Ιδιαίτερη αναφορά στις επιπτώσεις της πανδημίας του κορονοϊού, κάνει ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος στο μήνυμά του για το Άγιο Πασχά. Όπως αναφέρει, απέδειξε πόσο «εύθραυστος είναι ο άνθρωπος, πόσο εύκολα τον κυριεύει ο φόβος και η απόγνωση» τονίζοντας ότι οι οριακές καταστάσεις αποδεικνύουν ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να διαχειριστεί την ύπαρξή του, αν πιστεύει ότι ο θάνατος είναι ανίκητος. Δεν μπορούμε να παραμείνουμε ανθρώπινοι «άνευ της ελπίδος της αιωνιότητος» τονίζει.
Με έντονη συναισθηματική φόρτιση αναφέρεται στους γιατρούς, νοσηλευτές, εθελοντές και δωρητές και όλους όσοι συμπαρίστανται στους πάσχοντες «με θυσιαστικό πνεύμα, αυτοπροσφορά και αγάπη». Τους χαρακτηρίζει «Καλούς Σαμαρείτες» που «μέσα στην ανείπωτη κρίση ευωδιάζουν ανάσταση και ελπίδα».
Ἡ «κλητή και αγία ημέρα» του Πάσχα είναι η ανατολή της «ογδόης ημέρας», η απαρχή της «καινής κτίσεως», η βίωσις της δικής μας ανάστασης, το μέγα «θαύμα της δικής μας σωτηρίας», τονίζει στο μήνυμά του ο κ.κ. Βαρθολομαίος.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο του μηνύματος του Οικουμενικού Πατριάρχη για το Άγιο Πάσχα:
Η σοβούσα πανδημία του νέου κορωνοϊού απέδειξε πόσον εύθραυστος είναι ο άνθρωπος, πόσον ευκόλως τον κυριεύει ο φόβος και η απόγνωσις, πόσον αδύναμοι αποδεικνύονται αι γνώσεις και η αυτοπεποίθησις του, πόσον έωλος είναι η άποψις ότι ο θάνατος αποτελεί εν γεγονός εις το τέλος της ζωής και ότι η λήθη ή η απώθησις του θανάτου είναι η ορθή αντιμετώπισις του. Αι οριακαι καταστασεις αποδεικνύουν ότι ο άνθρωπος είναι ανίκανος να διαχειρισθεί σθεναρώς την ύπαρξίν του, όταν πιστεύει ότι ο θάνατος είναι η ανίκητος πραγματικότης και το ανυπέρβλητον όριον. Είναι δύσκολον να παραμείνωμεν ανθρώπινοι άνευ της ελπίδος της αιωνιότητος. Αυτή η ελπίς ζει εις την καρδίαν όλων των ιατρών, των νοσηλευτών, των εθελοντών, των δωρητών και όλων των γενναιοφρόνως συμπαρισταμένων εις τους πάσχοντας αδελφούς, μέ θυσιαστικόν πνεύμα, αυτοπροσφοράν και αγάπην. Μέσα εις την ανείπωτον κρίσιν, αυτοί ευωδιάζουν ανάστασιν και ελπίδα. Είναι οι “Καλοί Σαμαρείται”, οι επιχέοντες, με κίνδυνον της ζωής των, έλαιον και οίνον επί τας πληγάς, είναι οι σύγχρονοι “Κυρηναίοι” εις τον Γολγοθάν των εν ασθενείαις κατακειμένων.
Προσφιλέστατοι αδελφοί Ιεράρχαι και τέκνα αν Κυρίω αγαπητα,
Φθάσαντες το Άγιον Πάσχα και γινόμενοι κοινωνοί της χαράς της Αναστάσεως, υμνούμεν τον πατήσαντα θανάτω τον θάνατον Κύριον της δόξης, τον συναναστήσαντα μεθ᾿ εαυτού παγγενή τον Αδάμ και ανοίξαντα πάσιν ημίν παραδείσου τας πύλας.
Η λαμπροφόρος Έγερσις του Χριστού είναι η διαβεβαίωσις ότι κυρίαρχος εις την ζωήν του κόσμου δέν είναι ο θάνατος, αλλά ο καταργήσας το κράτος του θανάτου Σωτήρ, ο γνωριζόμενος το πρότερον ως ἄσαρκος Λόγος, ὕστερον δέ ως ο δι᾿ ημάς, φιλανθρωπίας ένεκεν, σεσαρκωμένος, νεκρωθείς δε ως άνθρωπος και αναστας κατ᾿ εξουσίαν ως Θεός, ως ο πάλιν Ερχόμενος μετα δόξης πρός πλήρωσιν της Θείας Οἰκονομίας.
Το μυστήριον και το βίωμα της Αναστάσεως αποτελεί τον πυρήνα της εκκλησιαστικής ζωής. Η ολόφωτος λατρεία, τα ιερά μυστήρια, η ζωή της προσευχής, η νηστεία και η άσκησις, η ποιμαντική διακονία και η καλή μαρτυρία εν τώ κόσμῳ, όλα αναδίδουν το ἄρωμα της Πασχαλίου ευφροσύνης. Ἡ ζωή των πιστών εν Εκκλησία είναι καθημερινόν Πάσχα, είναι “άνωθεν χαρά”, η “χαρά της σωτηρίας”, αλλά και “η σωτηρία ως χαρά” .
Ούτω, αι ακολουθίαι της Αγίας και Μεγάλης Ἑβδομάδος δέν είναι καταθλιπτικαί, αλλά πλήρεις της νικητηρίου δυνάμεως της Αναστάσεως. Εις αυτάς αποκαλύπτεται ότι ο Σταυρός δέν έχει τον τελευταίον λόγον εις το σχέδιον της σωτηρίας του ανθρώπου και του κόσμου. Αυτό προαναγγέλλεται ήδη κατά το Σάββατον του Λαζάρου. Η εκ νεκρών έγερσις του επιστηθίου φίλου του Χριστού είναι προτύπωσις της “κοινής αναστάσεως”. Το “Σήμερον κρεμάται επί ξύλου” κορυφούται μέ την επίκλησιν “Δείξον ημίν και την ένδοξόν Σου Ανάστασιν”. Ενώπιον του Επιταφίου ψάλλομεν το “Μεγαλύνω τα Πάθη σου, υμνολογῶ και την Ταφήν Σου, συν τη Αναστάσει”. Και, γεγονυία τη φωνή, διακηρύσσομεν εις την Πασχάλιον ακολουθίαν το αληθές νόημα του Σταυρού: “Ιδού γάρ ήλθε διά του Σταυρού χαρά εν όλω τω κόσμω”.
Ἡ “κλητή και αγία ημέρα” του Πάσχα είναι η ανατολή της “ογδόης ημέρας”, η απαρχή της “καινής κτίσεως”, η βίωσις της ιδικής μας αναστάσεως, το μέγα “θαύμα της εμής σωτηρίας” . Είναι η βιωματική βεβαιότης ότι ο Κύριος έπαθε και ήχθη εις θάνατον δι᾿ ημάς και ανέστη δι᾿ ημάς “προοικονομών ημίν την εις απείρους αιώνας ανάστασιν” . Καθ᾿ όλην την Πασχάλιον περίοδον υμνολογείται μέ απαράμιλλον ποιητικότητα το ανθρωπολογικόν νόημα της λαμπροφόρου Αναστάσεως του Χριστού, η διάβασις του ανθρώπου από της δουλείας εις την αληθή ελευθερίαν, “η εκ των κάτω πρός τα άνω και την γήν της επαγγελίας πρόοδος και ανάβασις” . Αυτή η σωτηριώδης εν Χριστώ ανακαίνισις ενεργείται εν τη Εκκλησία ως δυναμική προέκτασις του ήθους της Ευχαριστίας εν τώ κόσμω, ως “αληθεύειν εν αγάπῃ”, ως συνέργεια μετά του Θεού διά την μεταμόρφωσιν του κόσμου, διά νά καταστη ούτος εἰκών της πληρότητος της τελικής επιφανείας της θείας αγάπης εν τη Βασιλεία των Εσχάτων. Ζην εν Χριστώ αναστάντι σημαίνει εξαγγέλλειν το Ευαγγέλιον “έως εσχάτου της γής”, κατα το υπόδειγμα των Αποστόλων, είναι έμπρακτος μαρτυρία περί της ελθούσης χάριτος και της προσδοκίας της “καινής κτίσεως”, όπου “ο θάνατος ουκ έσται έτι, ούτε πένθος ούτε κραυγή ούτε πόνος ουκ έσται έτι” .
Η πίστις εις την Ανάστασιν του Χριστού και εις την ἰδικήν μας συνανάστασιν δέν αρνείται την επώδυνον παρουσίαν του θανάτου, του πόνου και του σταυρού εις την ζωήν του κόσμου. Δεν απωθούμεν την σκληράν πραγματικότητα, ούτε εξασφαλίζομεν εις τον εαυτόν μας, διά της πίστεως, ψυχολογικήν κάλυψιν απέναντι εις τον θάνατον. Γνωρίζομεν όμως ότι ο παρών βίος δεν είναι ολόκληρος η ζωή, ότι εδώ είμεθα “οδίται”˙ ότι ανήκομεν εις τον Χριστον και ότι πορευόμεθα πρός την αιώνιον Αυτού Βασιλείαν. Η παρουσία του πόνου και του θανάτου, όσον απτή και αν είναι, δέν αποτελεί την εσχάτην πραγματικότητα. Αυτή είναι η οριστική κατάργησις του θανάτου. Εις την Βασιλείαν του Θεού δέν υπάρχει πόνος και θάνατος, αλλά ατελεύτητος ζωή. “Πρό του Τιμίου Σταυρού Σου”, ψάλλομεν, “φοβερός ο θάνατος τοίς ανθρώποις˙ μετα το ένδοξον πάθος, φοβερός ο άνθρωπος τω θανάτῳ” . Η πίστις εις Χριστόν δίδει δύναμιν, καρτερίαν και υπομονήν διά να αντέχωμεν τας δοκιμασίας. Ὁ Χριστός είναι “ο πάσαν νόσον ιώμενος και εκ του θανάτου λυτρούμενος”. Είναι ο παθών δι᾿ ημάς, ο αποκαλύψας τοις ανθρώποις ότι ο Θεός είναι ο “αεί υπέρ ημών”, ότι εις την Αλήθειαν του Θεού ανήκει ουσιωδώς η φιλανθρωπία Του. Αυτή η ευκταία φωνή της θείας αγάπης αντηχεί εις το “θάρσει, τέκνον” του Χριστού πρός τον παραλυτικόν και το “θάρσει, θύγατερ” προς την αιμορροούσαν, εις το “θαρσείτε, εγώ νενίκηκα τον κόσμον” προ του Πάθους και εις το “θάρσει, Παύλε” προς τον εν φυλακη και απειλή θανάτου Απόστολον των Εθνών.
Η σοβούσα πανδημία του νέου κορωνοϊού απέδειξε πόσον εύθραυστος είναι ο άνθρωπος, πόσον ευκόλως τον κυριεύει ο φόβος και η απόγνωσις, πόσον αδύναμοι αποδεικνύονται αι γνώσεις και η αυτοπεποίθησίς του, πόσον έωλος είναι η άποψις ότι ο θάνατος αποτελεί εν γεγονός εις το τέλος της ζωής και ότι η λήθη ή η απώθησις του θανάτου είναι η ορθή αντιμετώπισίς του. Αι οριακαί καταστασεις αποδεικνύουν ότι ο άνθρωπος είναι ανίκανος να διαχειρισθεί σθεναρῶς την ύπαρξίν του, όταν πιστεύει ότι ο θάνατος είναι η ανίκητος πραγματικότης και το ανυπέρβλητον όριον. Είναι δύσκολον νά παραμείνωμεν ανθρώπινοι άνευ της ελπίδος της αιωνιότητος. Αυτή η ελπίς ζη εις την καρδίαν όλων των ιατρών, των νοσηλευτών, των εθελοντών, των δωρητών και όλων των γενναιοφρόνως συμπαρισταμένων εις τούς πάσχοντας αδελφούς, μέ θυσιαστικόν πνεύμα, αυτοπροσφοράν και αγάπην. Μέσα εις την ανείπωτον κρίσιν, αυτοί ευωδιάζουν ανάστασιν και ελπίδα. Είναι οἱ “Καλοί Σαμαρείται”, οἱ επιχέοντες, μέ κίνδυνον της ζωής των, έλαιον και οίνον επί τας πληγάς, είναι οἱ σύγχρονοι “Κυρηναίοι” εις τον Γολγοθάν των εν ασθενείαις κατακειμένων.
Μέ αυτάς τας σκέψεις, τιμιώτατοι αδελφοί και προσφιλέστατα τέκνα εν Κυρίω, δοξάζομεν το υπέρ παν όνομα του Αναστάντος Κυρίου, του πηγάζοντος ζωήν εξ οικείου φωτός και φαιδρύνοντος τω φωτί της Αναστάσεως τα σύμπαντα, δεόμενοι Αυτού, του ιατρού των ψυχών και των σωμάτων, του παρέχοντος ζωήν και ανάστασιν, όπως συγκαταβαίνων, εν τη αφάτω Αυτού φιλανθρωπία, τω γένει των ανθρώπων, χαρίζηται ημίν το πολύτιμον δώρον της υγείας και κατευθύνει τα διαβήματα ημών εις οδούς ευθείας, διά να καταξιωθεί η θεοδώρητος ελευθερία ημών εν τώ κόσμω, προτυπούσα την τελείωσιν αυτής εν τη επουρανίω Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.