today-is-a-good-day
8.4 C
Athens

Βάσω Κατράκη: Μια σπουδαία έκθεση έργων της στη Roma Gallery

«Γεννήθηκα στο Αιτωλικό του Μεσολογγίου. Το Αιτωλικό είναι ένα μικρό νησάκι, που το συνδέουνε με τη στεριά δυο μακριά πέτρινα γεφύρια με πολλές μικρές τοξωτές καμάρες. Το σπίτι μας ήτανε σχεδόν όλο μέσα στη θάλασσα και στη γειτονιά καθότανε όλο ψαράδες. Ένα ξυπόλυτο μελισσολόι τριγύριζε ολοήμερα, με τις γυναίκες τους συνέχεια γκαστρωμένες και τα παιδιά τους, μπακανιασμένα από την ελονοσία.»

Βάσω Κατράκη, μια κορυφαία καλλιτέχνις του 20ού αιώνα, μια σπουδαία μαχήτρια και γυναίκα. Εργα της θα μπορούμε να δούμε από αύριο Πέμπτη στη  Roma Gallery  όπου παρουσιάζεται ένα αφιέρωμα στο ύστερο έργο της, στην έκθεση με τίτλο Βάσω Κατράκη: Αλγεινά Σώματα.

«Ο πατέρας μου λεγότανε Γιώργης Λεονάρδος κι ήτανε κτηματίας, μα περισσότερο τραγουδούσε κι έψελνε στην εκκλησία με μια σπάνια ωραία, ζεστή φωνή» έλεγε η ίδια σε ένα αυτοβιογραφικό κίιμενο. «Όταν τραγουδούσε μαζευότανε κόσμος και κοσμάκης σπίτι μας για να τον ακούσει.

Η μανούλα μου ύφαινε ολοκέντητα λεπτά μεταξωτά και μπαμπακερά και πολύχρωμα μάλλινα κιλίμια. Είχε πάρει κι ένα χρυσό βραβείο σε μια Διεθνή Έκθεση στο Παρίσι.

Τα δυο μου αδέρφια, ήτανε μεγαλύτερα από μας τα κορίτσια. Ο μεγάλος, φοιτητής τότε της φιλολογίας, μας έφερνε από την Αθήνα ένα μαγικό για μας κόσμο. Παλιά βιβλία με χρωματιστές χαλκογραφίες και ξυλογραφίες, χρωματιστές εικόνες και χαλκομανίες, μπογιές και πινέλα και δεν άφηνε παλιατζίδικο της Αθήνας αγύριστο. Ο μικρότερος, ό,τι έβλεπε το μάτι του το ‘καναν τα χέρια του, και μαζί με όλα, ζωγραφίζανε κιόλας και οι δυο τους.»

Στο Αιτωλικό, όπου τώρα λειτουργεί μουσείο για την σημαντική μας ζωγράφο και χαράκτρια, η φύση έδινε τον «τόνο»: «Γύρω-γύρω από τη μικρή μας θάλασσα ήτανε η εξοχή, γεμάτη ελιές, χωράφια καρπερά, μποστάνια, καπνοτόπια, σιτηρά. Μια ζωή στη στεριά και στη θάλασσα, γεμάτη ιδρώτα και μόχθο. Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον μεγάλωσα. Διάβαζα βιβλία και βιβλία που ‘χε ο αδερφός μου κι οι φίλοι μας. Μ’ άρεσε πολύ το διάβασμα και πιο πολύ η ποίηση. Κοντά στ’ αδέρφια μου ζωγράφιζα κι εγώ.

Κρυφά, ονειρευόμουνα να γίνω ζωγράφος, μα μου φαινότανε τόσο άπιαστα μεγάλο που δεν μπορούσε λογικά να χωρέσει στο μυαλό μου. Ό,τι έβλεπα, έλεγα: “Εγώ αυτό μπορώ να το κάνω”. Και πολλές φορές έβαζα τον εαυτό μου σε δοκιμασία. Δεν ήξερα ακόμα ότι άλλο πράμα είναι η Τέχνη.

Και μια μέρα, σφηνώθηκε ξαφνικά στο μυαλό μου ένα ερώτημα. Κι’ αν γίνω ζωγράφος; Πώς έτσι άξαφνα αυτό, δεν το κατάλαβα. Χίλιες καμπάνες χτυπήσανε μέσα μου, κι έχασα τον κόσμο. Από τότε, δεν είχα τίποτε άλλο στο μυαλό μου νύχτα και μέρα. Μα, χίλιες δυο αναποδιές ξεφυτρώσανε, και ξαφνικά, ο πατέρας μου αρρώστησε πολύ βαριά κι έπεσε πολύ πίκρα και θλίψη στο σπίτι μας, πού κράτησε εφτά ολόκληρα χρόνια. Και κάποια μέρα, αφού πέθανε ο πατέρας μου, ξεκίνησα για την Αθήνα μην ξέροντας ακριβώς τι θα κάνω.

Πήγα στη Σχολή Καλών Τεχνών, κι έμαθα πώς σε λίγες μέρες θ’ αρχίζανε οι εξετάσεις. Αμέσως έτρεξα και γράφτηκα στη Σχολή. Έδωσα εξετάσεις. Στη Σχολή Καλών Τεχνών είχα Καθηγητές τον Παρθένη στη Ζωγραφική και τον Κεφαλληνό στη Χαρακτική. Πήρα Δίπλωμα το 1940 με μια τρίμηνη υποτροφία στη Ζωγραφική για τα νησιά και ένα βραβείο και δύο επαίνους στη Χαρακτική. Μετά αμέσως πόλεμος, κατοχή, πείνα, αντίσταση, και μετά πάλι εμφύλιος πόλεμος, πάλι σκοτωμοί άδικοι κι ακατονόμαστοι, εξορίες, φυλακές, όλα τα δεινά της πατρίδας περάσανε από της δικής μου γενιάς τις πλάτες.

Επίσκεψη ΙΙΙ
1979
Χάραξη σε πέτρα
105 x 75 εκ.

Έκανα πολλά ταξίδια σε πολλές ευρωπαϊκές πόλεις, είδα πολλά μουσεία και πινακοθήκες. Το 1955 έκαμα την πρώτη μου έκθεση».

Με αυτή τη σεμνότητα και ταπεινότητα περιγράφει τη ζωή της, που ήταν γεμάτη από την τέχνη, τον αγώνα, τα όνειρα για το αύριο. Γεμάτη αγάπη: «Δε θέλω παρά να εκφράσω την αγάπη και τον ενθουσιασμό μου προς τη ζωή», έλεγε η ίδια. «Κάθε στιγμή που μου ανήκει, δεν θα ήθελα να είναι παρά ένας χαιρετισμός προς αυτήν. Να εκφράσω την αγάπη μου προς τον άνθρωπο και τη δικιά του ζωή, με τις χαρές, τα βάσανα και το μόχθο της. Προσπαθώ να εκφραστώ με τον πιο σαφή τρόπο. Αυτό το κάνω γιατί έτσι νιώθω. Με ενδιαφέρει να ‘ρθω σε όσο γίνεται πληρέστερη επικοινωνία με τους ανθρώπους, να μιλήσω με τη γλώσσα τους. Αυτό είναι η πιο μεγάλη καταξίωση ενός καλλιτέχνη. Δε διαλέγω ορισμένα θέματα, μα βιώματα. Και αυτά μπορεί να έρχονται είτε από τη χώρα που ζεις είτε απ’ έξω, φτάνει να είναι ανθρώπινα».

Η Βάσω Κατράκη είναι σαν να βρίσκεται ακόμα ανάμεσά μας, παρότι έχει φύγει από το 1988. Είχε γεννηθεί το 1914.

Η Roma Gallery σημειώνει πως οι συνθέσεις της Κατράκη, με τις στιβαρές ραδινές μορφές και τη δωρική λιτότητά τους, μεταφέρουν ένα ρηξικέλευθο στοχασμό πάνω στον ιστορικό χρόνο, την ανθρώπινη κατάσταση και τη μαρτυρία του σώματος ως φορέα συλλογικής μνήμης και συνείδησης. Από τις 20 Μαρτίου έως τις 3 Μαΐου 2025, μέσα από μια επιλογή από εμβληματικές χαράξεις σε πέτρα, σε επιμέλεια της ιστορικού τέχνης Άλιας Τσαγκάρη, αναδεικνύεται ο χειρισμός του ανθρώπινου σώματος από την κορυφαία Ελληνίδα χαράκτρια ως θεματογραφικό, συμβολικό και πολιτικό πεδίο.

Η Σωματοκεντρική Γλώσσα της Κατράκη

«Το ανθρώπινο σώμα στα ύστερα έργα της Κατράκη δεν είναι απλώς αντικείμενο αναπαράστασης, αλλά μια ιδεολογική και μορφοπλαστική συνισταμένη που επαναδιαπραγματεύεται τον ανθρωπομορφικό μύθο» αναφέρει η Roma Gallery. «Οι μορφές της, απογυμνωμένες από περιγραφικές ή διακοσμητικές λεπτομέρειες, αποκτούν αρχέτυπη υπόσταση, εγγεγραμμένες σε έναν αδιάρρηκτο χωρικό πυρήνα, όπου το βάθος δε λειτουργεί ως κενό, αλλά ως οργανική συνέχεια της ύλης. Η τελευταία, στοιχείο θεμελιακό στο έργο της Κατράκη, δεν αποτελεί παθητικό υπόστρωμα της χάραξης αλλά ενσωματώνεται στη γενεαλογία της φόρμας, υποτασσόμενη στις εικονιστικές της επιταγές. Προς αυτή την κατεύθυνση, η πέτρα -ψαμμίτης λίθος- χαράσσεται με στιβαρές, πλατιές χειρονομίες, με σκοπό να μεταφέρει στο βαμβακερό χαρτί μορφές που παλινδρομούν ανάμεσα στη γλυπτική και τη ζωγραφική.»

Η σωματικότητα των χαράξεων σε πέτρα ενσαρκώνει την αλγεινή υπόσταση της ανθρώπινης ύπαρξης, στο μεταίχμιο μεταξύ νεκρικής ακαμψίας και υπαρξιακής έντασης. Η ανθρωποκεντρική αυτή γλώσσα δεν αναλώνεται σε ρητορικούς εξωραϊσμούς· αντίθετα, προβάλλει σώματα τραχιά, κατακερματισμένα, που υπερβαίνουν το ατομικό για να εγγραφούν στη συλλογική μνήμη.

Η Πολιτική Διάσταση του Σώματος

Το ανθρώπινο σώμα, κυρίως στα έργα της ύστερης περιόδου, αποκτά ιδιαίτερο πολιτικό βάρος. Στην περίφημη σειρά συνθέσεων Κατάσταση, το ακρωτηριασμένο σώμα συνδιαλέγεται με το αγκαθωτό συρματόπλεγμα, σε μια σχηματική διαμεσολάβηση της βίας και του εγκλεισμού. Οι μορφές, παγιδευμένες σε έναν ασφυκτικό χώρο, διαρρηγνύουν το βλέμμα του θεατή, ανατρέποντας την κρατική ρητορική της «εξυγίανσης» που επέβαλε η Δικτατορία των Συνταγματαρχών. Εδώ, η σωματική παραμόρφωση δεν είναι προϊόν μοντερνιστικής διατύπωσης και φορμαλιστικού κατακερματισμού αλλά ζέουσα αναγκαιότητα.

Ζωικό και Ανθρώπινο: Η Ανιμιστική Σχέση της Μορφής

Η θεματολογία της Κατράκη δεν περιορίζεται στο ανθρώπινο σώμα, αλλά εκτείνεται στη ζωική μορφή, σε μια ανιμιστική προσέγγιση που διερευνά την αυτοαναφορικότητα της ύπαρξης. Τα άλογα, με τις στιβαρές, τονισμένες καμπύλες τους και τις έντονες χαράξεις, διατηρούν μια αρχαϊκή ακαμψία. Ο τρόπος με τον οποίο εγγράφονται στην επιφάνεια της πέτρας αναδεικνύει τη σωματικότητα ως καταλυτική δύναμη που εκτείνεται πέραν της ανθρώπινης εμπειρίας.

Μορφή και Χώρος: Η Εγγραφή της Ύλης

Στο έργο της Κατράκη, ο χώρος δεν είναι ένα ουδέτερο πεδίο όπου εντάσσονται οι μορφές· αντίθετα, λειτουργεί ως αναπόσπαστο μέρος της σύνθεσης, ενισχύοντας τη δύναμη των χαρακτικών της. Ο κενός χώρος του βάθους δεν αντιμετωπίζεται ως απουσία, αλλά ως ζωτικός τόπος όπου η μορφή αποκτά την πλήρη υπόστασή της. Με την τεχνική της χάραξης στον ψαμμίτη, η καλλιτέχνις ενσωματώνει την υλικότητα στο εικαστικό της αφήγημα, καθιστώντας τη χάραξη μια διαλεκτική διαδικασία μεταξύ ύλης και σωματικής απόδοσης.

Εγκαίνια: 20 Μαρτίου, 2025 | 19:30 | Roma Gallery

Διεύθυνση: Ρώμα 5, Αθήνα 106 73
Ώρες λειτουργίας: Τρίτη, Πέμπτη, Παρασκευή: 11.00 – 20.00,
Τετάρτη, Σάββατο: 11.00 – 16.00,  Κυριακή, Δευτέρα: κλειστά
Είσοδος: Ελεύθερη

Αγγελική Κώττη

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ