Σε ανακάτεμα της πολιτικής της τράπουλας έχει οδηγηθεί η Γαλλία τέσσερις ημέρες μετά την ανακοίνωση, από τον πρόεδρο Μακρόν, της απόφασής του να διαλύσει την Εθνοσυνέλευση και να προκηρύξει πρόωρες βουλευτικές εκλογές. Στον χώρο της Δεξιάς δεσπόζει η κρίση που ξέσπασε στο Ρεπουμπλικανικό κόμμα, το οποίο στις ευρωεκλογές έλαβε το 8% των ψήφων. Ο πρόεδρος του Ερίκ Σιοτί ανακοίνωσε, χωρίς όπως φάνηκε να διαβουλευτεί με κανέναν, τη συνεργασία του κόμματος στις βουλευτικές εκλογές με τον Εθνικό Συναγερμό, το ακροδεξιό κόμμα της Μαρίν Λεπέν. Ή ανακοίνωση προκάλεσε την έντονη αντίδραση του συνόλου σχεδόν των γερουσιαστών και των βουλευτών του κόμματος. Ο Σιοτί ανακοίνωσε ότι στον πρώτο γύρο των επικείμενων βουλευτικών εκλογών σε περίπου 80 από τις 577 εκλογικές περιφέρειες, μέλη του Ρεπουμπλικανικού κόμματος θα κατέλθουν υποψήφια υποστηριζόμενα λίγο πολύ από το κόμμα της Λεπέν. Το Πολιτικό Γραφείο του κόμματος διέγραψε χθες το απόγευμα τον Σιοτί, ο οποίος ωστόσο χαρακτήρισε την συνεδρίαση του Πολιτικού Γραφείου παράνομη και δεν επέτρεψε την πραγματοποίηση της στα γραφεία του κόμματος. Η υπόθεση δείχνει να οδηγείται στη Δικαιοσύνη.
Ταυτόχρονα ο Ερίκ Ζεμούρ, ηγέτης του δεύτερου σε δύναμη (5% στις ευρωεκλογές) ακροδεξιού κόμματος της Γαλλίας, διέγραψε την αντιπρόεδρο του κόμματος, αλλά και ανιψιά της Μαρί Λεπέν, ευρωβουλευτή Μαριόν Μαρεσάλ, αφήνοντας να εννοηθεί ότι ερήμην του διαπραγματεύτηκε την συνεργασία με τον Εθνικό Συναγερμό.
Από την άλλη, και σε αντίθεση με τον χώρο της γαλλικής Δεξιάς, στον χώρο της γαλλικής Αριστεράς επικρατούν τάσεις συσπείρωσης. Τα τέσσερα κόμματα (Ανυπότακτη Γαλλία, Σοσιαλιστές, Οικολόγοι και Κομμουνιστές) που στις προηγούμενες βουλευτικές εκλογές, του 2022, είχαν κατέβει ενωμένα καταλαμβάνοντας τη δεύτερη θέση μετά την παράταξη Μακρόν, και στις ευρωεκλογές κατέβηκε το καθένα μόνο του, ανακοίνωσαν την εκ νέου κοινή κάθοδο. Χθες ανακοίνωσαν επίσης ότι συμφώνησαν στις ποσοστώσεις των υποψηφίων που δικαιούται το κάθε κόμμα. Σε γενικές γραμμές περίπου οι 4 στους 10 υποψήφιους θα είναι από την Ανυπότακτη Γαλλία, οι 3 στους 10 από τους Σοσιαλιστές οι 2 στους 10 από τους Οικολόγους και ο 1 στους 10 από τους Κομμουνιστές. Σε αντίθεση ωστόσο με τον ακροδεξιό Εθνικό Συναγερμό, όπου έχει καταστεί σαφές ότι αν κερδίσει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία θα προτείνει για πρωθυπουργό τον πρόεδρό του Ζορντάν Μπαρντελά και ότι η Μαρίν Λεπέν θα διεκδικήσει το 2027 την Προεδρία της Δημοκρατίας, στον χώρο της Αριστεράς δεν είναι προς το παρόν σαφές ποιος θα προταθεί στον πρόεδρο Μακρόν για πρωθυπουργός σε περίπτωση εκλογικής νίκης. Τόσο ο ηγέτης της Ανυπότακτης Γαλλίας Ζαν Λικ Μελανσόν, όσο και βουλευτές όπως οι Φαμπιέν Ρουσέλ και Φρανσουά Ρουφέν δηλώνουν ότι αισθάνονται ικανοί να αναλάβουν την πρωθυπουργία, ενώ από το Σοσιαλιστικό κόμμα, το οποίο βγήκε σημαντικά ενισχυμένο από τις ευρωεκλογές, ο επικεφαλής του ευρωψηφοδελτίου του Ραφαέλ Γκλιξμάν άφησε να εννοηθεί ότι θα μπορούσε να γίνει πρωθυπουργός κάποια προσωπικότητα από την «κοινωνία των πολιτών».
Τέλος σε ό,τι αφορά την παράταξη Μακρόν, όπου επικεφαλής της προεκλογικής εκστρατείας έχει τεθεί ο πρωθυπουργός Γκαμπριέλ Ατάλ, η κατεύθυνση που έχει δοθεί από τον Γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν είναι αυτή της διμέτωπης αντιπαράθεσης με τα δύο άκρα, δηλαδή με το ακροδεξιό κόμμα της Μαρίν Λεπέν και τη ριζοσπαστική Αριστερά του Ζαν Λικ Μελανσόν. Στην παράταξη Μακρόν γνωρίζουν ότι σε αντίθεση με τις προηγούμενες βουλευτικές εκλογές (όπου στον πρώτο γύρο είχαν καταλάβει την πρώτη θέση και συνεπώς στον δεύτερο γύρο ήταν παρόντες στις περισσότερες από τις 577 μονοεδρικές περιφέρειες στις οποίες χωρίζεται η Γαλλία, κερδίζοντας την σχετική πλειοψηφία των εδρών), αυτή τη φορά, κατακτώντας πιθανώς την τρίτη θέση, η κοινοβουλευτική τους δύναμη θα μειωθεί σημαντικά. Και αυτό διότι με βάση το εκλογικό σύστημα στον δεύτερο γύρο περνάνε οι δυο πρώτοι του πρώτου γύρου. Σημειώνεται ότι στις ευρωεκλογές η παράταξη Μακρόν έλαβε το 14,6% έναντι 31,4% που έλαβε τόσο η παράταξη Λεπέν, όσο και τα κόμματα της Αριστεράς από κοινού.
Toύτου δοθέντος προφανής στόχος της κυβερνητικής παράταξης είναι η μετεκλογική δημιουργία μίας κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας από τα κόμματα που λίγο πολύ κινούνται αριστερότερα της Ακροδεξιάς και δεξιότερα της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν, κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου που παραχώρησε χθες, διαχώρισε σαφώς τον Γκλιξμάν από τον Μελανσόν προβάλλοντας την εκτίμηση ότι είναι αδύνατον να καταλήξουν σε ένα κοινό κυβερνητικό πρόγραμμα.