today-is-a-good-day
9.7 C
Athens

Γερμανία: Μείωση κατά 0,2% του ΑΕΠ για το 2024 – Ασθενής ανάπτυξη προβλέπεται για το 2025

Το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν της Γερμανίας συρρικνώθηκε το 2024 κατά 0,2% σε σχέση με το προηγούμενο έτος, ανακοίνωσε σήμερα η Ομοσπονδιακή Στατιστική Υπηρεσία. Ιδιαίτερα δύσκολη ήταν η κατάσταση για τις επιχειρήσεις, με τον κατασκευαστικό και τον μεταποιητικό κλάδο να υφίστανται την ισχυρότερη πίεση. Ελάχιστα καλύτερη διαφαίνεται η κατάσταση για το τρέχον έτος, σύμφωνα με πρόβλεψη του Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών Ifo του Μονάχου.

Η γερμανική οικονομία βρισκόταν ήδη υπό πίεση το 2023, με το ΑΕΠ να μειώνεται κατά 0,3%. Κατά το α’ τρίμηνο του 2024 το ΑΕΠ σημείωσε ελαφρά ανάπτυξη, μειώθηκε εκ νέου κατά το β’ τρίμηνο και στη συνέχεια αυξήθηκε ελάχιστα στο γ’ τρίμηνο. Σύμφωνα με τα τρέχοντα στοιχεία, στο δ’ τρίμηνο το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 0,1%, εκκρεμεί ωστόσο η επισημοποίηση των δεδομένων.

Η πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Στατιστικής Υπηρεσίας Ρουθ Μπραντ απέδωσε τα προβλήματα της γερμανικής οικονομίας σε «κυκλικά και διαρθρωτικά βάρη», τα οποία, όπως είπε, περιλαμβάνουν τον διαρκώς αυξανόμενο διεθνή ανταγωνισμό για την γερμανική εξαγωγική βιομηχανία, το υψηλό ενεργειακό κόστος, το ακόμη υψηλό επίπεδο των επιτοκίων και τις αβέβαιες οικονομικές προοπτικές για το μέλλον.

Η γερμανική οικονομία, εξήγησε η κυρία Μπραντ, δέχεται πίεση και από το γεγονός ότι η Κίνα έχει χάσει την δυναμική της στις διεθνείς αγορές ως μοχλός ανάπτυξης, ενώ αυξάνεται και ο αριθμός των πτωχεύσεων γερμανικών επιχειρήσεων, με τις εξαγωγικές προοπτικές να συρρικνώνονται διαρκώς. Ταυτόχρονα, οι υψηλές τιμές ενέργειας και η πολλή γραφειοκρατία επιβαρύνουν την Γερμανία ως τόπο επιχειρήσεων. Επιπλέον, είναι πλέον σημαντικό το θέμα των υποδομών, οι οποίες χρειάζονται συντήρηση.

Στον κλάδο της μεταποίησης, η ακαθάριστη προστιθέμενη αξία μειώθηκε το 2024 κατά 3,0%. Στην μηχανολογία και στην αυτοκινητοβιομηχανία η παραγωγή μειώθηκε και σε χαμηλό επίπεδο έμεινε επίσης η παραγωγή σε ενεργοβόρες βιομηχανίες όπως τα χημικά και τα μέταλλα. Ακόμη περισσότερο, κατά 3,8%, μειώθηκε η ακαθάριστη προστιθέμενη αξία στον κατασκευαστικό κλάδο, καθώς οι νέες οικοδομές περιορίστηκαν λόγω του αυξημένου κόστους κατασκευής και των υψηλών επιτοκίων. Μικρή ανάπτυξη ύψους 0,8% σημείωσε αντιθέτως ο τομέας των υπηρεσιών.

Οι καταναλωτές από την άλλη πλευρά εμφανίζονται αβέβαιοι για το μέλλον, στοιχείο που αποτυπώνεται στην μόλις κατά 0,3% αύξηση των καταναλωτικών δαπανών για το 2024. Τα υψηλότερα έξοδα αφορούσαν την υγεία (+2,8%) και τις μεταφορές (+2,1%). Οι Γερμανοί ξόδεψαν ωστόσο σε σχέση με το 2023 κατά 4,4% λιγότερα στην εστίαση και σε τουριστικά καταλύματα και κατά 2,8% λιγότερα σε είδη ένδυσης και υπόδησης.

Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση πάντως παρέμεινε δαπανηρή, ξοδεύοντας περισσότερα από τα έσοδά της. Σύμφωνα με τα προκαταρκτικά στοιχεία, το κοινό έλλειμμα ομοσπονδιακής κυβέρνησης, κρατιδιακών κυβερνήσεων, δήμων και κοινοτήτων ανήλθε σε 113 δισεκατομμύρια ευρώ, έναντι 107,5% για το 2023. Το έλλειμμα για το 2023 έφθασε το 2,6%, σαφώς κάτω από το όριο του 3% που θέτει το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ούτε όμως το νέο έτος φαίνεται να επιφυλάσσει ιδιαίτερα θετικές προοπτικές για την γερμανική οικονομία, ειδικά μετά και την επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ και τις απειλές του για επιβολή αυξημένων δασμών στα ευρωπαϊκά προϊόντα.

Σύμφωνα με σημερινή ανακοίνωση του Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών Ifo του Μονάχου, για το 2025 αναμένεται «ελάχιστα αισθητή» ανάπτυξη της τάξεως του 0,4%. «Η Γερμανία διέρχεται την μακράν μεγαλύτερης διάρκειας φάση στασιμότητας στην μεταπολεμική ιστορία της. Υστερεί επίσης σημαντικά και στην διεθνή σύγκριση», δήλωσε ο επικεφαλής οικονομικών προβλέψεων του Ινστιτούτου Τίμο Βολμερχόιζερ.

Εάν δεν ληφθούν μέτρα, προειδοποίησε, οι κατασκευαστικές εταιρίες θα συνεχίσουν να μεταφέρουν τις δραστηριότητές τους στο εξωτερικό, η αύξηση της παραγωγικότητας θα παραμείνει ασθενής και η προστιθέμενη αξία και η απασχόληση θα μεταφερθούν από τους τομείς υψηλής παραγωγικότητας σε αυτούς της χαμηλότερης. «Εάν καθοριστεί όμως γρήγορα και αξιόπιστα η σωστή πορεία οικονομικής πολιτικής, η επένδυση και η εργασία στην Γερμανία θα αποκτούσαν και πάλι αξία», επισήμανε και εξήγησε ότι «σε σύγκριση με άλλες τοποθεσίες σε όλο τον κόσμο, η φορολογική επιβάρυνση, η γραφειοκρατία και το ενεργειακό κόστος επιβαρύνουν ιδιαίτερα τις επιχειρήσεις στην Γερμανία», ενώ ταυτόχρονα είναι επείγουσα η ανάγκη για ανανέωση της ψηφιακής υποδομής, της ενέργειας και των μεταφορών και για προσέλκυση εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ