Τέσσερις γυναίκες κατέθεσαν πως τις βίασε ή τις εξανάγκασε σε σεξουαλικές πράξεις, το δικαστήριο δέχτηκε πως για δύο από αυτές πράγματι εγκλημάτησε και καταδίκασε τον Χάρβεϊ Γουάινστιν σε 23 χρόνια φυλάκισης. Πριν ξεκινήσει η δίκη, περί τις 100 γυναίκες- ανάμεσα στις οποίες και μεγάλα ονόματα του Χόλιγουντ, κατήγγειλαν ότι ο παραγωγός τις παρενόχλησε σεξουαλικά ή τους επιτέθηκε, ή, τέλος, τις βίασε. Κάποιες από αυτές εμφανίστηκαν και στο δικαστήριο της Νέας Υόρκης, για να το υποστηρίξουν. Κι όμως, ήταν σαν τίποτα από όλα αυτά να μην ήταν αρκετό για την τελειωτική καταδίκη του. Η δικαιοσύνη της Νέας Υόρκης αποφάνθηκε πως δεν είχε «δίκαιη δίκη» και ανέτρεψε την καταδίκη.
Θα ξαναδικαστεί βεβαίως, καθώς πολλοί έχουν κάνει πλέον σκοπό της ζωής τους να τον καταδικάσουν και πάλι. Προς το παρόν είναι στο νοσοκομείο, όπου μεταφέρθηκε με προβλήματα υγείας, αλλά έχει να εκτίσει και άλλη ποινή, 16 ετών, στην Καλιφόρνια. Οι δικηγόροι του πάμπλουτου κινηματογραφικού «παράγοντα» προφανώς τρίβουν τα χέρια τους. Πιστεύουν πως έχουν περισσότερες πιθανότητες τώρα να κερδίσουν μια ανατροπή και σε εκείνη την πολιτεία.
Τι συμβαίνει λοιπόν; Φταίει το περίεργο και πολύπλοκο δικαστικό σύστημα της Αμερικής, το οποίο όσο και να μη το παραδέχονται όλοι, μπορεί να σε βγάλει από τη φυλακή αν έχεις χρήματα; Φταίει η ίδια η δίκη, με την πλειονότητα των δικαστών και των ενόρκων να είναι γυναίκες; Ή, μήπως, φταίει η αντίληψη που έχει όλο το σύστημα (νομικό και δικαστικό) των ΗΠΑ για τον βιασμό;
Το τρίτο είναι σίγουρο, σύμφωνα με όσες από τις κατηγόρους του Γουάινστιν μίλησαν στο ΤΙΜΕ, στους Νew Yor Times και την Washington Post. Ομόφωνα οι γυναίκες υψώνουν και πάλι τη φωνή και το μπόι τους. Πρέπει να ξανακοιτάξουμε τις ποινές για τους βιασμούς και τη σεξουαλική παρενόχληση. Πάνω απ’ όλα, όμως, πρέπει να κοιτάξουμε, να ελέγξουμε, να στηλιτεύσουμε, να αλλάξουμε τις νοοτροπίες.
Η ανατροπή της καταδίκης στη Νέα Υόρκη έγινε γιατί… υπήρξαν πολλές μάρτυρες. Κάτι που τώρα δεν θεωρείται «σωστό», δεδομένου, λένε οι νέοι δικαστές που έβγαλαν την απόφαση ανατροπής, ότι υπήρξε ένας καταιγισμός πληροφόρησης.
Αδιανόητο για τη φτωχή Ελλαδίτσα, ας πούμε, ότι μπορεί οι δικαστές να θεωρούσαν πως αν κάποιος έχει παρενοχλήσει ή βιάσει δεκάδες, ενδεχομένως και εκατοντάδες γυναίκες, δεν πρέπει αυτό να ακουστεί στο δικαστήριο. Γιατί; Διότι, λένε, ίσως να παραπλανήσει για το ποιόν του. Ο ίδιος είναι αδάμας, σαν να λένε οι δικαστές. Αλλά γι’ αυτό ακριβώς υπάρχουν οι ακριβοπληρωμένοι δικηγόροι, ώστε να ανακαλύπτουν άρθρα και τροπολογίες του Συντάγματος, τα οποία «ταιριάζουν»
Η Gloria Allred, η οποία εκπροσώπησε τρία από τα θύματα που συμμετείχαν στη δίκη του Weinstein στο Λος Άντζελες, είπε ότι οι μάρτυρες «προηγούμενων κακουργηματικών πράξεων» που έγιναν δεκτοί σε εκείνη τη διαδικασία επιτρέπονταν βάσει νόμου της πολιτείας που επιτρέπει την κατάθεση από αυτούς τους μάρτυρες, εάν χρησιμοποιηθεί για την απόδειξη κινήτρων. Αν δηλαδή με αυτές τις καταθέσεις αποδεικνύεται ευκαιρία, πρόθεση, προετοιμασία ή σχέδιο διάπραξης εγκλήματος.
Αντίθετα, είπε η κ. Allred, τα δικαστήρια της Νέας Υόρκης θεωρούν μια τέτοια μαρτυρία ως «περισσότερο επιζήμια παρά αποδεικτική».
Πώς αντιδρούν τα θύματα στην ανατροπή της καταδίκης;
Η Kaja Sokola, η νεότερη κατήγορος του Weinstein, η οποία ήταν 16 ετών την εποχή της καταγγελθείσας επίθεσης, είπε ότι είναι «θυμωμένη και συντετριμμένη» για την απόφαση του Εφετείου.
«Ο Γουάινστιν συνεχίζει να προστατεύεται από ένα κατεστραμμένο σύστημα δικαιοσύνης που τραυματίζει ξανά τα θύματα και τα κατηγορεί για την κακοποίησή τους», είπε σε δήλωση προς το TIME. «Σε όλες τις επιζώσες εκεί έξω, ειδικά εκείνες τις γενναίες γυναίκες που κατέθεσαν στη δίκη, θέλω να ξέρετε ότι το τραύμα σας δεν σας καθορίζει».
Η Ashley Judd, η οποία ήταν μια από τις πρώτες διάσημες που έκανε καταγγελίες εναντίον του Weinstein, είπε στο BBC ότι ήταν μια «δύσκολη μέρα» για τους επιζώντες. «Συχνά οι επιζώντες λένε ότι η προδοσία και η ηθική βλάβη που δεχομαστε μέσα στο σύστημα είναι χειρότερη από τη σεξουαλική εισβολή στο σώμα που ζήσαμε αρχικά», είπε.
Η Tarana Burke, ιδρύτρια του κινήματος #MeToo, είπε στο ΤΙΜΕ:
«Αυτό που έχουμε δει ιστορικά είναι ότι τα κινήματα έχουν πάντα απογοητεύσεις, οπότε αν ήμουν απογοητευμένη από αυτό που είδα σήμερα, δεν το βλέπω ως οπισθοδρόμηση. Σημαίνει ότι έχουμε περισσότερη δουλειά να κάνουμε».
Η ιστορία του Γουάινστιν έγινε ταινία με τίτλο «She said». Με τον ίδιο τίτλο κυκλοφορεί και ένα βιβλίο, που στα ελληνικά έχει εκδοθεί με τίτλο «She said- Κάποια μίλησε» από τις Athens Bookstore Publications. Στις σελίδες του παρουσιάζεται η έρευνα που αποκάλυψε την υπόθεση Γουάινστιν και πυροδότησε το κίνημα #MeToo.
Στις 5 Οκτωβρίου 2017, η New York Times δημοσίευσε ένα άρθρο των Τζόντι Κάντορ και Μέγκαν Τούι – και ο κόσμος άλλαξε. Επί μήνες, οι Κάντορ και Τούι έκαναν εμπιστευτικές συζητήσεις με κορυφαίες ηθοποιούς, πρώην υπαλλήλους του Γουάινστιν, και άλλες πηγές, μαθαίνοντας για ανησυχητικές καταγγελίες, θαμμένες για πολύ καιρό, κάποιες από τις οποίες είχαν συγκαλυφθεί με επαχθείς νομικούς συμβιβασμούς. Οι δημοσιογράφοι κατάφεραν με πολύ κόπο να ξεμπερδέψουν ένα κουβάρι μυστικών πληρωμών και συμβάσεων εμπιστευτικότητας που τυλιγόταν επί δεκαετίες, πίεσαν μερικές από τις πιο διάσημες γυναίκες στον κόσμο –και κάποιες άγνωστες– να διακινδυνεύσουν μια δημόσια καταγγελία, και αντιμετώπισαν κατά πρόσωπο τον Γουάινστιν, την ομάδα των ακριβοπληρωμένων συνηγόρων τους, ακόμη και τους ιδιωτικούς ερευνητές του. Αλλά τίποτα δεν μπορούσε να τις έχει προετοιμάσει για ό,τι ακολούθησε τη δημοσίευση του άρθρου τους για την υπόθεση Γουάινστιν. Μέσα σε διάστημα λίγων ημερών, ένα κουτί της Πανδώρας γεμάτο καταγγελίες για σεξουαλική παρενόχληση και κακοποίηση άνοιξε, και γυναίκες που υπέφεραν σιωπηλά επί γενιές ολόκληρες άρχισαν να μιλούν δημόσια, με την πεποίθηση ότι ο κόσμος θα καταλάβαινε τις ιστορίες τους. Τους επόμενους δώδεκα μήνες, εκατοντάδες άντρες από κάθε κοινωνική και επαγγελματική τάξη θα καταγγέλλονταν δημόσια για κακομεταχείριση συναδέλφων τους. Αλλά μήπως οι αλλαγές ήταν υπερβολικά σαρωτικές – ή μήπως δεν είχαν καν προχωρήσει όσο θα έπρεπε; Αυτά τα ερωτήματα ώθησαν τις δύο δημοσιογράφους στη νέα φάση του ρεπορτάζ τους και σε ορισμένες από τις πιο εντυπωσιακές ανακαλύψεις τους. Με εξόχως λεπτομερή ανάλυση και ερευνητική δεινότητα, οι Κάντορ και Τούι μας οδηγούν για πρώτη φορά κατευθείαν στην καρδιά αυτής της κοινωνικής μεταβολής, με μια ζωντανή, σχεδόν λεπτό προς λεπτό περιγραφή του αγώνα που χρειάστηκε για να βγάλουν το θέμα και με ένα εκτενές προφίλ τόσο των δυνάμεων που παρακώλυαν όσο και εκείνων που υποκινούσαν την αλλαγή. Περιγράφουν το εκπληκτικό ταξίδι εκείνων που μίλησαν –για χάρη άλλων γυναικών, για τις μελλοντικές γενιές, και για τον εαυτό τους– αλλάζοντας έτσι όλους μας.