Ο τίτλος του άρθρου συνοψίζει την ταπεινή μου άποψη για το μήνυμα της κάλπης των ευρωεκλογών προς τα πρώτα τρία κόμματα, όχι όμως το οριζόντιο μήνυμα της αποχής από αυτήν.
Αυτό το δεύτερο -της αποχής δηλαδή- είναι εύκολο να ενταχθεί στην κλίμακα από το «σας βαριέμαι» μέχρι το «σας σιχάθηκα». Οι δε σοβαρές αναλύσεις μπορούν να διαφοροποιούνται μεταξύ τους μόνο ως προς την ροπή της πλάστιγγας προς το ένα ή το άλλο άκρο της κλίμακας.
Του Βαγγέλη Μωυσή
Κάθε άλλη ανάλυση της αποχής που προσπαθεί να ευνοήσει το ένα ή το άλλο κόμμα, είναι επιεικώς… ασόβαρη. Κάθε κόμμα και πολιτικός που προσπαθεί να μεταφράσει την αποχή ως αποδοκιμασία… κυρίως (ή, ακόμα χειρότερα, αποκλειστικά) των άλλων, φέρει αναλόγως και γελοιωδώς μεγαλύτερο ποσοστό της ευθύνης που όλοι μοιράζονται για την αδιαφορία (ή απέχθεια, αν προτιμάτε) των ψηφοφόρων που επέλεξαν την αποχή.
Τα γενικά και οριζόντια συμπεράσματα του εκλογικού αποτελέσματος (συνδυασμού ψήφων-αποχής), σύμφωνα με την προσωπική μου αίσθηση και αντίληψη, συνοψίζονται στα εξής:
Από τα ευρωεκλογικά ποσοστά των κομμάτων, που σαφώς επηρεάστηκαν (για άλλο περισσότερο, για άλλο λιγότερο) από την αποχή, καμία αλλαγή (πόσο μάλλον ανατροπή) δεν προκύπτει για το εθνικό πολιτικό σκηνικό. Ένα γενικό μήνυμα της κάλπης ανέγνωσαν σωστά κάποιοι προσκεκλημένοι των χθεσινών τηλεοπτικών πάνελ, ως… «έχουμε σοβαρούς λόγους να είμαστε δυσαρεστημένοι από τη ΝΔ, αλλά δεν βλέπουμε και καμία άλλη επιλογή που να πείθει!»
Έτσι κι αλλιώς, για την Ευρώπη δεν μίλησε κανείς, παρά μόνον επιδερμικά.
Η ερμηνευμένη ως «άνοδος της ακροδεξιάς» αύξηση του ποσοστού της Ελληνικής Λύσης, μαζί με το συνολικό άθροισμα 20% αυτής και των συμπαραμαρτούντων εκ δεξιών της ΝΔ κομμάτων, δυστυχώς αντιμετωπίζεται από το υπόλοιπο πολιτικό σύστημα με τρόπο που «κουνάει το δάχτυλο» στους ψηφοφόρους, αντί να αναζητά στον καθρέφτη τους λόγους που ώθησαν τους πολίτες να κάνουν αυτές τις επιλογές.
Για την άνοδο των εκ δεξιών της ΝΔ κομμάτων φέρουν σοβαρή ευθύνη τόσο η ιδεολογική νόθευση και μετατόπιση της ΝΔ, όσο και η ακραία προσπάθεια της Αριστεράς να ταυτίζει με φασισμό, ακραίο εθνικισμό και οπισθδρόμηση, κάθε άποψη που κλίνει προς παραδοσιακές προσεγγίσεις πατροπαράδοτων ιδανικών περί πατρίδας, θρησκείας ή οικογένειας. Καταντήσαμε να αντιμετωπίζεται ως …ρατσιστικό και φασιστικό, ακόμα και το σύνθημα της ακμής του Ανδρέα Παπανδρέου «η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες».
Η Κεντροδεξιά και η Κεντροαριστερά της Ελλάδας οφείλουν να σοβαρευτούν και να λάβουν σοβαρά υπόψη τους πολίτες που εμφορούνται από πατριωτικό συναίσθημα και παραδοσιακές αξίες, χωρίς να τα τσουβαλιάζουν με την μισαλλοδοξία των λίγων. Αν δεν το κάνουν θα φέρουν απόλυτα και αποκλειστικά την ευθύνη χορηγίας δικαιώματος στον … λαϊκιστή έμπορο επιστολών του Ιησού, να ονειρεύεται ότι θα γίνει Λεπέν της Ελλάδος, κεφαλαιοποιώντας την απογοήτευση ή απέχθεια, που προκαλούν όλοι οι άλλοι.
Όλα αυτά βέβαια, δεν απαλλάσσουν τον λαό από τις δικές του ευθύνες για την αποχή. Σε άρθρο μου στο thepresident.gr για την αποτίμηση των αυτοδιοικητικών εκλογών του Οκτωβρίου είχα επισημάνει το εξής που ισχύει και επαναλαμβάνω ατόφιο: «τα πολιτικά συστήματα και τα κόμματα, πάντα αισθάνονται ασφαλέστερα όταν απευθύνονται σε «μικρόκοσμους», περισσότερο ή λιγότερο διευρυμένους. Οι μικρόκοσμοι είναι ευκολότερα μετρήσιμοι, ευκολότερα προσεγγίσιμοι και ευκολότερα προσβάσιμοι. Ευκολότερα κατευθυνόμενοι θα μπορούσε να πει κάποιος. Υπόψη όμως, ότι αυτό ισχύει ακόμα περισσότερο για τα μικρότερα κόμματα. Όσο πιο «συμπυκνωμένος» ο μικρόκοσμος, τόσο πιο εύκολα κατευθυνόμενος είναι.»
Δηλαδή, τα πολιτικά δάκρυα για την αποχή, μην είστε σίγουροι πως δεν είναι κροκοδείλια…
Πάμε στα επιμέρους των τριών πρώτων, αφού για τους υπόλοιπους έγιναν εμμέσως ή θα γίνουν εμμέσως σχετικές αναφορές, ενώ για το ΚΚΕ δεν χρειάζεται να πούμε τίποτα. Έχει επιλέξει τον ρόλο του στο πολιτικό σύστημα και τον υπηρετεί πιστά.
Για τη ΝΔ: Είχα επισημάνει στο ίδιο άρθρο του Οκτωβρίου και επιβεβαιώνεται από το αποτέλεσμα των Ευρωεκλογών ότι «το μυαλό της Κοινωνίας επιλέγει τη ΝΔ του Μητσοτάκη, αλλά η ψυχή της ψάχνεται!»
Σήμερα μπορώ να εμβαθύνω ακόμα περισσότερο. Η φάπα του 27%-28% δείχνει πως η ΝΔ έχει χάσει την ψυχή του παραδοσιακού εκλογικού της σώματος και δεν έχει κερδίσει -ούτε θα το καταφέρει ποτέ- να κερδίσει τις ψυχές εκείνων των κεντροαριστερών, των οποίων την λογική κατάφερε να προσεγγίσει με την διεύρυνση-μετατόπιση των τελευταίων ετών. Όταν εμφανιστεί μια σοβαρή αντιπολίτευση κεντροαριστερής προέλευσης, ικανή να ισορροπήσει και να συνομιλήσει φερέγγυα με το επιχειρηματικό και παραγωγικό κοινό που συγκροτεί την πραγματική οικονομία, η ΝΔ θα βρεθεί σε κολοσσιαία υπαρξιακή κρίση και αυτό το έχει εξασφαλίσει ήδη η έως σήμερα επιτυχής διεύρυνση και ιδεολογική μετατόπιση που πραγματοποίησε η σημερινή ηγεσία της ΝΔ, απομυζώντας το κοινό της άρρωστης κεντροαριστεράς.
Επιπροσθέτως, δεν πείθει πλέον κανέναν η επιμονή του ηγετικού περιβάλλοντος του Μεγάρου Μαξίμου και των αρμόδιων υπουργών, να αντιμετωπίζει την Ακρίβεια ως… αποκλειστικά εισαγόμενο φρούτο. Η αισχροκέρδεια καλπάζει, τα πρόστιμα πέφτουν χωρίς να εισπράττονται με δημόσια επίδειξη (οι λεκτικές διαβεβαιώσεις επίσης δεν πείθουν) και το πανύψηλο ελληνικό ΦΠΑ «πνίγει» τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις υπέρ των πανίσχυρων κολοσσών, αλλά και τους καταναλωτές, δίνοντας ταυτόχρονα άλλοθι στους ισχυρούς κερδοσκόπους.
Για τον ΣΥΡΙΖΑ: Χωρίς να είναι κερδισμένος, είναι ίσως ο λιγότερο χαμένος των ευρωεκλογών. Ο Κασσελάκης παραμένοντας «μαθητής» της πολιτικής, μέσα στις πολλές αδυναμίες του, στην πολιτική αφέλεια που ενίοτε επιδεικνύει και στα μαθητικά του λάθη, καταφέρνει να γίνεται συμπαθής σε ένα σημαντικό ποσοστό του εκλογικού σώματος. Έτσι, βάζοντας τον πήχη ψηλά, κατάφερε -περνώντας από κάτω- να διασώσει τον ΣΥΡΙΖΑ επιτυγχάνοντας τον βασικό στρατηγικό του στόχο, να παραμείνει δεύτερο κόμμα. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μπροστά του τρία χρόνια να στραφεί αισθητά από την ριζοσπαστική αριστερά στη σοσιαλδημοκρατία, ανανεώνοντας ριζικά και το πολιτικό του προσωπικό. Οι ανεδαφικές εξαγγελίες, ο «ριζοσπαστικός λαϊκισμός» (έως κατσαπλιαδισμός) που εκπροσωπεί το κυρίαρχο μέρος του παραδοσιακού στελεχιακού δυναμικού του ΣΥΡΙΖΑ και η εμμονή σε μια ρητορική που περιορίζει τον ΣΥΡΙΖΑ σε ρόλο αντίπαλου δέος της ακροδεξιάς και του φασισμού, μοιραία θα τον μικρύνει αντί να τον μεγαλώσει. Αντιθέτως, ανοίγοντας σταδιακά τους ορίζοντές του ΣΥΡΙΖΑ, θα μπορούσε ο… μαθητής Κασσελάκης να προαχθεί στο επόμενο επίπεδο, για να κυριαρχήσει στην Κεντροαριστερά.
Για το ΠΑΣΟΚ: Κατάφερε να αποτύχει εντελώς ξανά – με ευθύνη κυρίως του αρχηγού του. Όλους τους προηγούμενους μήνες το ΠΑΣΟΚ κατάφερε να απογοητεύσει ακόμα και τους πολίτες που περίμεναν από αυτό να δείξει τη στόφα της σοβαρής αξιωματικής σοσιαλδημοκρατίας που θα μπορέσει να πάρει τα ηνία της κεντροαριστεράς και να βάλει δύσκολα στη ΝΔ. Η άνοδος τεσσάρων μονάδων από τις Ευρωεκλογές του 2019 και μόλις μίας μονάδας από τις εθνικές εκλογές του 2023, είναι παταγώδης αποτυχία για μια παράταξη που φιλοδοξεί να προβληθεί ως μελλοντική εναλλακτική διακυβέρνηση απέναντι στη ΝΔ. Τρίτο και καταϊδρωμένο, παραμένει εγκλωβισμένο στην ανεπάρκεια ενός αρχηγού που αποδεικνύεται πολύ λιγότερος απ` ότι υποσχέθηκε και πολλοί ήλπιζαν να είναι. Με τον Ανδρουλάκη να ακούγεται σαν αλλοιωμένη (και ελαφρά εμπλουτισμένη) ηχώ του Κασσελάκη και με κεντρικό μήνυμα τον αρνητισμό του «ψηφίστε με για να φοβηθεί ο κακός Μητσοτάκης», το ΠΑΣΟΚ, δεν έχει μέλλον, παρά το γεγονός ότι έχει να παρουσιάσει νέα και αξιόλογα στελέχη που δεν έχουν σχέση με τις αμαρτίες του παρελθόντος. Όσο πιο σύντομα καταλάβει το ΠΑΣΟΚ, ότι ο Ανδρουλάκης… δεν μπορεί, τόσο το καλύτερο…
Το αποτέλεσμα των Ευρωεκλογών αποτυπώνει μια ισορροπία του «τρόμου» στο ελληνικό Πολιτικό Σύστημα. Όλοι οι κύριοι «παίκτες» φλερτάρουν εξίσου με την πολιτική μεγέθυνση (έως γιγάντωση), ή με την πολιτική υποχώρηση (έως κατάρρευση).
Τα επόμενα τρία χρόνια, θα κρίνουν, τι θα ισχύσει για τον καθένα και πόσο κατανόησε το μήνυμα των Ευρωεκλογών.