Στην απόφαση της τουρκικής κυβέρνησης να μετατρέψει σε τέμενος τη Μονή της Χώρας, την οποία αποδοκίμασε με έντονο τρόπο, αλλά και στον πόλεμο στη Μέση Ανατολή και την Ουκρανία, τη στάση των ΗΠΑ και τις εξελίξεις σε σχέση και με τις αμερικανικές εκλογές το φθινόπωρο και την προοπτική της επικράτησης του Ντόναλντ Τραμπ αναφέρθηκε ο Μάικ Πομπέο από την Αθήνα, στο περιθώριο της παρουσίας του στο Διεθνές Συνέδριο των Αρχόντων του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Συνομιλώντας με Έλληνες δημοσιογράφους, μεταξύ των οποίων και ο Πρόεδρος και Γενικός Διευθυντής του ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο πρώην επικεφαλής του State Department τόνισε ότι «είναι τραγική για τους Τούρκους πολίτες και τους πιστούς όλων των δογμάτων» η απόφαση της τουρκικής κυβέρνησης να μετατρέψει τη Μονή της Χώρας σε Τέμενος.
Πρόσθεσε ότι η απόφαση δεν πλήττει απλώς τις θρησκευτικές ελευθερίες, αλλά μειώνει την ελευθερία των Τούρκων πολιτών και ανέφερε πως η διοίκηση Τραμπ είχε επισημάνει στην Άγκυρα ότι μια τέτοια κίνηση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή, καθώς αντιτίθεται στη βασικές αρχές της Ευρωπαϊκή Ένωσης στην οποία θέλει να ενταχθεί η Τουρκία, αλλά και στην ιδέα της συμμετοχής της στο ΝΑΤΟ. «Με λυπεί ιδιαίτερα. Είναι ενάντια στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια και την προσωπική θρησκευτική ελευθερία. Μας θυμίζει πόσο δύσκολο είναι να προστατεύσει κάποιος τα ανθρώπινα δικαιώματα», κατέληξε ο κ. Πομπέο.
Απαντώντας σε ερώτηση του ΑΠΕ-ΜΠΕ για το αν η εξομάλυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων το τελευταίο διάστημα μπορεί να συμβάλλει προς μία θετική εξέλιξη στο όλο ζήτημα και αφού εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι η ελληνική κυβέρνηση θα προσπαθήσει να το επιδιώξει, εκτίμησε πως η βελτίωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων πράγματι αυξάνει τις πιθανότητες να βρεθεί περισσότερος χώρος, όπως είπε χαρακτηριστικά, για τις θρησκευτικές ελευθερίες στην Τουρκία, όχι μόνο για τους ορθόδοξους.
«Ο Τραμπ θα τα πάει μια χαρά – Θα ενισχυθούν οι σχέσεις με το Ισραήλ»
Ερωτηθείς σε σχέση με τις αμερικανικές εκλογές και τις ευρύτερες γεωπολιτικές ισορροπίες, ο κ. Πομπέο, αφού εξέφρασε τη σιγουριά του για την επικράτηση του Ντόναλντ Τραμπ και ότι στη δεύτερη θητεία του «θα τα πάει καλύτερα», με τον ίδιο προσωπικά να μπορεί να τον υπηρετήσει «με χαρά», σημείωσε ότι μια τέτοια εξέλιξη θα επιφέρει πράγματι σημαντικές αλλαγές στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ. Ειδικά για τη Μέση Ανατολή, υποστήριξε ότι θα επανέλθει στην «προτέρα κατάσταση» και θα ενισχυθούν περαιτέρω οι σχέσεις με το Ισραήλ και άλλα κράτη του Περσικού Κόλπου, με στόχο την απομόνωση του Ιράν, εκτιμώντας μάλιστα ότι η χαλάρωση που έχει επικρατήσει ενισχύει τώρα την προσπάθεια της Τεχεράνης για ενίσχυση του πυρηνικού της οπλοστασίου. Επίσης, ανέφερε ότι η διοίκηση Τραμπ θα είναι «πιο σοβαρή» σε ό,τι αφορά τις σχέσεις των ΗΠΑ με την Κίνα, ειδικά σε ό,τι αφορά τον τομέα του εμπορίου.
Για την Ουκρανία, ο πρώην ΥΠΕΞ των ΗΠΑ υπενθύμισε ότι η κυβέρνηση Τραμπ παρείχε αμυντικό εξοπλισμό στους Ουκρανούς για να αμυνθούν απέναντι στους Ρώσους – ακόμη και τους πυραύλους που προστάτευσαν το Κίεβο το Φεβρουάριο του 2022 κατά τη ρωσική εισβολή, όπως είπε χαρακτηριστικά – κάτι που νωρίτερα είχε αρνηθεί να κάνει η κυβέρνηση Ομπάμα. Μάλιστα, πρόσθεσε ότι ελπίζει ο Τραμπ να πείσει τον Βλάντιμιρ Πούτιν ότι ο πόλεμος έχει κόστος και ότι είναι ζωτικής σημασίας για όλο τον κόσμο πως η Ρωσία δεν θα τον κερδίσει. «Εάν αυτό συμβεί, θα πληγεί η Δύση και ο πολιτισμός της», σημείωσε χαρακτηριστικά, αφήνοντας παράλληλα αιχμές ότι η πολιτική του Τζο Μπάιντεν άφησε τα περιθώρια στον Πούτιν για να υλοποιήσει τα σχέδιά του.
Σε άλλο σημείο των τοποθετήσεών του και σε ερώτηση για τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις, ο κ. Πομπέο χαιρέτισε την προσπάθεια της διοίκησης Μπάιντεν να ενισχύσει την αμυντική συνεργασία των δύο χωρών και εκτίμησε ότι μπορεί να γίνει ακόμη στενότερη με μια νέα διοίκηση Τραμπ. Επίσης, ανέφερε ότι οι ΗΠΑ θα πρέπει να στηρίξουν τις προσπάθειες της Ευρώπης για την αμυντική της θωράκιση εκτός των πλαισίων του ΝΑΤΟ, τονίζοντας ότι η σημασία της αεράμυνας φάνηκε ξεκάθαρα στη Μέση Ανατολή και σε άλλα μέρη, όπως η Ασία, ενθαρρύνοντας έτσι όλα τα ευρωπαϊκά κράτη να κινηθούν προς αυτή την κατεύθυνση, αλλά και να ενισχύσουν τη ναυτική τους παρουσία στη Μεσόγειο.
«Η Χαμάς δεν μπορεί να κερδίσει αυτόν τον πόλεμο»
Για τον πόλεμο Ισραήλ-Χαμάς, ο πρώην επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας δήλωσε ξεκάθαρα ότι «η Χαμάς δεν μπορεί να κερδίσει αυτόν τον πόλεμο», παραδεχόμενος πάντως ότι ναι μεν η ανθρωπιστική κρίση στη Γάζα δεν μπορεί να αφήσει κανέναν ασυγκίνητο, αλλά δεν μπορεί να συγκριθεί επ’ ουδενί με τις βαρβατότητες της Χαμάς.
Ανέφερε δε ότι η Χαμάς υποστηρίζεται από το Ιράν και γι’ αυτό, κατά τον ίδιο, οι ΗΠΑ πρέπει να ενισχύσουν τους δεσμούς τους με το Ισραήλ και με όσα κράτη της περιοχής σέβονται την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και το Διεθνές Δίκαιο, δεν βάζουν τους αμάχους ως στόχους και δεν θέλουν τον πόλεμο.
«Πρέπει να σταθούμε δίπλα στο Ισραήλ, γιατί είναι ο βράχος της θρησκευτικής ελευθερίας στη Μέση Ανατολή και αυτό μπορεί να το καταλάβει όποιος επισκέπτεται την Ιερουσαλήμ», ανέφερε χαρακτηριστικά, εκφράζοντας τη λύπη του που η διοίκηση Μπάιντεν δημιούργησε – όπως είπε – την αίσθηση χάσματος ανάμεσα στις σχέσεις ΗΠΑ-Ισραήλη που οφέλησε τελικώς τη Χαμάς και ενθάρρυνε τους τρομοκράτες. Εκτίμησε εξάλλου ότι οι ισραηλινές επιχειρήσεις θα επεκταθούν και στο βορρά, λόγω της εμπλοκής της Χεζμπολάχ στα βόρεια σύνορα του Ισραήλ.
Σε ερώτηση του ΑΠΕ-ΜΠΕ για το πώς μπορούν να λήξουν οι πόλεμοι στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή, ο κ. Πομπέο δήλωσε πως ελπίζει και στους δύο νικητής να είναι η Δύση και οι αρχές της, αλλά σε κάθε περίπτωση θα υπάρξει κόστος. Ειδικά για την Ουκρανία, υποστήριξε ότι οι διαπραγματεύσεις διαφαίνονται ως λύση, αλλά τυχόν άτακτη υποχώρηση της Ουκρανίας θα σημάνει την ίδια στιγμή δικαίωση της επιθετικότητας της Ρωσίας. Για τη σύγκρουση Ισραήλ-Χαμάς, σημείωσε πως όλοι καταλαβαίνουν, ακόμη και στο Ισραήλ, πως κανείς δεν μπορεί να επιστρέψει σ’ αυτό που ζούσε πριν από τις 7 Οκτωβρίου του 2023.
Τέλος, σε ερώτηση για το αν βλέπει πιθανές προσπάθειες ανάμειξης ξένων δυνάμεων στις αμερικανικές εκλογές, ο κ. Πομπέο εμφανίστηκε βέβαιος ότι Ρωσία και Κίνα επιχειρούν ήδη να παρέμβουν με διάφορους τρόπους. Όπως είπε, το κάνουν εδώ και 50 χρόνια, δεν είναι μια καινούργια πρακτική, αλλά ανάλογα με τις εποχές αλλάζουν τα εργαλεία και σήμερα έχουν περισσότερες δυνατότητες να το πράξουν λόγω των social media. Προειδοποίησε μάλιστα προς τούτο και τις ευρωπαϊκές ηγεσίες για πιθανές παρεμβάσεις στις ευρωεκλογές.