Το πρόβλημα της λειψυδρίας και οι τρόποι αντιμετώπισής του στη χώρα μας ήταν στο επίκεντρο της ενημέρωσης που έγινε από τους αρμόδιους υφυπουργούς στα μέλη της Υποεπιτροπής Υδάτινων Πόρων.
«Το φαινόμενο της λειψυδρίας δεν είναι μόνο Ευρωπαϊκό αλλά και παγκόσμιο πρόβλημα και δεν είναι τυχαίο που το 2024 χαρακτηρίστηκε «άνυδρο έτος», όπως είπε η πρόεδρος της Επιτροπής, Διονυσία Αυγερινοπούλου, σημειώνοντας ότι «φέτος είχαμε τις χαμηλότερες βροχοπτώσεις με τους διαθέσιμους υδάτινους πόρους στην Αττική να αρκούν μόλις για ακόμα 4 χρόνια για αυτό η κυβέρνηση προχωρά με συγκεκριμένο σχέδιο με έμμεσα και άμεσα μέτρα.
Ο υφυπουργός Εσωτερικών, Βασίλης Σπανάκης, τόνισε ότι το υπουργείο έχει αναπτύξει συγκεκριμένες δράσεις για την αντιμετώπιση του προβλήματος της λειψυδρίας ενώ 527 αρδευτικά έργα, ύψους 1,5 δισ. ευρώ, είναι σε εξέλιξη.
Μίλησε για διαρκή, στοχευμένη και μεθοδική αντιμετώπιση της λειψυδρίας στην ελληνική επικράτεια, σημειώνοντας ότι «στο πλαίσιο πρόσκλησης του προγράμματος Τρίτση υποβλήθηκαν 254 αιτήσεις συνολικού προϋπολογισμού 1,7 δισ. ευρώ και έχουν ενταχθεί 139 έργα συνολικού προϋπολογισμού ένταξης περίπου 597,2 εκατ. ευρώ».
Όπως είπε, «από το σύνολο των έργων έχουν δημοπρατηθεί 310 έργα προϋπολογισμού 982 εκατ. ευρώ ενώ έχουμε 262 συμβάσεις εκτέλεσης έργων συνολικού ύψους 640 εκατ. ευρώ» και πρόσθεσε ότι «το υπουργείο Εσωτερικών παρακολουθεί το βαθμό υλοποίησης των έργων με την χρήση συγκεκριμένων ποσοτικών δεικτών αποτελέσματος».
«Για να γίνει αντιληπτό τι σημαίνουν οι δείκτες αυτοί θα υπογραμμίσω, ότι τα περίπου 58 εκ κυβικά μέτρα εξοικονόμησης πόσιμου ύδατος ανά έτος από την μείωση των διαρροών, αντιστοιχούν στην ετήσια ζήτηση νερού μιας πόλης 600.000 κατοίκων», τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Σπανάκης.
Ο υφυπουργός Εσωτερικών χαρακτήρισε βασική προτεραιότητα της κυβέρνησης τη «διαχείριση του νερού, του υδάτινου δυναμικού της χώρας», επισημαίνοντας ότι «δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το 85% του νερού της χώρας προορίζεται για άρδευση και μόλις το υπόλοιπο εξυπηρετεί τις ανάγκες ύδρευσης».
«Μέχρι σήμερα το υπουργείο Εσωτερικών έχει χρηματοδοτήσει και συνεχίζει να χρηματοδοτεί από πόρους του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων ένα μεγάλο όγκο έργων που αφορούν τις τοπικές κοινωνίες, όλους τους δήμους της χώρας για την βελτίωση της ποιότητας ζωής σε κάθε γωνιά της πατρίδας μας.
Συγκεκριμένα, από τον προϋπολογισμό Δημοσίων Επενδύσεων για την χρονική περίοδο 2019 μέχρι σήμερα, έχουν χρηματοδοτηθεί έργα συνολικού προϋπολογισμού 12 .737.000 ευρώ. Πολλά έργα που υλοποιούνται από δήμους, δημόσιες δημοτικές επιχειρήσεις ύδρευσης και αποχέτευσης, και συνδέσμους ύδρευσης, χρηματοδοτούνται από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων.
Βρίσκονται σε εξέλιξη πολλά σημαντικά και στοχευμένα έργα που η ανάγκη τους έχει προκύψει μέσα από τις τοπικές κοινωνίες», υπογράμμισε ο κ. Σπανάκης και συμπλήρωσε:
«Το υπουργείο προχωρά με στοχευμένες παρεμβάσεις, χρηματοδοτώντας τους δήμους για να υλοποιήσουν έργα όπως έργα σχεδιασμού εσωτερικών δικτύων ύδρευσης, έργα αντικατάστασης πεπαλαιωμένων σωληνώσεων με σύγχρονους αγωγούς, κατασκευή υδατοδεξαμενών και άλλα.
Η πιθανότητα να έχουμε στα επόμενα τέσσερα χρόνια πρόβλημα λειψυδρίας μπορεί να είναι μικρή όμως, όπως είπε και ο ίδιος πρωθυπουργός, επειδή η ελπίδα δεν συνιστά στρατηγική έχει ληφθεί απόφαση μαζί με την ΕΥΔΑΠ, να προχωρήσουμε σε ένα νέο εμβληματικό έργο που σκοπό έχει να αντιμετωπίσει αυτό το φαινόμενο που είναι μπροστά μας.
Το νερό είναι ένα ζωτικής σημασίας αγαθό. Η πρόσβαση σε αυτό είναι απαραίτητη, τόσο για τη διατήρηση των οικοσυστημάτων και της βιοποικιλότητας όσο και για την οικονομική ανάπτυξη και την κοινωνική ευημερία.
Πάνω από ενάμιση δισ. ευρώ έχουν δαπανηθεί σε 527 στοχευμένα έργα, από την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, από την πρώτη μέρα που ανέλαβε το τιμόνι της χώρας, για το θέμα της λειψυδρίας».
«Το θέμα της λειψυδρίας θα κληθούμε να το συζητήσουμε πάρα πολλές φορές καθώς αποτελεί μεγάλη πρόκληση. Η κλιματική κρίση έχει αρχίσει ήδη να δείχνει το σκληρό της πρόσωπο και όσον αφορά το αποτύπωμα της στο νερό είναι άμεσο και έντονο», επεσήμανε από την πλευρά του, ο υφυπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Διονύσης Σταμενίτης.
Όπως ανέφερε, «η εξασφάλιση της άρδευσης αλλά και η προστασία από πλημμύρες είναι δύο στοιχεία αναπόσπαστα με την βιωσιμότητα και ανθεκτικότητα των καλλιεργειών μας».
«Για τον σκοπό αυτό χρησιμοποιούμε όλα τα χρηματοδοτικά εργαλεία προκειμένου να μπορέσουμε να δημιουργήσουμε τις υποδομές που θα μας εξασφαλίσουν ορθή διαχείριση των υδάτινων πόρων και να διασφαλίσουμε ότι οι καλλιέργειες μας θα έχουν το νερό που χρειάζεται.
Είναι σε εξέλιξη νέα έργα υποδομών ύψους 350 εκατ. ευρώ για την εξοικονόμηση νερού.
Μέσα στο 2024 αναμένεται η έκδοση της πρόσκλησης για ώριμα έργα όπου οι περιφέρειες της χώρας μπορούν να υποβάλουν πρόταση», επεσήμανε ο κ. Σταμενίτης.
Χαρακτήρισε δε, «σημαντικό ότι το υπουργείο υλοποιεί το μεγαλύτερο πρόγραμμα τεχνικών έργων που έχει σχεδιαστεί τα τελευταία 50 χρόνια».
«Ξεκίνησε το 2019, είναι ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα υποδομών αγροτικής ανάπτυξης και μετριασμού των επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης στην Ελλάδα.
Αφορά αρδευτικά έργα και φράγματα μεγάλης κλίμακας, που θα υλοποιηθούν στην ύπαιθρο μέσω των συμπράξεων δημοσίου και ιδιωτικού τομέα και αποτελούν βασικό εργαλείο για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση ολοκληρωμένου προγράμματος.
Η χρηματοδότηση αυτών των έργων που είναι περίπου 18, και έχουν ξεκινήσει τα έξι, χρηματοδοτούνται από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, υπογράμμισε ο κ. Σταμενίτης.
Ο Γενικός Γραμματέας Φυσικού Περιβάλλοντος και Υδάτων του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Πέτρος Βαρελίδης, ανέφερε ότι «αύριο στις 12 το μεσημέρι θα δοθεί συνέντευξη τύπου από την ηγεσία του υπουργείου στην οποία θα παρουσιαστούν όλες οι παρεμβάσεις για την αντιμετώπιση της λειψυδρίας που θα έχουν άμεσο ή μεσοπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα και θα αφορούν είτε έργα που θα χρηματοδοτηθούν από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων είτε θεσμικές παρεμβάσεις».
Παράλληλα ο κ. Βαρελίδης, έδωσε έμφαση στην ανάγκη ολοκλήρωσης όλων των ημιτελών έργων, «για να πιάσουν τόπο τα χρήματα που δαπανώνται», όπως είπε χαρακτηριστικά, ενώ επεσήμανε ότι για την Θεσσαλία «υπάρχει ειδικό σχέδιο απορροής και είμαστε σε καλό σημείο» και πρόσθεσε ότι όλα τα έργα θα είναι υπό την εποπτεία του Οργανισμού Διαχείρισης Υδάτων Θεσσαλίας».
Από την πλευρά του, ο Καθηγητής του Τμήματος Γεωπονίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Πανταζής Γεωργίου, εστίασε στην ορθή διαχείριση του αρδευτικού νερού, επισημαίνοντας ότι «οι βέλτιστες πρακτικές διαχείρισης αρδευτικού νερού θα συμβάλουν σημαντικά στην αντιμετώπιση των προβλημάτων της λειψυδρίας, της αποδοτικότητας της παραγωγής και της κλιματικής αλλαγής».
Ο Παναγιώτης Παρασκευόπουλος, Πρόεδρος του Δ.Σ. του Γενικού Οργανισμού Εγγείων Βελτιώσεων Πηνειού- Αλφειού νομού Ηλείας, έδωσε έμφαση στην κατασκευή λειτουργικών εγγειοβελτιωτικών έργων για αποθήκευση και μεταφορά νερού, επισημαίνοντας ότι «στο 40% είναι οι απώλειες από την ύδρευση και μόνο το 60% αξιοποιείται».
Ο καθηγητής Μιχαήλ Σκούλλος, Πρόεδρος της Global Water Partnership – Mediterranean και Πρόεδρος του Μεσογειακού Γραφείου Πληροφόρησης για το Περιβάλλον, τον Πολιτισμό και την Αειφόρο Ανάπτυξη, επεσήμανε την «επείγουσα ανάγκη για ευρεία πειστική βιωματική εκπαίδευση και ενημέρωση του κοινού, πλήρη αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών, νέες προσεγγίσεις για τη διαχείριση του νερού, ανανεωμένο θεσμικό πλαίσιο και λύσεις που θα βασίζονται στα οικοσυστήματα που θέλουμε να έχουμε».
Ο βουλευτής της ΝΔ, Χρήστος Μπουκώρος, επεσήμανε από την πλευρά του ότι, εκατοντάδες εκατομμύρια δαπανήθηκαν σε έργα, όμως από κει και πέρα κανένας έλεγχος δεν έγινε από κανέναν αρμόδιο φορέα για την λειτουργικότητα και την αποτελεσματικότητα τους, όπως έγινε και με τη λίμνη Κάρλα, για την οποία δόθηκαν άλλα 30 εκατ ευρώ για πρόσθετα έργα και το αποτελέσματα ήταν να γεμίσει η περιοχή νεκρά ψάρια.
«Δεν επιτρέπεται να δαπανούμε τεράστιους πόρους και κανένας έλεγχος για την αποτελεσματικότητα των έργων να μην υπάρχει στην συνέχεια. Στην περιοχή της Μαγνησίας έγινε τεράστια ζημιά και οφείλεται στην τεράστια ανεπανόρθωτη διαχειριστική ανεπάρκεια ορισμένων υπηρεσιών», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ο βουλευτής της ΝΔ, Μάρκος Καφούρος, σημείωσε ότι «είναι ανάγκη να υπάρξει μία εθνική νησιώτικη πολιτική που θα βάλει όρια και κανόνες για την βιώσιμη ανάπτυξη των νησιών μας».
Από την πλευρά τους, έντονη κριτική στην κυβέρνηση κατηγορώντας την για αναποτελεσματική πολιτική και χωρίς ένα εθνικό ολοκληρωμένο σχέδιο με σπατάλη κρίσιμων πόρων στη διαχείριση του προβλήματος της λειψυδρίας άσκησαν, τόσο ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξανδρος Μεϊκόπουλος και η βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Κατερίνα Σπυριδάκη όσο και οι βουλευτές, του ΚΚΕ Σεμίνα Διγενή και Κωνσταντίνος Μεταξάς.