Σχετικά με το ενδεχόμενο μιας νέας μεταναστευτικής κρίσης στην Ευρώπη και το πώς συνδέεται αυτή με την κλιματική αλλαγή, μίλησε στο συνέδριο «Eighth Sustainability Summit for SE Europe & the Mediterranean – Re-inventing green leadership: Collectivity vs fragmentation?» του Economist Impact, η υφυπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, Σοφία Βούλτεψη.
Η κ. Βούλτεψη ξεκίνησε την ομιλία της στο πάνελ, με τίτλο «Μια νέα μεταναστευτική κρίση στην Ευρώπη; Πώς συνδέεται με την κλιματική αλλαγή», αναφερόμενη στις επιπτώσεις της ανάφλεξης στη Μέση Ανατολή, στο μεταναστευτικό σε συσχετισμό και με την κλιματική αλλαγή, τονίζοντας ότι ζούμε σε πολύ δύσκολους καιρούς με πολύ υψηλό αριθμό συγκρούσεων ανά τον κόσμο, κάτι που προκαλεί μαζικούς εκτοπισμούς.
«Τα τρία τελευταία χρόνια ήταν τα φονικότερα των τριών τελευταίων δεκαετιών από πολέμους. Πόσο μάλλον όταν σε αυτά προστίθεται η κλιματική αλλαγή. Το βλέπουμε και στον Λίβανο αυτή τη στιγμή. Για παράδειγμα, πριν από τον πόλεμο είχαμε δυόμισι εκατομμύρια πρόσφυγες. Από αυτούς 500.000 Παλαιστίνιοι. Αλλά τώρα υπάρχει και μια επιπλέον οδυνηρή εμπειρία ένα εκατομμύριο εσωτερικά εκτοπισμένοι που ζουν στους δρόμους και έρχεται χειμώνας. Άρα, η σύνδεση του κλίματος που δεν ξέρουμε πώς θα είναι φέτος σε σχέση με τον πόλεμο και τον εκτοπισμό, είναι πλέον άμεση», τόνισε η υφυπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, ενώ στη συνέχεια αναφέρθηκε και στην κλιματική αστάθεια που επίσης προκαλεί εκτοπισμούς.
Σύμφωνα με την κ. Βούλτεψη, «Πάρα πολλές χώρες, αυτή τη στιγμή, όπως η Σομαλία, η Αιθιοπία, το Νότιο Σουδάν, η Λιβύη, η Συρία, το Αφγανιστάν, το Πακιστάν, το Ιράν, είναι οι πλέον ευάλωτες και ταυτόχρονα είναι αυτές που σχετίζονται με τις μεταναστευτικές πιέσεις στην Ευρώπη.
Δουλεύοντας λοιπόν στο πεδίο διαπιστώνουμε ότι συνήθως στις χώρες αυτές που επηρεάζονται και από τους πολέμους και από τις κλιματικές αλλαγές, αμέσως μετά τις ξηρασίες ακολουθούν πλημμύρες. Με αποκορύφωμα πέρσι τον Νοέμβριο στη Σομαλία όπου σημειώθηκαν οι υψηλότερες μηνιαίες βροχοπτώσεις από το 1997. Οι καταρρακτώδεις βροχές προκάλεσαν εκτεταμένες πλημμύρες στο νότιο μισό της χώρας, επηρεάζοντας περισσότερους από 2,5 εκατομμύρια ανθρώπους και εκτοπίζοντας 1 εκατομμύριο ανθρώπους.
Το Νότιο Σουδάν πάλι, γνώρισε πέρυσι τις χειρότερες συνθήκες ξηρασίας των τελευταίων 40 χρόνων, μετά από πέντε χρόνια ελάχιστων βροχοπτώσεων και υψηλών θερμοκρασιών. Οι επιπτώσεις της καταιγίδας Ντανιέλ στη Λιβύη και στη χώρα μας και σε όλη τη Μεσόγειο είναι γνωστές, αλλά ως άμεσο αποτέλεσμα της υπερθέρμανσης του πλανήτη, η ασυνήθιστα ζεστή θερμοκρασία στην επιφάνεια της Μεσογείου προκαλεί ταχεία ενίσχυση μιας καταιγίδας. Όταν ο Ντάνιελ έφθασε στη Λιβύη, μεγάλα φράγματα κατέρρευσαν, απελευθερώνοντας τεράστιες εκτάσεις ποσότητες νερού και φυσικά πνίγοντας ανθρώπους. 4.500 σχεδόν νεκροί, 8.500 αγνοούμενοι που δεν μπορούμε να τους θεωρούμε πια αγνοούμενους ένα χρόνο μετά.
Το ίδιο γίνεται και στη Μέση Ανατολή. Οι περιοχές που διασχίζουν το ποτάμι Τίγρης και Ευφράτης, που περιλαμβάνουν περιοχές της Συρίας και του Ιράκ, σχηματίζουν στον χάρτη μια περιοχή σε σχήμα ημισελήνου και λόγω της ευφορίας των εδαφών τότε λεγόταν η εύφορη ημισέληνος. Ωστόσο, οι χαμηλές βροχοπτώσεις και οι υψηλές θερμοκρασίες τα τελευταία τρία χρόνια οδήγησαν αυτές τις κάποτε εύφορες εκτάσεις να έχουν καταστραφεί και να μην καλλιεργούνται. Και αυτό είναι ξεκάθαρα κάτι το οποίο επηρεάζει τη μετανάστευση».
«Ουσιαστικά, αυτό που συμβαίνει είναι ότι πλέον οι πρόσφυγες και μετανάστες, οι οποίοι αποφασίζουν να εγκαταλείψουν τη χώρα τους λόγω των πολέμων, τα τελευταία χρόνια έχουν ταυτιστεί με τους κλιματικούς μετανάστες. Γι’ αυτό μπορούμε πια να μιλάμε για αόρατους μετανάστες που είναι οι κλιματικοί μετανάστες» τόνισε η κ. Βούλτεψη και πρόσθεσε πως «Η Ελλάδα και η Κύπρος είναι οι χώρες που πιέζονται περισσότερο από αυτές τις καταστάσεις. Γιατί οι άνθρωποι που ζουν στις χώρες αυτές, που έχουν τις βαριές επιπτώσεις του κλίματος, σπάνια είναι σε θέση να αντιληφθούν την κατάσταση στην οποία βρίσκονται. Βλέπουν συγκεκριμένα πράγματα. Βλέπουν εμφυλίους πολέμους, τζιχαντιστές που σφάζουν και βιάζουν και πλημμύρες ή καύσωνες. Μετατοπίζονται στη διπλανή χώρα και συναντάνε τον επόμενο εμφύλιο πόλεμο, τους επόμενους τζιχαντιστές τους, την επόμενη πλημμύρα και τον επόμενο καύσωνα. Μετατοπιζόμενοι σιγά σιγά βρίσκονται τελικά στην Ευρώπη».
Η κ. Βούλτεψη αναφέρθηκε επίσης στο Κυπριακό, τονίζοντας ότι μετά από μισό αιώνα, αποφάσεις, ψηφίσματα και συζητήσεις, η χώρα παραμένη διχοτομημένη. «Βλέπουμε τον κ. Τατάρ ενόψει του δείπνου με τον πρόεδρο Χριστοδουλίδη να λέει ότι εγώ πάω εκεί για να συζητήσω μόνο για δύο κράτη» επισήμανε.
Καταλήγοντας η υφυπουργός υπογράμμισε ότι «Αυτή τη στιγμή έχουμε μπροστά μας ένα Λίβανο με 2,5 εκατομμύρια πρόσφυγες που ήδη υπήρχαν εκεί, με 1 εκατομμύριο εσωτερικά εκτοπισμένους που κοιμούνται στους δρόμους και με τον χειμώνα να έρχεται, θα έχει πλημμύρες, θα έχει καταιγίδες. Νομίζω ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία έχει πει ότι χρειάζονται γύρω στα 30 με 50 δισεκατομμύρια τον χρόνο για να αντιμετωπιστεί η κλιματική κρίση στη χώρα τους, πρέπει να αποφασίσει να το κάνει. Γιατί ξοδεύει όλα αυτά τα χρόνια πολύ περισσότερα για να πηγαινοέρχονται διάφοροι εμπειρογνώμονες και να λένε τη γνώμη τους».
Στη συνέχεια πήρε το λόγο στο ίδιο πάνελ ο υφυπουργός Μετανάστευσης και Διεθνούς Προστασίας της Κύπρου, Νικόλας Ιωαννίδης, ο οποίος τόνισε ότι γινόμαστε μάρτυρες μιας μεταναστευτικής κρίσης που έχει δημιουργηθεί από ένοπλες συρράξεις. «Όμως η τρέχουσα κατάσταση ίσως να επιδεινωθεί από τον αντίκτυπο της κλιματικής κρίσης» σημείωσε.
Σύμφωνα με τον κ. Ιωαννίδη, «Αυτές οι εξελίξεις έχουν γεννήσει δημογραφικές αλλαγές που φυσικά απαιτούν την προσοχή μας στην Ελλάδα και την Κύπρο. Είχαμε άλλωστε τον άμεσο αντίκτυπο των μεταναστευτικών ροών μεταξύ των 27 κρατών μελών. Η Κύπρος έχει τον μεγαλύτερο αριθμό αιτήσεων πρώτης γραμμής για διεθνή προστασία αναλογικά με τον πληθυσμό της. Το ποσοστό των αιτούντων διεθνούς προστασίας και των δικαιούχων στην Κύπρο αντιστοιχεί στο 6% του πληθυσμού της χώρας που είναι πάνω από τον μέσο όρο της Ε. Ε.
Είναι μια ευκαιρία να ηγηθούμε δια του παραδείγματος. Η κυβέρνηση λοιπόν της Κυπριακής Δημοκρατίας έχει εφαρμόσει μια πολυεπίπεδη στρατηγική μετανάστευσης, πάντοτε συμμορφούμενη με το διεθνές δίκαιο». Και πρόσθεσε ο κ. Ιωαννίδης ότι η επείγουσα εσπευσμένη διαδικασία εξέτασης των αιτήσεων, η βελτίωση των κέντρων υποδοχής, η δημιουργία μονοπατιών για νόμιμη μετανάστευση και η προετοιμασία ενός συνεκτικού πλαισίου στρατηγικής αποτελούν μια μαρτυρία ως προς τούτο.
Αναφερόμενος και στη διάσταση της κλιματικής αλλαγής, τόνισε ότι «Παρά ταύτα, τώρα αντιμετωπίζουμε μια πρόσθετη διάσταση στη μετανάστευση που δεν μπορεί να παραμεληθεί. Η κλιματική κρίση είναι μια πρόκληση του καιρού μας και φυσικά οι συνέπειες αυτής τώρα προκαλούν εκτοπισμό, μετατόπιση και μετανάστευση.
Ο όρος “κλιματικοί πρόσφυγες” έχει αναδυθεί για να περιγράψει αυτούς που έχουν αναγκαστεί να φύγουν από το σπίτι τους λόγω της περιβαλλοντικής υποβάθμισης. Ταυτόχρονα, διεθνή πλαίσια, όπως οι διεθνείς συμβάσεις, δεν αναγνωρίζουν την κλιματική κρίση και τον εκτοπισμό. Αυτό υπογραμμίζει την αδήριτη ανάγκη για μια παγκόσμια στρατηγική ώστε να μελετηθεί το σύνορο μεταξύ κλιματικής αλλαγής και μετανάστευσης.
Μια κλιματική αλλαγή, η οποία μεταμορφώνει τα μοτίβα μετανάστευσης με απρόβλεπτο τρόπο. Ξηρασίες, πλημμύρες και άνοδο της θερμοκρασίας καθιστούν μεγάλες εκτάσεις γαιών προβληματικές χωρίς μια βιώσιμη εναλλακτική. Οι οικογένειες ξεκινούν ένα επικίνδυνο ταξίδι στη Μεσόγειο, αναζητώντας επιβίωση αλλά και ασφάλεια στην Ευρώπη. Έτσι, η Μεσόγειος γίνεται ένας κύριος δρόμος για εκείνους που φεύγουν.
Λόγω όχι μόνο οικονομικών αιτιών, αλλά και λόγω περιβαλλοντικών αιτιών. Η κλιματική αλλαγή πρέπει να αποτελέσει την προμετωπίδα των προσπαθειών. Η Ευρώπη θα πρέπει να βρεθεί στην πρωτοκαθεδρία στην αναζήτηση βιώσιμων λύσεων που θα υποστηρίζουν τις ευάλωτες περιοχές. Χωρίς αυτά τα βήματα, το κύμα των προσφύγων θα μεγαλώνει μόνο προκαλώντας πρόβλημα όχι μόνο στην Ευρώπη, αλλά στην παγκόσμια κοινότητα».
Η Μπιργκίτε Μπίσοφ Έμπεσεν, περιφερειακή διευθύντρια για την Ευρώπη της Διεθνούς Ομοσπονδίας του Ερυθρού Σταυρού επεσήμανε κατά τη διάρκεια της ομιλίας της ότι
«Χρειαζόμαστε περισσότερη έρευνα και γνώση για να κατανοήσουμε ποιες κοινωνίες κινδυνεύουν και πώς όλα αυτά συνδυάζονται με την κλιματική αλλαγή. Χρειαζόμαστε καλύτερα συστήματα προειδοποίησης και προστασίας, χρηματοδότηση βεβαίως, ώστε να είμαστε σε θέση να ενεργήσουμε πριν συμβεί το οτιδήποτε, πριν την έλευση του συμβάντος. Και οι ίδιες οι κοινότητες να είναι έτοιμες για να διαχειριστούν την όποια επερχόμενη κρίση.
Η βοήθεια θα πρέπει να είναι κάτι συνεκτικό και ολοκληρωμένο ως πακέτο σε τοπικό και διεθνές επίπεδο. Να αφορά άμεσα τη διαχείριση των κρίσεων αλλά και τις μακροχρόνιες επιπτώσεις τους. Και βεβαίως, επαναλαμβάνω, χρειαζόμαστε χρηματοδότηση. Και τέλος, θα πρέπει να αναγνωρίσουμε τη διασυνδεσιμότητα και τη συνθετότητα του προβλήματος της μετατόπισης της μετανάστευσης και να μην το δούμε σαν κάτι απομονωμένο, αλλά να το αντιμετωπίσουμε με έναν πιο συστηματικό τρόπο».
Τέλος, ο Ράντε Λιούμοβιτς, managing partner – επικεφαλής γραφείου Henley&Partners σε Μαυροβούνιο και Ελλάδα, που έκλεισε τον γύρο των ομιλιών σε αυτό το πάνελ, τόνισε ότι θα πρέπει να υπάρξουν περισσότερες πρακτικές στρατηγικές όπου να ενσωματώνονται και ολοκληρωμένες λύσεις. «Έχω την πεποίθηση ότι όλοι μπορούμε να συνεισφέρουμε με πρακτικές ιδέες ώστε να λυθεί αυτό το κρίσιμο ζήτημα», κατέληξε ο κ. Λιούμοβιτς.