Όλο και φουντώνουν οι συζητήσεις για τις αναγκαίες δράσεις που πρέπει να γίνουν για την αντιμετώπιση – λίγο αργά πλέον να μιλάμε για πρόληψη- της κλιματικής αλλαγής. Δυστυχώς όπως και στα περισσότερα πράγματα, οι συζητήσεις και οι δράσεις, λαμβάνουν χώρα κατόπιν εορτής και αφού οι επιπτώσεις είναι καταφανείς σε όλο και περισσότερα μέτωπα.
Γράφει η Αλίκη Τσίκα
Οι πάλαι ποτέ «γραφικές» περιβαλλοντικές οργανώσεις, έχουν πλέον επιβεβαιωθεί σε πολλά από αυτά που κάποτε ονομάζονταν «εφιαλτικά σενάρια» και κάθε μέρα που περνάει βρισκόμαστε όλο και πιο κοντά στο σημείο μηδέν. Οικονομικά συμφέροντα πάσης φύσεως, παγκόσμια παιχνίδια ενέργειας που ενέχουν διπλωματικές ή άλλου είδους χειραγωγήσεις και μία εμμονική άρνηση της πραγματικότητας από τις Ηνωμένες Πολιτείες, συνθέτουν το πλάνο μίας προσπάθειας να πράξουμε τα αυτονόητα για το περιβάλλον στο και 5.
Κράτη και οικονομίες, παγκόσμια ή τοπικά κινήματα και ο καθένας μας ξεχωριστά, καλούμαστε να αναγνωρίσουμε πλέον ότι για κάθε μέρα που αδιαφορούμε για αυτά που συμβαίνουν γύρω μας, όσο κοντά ή μακριά μπορεί να πιστεύουμε ότι βρίσκονται, θα το πληρώσουμε ακριβά. Ακριβά σε χρήματα, ακριβά σε φυσικούς πόρους, ακριβά σε ανθρώπινες ζωές.
Ήδη έχουν περάσει σχεδόν 4 χρόνια από την 12η Δεκεμβρίου 2015, όπου και υπογράφηκε η Συμφωνία των Παρισίων για την κλιματική αλλαγή μεταξύ 195 χωρών. Μέσα σε αυτήν προβλέπονται εθνικά σχέδια δράσης για κάθε χώρα, με στόχο τον έλεγχο των εκπομπών ρύπων και τη συγκράτηση της αύξησης της θερμοκρασία στους 2 βαθμούς περίπου. Και ακόμα και αν οι 2 αυτοί βαθμοί ακούγονται πολύ λίγοι σε κάποιους, στην πραγματικότητα είναι ικανοί να επιφέρουν όλες αυτές τις καταστροφικές αλλαγές που παρατηρούμε γύρω μας, τα μη ελέγξιμα ακραία καιρικά φαινόμενα και πληθώρα άλλων αλυσιδωτών επιπτώσεων.
Ο έλεγχος της εκπομπής ρύπων μπορεί πολύ εύκολα να γίνει με την εφαρμογή στοχευμένης και σκληρής φορολογίας σε όλες τις επιχειρήσεις και κυρώσεων σε όλες τις χώρες, που αρνούνται να συμμορφωθούν με τα ανώτατα επιτρεπτά όρια και χρησιμοποιούν αλόγιστα τα ορυκτά καύσιμα. Το πρόβλημα όμως έγκειται στο γεγονός ότι για να πάψουν να χρησιμοποιούν τα ορυκτά καύσιμα, θα πρέπει να βρουν εναλλακτικές πηγές ενέργειας και να προσαρμόσουν αναλόγως όλες τις λειτουργίες και τις αντίστοιχες υποδομές τους.
Αυτό κατ’ επέκταση χρειάζεται χρήματα, επενδύσεις, έρευνα, καινοτομία, όλα αυτά δηλαδή που έχουν περικοπεί δραματικά στα χρόνια της οικονομικής ύφεσης. Ίσως και να μη συμφέρει κάποιους η μελέτη και επένδυση σε αυτό που ονομάζεται «πράσινη ανάπτυξη», όμως η πρακτική του «κοιτάω αλλού και σφυρίζω αδιάφορα», φαίνεται πλέον ότι έχει φτάσει στα όρια της και δύσκολα μπορούμε να παραβλέψουμε τα αυτονόητα. Επιπλέον το κόστος, το οποίο καλούνται να πληρώσουν όλα τα κράτη για τις φυσικές καταστροφές που επιφέρει η κλιματική αλλαγή, φαίνεται να αποδεικνύεται μακροπρόθεσμα πολύ υψηλότερο από αυτό της αποτελεσματικής προστασίας του περιβάλλοντος.
Διότι καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, δεν είναι δυστυχώς μόνο η ανακύκλωση και η κατάργηση του πλαστικού και σίγουρα δεν φτάσαμε εδώ που φτάσαμε, επειδή χρησιμοποιούμε πολλά καλαμάκια. Σίγουρα πάσχουμε πολύ και στην ολοκληρωμένη και στοχευμένη ενημέρωση των πολιτών και μάλιστα από πολύ μικρή ηλικία, κάτι στο οποίο πρέπει να γίνουν άμεσα βήματα στη χώρα μας, όμως όσο και να προσπαθήσουν όλοι οι πολίτες σε τοπικό ή παγκόσμιο επίπεδο, όσο τα «συμφέροντα» και τα κράτη, αρνούνται να σηκώσουν το βαρύ κόστος της μετατόπισης στην πράσινη ανάπτυξη, τόσο το κόστος που θα καλούνται να πληρώσουν σε απώλειες και φυσικές καταστροφές θα αυξάνεται κατακόρυφα. Ο χρόνος μετράει αντίστροφα δυστυχώς, όχι για το «αν» αλλά για το «πότε» θα είναι πλέον πολύ αργά.