«Αυτό που πραγματικά χρειαζόμαστε είναι μία νέα και αποτελεσματική διεθνή αρχιτεκτονική που θα μπορούσε να εγγυηθεί θεμελιώδη δικαιώματα. Φαίνεται πως στερούμαστε αποτελεσματικότητας» τόνισε ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης μιλώντας στην Ετήσια Συνάντηση των Πρέσβεων της Λετονίας στη Ρίγα.
Ο κ. Γεραπετρίτης σημείωσε ότι τα τελευταία τρία χρόνια έχει υπάρξει μία απόλυτη, ή τουλάχιστον μερική, αποτυχία της διεθνούς αρχιτεκτονικής ασφαλείας, «διότι η αλήθεια είναι πως διεξάγονται δύο μείζονες πόλεμοι σε πολύ κρίσιμες περιοχές» και επισήμανε ότι τώρα έχουμε σχεδόν 55 συγκρούσεις στον κόσμο, όπου σχεδόν το ένα τέταρτο των κρατών βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε κατάσταση σύγκρουσης.
«Ωστόσο, δεν έχουμε πραγματικά αντιμετωπίσει αυτά τα ζητήματα. Και δεν έχουμε αντιμετωπίσει τα βαθύτερα αίτιά τους, τα οποία παράγουν και αναπαράγουν αυτά τα είδη συγκρούσεων, είτε πρόκειται για διεθνείς ή εθνικές συγκρούσεις, είτε πρόκειται για τον λιμό και την κλιματική κρίση. Νομίζω οι προκλήσεις παραμένουν» είπε.
Επισήμανε δύο ζητήματα σχετικά με τον παγκόσμιο χαρακτήρα των προκλήσεων. Το πρώτο ζήτημα-όπως είπε- αφορά το πώς δομούμε, το πώς επανεξετάζουμε το σύστημα της διεθνούς ασφαλείας.
«Συζητούσα με την Υπουργό Εξωτερικών πως το μεταπολεμικό διεθνές σύστημα βασίστηκε στην ιδέα των δικαιωμάτων αρνησικυρίας. Και αυτό έχει αποδειχθεί εντελώς αναποτελεσματικό για διαφορετικούς λόγους. Για παράδειγμα, όσον αφορά το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, η αρνησικυρία ήταν ουσιαστικά ένα ισχυρό εργαλείο στα χέρια των νικητών του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Αντίθετα, στην Ευρωπαϊκή Ένωση το δικαίωμα αρνησικυρίας ήταν ουσιαστικά το εργαλείο των πιο αδύναμων κρατών μελών. Ακριβώς επειδή η Συνθήκη ήθελε να εγγυηθεί ένα επίπεδο συμπεριληπτικότητας εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε μία εποχή όπου υπήρχε ακόμη αισθητή καχυποψία έναντι των αποφάσεων των ισχυρών ευρωπαϊκών κρατών» τόνισε ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών.
Σύμφωνα με τον κ. Γεραπετρίτη το συμπέρασμα είναι πλέον πως σε αμφότερες τις περιπτώσεις βλέπουμε πως ακόμα και απλές αποφάσεις, αποφάσεις που είναι θεμελιωμένες στο διεθνές δίκαιο ή αποφάσεις για τις οποίες στην ουσία δεν υφίστανται αντεπιχειρήματα, όπως η παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας και η εκεχειρία στο Σουδάν ή η παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας σε άλλα μέρη του κόσμου, όπως η Μέση Ανατολή, ή η απόφαση για την Ουκρανία, δεν μπορούν να ληφθούν. Και συμπλήρωσε σε:
« Δεν μπορούμε να καταλήξουμε σε απόφαση, επειδή δεν μπορεί να υπάρξει ομοφωνία. Ο προφανής λόγος είναι ότι τα εμπλεκόμενα μέρη έχουν δικαίωμα αρνησικυρίας, το οποίο στην ουσία σημαίνει πως δεν υπάρχει τρόπος να ληφθεί απόφαση με ομοφωνία. Σε αυτές τις περιπτώσεις, εντός της ΕΕ, είμαστε πολύ εφευρετικοί στο να παρακάμπτουμε την αρνησικυρία, όπως με διαλείμματα για καφέ και άλλες παρόμοιες καταστάσεις. Αλλά αυτό δεν μπορεί προφανώς να συνιστά απάντηση σε θεσμικό επίπεδο. ‘Αρα πρέπει να επανεξετάσουμε την διαδικασία λήψης αποφάσεων στους διεθνείς οργανισμούς. Και κάποιες φορές και τη σύνθεση. Παράδειγμα είναι το Συμβούλιο Ασφαλείας, το οποίο δεν αντιπροσωπεύει επ’ ουδενί την ισορροπία ισχύος σήμερα.»
Το δεύτερο ζήτημα, όπως είπε, αφορά επίσης τη διπλωματία, και έχει να κάνει με το πού δίνουμε έμφαση στη διεθνή σκηνή. Προσέθεσε πως πέρα από τους βασικούς διεθνείς οργανισμούς, όπως τα Ηνωμένα Έθνη, την Ευρωπαϊκή Ένωση ή το Συμβούλιο της Ευρώπης, η διεθνής αρχιτεκτονική έχει βασιστεί στην ιδέα της περιφερειακής συνεργασίας.
«Βαλτικές χώρες, Βαλκάνια, Λατινική Αμερική. Νομίζω ότι αυτό έχει οδηγήσει σε ενός είδους «κατακερματισμό» της διεθνούς συνεργασίας. Νομίζω ότι είναι ζωτικής σημασίας να αλλάξουμε τα πρότυπα συνεργασίας μεταξύ των κρατών, προκειμένου να φέρουμε κοντά χώρες που δεν βρίσκονται σε γεωγραφική εγγύτητα, αλλά που, όμως, ομονοούν. Εξήγησα, επίσης, στην Υπουργό Εξωτερικών της Λετονίας ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, εμείς, στο Νότο της Ευρώπης, δεν φαίνεται να κατανοούμε την πολιτική στάση των σκανδιναβικών ή των βαλτικών κρατών και τις προτεραιότητες της εξωτερικής τους πολιτικής, και το αντίστροφο. Αν και οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε είναι απολύτως κοινές. Όταν συζητούσαμε με την Υπουργό, δεν υπήρχε κανένα σημείο διαφοράς. Γιατί; Επειδή έχουμε ακριβώς τις ίδιες ανησυχίες. Είμαστε επιφυλακτικοί για τα ίδια πράγματα. Βρισκόμαστε στα εξωτερικά σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης» είπε ο κ. Γεραπετριτης.
Τόνισε με έμφαση ότι σήμερα υποφέρουμε από τις υβριδικές απειλές σχεδόν στο ίδιο επίπεδο, όταν πρόκειται για περιπτώσεις παράνομης, παράτυπης μετανάστευσης, αναθεωρητισμού ή επιθετικότητας.
«Αντιμετωπίζουμε ακριβώς τα ίδια προβλήματα, αλλά δεν έχουμε έναν μόνιμο δίαυλο επικοινωνίας. Έτσι, αυτό που θεωρώ πραγματικά σημαντικό είναι να αναπτύξουμε μία διαπεριφερειακή συνεργασία» είπε.Προς τούτο συμπλήρωσε, πρέπει να γίνονται αυτές οι συναντήσεις, «ώστε να προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε καλύτερα ο ένας τον άλλον, προς όφελος της ηπείρου μας και του κόσμου. Νομίζω ότι πρέπει να αναπτύξουμε μια πολύ πιο ανοιχτή και διαπεριφερειακή αντίδραση σε ό,τι συμβαίνει. Και πάνω απ’ όλα πρέπει να αναπτύξουμε μια αμοιβαία επίγνωση και κατανόηση για τα πολιτικά φαινόμενα. Νομίζω, λοιπόν, ότι αντιμετωπίζουμε τεράστιες αλλαγές στο παγκόσμιο περιβάλλον. Και σε ορισμένες περιπτώσεις, δεν είμαστε έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε αυτές τις τεκτονικές αλλαγές παγκοσμίως».
Ο κ. Γεραπετριτης ανέφερε ότι η συμβατική εξωτερική πολιτική βασιζόταν στην ιδέα της πρόβλεψης όπου προσπαθούσαμε να προβλέψουμε τι πρόκειται να συμβεί, κάτι που σήμερα είναι απολύτως αδύνατο.
«Δεν μπορούμε να προβλέψουμε τίποτα, ούτε καν για το εγγύς μέλλον. Τώρα πρέπει να επεξεργαζόμαστε, κυρίως, υποθετικά σενάρια. Γιατί η αλήθεια είναι ότι η δουλειά μας είναι πάνω απ’ όλα να έχουμε γρήγορες και αποτελεσματικές λύσεις σε όλα τα πιθανά προβλήματα που μπορεί να ανακύψουν. Και ένας καλός διπλωμάτης είναι ένας πολύ καλά προετοιμασμένος διπλωμάτης» τόνισε.
Ο κ. Γεραπετρίτης κατέληξε λέγοντας ότι σήμερα η είναι ίσως η πιο δύσκολη χρονική στιγμή, μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, για να είναι κάποιος Υπουργός Εξωτερικών « ειδικά εάν πρόκειται για Υπουργό Εξωτερικών ενός μη μόνιμου μέλους του Συμβουλίου Ασφαλείας, που είμαστε εμείς φέτος και του χρόνου, και που φιλοδοξείτε να γίνετε εσείς του χρόνου».