Σκέψεις, με αφορμή την επέτειο για την αποκατάσταση της Δημοκρατίας μας, διατυπώνει ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ Θανάσης Κοντογεώργης, στο σημερινό φύλλο της «Ναυτεμπορικής».
Πρόκειται, όπως γράφει, για «μία ιστορική καμπή στην οποία οφείλουμε τα περισσότερα από τα κεκτημένα που σήμερα διαμορφώνουν το πλαίσιο και το επίπεδο ζωής μας, αλλά και μια ισχυρότερη και αποτελεσματικότερη δημοκρατία». Όμως, «παρά το βάθος νοήματος και τη σπουδαιότητα της ημέρας», αναφέρει, «δεν της αποδίδουμε τη σημασία που της αναλογεί, ειδικά για τη διδακτική της συμβολή στο σχεδιασμό του μέλλοντος. Για τη Δημοκρατία συχνά ακολουθείται μια προσέγγιση των άκρων: είτε, οι περισσότεροι, τη θεωρούν δεδομένη είτε, λιγότεροι, την απαξιώνουν εστιάζοντας στις αστοχίες της».
Σε κάθε περίπτωση, η συζήτηση για το μέλλον προσδιορίζεται «από τη συλλογική εμπειρία των 50 ετών και σχετίζεται άρρηκτα με το είδος και την ποιότητα της δημοκρατίας που επιδιώκουμε, καθώς και με το πώς μπορεί η χώρα μας να πετύχει τις εθνικές της επιδιώξεις στο ευρωπαϊκό περιβάλλον που διαμορφώνεται. Επομένως, οι παραδοχές που χρειάζεται να γίνουν, και η συμφωνία επ’ αυτών, καθορίζουν και τις επιλογές μας για το μέλλον, για το ποια δημοκρατία και ποια πολιτική θέλουμε για την πατρίδα μας».
Ενώ στη συνέχεια του άρθρου του, ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ διατυπώνει πέντε παραδοχές:
«1η παραδοχή: Για την κοινή μας πρόοδο χρειάζονται σημαντικές αναπροσαρμογές. Οι εσωτερικές δυσκολίες της χώρας μας προέκυπταν κυρίως από τη δική μας λειτουργία. Η πολιτική οφείλει να προσδιορίζει με ποιες πραγματικότητες θα συγκρουστεί. Ο θεσμικός, πολιτικός και κοινωνικός εκσυγχρονισμός μάς καλεί σε αναγκαίες αντιπαραθέσεις με τις δυσκολίες αυτές και είναι απολύτως συνδεδεμένος με τη Δημοκρατία ως αδιάλειπτη διεργασία. Η ανταπόκριση των θεσμών στις εκάστοτε ανάγκες αποτελεί προϋπόθεση για την ορθή λειτουργία του πολιτεύματος και εγγύηση ότι η δημοκρατία συνεχίζει να αφορά όλους και να προάγει το κοινό συμφέρον. Στόχος μας πρέπει να είναι να δημιουργούμε μια κοινωνία δυνατή, με αυτοπεποίθηση και αυτογνωσία που δεν της ταιριάζει ούτε η αλαζονεία ούτε η χαμηλή αυτοεκτίμηση.
2η παραδοχή: Η οικονομική ανάπτυξη έχει σημασία, μόνο αν βελτιώνει την καθημερινότητα των ανθρώπων. Οι πολίτες θέλουν ταυτόχρονα ασφάλεια και μια καλύτερη ζωή. Η αλλαγή δημιουργεί ανησυχίες. Η αποτελεσματική διακυβέρνηση οφείλει να απαντά στις πολλές και διαφορετικές ανησυχίες. ‘Αρα, οικονομική πρόοδος μαζί με κοινωνική δικαιοσύνη και συνοχή, καλές και αξιοπρεπείς δημόσιες, κοινωνικές υπηρεσίες για τους πολίτες, ανοχή και συμπεριληπτικότητα. Δεν είναι μόνο θέμα ισότητας. Είναι μοχλός κοινωνικής κινητικότητας.
3η παραδοχή: Η πολιτική προϋποθέτει σοβαρή και επίμονη δουλειά και αξιοποίηση των πραγματικών δεδομένων. Δεν μπορεί να στηριχθεί στην εύκολη ρητορεία και τη στοίχιση με τη δημοφιλή άποψη. Σε αυτό πρέπει να επιμείνουμε, και να στηρίξουμε αυτό το υπόδειγμα πολιτικής. Το δημόσιο ύφος και ήθος αποκτούν μεγάλη αξία, δεν χωρεί αδιαφορία και περιφρόνηση προς τους πολίτες. Όσοι ασχολούμαστε με τα δημόσια πράγματα έχουμε μια μεγαλύτερη υποχρέωση να προωθούμε το επίπεδο ηθικής συνείδησης της κοινωνίας γιατί μόνο έτσι μπορούμε να δείξουμε στους πολίτες ποια είναι η απαραίτητη κοινωνική αλλαγή. Η πολιτική απαιτεί κοινωνική ευθύνη αλλά και ατομική, πρότυπα συμπεριφοράς, κανόνες διαφάνειας και ικανότητα και ευθύνη. Διαφάνεια, λογοδοσία, έλεγχος.
4η παραδοχή: Η Ευρώπη είναι το αναγκαίο βήμα για να διασφαλίσουμε τα συμφέροντά μας. Γι’ αυτό πρέπει να έχουμε θέσεις και διαπραγματευτική ικανότητα και να προσπαθούμε να της δίνουμε την κατεύθυνση που ανταποκρίνεται στις επιδιώξεις μας. Η ΕΕ κρατά στον πυρήνα της, ως μία από τις έξι βασικές της αξίες, τη Δημοκρατία, επί της οποίας στηρίζει την μοναδική στον κόσμο λειτουργία της. Μέσα στις δεκαετίες, αποδείχθηκε μία δυναμική διαδικασία που αξιολογείται και αναπροσαρμόζεται για να είναι πάντα συνδεδεμένη με το παρόν. Πρόσφατα η πορεία απέκτησε προδιαγραφές βιωσιμότητας, ενώ μέσα στην πανδημία αναδείχθηκε, ως νέο κοινό αφήγημα, η ανάγκη των ευρωπαϊκών κοινωνιών για ανάκαμψη και ανθεκτικότητα στις κρίσεις.
5η παραδοχή: Η Δημοκρατία σήμερα έχει να αντιμετωπίσει προκλήσεις διεθνείς και εθνικές. Προϋπόθεση για την αντιμετώπιση των περισσότερων είναι, εν τέλει, το πραγματικό αποτύπωμά της, πόσο δηλαδή οι πολίτες νιώθουν ότι συμμετέχουν, ότι τους αφορά το κυρίαρχο κοινό αφήγημα. Αντίθετα, η αυξημένη ανασφάλεια, η σχετική ή απόλυτη ανισότητα, η αίσθηση αδυναμίας επιρροής στη διαμόρφωση των όρων ζωής, η κοινωνική διάκριση και περιθωριοποίηση δημιουργούν έδαφος αμφισβήτησης της δημοκρατικής λειτουργίας. Έτσι, ευδοκιμούν σοβαρές απειλές κατά της σταθερότητας όπως η δημαγωγία, η μη ανεκτικότητα, η πόλωση και η απονομιμοποίηση των θεσμών. Γιατί η Δημοκρατία έχει ως βασικό συστατικό την αναγνώριση της συνθήκης ότι δεν ξεκινούν όλοι από την ίδια αφετηρία, ούτε με τα ίδια εφόδια. Τίθενται λοιπόν οι προϋποθέσεις για την ουσιαστική εξασφάλιση της ισότητας, της συμμετοχής και της πρόσβασης σε ευκαιρίες».
Στον επίλογο του άρθρου του ο Θ. Κοντογεώργης επισημαίνει ότι, «σε μια παγκόσμια συγκυρία όπου αναδύονται ισχυρές τάσεις απολυταρχισμού και δυνάμεις που ερείδονται σε μη δημοκρατικά πολιτικο-οικονομικά συστήματα, οι πιέσεις που ασκούνται στο ευρωπαϊκό και στα επιμέρους εθνικά επίπεδα είναι ήδη ορατές. Η εποχή καλεί για αυξημένη εγρήγορση και για ειλικρινή αξιολόγηση του δημοκρατικού βιώματος κάθε κοινωνίας».
Ευθύνη μας, υπογραμμίζει, είναι «να εξασφαλίσουμε, ότι δεν υπάρχουν άτομα, ομάδες, γενιές, περιφέρειες που αφήνονται πίσω, ότι θα διατηρήσουμε και θα παραδώσουμε στους επόμενους μία ασφαλή και ευημερούσα χώρα και ήπειρο και περισσότερο φυσικό πλούτο από όσον παραλάβαμε. Όμως, πιστεύω ότι καθένας έχει το ρόλο του σε αυτή τη διεργασία: κάθε πολίτης, μεμονωμένα ή οργανωμένα, μπορεί να υπερασπιστεί τη Δημοκρατία στο πεδίο δράσης του διεκδικώντας τη βελτίωσή της».
Και, καταλήγει, «μπορεί να μην υφίσταται η τέλεια μορφή της αλλά είναι το δικαιότερο κοινωνικά πολίτευμα που λειτουργεί στην πράξη. Κοινή αποστολή όλων μας, να προλάβουμε τη δομική δυσαρέσκεια προτού επιφέρει διολίσθηση σε γνωστές ή αχαρτογράφητες δυστοπίες».