Περισσότεροι από 25.000 μετανάστες έφθασαν στις βρετανικές ακτές από τις αρχές του 2024, ένα έτος ιδιαίτερα φονικό, με 46 θανάτους, για εκείνους που επιχειρούν αυτόν τον επικίνδυνο διάπλου της Μάγχης με αυτοσχέδια πλεούμενα, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία που δημοσιοποιήθηκαν σήμερα.
Περισσότεροι από 1.400 μετανάστες αναχώρησαν από τη Γαλλία και διέπλευσαν τη Μάγχη το Σάββατο και χθες, Κυριακή, ανεβάζοντας σε 25.052 το σύνολο των αναχωρήσεων από τον Ιανουάριο, όπως ανέφερε το βρετανικό υπουργείο Εσωτερικών.
Ο αριθμός αυτός αντιπροσωπεύει αύξηση 4% σε σύγκριση με την ίδια περίοδο πέρυσι, όμως είναι μικρότερος κατά 21% σε σχέση με εκείνον που είχε καταγραφεί την ίδια περίοδο το 2022, όταν αριθμός ρεκόρ 45.000 μεταναστών έφθασε στο Ηνωμένο Βασίλειο μέσω της Μάγχης.
Οι τραγωδίες διαδέχονται η μία την άλλη από τις αρχές του καλοκαιριού, μια εποχή κατά την οποία γενικά εκτοξεύεται ο αριθμός των προσπαθειών διάπλου. Τουλάχιστον 46 άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους από τον Ιανουάριο φέτος, που ήταν μακράν το πιο φονικό έτος στη Μάγχη, έναντι 12 το 2023.
Σύμφωνα με τις βρετανικές αρχές, οι διακινητές φορτώνουν αυτά τα αυτοσχέδια πλεούμενα με όλο και περισσότερους ανθρώπους, με 52 επιβαίνοντες κατά μέσο όρο έναντι “μόνο” 13 το 2020.
Η μείωση των μεταναστευτικών ροών, νόμιμων και παράνομων, αποτελούσε προτεραιότητα για την κυβέρνηση των Συντηρητικών έως τον Ιούλιο. Η κυβέρνηση των Εργατικών που την ακολούθησε συμμερίζεται τον στόχο αυτό, όμως διεκδικεί μια πιο “ανθρώπινη” πολιτική.
Αφότου ανήλθε στην εξουσία τον Ιούλιο, ο πρωθυπουργός Κιρ Στάρμερ εγκατέλειψε το αμφιλεγόμενο σχέδιο για αποστολή στη Ρουάντα των αιτούντων άσυλο που φθάνουν παράτυπα στο ΗΒ. Όμως υποσχέθηκε να εντείνει τη μάχη κατά των συμμοριών διακινητών.
Μερικές εβδομάδες μετά την άφιξή του στην Ντάουνινγκ Στριτ, ο Στάρμερ βρέθηκε αντιμέτωπος με σημαντικές ταραχές κατά των μεταναστών στην Αγγλία και στη Βόρεια Ιρλανδία.
Σε επίσκεψή του στη Ρώμη την περασμένη εβδομάδα, ο Κιρ Στάρμερ έπλεξε το εγκώμιο της μεταναστευτικής πολιτικής της ακροδεξιάς Ιταλίδας συναδέλφου του, Τζόρτζια Μελόνι, προκαλώντας επικρίσεις ακόμη και στο δικό του στρατόπεδο.