Μετά την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ, και κυρίως μετά την ορκωμοσία του την Δευτέρα, η αντιπολίτευση, εξαντλημένη και απογοητευμένη, αγωνίζεται να βρει την φωνή της.
Το 2017, την ώρα που ο Τραμπ έκανε την πρώτη του είσοδο στην Λευκό Οίκο, εκατομμύρια Αμερικανοί κατέβηκαν στους δρόμους για να δηλώσουν την αντίστασή τους και οι Δημοκρατικοί υπόσχονταν να φράξουν τον δρόμο στον νέο πρόεδρο.
Οκτώ χρόνια αργότερα, την ώρα που ο ρεπουμπλικανός πρόεδρος επιστρέφει στην εξουσία με μια ομοβροντία επίμαχων έως προκλητικών αποφάσεων και μέτρων, οι διαδηλώσεις είναι σποραδικές και η αντιπολίτευση στο Κονγκρέσο μάλλον μιλάει για «συνεργασία» μαζί του σε ορισμένα θέματα παρά για αντίσταση.
«Η αντίσταση per se είναι μία στρατηγική προορισμένη να αποτύχει», λέει ο Αντριου Κονεσούσκι, πρώην σύμβουλος επικοινωνίας του επικεφαλής των Δημοκρατικών της Γερουσίας Τσακ Σούμερ. «Αν η στρατηγική της αντίστασης λειτουργούσε, ο Τραμπ δεν θα ήταν σήμερα πρόεδρος».
Οι Δημοκρατικοί ανήγαγαν την «αντίσταση» στον Τραμπ κεντρικό άξονα της προεκλογικής τους καμπάνιας το 2024 και τα αποτελέσματα ήταν ασήμαντα, λέει.
Την ώρα που ο Ντόναλντ Τραμπ υπόσχεται «να απελάσει εκατομμύρια και εκατομμύρια» παράνομους μετανάστες, απειλεί να αποσύρει τις ΗΠΑ από το ΝΑΤΟ ή ορκίζεται ότι θα καταδιώξει τον «εσωτερικό εχθρό», η απάντηση των Δημοκρατικών παραπέμπει μάλλον σε στάση αναμονής παρά σε αποτροπιασμό.
Ο Αντριου Κονεσούσκι δηλώνει ότι η αντιπολίτευση έχει αλλάξει στρατηγική για να επικεντρωθεί σε συγκεκριμένα σημεία του προγράμματος του Ντόναλντ Τραμπ προσφεύγοντας στην δικαστική εξουσία και στην επικοινωνία.
«Η “αντίσταση” δεν έχει εξαφανισθεί, έχει εξελιχθεί. Μεταφέρθηκε από τον δρόμο στα δικαστήρια», λέει χρησιμοποιώντας ως παράδειγμα τις προσφυγές δημοκρατικών κυβερνητών 20 πολιτειών που ζητούν την ακύρωση του διατάγματος που έχει υπογράψει ο Τραμπ για την κατάργηση του δικαίου του εδάφους.
Ομοσπονδιακός δικαστής ανέστειλε σήμερα την ισχύ του χαρακτηρίζοντάς το «προδήλως αντισυνταγματικό».
Ο Μάικ Φέιχι, σύμβουλος εκλογικής στρατηγικής υποψηφίων του Δημοκρατικού Κόμματος, εκείνοι που κινητοποιήθηκαν κατά του Ντόναλντ Τραμπ το 2024, για να τον δουν τελικά να καταφέρνει μία άνετη εκλογική νίκη, υποφέρουν μάλλον από εξάντληση παρά από απάθεια.
«Αντί να στηρίζονται στις ογκώδεις θεαματικές διαδηλώσεις που σημάδεψαν τις πρώτες εβδομάδες της προεδρίας Τραμπ το 2017, οι οργανώσεις της αντιπολίτευσης έχουν αρχίσει να χρησιμοποιούν λιγότερο ηχηρές δημόσιες εκδηλώσεις για να επιτύχουν τους στόχους τους».
Αν η νίκη του Ντόναλντ Τραμπ τον Νοέμβριο ήταν οδυνηρή για τους Δημοκρατικούς, πολλοί θεωρούν επίσης ότι ο χαρακτηρισμός του προέδρου ως πεμπτουσίας των δεινών της αμερικανικής κοινωνίας δεν μπορεί παρά να έχει αντίθετο αποτέλεσμα, όπως και τα ουρλιαχτά μετά από κάθε ανακοίνωση-σοκ του προέδρου.
Ο Πίτερ Λοτζ, καθηγητής Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Τζορτζ Ουάσινγκτον πιστεύει ότι έξυπνη αντιπολίτευση για τους Δημοκρατικούς θα είναι να αγνοούν τα post του Ντόναλντ Τραμπ στην πλατφόρμα του, το Truth Social.
Θα πρέπει επίσης να αγνοήσουν τις «αστραφτερές ντισκομπάλλες» για να επικεντρωθούν στην καθημερινότητα των Αμερικανών, δηλαδή σε συγκεκριμένους πολιτικούς στόχους.
Αν ο Τραμπ κέρδισε όλες τις πολιτείες-κλειδιά στις τελευταίες εκλογές, η νίκη του στην λαϊκή ψήφο ήταν λιγότερο εντυπωσιακή. Το επιχείρημα αυτό χρησιμοποιούν ορισμένες ομάδες της αντιπολίτευσης για να αποκρούσουν την ιδέα ότι ο πρόεδρος έχει στην διάθεσή του σαφή και μη ανακλητή εντολή, όπως του αρέσει να λέει.
«Οι Δημοκρατικοί δεν έχουν την πολυτέλεια να καταφύγουν πίσω από ημίμετρα και δικαιολογίες», λέει ο Εζρα Λεβίν, εκτελεστικός πρόεδρος του λόμπι της αδιαίρετης αριστεράς.
«Αν δεν έχουν τα κότσια να αγωνιστούν τώρα που όλα διακυβεύονται, θα προσφέρουν στον Τραμπ και στους Ρεπουμπλικανούς του MAGA αυτό ακριβώς που θέλουν: μία νίκη της προπαγάνδας που θα ενθαρρύνει τις επιθέσεις του κατά των ελευθεριών μας».