Επιστροφή των ελέγχων στα σύνορα της Γερμανίας, αίτημα της Ολλανδίας προς την ΕΕ να εξαιρεθεί από τους κανόνες για τη μετανάστευση, σύσταση ειδικής υπηρεσίας για την προστασία των συνόρων της Βρετανίας: πόσους ανθρώπους αφορούν τα μέτρα αυτά που έχουν στόχο την αντιμετώπιση της παράτυπης μετανάστευσης και ποια η αποτελεσματικότητά τους;
Το 2023 περίπου 335.300 άνθρωποι εισήλθαν στην ΕΕ παράτυπα, ο υψηλότερος αριθμός από το 2016 αλλά μακριά από το ρεκόρ του 2015, όταν η Frontex είχε καταγράψει περισσότερες από 1,8 εκατ. παράτυπες εισόδους.
«Μιλάμε πολύ για τις παράνομες αφίξεις διότι είναι πιο ορατές, αλλά η πραγματικότητα είναι ότι πολλοί άνθρωποι φτάνουν (σε μια χώρα) νόμιμα με βίζα και παραμένουν μετά τη λήξη της», εξηγεί η Τανιά Ρασό ειδική σε θέματα ευρωπαϊκού δικαίου. Ο αριθμός των ανθρώπων αυτών είναι δύσκολο να εκτιμηθεί.
Από τους μετανάστες που εισήλθαν στην Ευρώπη 1.129.800 κατέθεσαν το 2023 αίτηση για παροχή ασύλου λόγω των διώξεων που υφίστανται στη χώρα καταγωγής τους. Περισσότεροι από τους μισούς (52%) πρόσφυγες παγκοσμίως προέρχονται από τρεις χώρες: τη Συρία, το Αφγανιστάν και την Ουκρανία.
Η Γερμανία κατέγραψε τον μεγαλύτερο αριθμό αιτήσεων για τη χορήγηση ασύλου (334.000), περίπου το 30% του συνόλου. Ακολουθούν η Γαλλία (167.000), η Ισπανία (162.000) και η Ιταλία (136.000), σύμφωνα με την υπηρεσία της ΕΕ για το άσυλο.
«Η επαναφορά των ελέγχων στα σύνορα της Γερμανίας εντάσσεται σε μια επικοινωνιακή στρατηγική ενόψει των περιφερειακών εκλογών στη χώρα, καθώς αυτό έχει ήδη γίνει ξανά στο παρελθόν. Πολλές άλλες χώρες το κάνουν τακτικά, χωρίς πραγματικά να διακόπτεται η ροή των μεταναστών», σημειώνει η Ρασό, η οποία είναι και ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Μελετών Δημόσιου Δικαίου στο Paris- Saclay.
«Δεν υπάρχει ο απαραίτητος αριθμός υπαλλήλων για να γίνονται οι έλεγχοι, μιας και στόχος των συμφωνιών Σένγκεν ήταν να καταργηθούν τα εσωτερικά σύνορα. Δεν υπάρχει προϋπολογισμός ούτε υποδομές, όπως μεθοριακά φυλάκια, γεγονός που περιορίζει την πραγματική αποτελεσματικότητα» του μέτρου, εξηγεί.
Η ΕΕ έχει επίσης συνάψει συμφωνίες με τρίτες χώρες, μεταξύ των οποίων η Τυνησία, η Αίγυπτος και η Μαυριτανία, προκειμένου αυτές να εμποδίζουν τους μετανάστες να προσπαθούν να φτάσουν ως την Ευρώπη.
«Οι συμφωνίες αυτές είναι βραχυπρόθεσμα αποτελεσματικές όμως εξαρτώνται από την καλή θέληση των εταίρων, ενώ μπορεί να οδηγήσουν σε μια μορφή εκβιασμού», αποκαλύπτει η Καμίλ λε Κοζ, ερευνήτρια στο Migration Policy Institute.
«Σίγουρα υπάρχει μείωση των αφίξεων στην οδό της κεντρικής Μεσογείου, αλλά παράλληλα υπάρχει μεγάλη αύξηση στα Κανάρια νησιά (+126%)», επισημαίνει.
Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες εκτιμήσεις της Frontex, τους πρώτους οκτώ μήνες του 2024 μειώθηκαν κατά 39% «οι εντοπισμοί» παράνομων μεταναστών που προσπαθούσαν να εισέλθουν στην ΕΕ. Όμως αν και στην οδό των Βαλκανίων και σε αυτή της κεντρικής Μεσογείου οι εισροές μειώθηκαν (-77% και -64% αντίστοιχα), αυτές στη δυτική Αφρική και τα ανατολικά χερσαία σύνορα κατέγραψαν σημαντική αύξηση (+123% και +193%).
«Η ουκρανική κρίση έδειξε ότι η υποδοχή θα μπορούσε να λειτουργεί, διότι όλες οι χώρες συμφώνησαν και διότι έγιναν εξαιρέσεις σε κάποιους κανόνες, κυρίως στο γεγονός ότι οι Ουκρανοί μπορούσαν να εγκατασταθούν όπου ήθελαν», παρατηρεί η Λε Κοζ.
Σύμφωνα με την Τανιά Ρασό «πρέπει να αντιστρέψουμε τη λογική προσέγγισης στο μεταναστευτικό: το να εγείρουμε τείχη δεν λειτουργεί». «Το κεντρικό ζήτημα είναι η υποδοχή και η διαχείριση των αφίξεων», εκτιμά η ίδια.
«Σήμερα είμαστε αντιμέτωποι με κάτι σαν διαρροή νερού: βάζουμε το δάκτυλο πάνω της, αλλά η διαρροή εμφανίζεται αλλού», συνεχίζει.
«Οι άνθρωποι που έχουν αποφασίσει να φύγουν θα βρουν έναν τρόπο να το κάνουν, καθώς μάλιστα η φαντασία των διακινητών στην εύρεση νέων μέσων να περάσουν τα σύνορα είναι αρκετά απεριόριστη», καταλήγει η Λε Κοζ.