα για την επαναλειτουργία των δικαστηρίων”, είπε ο υπουργός Δικαιοσύνης Κωνσταντίνος Τσιάρας, μιλώντας νωρίτερα στη Βουλή. “Ξέρουμε ότι είναι αναγκαία η νομοθετική ρύθμιση, θα επιχειρήσουμε, μέχρι την Πέμπτη στην Ολομέλεια, να φέρουμε την τροπολογία αυτή η οποία θα ρυθμίζει όλα αυτά τα ζητήματα της επαναλειτουργίας των δικαστηρίων”, ανέφερε ο κ. Τσιάρας καλώντας όλες τις πλευρές να αναλογιστούν την κρισιμότητα της περιόδου της πανδημίας.
Είχαν προηγηθεί οι δραματικές επισημάνσεις για την κατάσταση που βιώνει σήμερα ο δικηγορικός κλάδος, κατά τη διαδικασία ακρόασης φορέων, στην επιτροπή της Βουλής όπου συζητείται το σχέδιο νόμου του υπουργείου Δικαιοσύνης για την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία στο οποίο έχουν περιληφθεί και άλλες διατάξεις που ρυθμίζουν μια σειρά ζητήματα αρμοδιότητας του υπουργείου Δικαιοσύνης.
“Έχουμε 70% μείωση των γραμματίων προείσπραξης τους μήνες που έχουν κλείσει τα δικαστήρια, 95% στην πρώτη φάση της πανδημίας και 70% σήμερα πλέον, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει καμία δυνατότητα προσωπικής επαγγελματικής ανάπτυξης με κλειστά τα δικαστήρια και με τους δικηγόρους να έχουν πάρει 600 ευρώ, δηλαδή 50 ευρώ το μήνα”, υπογράμμισε ο Πρόεδρος της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδας Δημήτρης Βερβεσός, για την οικονομική κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει ο δικηγορικός κλάδος, και επισήμανε ότι οι δικηγόροι δεν έχουν πλέον τα οικονομικά μέσα για την επιβίωσή τους. “Εμείς νομίζουμε ότι μπορούσαν να λειτουργήσουν τα δικαστήρια με μέτρα προστασίας, με διανομή αντισηπτικών, με rapid test στις εισόδους των δικαστηρίων σε αυτούς που είναι λειτουργοί της Δικαιοσύνης, με ειδικό εμβολιασμό αυτής της κατηγορίας δικαστών, δικαστικών υπαλλήλων, δικηγόρων που να μπορούν να δικάζον αυτές τις υποθέσεις, γιατί δεν μπορεί σε μια ευνομούμενη πολιτεία να μη λειτουργεί η Δικαιοσύνη”, είπε ο πρόεδρος της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων και πρόσθεσε: “Δεν μπορεί σε μια ευνομούμενη πολιτεία να λειτουργεί η εφορία και να παραμένουν κλειστές οι δημόσιες υπηρεσίες όπως είναι το Υποθηκοφυλακείο και να μην μπορεί να γίνεται ούτε έλεγχος τίτλων ούτε εγγραφή δικαιωμάτων, κατά παράβαση της χρονικής προτεραιότητας, να μη γίνονται συμβόλαια, να μην μπορούν να μεταγραφούν συμβόλαια. Να μην λειτουργεί καθόλου στοιχειωδώς αυτός ο τομέα του κράτους και να παρέχεται προστασία σε περιορισμένες περιπτώσεις”.
Στο ευρωπαϊκό δικαστήριο
Στο ίδιο κλίμα και ο Πρόεδρος των Δικηγορικών Συλλόγων Πειραιά Γιώργος Σταματογιάννης προειδοποίησε ότι είναι “μονόδρομος” για τους δικηγόρους, η προσφυγή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου διότι δεν υπήρξε καμία πρόβλεψη στην Εθνική Επιτροπή Δημόσιας Υγείας για το πως θα μπορούσαν διακριτά να λειτουργήσουν, όλο αυτό το διάστημα, οι δικαστικές υπηρεσίες.
“Πρέπει να λειτουργήσουν τα δικαστήρια, τηρουμένων των υγειονομικών μέτρων. Δε μπορεί να συνεχίσουν, περαιτέρω, τα δικαστήρια να μην απονέμουν τη δικαιοσύνη στην πατρίδα μας ή να απονέμεται με τους ορισμούς που απονέμεται σήμερα”, είπε και ο Δημήτρης Βερβεσός και πρόσθεσε: Είναι προφανές ότι, υπάρχει υγειονομικό πρόβλημα. Σεβόμαστε την υγειονομική κατάσταση της χώρας. Ειδικά στην Αττική η κατάσταση είναι επιβαρυμένη, αλλά, όπως λειτουργούν όλες οι λοιπές δημόσιες υπηρεσίες, η αστυνομία, οι ένοπλες δυνάμεις, η πυροσβεστική, το δημόσιο σύστημα υγείας, οι δημόσιες υπηρεσίες, οι οικονομικές υπηρεσίες, ο ΕΦΚΑ, θα πρέπει να λειτουργήσουν και τα δικαστήρια. Δεν μπορεί να παραμένουν κλειστά το 2021 και να μην απονέμεται δικαιοσύνη και να μην δίδεται στον πολίτη το δικαίωμα δικαστικής προστασίας”.
Το ΣτΕ
Κατά τη σημερινή συνεδρίαση της επιτροπής Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης, μεγάλο μέρος της συζήτησης επικεντρώθηκε στο άρθρο του νομοσχεδίου, με το οποίο εισάγεται περιορισμός στην έκταση των δικογράφων που κατατίθενται στο ΣτΕ.
“Πρέπει να προχωρήσουμε στα αναγκαία βήματα, προκειμένου να γίνει πραγματικότητα η επιτάχυνση απονομής της δικαιοσύνης”, υπογράμμισε ο Κώστας Τσιάρας και πρόσθεσε ότι “η προσπάθεια να κινηθεί κανείς στο δρόμο των μεταρρυθμίσεων, προφανώς και συναντά αντιστάσεις”.
Το ΣτΕ είναι το πρώτο δικαστήριο που ενσωμάτωσε τις ψηφιακές μεταρρυθμίσεις, επισήμανε ο υπουργός Δικαιοσύνης και υπογράμμισε ότι πρέπει να προχωρήσουν τα βήματα προς την ψηφιακή δικαιοσύνη και στο μεταξύ να υποστηριχθεί όλος ο χώρος της δικαιοσύνης ώστε να επιταχύνει, προς όφελος των πολιτών.
“Δεν είναι το θέμα μας αν οι 30 σελίδες στα δικόγραφα στο ΣτΕ είναι λίγες ή είναι αρκετές. Το θέμα μας είναι πως κάνοντας τα αναγκαία βήματα θα βοηθήσουμε στην επιτάχυνση απονομής της δικαιοσύνης. Το ζήτημα είναι ότι στο τέλος της ημέρας, αυτό που πρέπει να κοιτάμε είναι η λειτουργία της δικαιοσύνης και η ελληνική κοινωνία”, είπε ο υπουργός Δικαιοσύνης και δήλωσε ότι έχει τη διάθεση να εξετάσει όλα τα ζητήματα που έχουν τεθεί και στην επόμενη συνεδρίαση να επανέλθει με συγκεκριμένη απάντηση. Σε κάθε περίπτωση, όπως τόνισε, στόχος σε κάθε βήμα που κάνουμε είναι να επιταχύνουμε τους χρόνους απονομής της δικαιοσύνης.
Αναφερόμενος στη διάταξη με την οποία τίθεται μέγιστο όριο σελίδων στα δικόγραφα που κατατίθενται ενώπιον του ΣτΕ, ο Παναγιώτης Τσούκας, πρόεδρος της Ένωσης Δικαστικών Λειτουργών του ΣτΕ, είπε ότι η διάταξη είναι ρεαλιστική, ικανοποιεί μια βασική ανάγκη και εκφράζει μια πραγματικότητα. “Η πείρα, μας έχει δείξει ότι συχνά υπάρχουν δικόγραφα ανοικονόμητα. Πολύ μεγάλα, δηλαδή. Πενήντα σελίδες, εξήντα σελίδες, ογδόντα σελίδες, εκατό σελίδες, εκατόν είκοσι σελίδες. Υποχρέωσή μας είναι να τα διεξέλθουμε με τη μέγιστη δυνατή επιμέλεια. Υπάρχει πάντα φόβος σε ένα τέτοιο δικόγραφο να σου διαφύγουν σκέψεις, να σου διαφύγουν επιχειρήματα. Επίσης υπάρχει ακόμα φόβος να σου διαφύγουν και κύριοι λόγοι που προβάλλονται και αφορούν την αναίρεση ή την ακύρωση, δηλαδή, να σου φύγει ένα σημαντικό κομμάτι της δίκης. Το αποτέλεσμα θα ήταν κακοδικία”, είπε ο κ. Τσούκας
και επισήμανε ότι αντίστοιχη ρύθμιση απαντάται και στο Γενικό Δικαστήριο της ΕΕ και στο Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, δηλαδή στο δικαστήριο εκείνο που έχει σκοπό να προασπίζεται τα ατομικά δικαιώματα. “Η δική μας ρύθμιση είναι μια επιεικής ρύθμιση, δεν είναι μια αυστηρή ρύθμιση, διότι δεν προβλέπεται ότι δεν θα εξεταστεί το δικόγραφο, ότι θα απορριφθεί το δικόγραφο αλλά ότι θα κληθεί ο δικηγόρος που το υπογράφει να το συντμήσει, έτσι ώστε να τεθεί στα όρια του νόμου. Να λάβουμε υπόψη ότι το όριο των 30 σελίδων είναι ένα όριο το οποίο δεν αφορά όλα τα δικόγραφα που κατατίθενται στο πλαίσιο μιας δίκης. Αφορά το κάθε δικόγραφο ξεχωριστά”, είπε ο κ. Τσούκας και πρόσθεσε: “η ρύθμιση αυτή δεν αποσκοπεί να απαλλάξει το δικαστήριο και τα μέλη του από κάποιον κόπο. Ο κόπος θα καταβληθεί, αν όχι για τη μια υπόθεση, για μια άλλη. Ο χρόνος που θα εξοικονομηθεί δεν θα αφορά σε οτιδήποτε άλλο, παρά στην μελέτη μιας νέας δικογραφίας”.
“Το σύντομο δικόγραφο, των 30 σελίδων, αυτό το δικόγραφο έχει τη δυνατότητα να μεταβιβάζει αποτελεσματικά τη σκέψη του δικηγόρου στο δικαστήριο, αποτελεσματικά. Το μεγάλο δικόγραφο μπορεί να κάνει κακό στην υπόθεση, μπορεί να κάνει κακό στην απονομή δικαίου, μπορεί να κάνει κακό στη λειτουργία της δικαιοσύνης, να κάνει κακό στον άνθρωπο που προσφεύγει στη δικαιοσύνη. Αυτή η έγνοια που εκφράζει αυτή η ρύθμιση. Είναι έγνοια για τον Έλληνα πολίτη, για τον Έλληνα διάδικο. Δεν είναι έγνοια για εμάς. Εμάς, αν εξοικονομήσουμε χρόνο, αυτός ο χρόνος θα αφιερωθεί στη μελέτη άλλων δικογραφιών. Πνιγόμαστε από δικογραφίες, κατακλυζόμαστε από δικογραφίες. Έχουμε πολλές υποθέσεις που πρέπει να εκδικάσουμε. Αποβλέπουμε στο κάνουμε αποτελεσματικότερη την επικοινωνία μας, με τους Έλληνες δικηγόρους για το καλό των Ελλήνων πολιτών”, επέμεινε ο πρόεδρος της Ένωσης Δικαστικών Λειτουργών του ΣτΕ.
Δικηγόροι
Αντίθετη άποψη εξέφρασαν όμως οι εκπρόσωποι του δικηγορικού κλάδου.
“Η διάταξη αυτή αδικεί το διάλογο για την απονομή της δικαιοσύνης”, ανέφερε ο πρόεδρος της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων Δημήτρης Βερβεσός και σχολίασε: “Αλλού είναι τα προβλήματα. Όταν κάνει δύο χρόνια να βγει απόφαση από το Συμβούλιο της Επικρατείας, μετά από διάσκεψη, να γραφτεί και να δοθεί στους πολίτες και έχουν στο μεταξύ εμφιλοχωρήσει άλλες καταστάσεις, εκεί δεν μας ενοχλεί η απονομή της δικαιοσύνης; Υπάρχουν αντίστοιχες κυρώσεις σε δικαστές που καθυστερούν την έκδοση αποφάσεων; Τουναντίον, όλοι παίρνουν επίδομα από την τσέπη ταχείας απονομής δικαιοσύνης στο μισθολόγιό τους”.
“Φανταστείτε μία τέτοια ρύθμιση που θα ξεκινήσει από το Συμβούλιο Επικρατείας, θα επεκταθεί αύριο στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια, στα πολιτικά δικαστήρια, στα ειρηνοδικεία, στον ‘Αρειο Πάγο, παντού. Θα έχουμε ένα δραστικό περιορισμό σε όλη τη πρόσβαση του πολίτη στη δικαιοσύνη. Εάν αυτό το πράγμα το κάνετε δεκτό, είναι σαν να περιορίζεται το δικαίωμα του οποιουδήποτε δικηγόρου να αναπτύξει ενδελεχώς το δίκαιο του πολίτη”, επέμεινε ο Δημήτρης Βερβεσός.
Το ενδεχόμενο η διάταξη να γίνει η “κερκόποτρα” ώστε να υπάρξουν περιορισμοί και στα άλλα δικαστήρια, επισήμανε ο πρόεδρος των Δικηγορικών Συλλόγων Πειραιά Γιώργος Σταματογιάννης και πρόσθεσε: “αλλού, μάλλον, πρέπει να κοιτάξουμε να δούμε, πού μπορεί να είναι η παθογένεια, σε ανώτατο επίπεδο διοικητικό. Θα μπορούσε να είναι η πλήρης ψηφιοποίηση των λειτουργιών όλης της φάσης της λειτουργίας του Συμβουλίου της Επικρατείας”, είπε ο κ. Σταματογιάννης.
Τα κόμματα
“Εμείς οι νομικοί το ξέρουμε, αλλά δεν το τηρούμε. Είναι μια αρχαία ρήση. Ουκ εν τω πολλώ το ευ”, σχολίασε ο εισηγητής της πλειοψηφίας Ανδρέας Πάτσης και πρόσθεσε: “Η διάταξη δεν είναι απαγορευτική. Δεν βάζει στην πραγματικότητα κόφτη. Η διάταξη λέει ότι αιτιολογημένα μπορεί να είναι περισσότερες από 30 σελίδες και αυτό να γίνει δεκτό. ‘Αρα λοιπόν, εάν κριθεί, μπορεί να υπάρχει το εύρος πέραν των 30 σελίδων, χωρίς κανένα απολύτως πρόβλημα. Αν όμως δεν είναι δικαιολογημένο, τι προβλέπει; Δεν υπάρχει απαράδεκτο. Πρέπει να το καταλάβουμε αυτό”.
“Είναι μια διάταξη καινοφανής. Δεν είναι δυνατόν να μπαίνει όριο στις σελίδες των δικογράφων που κατατίθενται στο ΣτΕ”, ανέφερε ο εισηγητής της μειοψηφίας Διονύσης Καλαματιανός και επισήμανε ότι αντίστοιχη διάταξη “δεν υπάρχει πουθενά στο ευρωπαϊκό ηπειρωτικό δίκαιο, παρά μόνο στο ευρωπαϊκό δικαστήριο και στο ΕΔΔΑ. Αυτά όμως είναι δικαστήρια, που έχουν αγγλοσαξονικού τύπου διάρθρωση ενώ το Συμβούλιο Επικρατείας έχει τη διάρθρωση και τη λειτουργία ουσιαστικά των γαλλικών διοικητικών δικαστηρίων”.
Το πρόβλημα της επιτάχυνσης για την απονομή δικαιοσύνης είναι πολύ σοβαρό, για να το αντιμετωπίζει η κυβέρνηση με τέτοιες απλουστεύσεις, ανέφερε η ειδική αγορήτρια του Κινήματος Αλλαγής Νάντια Γιαννακοπούλου και πρόσθεσε: “αυτό το οποίο κάνετε είναι να βάζετε «μπαλώματα» στα χρόνια προβλήματα της Ελληνικής Δικαιοσύνης και αυτό δεν οδηγεί πουθενά”. “Οι δικαστικοί λειτουργοί απολαμβάνουν και δικαίως ειδικού μισθολογίου και προνομίων τα οποία έχουν θεσπιστεί”, είπε επίσης η Νάντια Γιαννακοπούλου και επέμεινε ότι η χώρα “χρειάζεται πραγματικές μεταρρυθμίσεις και όχι γιαλαντζί μεταρρυθμίσεις”.
“Θεωρούμε ότι εισάγονται εντελώς απαράδεκτοι περιορισμοί, με αυτό το ανεξήγητο όριο σελίδων στα δικόγραφα, που κατατίθενται και, μάλιστα, με την απειλή χρηματικής κύρωσης”, ανέφερε η ειδική αγορήτρια του ΚΚΕ Μαρία Κομνηνάκα και πρόσθεσε: “μας ανησυχεί όχι μόνο το ίδιο το αντιδραστικό περιεχόμενο της συγκεκριμένης διάταξης, αλλά το γεγονός ότι συνολικά εντάσσεται σε μια αυταρχική λογική για τον ασφυκτικό τελικά περιορισμό δικονομικών δικαιωμάτων στο όνομα δήθεν της «επιτάχυνσης της δικαιοσύνης”, είπε η βουλευτής του ΚΚΕ και προειδοποίησε ότι αν ισχύσει ο περιορισμός αυτός στο ΣτΕ, “θα γενικευτεί, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο και σε άλλες δικαστικές διαδικασίες”.
Την απόσυρση της διάταξης ζήτησε και ο ειδικός αγορητής της Ελληνικής Λύσης Κωνσταντίνος Χήτας. “Ξεκινάμε ανάποδα. Αντί να πάρουμε σοβαρές αποφάσεις, τώρα εδώ, μας μάραναν οι σελίδες; Να το πω έτσι απλά. Τώρα αυτό είναι το πρόβλημα της δικαιοσύνης; Η επιτάχυνση των διαδικασιών; Εάν έχουμε πέντε σελίδες παραπάνω ή λιγότερο;”, ανέφερε χαρακτηριστικά ο ειδικός αγορητής της Ελληνικής Λύσης και πρόσθεσε: “άμα είναι να αρχίσει ο εκσυγχρονισμός και να εφαρμοστεί η ταχύτητα και όλα αυτά με τις κόλες χαρτί, θεωρώ, ότι δεν είναι πολύ σοβαρό αυτό να επιμείνετε. Πρέπει να το πάρετε πίσω, έχουμε άλλα πράγματα σοβαρά να κάνουμε”.
“Οποιαδήποτε αιτίαση και δικαιολογία περί επίσπευσης των δικών και ελάφρυνσης των πινακίων δεν πείθει, καθώς, πρόκειται μόνο για έναν «κόφτη» που σας ζήτησε το ΣΤΕ αλλά με τον οποίο διαφωνεί το σύνολο του δικηγορικού κόσμου της χώρας”, ανέφερε η ειδική αγορήτρια του ΜέΡΑ25 Φωτεινή Μπακαδήμα και πρόσθεσε ότι η εφαρμογή του ορίου στην έκταση των δικογράφων, σε συνδυασμό με την πρόσφατα αποφασισθείσα μείωση του χρόνου προφορικής ανάπτυξης των λόγων αναιρέσεως και ακυρώσεως από τους δικηγόρους σε τριάντα, περίπου, λεπτά της ώρας, αποτελούν κατάφωρη παραβίαση των δικαιωμάτων των πολιτών για δίκαιη δίκη.