«Τόσα χρόνια μετά από τις τραγωδίες των Τεμπών, της Μάνδρας και της φονικής πυρκαγιάς στο Μάτι, έχουμε από τις φωτιές της Δαδιάς μέχρι αυτές που έφτασαν στο νεκροταφείο του Χαλανδρίου και αυτό δείχνει αν έχουν λάβει κάποιο “μήνυμα” όσοι κυβέρνησαν και κυβερνούν τη χώρα», είπε ο Μάκης Παπαδόπουλος, μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, στην παρέμβασή του, το βράδυ της Πέμπτης στον τ/σ «ANT1».
Ανέδειξε πως «τόσα χρόνια μετά συνεχίζουν να υπάρχουν τα κυνικά διλήμματα για το αν οι ελάχιστες δυνάμεις της Πυροσβεστικής θα διατίθενται για να αντιμετωπίσουν κάποια πυρκαγιά σε διυλιστήρια ή σε κατοικημένες περιοχές», προσθέτοντας, επίσης, ότι «δικαστικές αποφάσεις που αφορούν τις προαναφερθείσες τραγωδίες, όχι μόνο δεν δικαίωσαν τα θύματα, αλλά αντίθετα τους καταλόγισαν και “ατομική ευθύνη”».
Ειδικά για το θέμα των Τεμπών, επισήμανε ότι «τα στοιχεία που έχουν έρθει στο φως της δημοσιότητας και η κυβέρνηση θέλει να αποφύγει, αφορούν το κύριο έγκλημα της σύγκρουσης των δύο τρένων που κινούνταν στην ίδια γραμμή και έχουν να κάνουν με το γεγονός -όπως προκύπτει και από σχετική μηνυτήρια αναφορά που έχει κατατεθεί από συγγενείς θυμάτων- ότι για παράδειγμα οι υπουργοί Μεταφορών Σπίρτζης (ΣΥΡΙΖΑ) και Καραμανλής (ΝΔ) εν γνώσει τους επέτρεπαν μια επικίνδυνη λειτουργία στον σιδηρόδρομο η οποία θα μπορούσε να “γεννήσει” θύματα».
Διευκρίνισε, επίσης, ότι «ακριβώς τέτοιου είδους στοιχεία θα μπορούσαν να διευρύνουν και να αναβαθμίσουν το κατηγορητήριο για όσους ευθύνονται για το έγκλημα των Τεμπών. Αυτό θέλει να αποφύγει η κυβέρνηση».
Όπως εξήγησε, «το Δικαστικό Συμβούλιο μπορεί εύκολα να προσπεράσει μια σειρά ζητήματα που θα αναδεικνύονταν από τη μειοψηφία της Προανακριτικής, μένοντας τυπικά στο κατηγορητήριο που αφορά το πλημμέλημα Τριαντόπουλου».
Είπε, χαρακτηριστικά, ότι «για παράδειγμα ο κατατεμαχισμός του Ενιαίου Κέντρου Διεύθυνσης της κίνησης στον σιδηρόδρομο έγινε νόμιμα με βάση το νομοθετικό πλαίσιο της “απελευθέρωσης”» προσθέτοντας ότι «η μεταφορά των επικίνδυνων στρατιωτικών φορτίων του ΝΑΤΟ πάλι γίνεται νομότυπα με βάση το πλαίσιο της στρατιωτικής κινητικότητας» και σημειώνοντας ότι «εύκολα αυτά το Δικαστικό Συμβούλιο μπορεί να τα προσπεράσει και “ούτε γάτα, ούτε ζημιά”».
Συνεχίζοντας, για τα ζητήματα «εντιμότητας» της δικαιοσύνης, υπογράμμισε «τη δυνατότητα της κυβέρνησης να επιδρά στους ανώτατους δικαστές, στο πώς εκλέγεται η ηγεσία τους και γίνονται οι προαγωγές τους» και είπε ότι «το κύριο πρόβλημα είναι το νομοθετικό πλαίσιο που τους “δένει τα χέρια” και αφορά τον νόμο της “απελευθέρωσης”, τον νόμο περί ευθύνης υπουργών που όταν το ΚΚΕ έλεγε να καταργηθεί, όλοι οι άλλοι στήριζαν να μην καταργηθεί και τώρα το θυμούνται».
Είπε ακόμα ότι ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, ΝΔ στήριξαν από κοινού «να είναι πλειοψηφία στην προανακριτική επιτροπή η κυβερνητική πλειοψηφία».
Τόνισε ότι «είναι υποκριτικές οι διακηρύξεις για “εμπιστοσύνη στη Δικαιοσύνη” από κόμματα που όλα μαζί υπερασπίστηκαν με “νύχια και με δόντια” τον νόμο περί ευθύνης υπουργών, αλλά και το να διορίζεται από την κυβέρνηση η ανώτατη δικαστική ηγεσία».
«Για να μη θρηνήσουμε “καινούργια Τέμπη και καινούργιο Μάτι», το βασικό είναι να μη συνεχιστεί με άλλα πρόσωπα, μετά τον Μητσοτάκη, η ίδια πολιτική και να μη “δουλέψουν” βολικά πάρκινγκ της λαϊκής δυσαρέσκειας με ένα θολό, άσφαιρο προσανατολισμό» υπογράμμισε.
«Για το ΚΚΕ το κύριο ζήτημα είναι να μην “πάμε σε μια απ’ τα ίδια”, αλλά να ανοίξει ο δρόμος της ανατροπής ενός συστήματος, ενός κράτους και μιας πολιτικής η οποία θυσιάζει συστηματικά λαϊκές ανάγκες για τα κέρδη των ομίλων» είπε ο Μ. Παπαδόπουλος και κατέληξε:
Αυτό, το ΚΚΕ «το “ξεδιπλώνει” από τους χώρους δουλειάς και παλεύει να εκδηλωθεί σε ένα πανελλαδικό ρεύμα αντίστασης και ανατροπής που θα σημαδέψει τον πραγματικό αντίπαλο. Πρέπει να βγούμε από τον βάλτο της εκμετάλλευσης και να πάμε σε έναν νέο δρόμο, σε ένα κράτος που θα υπηρετεί τις λαϊκές ανάγκες και αυτές δεν θα αποτελούν εμπορεύματα, τον σοσιαλισμό».