Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ήξερε ποιος ακριβώς ήταν ο Τζόν Μπόλτον όταν τον προσέλαβε για την ανάληψη των καθηκόντων του Συμβούλου Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ τον Απρίλιο του 2018. Γνώριζε για τις επιθετικές απόψεις του, συμπεριλαμβανομένης και της θέσης του για έναν προληπτικό βομβαρδισμό της Βόρειας Κορέας ή την υποστήριξή του για μία κυβερνητική αλλαγή στην Τεχεράνη.
Ήταν φανερό ότι ο Μπόλτον εξέφραζε μιλιταριστικές απόψεις και κινήσεις οι οποίες έρχονταν σε αντίθεση με τις προεκλογικές εξαγγελίες του Τραμπ “για τον τερματισμό των πολέμων χωρίς τέλος,” παρατηρεί το ABC News.
Έτσι, αν πούμε ότι ο Μπόλτον απολύθηκε από τον Τραμπ “επειδή υπήρχε διαφωνία σε αρκετά από αυτά που πρότεινε,” όπως έγραψε ο Αμερικανός πρόεδρος στο Twitter, αμέσως γεννάται το ερώτημα: Γιατί ανέλαβε αρχικά τα καθήκοντά του και τι συνέβη μετά;
Σε πρώτο επίπεδο ο πρόεδρος Τραμπ, εκτίμησε τις διαφορετικές απόψεις που εξέφραζε ο Μπόλτον, στο πλαίσιο της λογικής του καλού και του κακού αστυνομικού. Μία φορά, αστειευόμενος σύστησε τον Μπόλτον στην διάρκεια μιας συνάντησης που είχε με έναν ξένο ηγέτη και την αντιπροσωπεία που τον συνόδευε ως τον σύμβουλο εθνικής ασφάλειας, που ήθελε να τον παρασύρει σε πολεμικές συγκρούσεις, όπως δήλωσε μία διπλωματική πηγή.
Όπως διαφαίνονταν, ο Μπόλτον προσέφερε στον πρόεδρο Τραμπ τη δυνατότητα να επιδεικνύει ένα πιο σκληρό πρόσωπο, να δείχνει ότι κατά την άσκηση των προεδρικών καθηκόντων του θα μπορούσε να μεταπειστεί για την χρήση στρατιωτικής ισχύος κατά χωρών που αμφισβητούν την κυριαρχία των ΗΠΑ, από την Βόρεια Κορέα μέχρι το Ιράν και τη Βενεζουέλα.
Για τον Μπόλτον και για την ακραία επιθετική στάση του υπήρξε το περιθώριο να εκφράσει πρακτικά τις απόψεις του και να τις προωθήσει μέσω της αποχώρησης των ΗΠΑ από συμφωνίες ελέγχου των εξοπλισμών, της επιβολής κυρώσεων στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, αλλά και της κλιμάκωσης στην άσκηση αμερικανικών πιέσεων κατά της “Τρόικας της Τυραννίας” (Κούβα, Βενεζουέλα, Νικαράγουα).
Ωστόσο, η σχέση μεταξύ των δύο αντρών υποχώρησε στο τέλος υπό την πίεση των διαφορετικών απόψεων που εξέφραζαν σε ζητήματα ζωτικής σημασίας για την άσκηση της σημερινής εξωτερικής πολιτικής από τις ΗΠΑ.
Ο Μπόλτον δεν θα προσπαθούσε ποτέ να αλλάξει το ένστικτο του προέδρου Τραμπ για τις επιλογές που κάνει στην αμερικανική εξωτερική πολιτική.
Ο Αμερικανός πρόεδρος εξακολουθεί να πιστεύει ότι η δύναμη της προσωπικότητας του μπορεί να μεταπείσει τον Κιμ Γιονγκ Ουν να απενεργοποιήσει το πυρηνικό του πρόγραμμα, μπορεί να κλείσει το κενό που υπάρχει στις συνομιλίες με τους Ταλιμπάν, αλλά και επί τη βάσει της προσωπικής τακτικής του να επιτύχει μία καλύτερη συμφωνία με το Ιράν, από αυτήν που είχε υπογράψει ο πρώην πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα.
Ο Μπόλτον ήταν αντίθετος σε όλες αυτές τις κινήσεις.
“Αυτές είναι οι πολιτικές του προέδρου,” δήλωσε ο Αμερικανός ΥΠΕΞ Μάικ Πομπέο στους δημοσιογράφους την Τρίτη, εμφανιζόμενος -πρακτικά- σαστισμένος από την αποχώρηση του εσωκυβερνητικού αντιπάλου του.
“Δε νομίζω ότι κάποιος ηγέτης του κόσμου μπορεί να βγάλει κάποιο συμπέρασμα ότι επειδή ένας από εμάς αποχωρεί, η εξωτερική πολιτική του προέδρου Τραμπ θα αλλάξει σε πρακτικό επίπεδο,” σχολίασε ο Πομπέο.
Ωστόσο, οι πολιτικές επιλογές του Τραμπ έχουν αλλάξει παρά το γεγονός ότι τα ένστικτά του παραμένουν. Αυτό που ήταν φωτιά και οργή κατά του Κιμ εξελίχθηκε σε έναν “έρωτα” κι όταν ρωτήθηκε αν θα επιλέξει την άσκηση “μέγιστης πίεσης” κατά του Ιράν προκειμένου να εξασφαλίσει μία συνάντηση με τον Ιρανό πρόεδρο Χασάν Ροχανί στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, ο πρόεδρος Τραμπ απάντησε χθες, “Θα δούμε τι θα συμβεί.”
Ο Αμερικανός πρόεδρος θεωρούσε πάντα τον εαυτό του έναν ικανό διαπραγματευτή, αλλά την εντύπωση αυτή προσπαθεί να προωθήσει σήμερα και η κυβέρνησή του.
Η αντικατάσταση του Μπόλτον εκτιμάται ότι θα ενισχύσει το προφίλ αυτό στο πλαίσιο των πολιτικών επιλογών που έχουν χαραχθεί.
Μεταξύ των υποψηφίων για την ανάληψη καθηκόντων Συμβούλου Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ ακούγονται τα ονόματα του ειδικού απεσταλμένου για το Ιράν Μπράιν Χουκ, του ειδικού απεσταλμένου για την Βόρεια Κορέα Στίβεν Μπίγκαν, του πρεσβευτή των ΗΠΑ στην Γερμανία Ρίτσαρντ Γκρένελ, του Βοηθού του Προέδρου του Μεικτού Επιτελείου Ενόπλων Δυνάμεων στρατηγού Ρίκι Γουάιντελ, του συνταξιούχου συνταγματάρχη και συχνού αναλυτή του Fox News Ντάγκλας ΜακΓκρέγκορ, αλλά και του Συμβούλου Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ στον αντιπρόεδρο Μάικ Πένς, Κιθ Κέλογκ.
Όλοι οι παραπάνω έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό. Είναι άνθρωποι που δουλεύουν στο πλαίσιο επιρροής του Πομπέο, είτε ως ειδικοί απεσταλμένοι είτε ως πρεσβευτές στο εξωτερικό ή όπως συμβαίνει στην περίπτωση του Γουάιντελ που ταξιδεύει συχνά μαζί του, ως εκπρόσωποι του αμερικανικού Πενταγώνου στις επισκέψεις που οργανώνει το αμερικανικό ΥΠΕΞ στο εξωτερικό.
Έτσι, διαφαίνεται ότι στον τρίτο χρόνο άσκησης της προεδρίας από τον Τραμπ, ο μακροβιότερος προσωπικός σύμβουλος του στα θέματα ασφάλειας που πέρασε πρώτα από την CIA και ηγείται σήμερα του αμερικανικού υπουργείου των Εξωτερικών, εξελίσσεται στον πραγματικό Σύμβουλο Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ, ανεξάρτητα από το ποιος θα επιλεγεί για τον ρόλο αυτό.
Ο διάδοχος του Μπόλτον θα εργαστεί στην Δυτική Πτέρυγα, αλλά θα επιβλέπει το Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ και την διαδικασία λειτουργίας του, που σκοπίμως υποβαθμίστηκε από τον πρόεδρο Τραμπ και τον Μπόλτον.
Στην πραγματικότητα, ο Πομπέο θα είναι αυτός που θα κατευθύνει την υλοποίηση της εξωτερικής πολιτικής του Τραμπ υπό το γενικό σύνθημα “Πρώτα η Αμερική.”
Ο Αμερικανός ΥΠΕΞ εκτιμάται ότι θα μπορέσει να αυξήσει ακόμη περισσότερο την επιρροή του, επειδή είναι ο άνθρωπος του Τραμπ και μπορεί να ακολουθεί και να εκτελεί διαταγές.
Σε μία ασυνήθιστη κίνηση για τον διευθυντή της CIA, ο Πομπέο ενημέρωνε προσωπικά τον πρόεδρο Τραμπ τις περισσότερες φορές, καλλιεργώντας μία θετική σχέση συνεργασίας μαζί του και παρά την προεκλογική κριτική που είχε ασκήσει στον Τραμπ το 2016.
Όπως έγινε γνωστό χθες, ο παρουσιαστής του τηλεοπτικού δικτύου Fox News Channel Τάκερ Κάρλσον παρότρυνε για μήνες τον πρόεδρο Τραμπ να απολύσει τον Μπόλτον, λέγοντας του ότι ήταν ανόητο να κρατάει στην ομάδα του, έναν υψηλόβαθμο σύμβουλο, που δεν έχει τις ίδιες απόψεις για σοβαρά ζητήματα εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ.
Τόσο ο Κάρλσον όσο κι άλλοι, μεταξύ των οποίων και υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι της κυβέρνησης Τραμπ, έλεγαν συχνά στον Αμερικανό πρόεδρο ότι ο Μπόλτον, όχι μόνο δεν ανήκε στην ομάδα του Τραμπ, αλλά χρησιμοποιούσε τα ΜΜΕ εναντίον του Αμερικανού προέδρου.
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος Τραμπ είχε γίνει ένας θαυμαστής του μελλοντικού Συμβούλου Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ, Μπόλτον πριν από τον διορισμό του, καθώς παρακολουθούσε τις συχνές τηλεοπτικές εμφανίσεις του δεύτερου στο Fox.
Ο πρόεδρος Τραμπ απαντούσε στους αξιωματούχους που του ζητούσαν να απομακρύνει τον Μπόλτον ότι απολάμβανε την παρουσία του στις διαπραγματεύσεις, καθώς κατά την άποψη του Τραμπ τρομοκρατούσε τους εχθρούς των ΗΠΑ, όπως, το Ιράν.
Ωστόσο, ο εκνευρισμός του προέδρου Τραμπ για τον Μπόλτον προκλήθηκε όταν ο ίδιος διάβαζε τις εφημερίδες και παρακολουθούσε δελτία ειδήσεων σχετικά με τις διαφωνίες που εξέφραζε ο Μπόλτον για το σύνολο σχεδόν της εξωτερικής πολιτικής που ακολουθεί η κυβέρνηση Τραμπ, σε ζητήματα από τις συνομιλίες με την Βόρεια Κορέα, μέχρι την ανάπτυξη χερσαίων δυνάμεων στην Συρία, αλλά και το ενδεχόμενο διεξαγωγής συνομιλιών μεταξύ της κυβέρνησης Τραμπ και Ιρανών αξιωματούχων.
“Όπου υπάρχει μία δημόσια διαφωνία όπως αυτή και συνεχίζει να υπάρχει από το ένα ζήτημα στο άλλο, νομίζω ότι υπάρχει μία συνολική επίδραση στην ανθρώπινη ψυχολογία, η οποία είναι πιθανό να οδηγεί σε λιγότερη επικοινωνία,” δήλωσε ο στρατηγός Τζακ Κέιν πρώην υψηλόβαθμος επιτελικός αξιωματικός του Στρατού των ΗΠΑ, ο οποίος μιλάει συχνά με τον πρόεδρο Τραμπ, αλλά κι άλλους υψηλόβαθμους αξιωματούχους της αμερικανικής κυβέρνησης.
Από την άλλη μεριά, τα αμερικανικά ΜΜΕ αναφέρθηκαν στις συμβουλές που έδωσε ο Μπόλτον στον πρόεδρο Τραμπ για την διαχείριση μιας συνάντησης με τους ηγέτες των Ταλιμπάν στο Καμπ Ντέιβιντ. Η στάση του Μπόλτον στο ζήτημα αυτό και τα όσα πρότεινε προκάλεσαν τον Αμερικανό πρόεδρο για να λάβει τις αποφάσεις του, όπως επιβεβαιώνουν πηγές, τόσο εντός, όσο κι εκτός της αμερικανικής κυβέρνησης.
Σύμφωνα με τα όσα είπε ο Τραμπ, ο ίδιος έπεισε τον σύμβουλό του για την ακύρωση της συνάντησης και τον τερματισμό των διαπραγματεύσεων, ενώ εκνευρίστηκε όταν άκουσε τον Μπόλτον να κάνει λόγο για την άσκηση της επιρροής του, ως προς την λήψη της παραπάνω απόφασης.