Όταν ανακάλυψε πως είναι έγκυος, και μάλιστα ότι η εγκυμοσύνη της ήταν προχωρημένη, συγκλονίστηκε. Δεν μπορούσε, όμως, να φανταστεί τη συνέχεια. Οι πιο σκληροί εφιάλτες θα έρχονταν να την βυθίσουν σε πελάγη θλίψης. Αλλά δεν φοβήθηκε ποτέ. Ατρόμητη όταν αγάπησε τον Αντρα του σπιτιού, που είχε ήδη οικογένεια, για την οποία δούλευε η Αλεξάνδρα, ατρόμητη όταν ακολούθησε το έρεβος. Δεν ήταν παρά ένα κλαράκι, ένα κοριτσάκι που μόλις έβγαινε από την εφηβεία. Δεν έγινε ηρωίδα, έγινε μάνα και έμεινε πάντοτε ηρωίδα για τον γιό της.
Σε μια αίθουσα ασφυκτικά γεμάτη από θεατές και πλημμυρισμένη συγκίνηση που λες και την ανάσαινες, στον πολυχώρο των εκδόσεων ΟΣΤΡΙΑ, έγινε η παρουσίαση του βιβλίου της Γωγώς Φάκου -Θεοδωράκη, “(Α) ΓΝΩΣΤΟΥ ΠΑΤΡΟΣ. To βιβλίο παρουσίασαν η Ιωάννα Κολοβού και ο Γιώργος Παναγιωτακόπουλος ( ποιητής -συγγραφέας)
Εκτενή αποσπάσματα διάβασαν ο Ντίνος Σούτης (ηθοποιος) ο Νίκος Θεοδωράκης (τραγουδιστής- μουσικός, ο γιος της Αλεξάνδρας)και η Γωγώ Φάκου.
Η συγκίνηση κορυφώθηκε όταν ακούστηκε από τα μεγάφωνα η φωνή της Αλεξάνδρας, μάνας του Νίκου. Σ’ αυτή και τον Νίκο είναι αφιερωμένο το βιβλίο. «Το κορίτσι που φόρεσε το καλό του το φόρεμα και παρουσιάστηκε για δουλειά στο σπίτι της εξορίας δεν είχε ιδέα πόσο το κοινωνικό στάτους της εποχής θα μπορούσε να συνθλίψει σε χρόνο μηδέν την προσωπικότητά του, δεν μιλάμε καν για όνειρα. Ο κοινωνικός ιστός διαλυμένος παράπαιε ανάμεσα στο φαίνεσθαι και στο είναι. Η Ελλάδα μάζευε τα κουρέλια της ακόμα από τον εμφύλιο, όταν τη βρήκε μεσοστρατίς η δικτατορία των συνταγματαρχών. Η κοινωνική θέση μιας νεαρής γυναίκας βρισκόταν τότε στον πυθμένα της κοινωνικής διαστρωμάτωσης . Στεκόταν ανάμεσα σε προκρούστεια τείχη, δεν είχε δικαίωμα λόγου, πόσω μάλλον πράξεων.»
Η κοινωνική πίεση δεν άφηνε πολλά περιθώρια. Οι άμεσοι συγγενείς μπροστά στο τετελεσμένα έκαναν ό,τι καλύτερο μπορούσαν σύμφωνα με τα πρότυπα της εποχής . Πήραν το παιδί ύστερααπό τα δυο χρόνια της ζωής του που πέρασε στο Ίδρυμα και πάντρεψαν την Αλεξάνδρα. Ευτυχώς ο άνθρωπος που δέχτηκε να πάρει τη θέση του πατέρα αποδείχτηκε ιδανικός πέρα από κάθε προσδοκία. Εξοχος άνθρωπος. Ο Νίκος δεν δέχτηκε ποτέ ότι ήταν ο γεννήτοράς του. Χωρίς να έχει μάθει πως πράγματι, ο πατέρας του ήταν άλλος. Και πως η μητέρα του, που γοητεύθηκε από εκείνον (πώς θα μπορούσε να γίνει αλλιώς; ) ξαφνικά βρέθηκε άθυρμα μέσα στη χούντα. Είχε ένα παιδί μέσα της και έχανε τον Αντρα που την είχε συναρπάσει, γιατί έπρεπε να κρυφτεί.
«Στο μεταξύ η Ιστορία καλπάζει και η Ελλάδα ταξιδεύει ψηλαφίζοντας μέσα στο σκοτάδι της επταετίας κι ο Μίκης ταξιδεύει από εξορία σε φυλακές» λέει η Ιωάννα Κολοβού. «Ζάτουνα, Ωρωπός, Κορυδαλλός.» Η Αλεξάνδρα τον έχει ξαναβρεί, στην αρχή είναι με όλη την οικογένεια στη Ζάτουνα, κατόπιν παρακολουθεί ανήμπορη και να βοηθήσει και να ξεχάσει.
Πίσω από τον Μίκη, μονίμως μια διμοιρία από χωροφύλακες ακολουθούν κάθε του βήμα. Στα αρχεία της Χωροφυλακής ανακαλύπτουμε ότι γνώριζαν τα πάντα τα οποία προωθούσαν ανωτέρω δια πάσαν χρήσιν. Ο (Α)γνώστου πατρός ήταν γνωστός στη Χωροφυλακή, γιατί ο (α)γνωστος πατέρας του ρωτούσε τον αδερφό του κάθε φορά που μιλούσαν στο τηλέφωνο τι κάνει το αγόρι. Ο φάκελος στην Ασφάλεια αναφέρει τα περιεχόμενα των συνδιαλέξεων (εννοείται πως παρακολουθούνταν) την παραμονή της Αλεξάνδρας στη Ζάτουνα, ως βοηθού στο σπίτι, μια κάρτα που του στέλνει αργότερα…
Υστερα ο Μίκης πάει στο Παρίσι, κάνει δυνατό αντιδικτατορικό αγώνα και ακολουθεί η μεταπολίτευση και η δόξα, που διόλου δεν τον άλλαξε. Ηταν πάντοτε ο ίδιος, σεμνός, μετρημένος, προσιτός. Και ταυτόχρονα, Μεγάλος.
«Μια γλυκιά πικρή ιστορία» χαρακτηρίζει όσα εξιστορούνται, πάντοτε με λογοτεχνικό τρόπο η Ιωάννα Κολοβού. «Γι’ αυτό και χαιρετίζω αυτή την ηρωίδα τη Γωγώ Φάκου που βούτηξε στα βαθιά με κίνδυνο να βυθιστεί αλλά χωρίς φόβο για να βγάλει αυτή την ιστορία στο φως» είπε.
«Δεν διαθέτει σασπένς και άρωμα σκανδάλου όπως κάποιοι κακόπιστοι υποθέτουν και μου το είπαν κατάμουτρα… Θα μπορούσαμε να το εντάξουμε στη θέση του ντοκουμέντου, της ιστορικής μαρτυρίας αν δεν είχε τη φιλοδοξία να προφέρει την πολύτιμη λύτρωση στους πρωταγωνιστές… Τα καταφέρνει και με το παραπάνω.»
Ο Νίκος γνώρισε τον βιολογικό του πατέρα αφού πέρασαν κάποια χρόνια, όχι τόσα ώστε να μην επιτρέψουν το χτίσιμο της σχέσης τους. Συνεχίζει να μάχεται για τη διάδοση του έργου του μέσα από το διαδικτυακό Ράδιο Μίκης για το οποίο ήταν πολύ χαρούμενος και περήφανος και Εκείνος.