Γίνεται πολύ λόγος για τις επιλογές προσώπων σε θέσεις κλειδιά της αμερικανικής κυβέρνησης από τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ. Αναλύοντας τις επιλογές, αυτό που προκύπτει είναι ότι όλοι οι υποψήφιοι που έχει ανακοινώσει ο εκλεγμένος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών μοιράζονται, ένα κοινό χαρακτηριστικό. Σχεδόν όλοι, στο παρελθόν, έχουν πέσει θύματα κυβερνητικών διώξεων, είχαν ασκήσει έντονη κριτική στην κυβέρνηση Μπάιντεν – Χάρις, και το κυριότερο είναι πιστοί υποστηρικτές του προέδρου Τραμπ και της επαναστατικής, όπως όλα δείχνουν, ατζέντας του.
Του Δημήτρη Γ. Απόκη*
Ο Ίλον Μασκ, αποτέλεσε για μεγάλο χρονικό διάστημα στόχο, ρυθμιστικών υπηρεσιών της κυβέρνησης. Ο Ρόμπερτ Κένεντι Τζούνιορ, που έχει προταθεί για τσάρος των υπηρεσιών υγείας, αποτελεί για χρόνια άσπονδο εχθρό, των πανίσχυρων κυβερνητικών οργανισμών του χώρου και των επιδοτούμενων φαρμακευτικών εταιριών και επιστημόνων. Ο προτεινόμενος για τη θέση του Υπουργού Άμυνας, έχει γράψει ένα βιβλίο για τη διαφθορά στο Πεντάγωνο και είναι εδώ και πολύ καιρό πολέμιος της πολιτικής DEI (Ένταξη. Ισότητα. Διαφορετικότητα) στις ένοπλες δυνάμεις. Η Τούλσι Γκάμπαρντ, που έχει προταθεί για επικεφαλής των Υπηρεσιών Πληροφοριών των ΗΠΑ, είχε τοποθετηθεί από την κυβέρνηση σε λίστα παρακολούθησης ταξιδιών για λόγους εθνικής ασφάλειας. Ο υποψήφιος τσάρος για την προστασία των συνόρων, Τομ Χόμαν χλευάστηκε από την κυβέρνηση Μπάιντεν – Χάρις και τις υπηρεσίες Εσωτερικής Ασφάλειας ως φανατικό γεράκι των συνόρων. Ο υποψήφιος Υπουργός Δικαιοσύνης, Ματ Γκέητς, έχει γίνει στόχος ερευνών στο Κογκρέσο, από τους Δημοκρατικούς, και αποτελούσε, ίσως, τον σκληρότερο υποστηρικτή του προέδρου Τραμπ και της ατζέντας του στο Κογκρέσο.
Το κυριότερο χαρακτηριστικό, όλων των υποψηφίων, είναι ότι δεν πρόκειται για πρόσωπα του κατεστημένου της Ουάσιγκτον, δεν προέρχονται από τις δεξαμενές σκέψης της αμερικανικής πρωτεύουσας, δεν είναι από τις τάξεις των αποκαλούμενων σοφών, δεν είναι μεγιστάνες εταιριών και επενδυτικών οίκων. Με απλά λόγια, είναι απαλλαγμένοι από το είδος της πολιτισμικής νοοτροπίας του διοικητικού κράτους που, όπως έδειξε η σαρωτική νίκη Τραμπ και των Ρεπουμπλικάνων στις εκλογές, έχει αποξενώσει και τρομοκρατήσει τους πολίτες.
Επίσης, όλοι αντιμετωπίζονται από τα συστημικά μέσα ενημέρωσης, την ελίτ των δυο ακτών της Αμερικής, και την κυβερνητική γραφειοκρατία, ως αντικαθεστωτικοί και ακραίοι που αγγίζουν μέχρι και τα όρια της τρέλας.
Τέλος, δεν είναι ριζοσπάστες ή μηδενιστές. Αντίθετα, είναι μεταρρυθμιστές που προσπαθούν να περικόψουν ή να εξαλείψουν την διογκωμένη κυβερνητική γραφειοκρατία, και να επαναφέρουν τους θεσμούς και τις υπηρεσίες στις κανονικές τους λειτουργίες και τις προβλεπόμενες αποστολές τους.
Αυτά τα χαρακτηριστικά, καθιστούν την επερχόμενη κυβέρνηση Τραμπ, απρόβλεπτη και γρίφο τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό.
Σαν αποτέλεσμα είναι λάθος, να αναλύει κανείς την πολιτική που θα προωθήσει η κυβέρνηση Τραμπ στην κρίσιμη περίοδο την ερχόμενη τετραετία, μέσα από δηλώσεις τους παρελθόντος και απόψεις που έχουν διαμορφωθεί από την εικόνα που παρουσιάζεται στα μέσα ενημέρωσης, αμερικανικά και διεθνή.
Ειδικότερα για τη χώρα μας, καλό θα είναι να μη βιαζόμαστε να βγάλουμε συμπεράσματα που θα βασιστούν σε δηλώσεις και ενέργειες προσώπων κλειδιά, όπως ο υποψήφιος Υπουργός Εξωτερικών, γερουσιαστής Μάρκο Ρούμπιο, ο Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας του προέδρου, βουλευτής, Μάικλ Γουόλτς, και η υποψήφια επικεφαλής των Υπηρεσιών Πληροφοριών, Τούλσι Γκάμπαρντ. Είναι άλλο να είσαι μέλος του Κογκρέσου και άλλο μα κάθεσαι στην καρέκλα διαμόρφωσης πολιτικής.
Το μόνο σίγουρο, είναι ότι πρόκειται για μια κυβέρνηση ξεκάθαρα αντισυμβατική, με ριζοσπαστική και άρα απρόβλεπτη, με ότι αυτό μπορεί να σημαίνει.
* Ο Δημήτρης Γ. Απόκης, είναι Διεθνολόγος, με ειδίκευση στην Αμερικανική Εξωτερική Πολιτική, Γεωπολιτική και Διεθνή Οικονομία. Απόφοιτος των πανεπιστημίων The American University, School of International Service, και The Johns Hopkins University, The Paul H. Nitze, School of Advanced International Studies της Ουάσιγκτον. Είναι μέλος του The International Institute for Strategic Studies, του Λονδίνου. Ως Δημοσιογράφος, υπήρξε επί σειρά ετών διαπιστευμένος ανταποκριτής στο Λευκό Οίκο, στο Στέητ Ντιπάρτμεντ και στο Αμερικανικό Πεντάγωνο.