Έρευνα : 20 φορές μεγαλύτερο το κόστος ενός σεισμού αντίστοιχου του 1978 στη Θεσσαλονίκη σήμερα.
Ποιες οι απώλειες σε ζωές, κτίρια, υποδομές.
Κόστος που θα μπορούσε να «αγγίξει» τα 20 δισεκατομμύρια ευρώ, σημαντικές ανθρώπινες απώλειες και μεγάλο διάστημα ταλαιπωρίας, για εκατοντάδες χιλιάδες κατοίκους, μέχρι την καταγραφή και αποκατάσταση όλων των ζημιών σε κτίρια και δίκτυα (οδικό, ύδρευσης, κ.λ.π.), θα μπορούσε να επιφέρει στη Θεσσαλονίκη μια επανάληψη του σεισμού που την έπληξε το 1978, δηλαδή της τάξεως των 6.5 ρίχτερ και άνω.
Αυτό αποτελεί ένα ακραίο σενάριο –αν και όχι εντελώς απίθανο- κατά το οποίο θα υποστούν ταυτόχρονα την μέγιστη δυνατή ζημία, όλα τα τρωτά σημεία της Θεσσαλονίκης, που εντόπισε σε σχετική πολυετή έρευνα σεισμικής διακινδύνευσης το Εργαστήριο Εδαφοδυναμικής και Γεωτεχνικής Σεισμικής Μηχανικής του Α.Π.Θ.
«Αυτό πρέπει να γίνει απολύτως κατανοητό, διότι ο σκοπός της έρευνας, δεν είναι ούτε ο φτηνός εντυπωσιασμός, ούτε ο φόβος, αλλά ο έγκαιρος εντοπισμός και –καλώς εχόντων των πραγμάτων- η λήψη μέτρων για τη σταδιακή ενίσχυση των πολλών τρωτών σημείων του πολεοδομικού συγκροτήματος», επισημαίνει στο ThePresident.gr o επικεφαλής του Εργαστηρίου, καθηγητής του ΑΠΘ κ. Κυριαζής Πιτιλάκης.
Αξίζει να σημειωθεί, ότι με βάση όσα ανέφερε σε πρόσφατη εκδήλωση για τα 40 χρόνια από το σεισμό του 1978, ο ομότιμος καθηγητής του ΑΠΘ κ. Γιώργος Πενέλης, το κόστος του σεισμού του 1978, εκτιμώμενο με σημερινές αξίες, ήταν περίπου 1-1,2 δισ. ευρώ. Αυτό σημαίνει, πως βάσει της έρευνας τους Εργαστηρίου Εδαφοδυναμικής, μια ενδεχόμενη σεισμική δόμηση με τα ίδια χαρακτηριστικά και την ένταση εκείνου που σημειώθηκε το 1978, θα είχε σήμερα 20πλάσσιο κόστος!
Πως εξηγείται αυτό όμως, με δεδομένη την πρόοδο της αντισεισμικής έρευνας και της αντισεισμικής θωράκισης της χώρας στη διάρκεια των τελευταίων 40 ετών.
Ο κ. Πιτιλάκης εξηγεί, πως ενώ τα νεότερα κτίρια και οι νεότερες υποδομές που χτίστηκαν βάσει των νεότερων αντισεισμικών κανονισμών, έχουν προφανώς καλύτερες προοπτικές αντοχής, η Θεσσαλονίκη είναι γεμάτη από κτίρια και υποδομές που ήταν ήδη παλιά το 1978 και σήμερα έχουν υποστεί την περαίτερω φυσιολογική φθορά 40 επιπλέον ετών. Επιπλέον σε αρκετές περιπτώσεις οι εδαφικές συνθήκες μπορεί να έχουν υποστεί με το πέρασμα του χρόνου μεταβολές, που να συντελούν στην αύξηση της τρωτότητας συγκεκριμένων σημείων.
«Και βέβαια, σ` αυτά τα 20 δισεκατομμύρια ευρώ που υπολογίζονται από την έρευνα, συμπεριλαμβάνονται και οι έμμεσες ζημίες, από επιχειρήσεις που μπορεί να χρειαστεί να υπολειτουργήσουν ή να κλείσουν για κάποιο διάστημα, από το πλήγμα που μπορεί να υποστεί ο τουρισμός, από το κόστος κινητοποίησης του κρατικού μηχανισμού, κ.λ.π.», συμπληρώνει ο κ. Πιτιλάκης.
Η έρευνα, μεταξύ άλλων:
- Υποδεικνύει ζώνες του πολεοδομικού συγκροτήματος της Θεσσαλονίκης, στις οποίες είναι αυξημένος ο κίνδυνος σοβαρών βλαβών, ενώ υπολογίζεται πως περισσότερα από 3.800 κτίρια διατρέχουν ακόμα και κίνδυνο κατάρρευσης.
- Καταλήγει σε εκτίμηση για αρκετές δεκάδες ανθρωπίνων θυμάτων και αρκετές εκατοντάδες τραυματισμών.
- Προϋπολογίζει σε 43% την πιθανή μέγιστη «απώλεια συνδετικότητας» του δικτύου διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, λόγω βλαβών σε σταθμούς και υποσταθμούς της ΔΕΗ ή σε ενδιάμεσα τμήματα του δικτύου διανομής.
- Σε αναλογία με άλλες εκτιμήσεις, εντοπίζει αρκετά μικρότερο κίνδυνο για το δίκτυο ύδρευσης, με πιθανή απώλεια του 4,3% και τις βλάβες να επικεντρώνονται στη πλειονότητά τους στο ανατολικό τμήμα της πόλης.
- Υπολογίζει ότι μπορεί να υπερβούν τους 250.000 οι «άστεγοι» των πρώτων 24ώρων (πάντα στο χειρότερο σενάριο) όχι μόνο λόγω ζημιών σε κτίρια, αλλά λόγω και της έλλειψης νερού, ηλεκτροδότησης και θέρμανσης που θα καθιστά τα σπίτια μη κατοικήσιμα, μέχρι τον έλεγχο και την αποκατάσταση βλαβών.
Η ίδια έρευνα, υποδεικνύει και τα προβληματικά σημεία στην διαχείριση των επιπτώσεων ενός τόσο ισχυρού σεισμού. Για παράδειγμα, επισημαίνει τα σημεία όπου θα είναι δύσκολο να κινηθούν συνεργεία διασωστών, ασθενοφόρα και πυροσβεστικά οχήματα, τόσο λόγω πιθανών καταρρεύσεων κτιρίων ή γεφυρών, που θα έχουν αποκλείσει τμήματα του οδικού δικτύου. Υποδεικνύει δε τους χρόνους πρόσβασης κατοίκων στα νοσοκομεία της πόλης.
Σε κάθε περίπτωση ο κ. Πιτιλάκης εκτιμά ότι το σχέδιο «Ξενοκράτης» είναι απαρχαιωμένο και ανεπαρκές.
Προφανώς ανεπαρκής είναι όμως και η… διάθεση της Πολιτείας να λάβει υπόψη της τα επιστημονικά «καμπανάκια» της εν λόγω έρευνας, αφού στο σχετικό ερώτημά μας, για το κατά πόσον οι αρμόδιες υπηρεσίες έδειξαν ενδιαφέρον να αξιοποιήσουν τα στοιχεία της έρευνας για την περαιτέρω θωράκιση της Θεσσαλονίκης, ο κ. Πιτιλάκης αρκέστηκε να απαντήσει: «θα προτιμούσα να μη το σχολιάσω…»
Βαγγέλης Μωυσής