Υπάρχει μια τάση τελευταία να θέλουν οι άνθρωποι να προσδιορίσουν αυτό που τους συμβαίνει ή αυτό που ζουν με λέξεις-ταμπέλες. Για παράδειγμα αν δεν έχουν καλή διάθεση θεωρούν ότι πάσχουν από κατάθλιψη, αν τα παιδιά τους δεν είναι συνεργάσιμα έχουν ΔΕΠΥ, το κάνουν όμως και στις διαπροσωπικές τους σχέσεις. Θέλουν σύντομα να δώσουν τίτλο στο τι έχουν με κάποιον.
Της Μίκας Πανάγου*
Συνήθως μπορεί να κρύβεται μια εσωτερική ανασφάλεια του τι συμβαίνει αλλά και ανακούφισης με το να υπάρχει τίτλος. Σκεφτείτε να πάρετε ένα βιβλίο χωρίς τίτλο και να το διαβάσετε. Θα φανεί παράξενο και μπορεί κάποιος να μην το επιλέξει γι αυτό το λόγο. Δεν χρησιμοποιούμε την περιγραφή ενώ σε πολλές περιπτώσεις είναι περισσότερο κατατοπιστική. Η ταμπέλα ακολουθείται από διαφορετικότητα και αντίστοιχα εκείνη από «ρετσινιά». Αν περιγράφαμε μια συμπεριφορά, τις συνθήκες κάτω από τις οποίες εκδηλώνεται θα δημιουργούσε πιο εύκολα ένα πλαίσιο να προταθούν λύσεις. Σαφώς και δεν αμφισβητεί κανείς τις διαγνώσεις όμως θα πρέπει να υπάρχουν οπού απαιτείται και από τον κατάλληλο ειδικό. Το να βάλουμε έναν τίτλο σε ένα παιδί που διαφέρει ή έχει μια πιο έντονη προσωπικότητα απλά βοηθάει να περιθωριοποιηθεί.
Το να πιέσουμε έναν άνθρωπο που μόλις μας έχει γνωρίσει να πει ότι έχει κάτι επίσημο θα ασκήσει πίεση. Ενισχύεται καθημερινά και από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αφού έχει παρατηρηθεί το φαινόμενο ο κόσμος να αναλαμβάνει χρέη ψυχολόγου, δικηγόρου, δασκάλου και να εκφέρει άποψη. Σε παρεξηγήσεις ατόμων προτρέχουμε να βγάλουμε ένα συμπέρασμα. Θεωρούμε ότι κάποιος έχει θυμώσει μαζί μας ή αδιαφορεί και έτσι δεν επικοινωνούμε μαζί του τι έχει πέσει στην αντίληψη μας.
Κάθε άνθρωπος έχει τις δικές του οπτικές και μοναδική προσωπικότητα. Το να βάζουμε στο ίδιο σακί όλους ενισχύει την κοινωνική απομόνωση που ανθίζει τα τελευταία χρόνια. Καταλήγουμε να μας απορρίπτουν και να νιώθουμε μόνοι χωρίς να έχει προηγηθεί κάποια προσπάθεια ανάλυσης. Θυμώνουμε σαν γονείς γιατί κάναμε λάθη και το παιδί μας αποκλίνει από τα υπόλοιπα και συνέχεια το μαλώνουμε ενώ δεν μιλήσαμε με έναν ειδικό να μας πει οπτικές του τι συμβαίνει.
Η κοινωνία όπου ανήκουμε όλοι μας έγινε ένας πολύ αυστηρός κριτής. Αδυνατεί να εντοπίσει θετικά στοιχεία, κρίνει και κρίνετε, η αισιοδοξία είναι λες και έφυγε μακρινό ταξίδι. Βουλιάζει συνεχώς σε μια μοιρολατρία, παθιάζεται με το πρόβλημα της διπλανής πόρτας, κοιμάται και ξυπνάει με το να τους έχει όλους γύρω του καλά και ο ίδιος; Ο ίδιος πουθενά, στο κενό χωρίς χρόνο και χώρο. Σαν να μην του ταιριάζει κανένα ενδιαφέρων, σαν να μην αξίζει κανένα μπράβο, σαν να μην μπορεί να αναπνεύσει γιατί θα το κάνει λάθος και αυτό.
Σαν να έχει όλες τις διαταραχές και παθήσεις.Σαν να μην πρέπει να χαρεί και όλα αυτά γιατί μονίμως κυκλοφορούν ταμπέλες. Να θυμόμαστε να ζούμε χωρίς να είναι όλα μαύρα. Να μην αυτό τιμωρούμαστε σαν να είμαστε υπεύθυνοι για όλα τα κακά. Να αγαπάμε και να μας αγαπάνε γιατί είμαστε άνθρωποι.
* Η Μίκα Πανάγου είναι κοινωνική λειτουργός με εκπαίδευση στη συστημική οικογενειακή θεραπεία – Facebook – Instagram