«Όχι μόνο δεν υπήρξε καμία απολύτως συγκάλυψη στο δυστύχημα των Τεμπών, αλλά υπήρξε μία πρωτοφανής προσπάθεια εκ μέρους της κυβέρνησης να αποκαλυφθούν όλες οι πτυχές από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς και οργανισμούς», τόνισε ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης μιλώντας στην εκπομπή του Άρη Πορτοσάλτε στον ραδιοφωνικό σταθμό του ΣΚΑΙ. «Θα το πω κατηγορηματικά: δεν υπάρχει καμία απολύτως κάλυψη του κυρίου Κώστα Καραμανλή και δεν υπάρχει απολύτως καμία συγκάλυψη του γεγονότος αυτού» υπογράμμισε περαιτέρω.
Σε ό,τι αφορά τη δίκη για το δυστύχημα των Τεμπών, ο κ. Γεραπετρίτης σημείωσε ότι «έχουμε μία πάρα πολύ ταχεία δίκη για τα δεδομένα της ελληνικής δικαιοσύνης» και υπενθύμισε ότι ήταν η ίδια η κυβέρνηση, η οποία ζήτησε την απόλυτη προτεραιοποίηση της υπόθεσης.
Υπεραμύνθηκε του ρόλου της επιτροπής από εμπειρογνώμονες, «η οποία όταν συγκροτήθηκε όλοι μίλαγαν για μία στημένη επιτροπή, η οποία θα έβγαζε πορίσματα τα οποία θα ήταν ευμενή για την κυβέρνηση και θα έβγαζαν λάδι όλους τους φορείς και σήμερα ή αντιπολίτευση σύσσωμη επικαλείται ακριβώς αυτό το πόρισμα», το οποίο βρίσκεται εξ ολοκλήρου, όπως είπε, μέσα στη δικογραφία «και σήμερα αποτελεί ένα πολύ ισχυρό στοιχείο στον δημόσιο λόγο». Επισήμανε δε, ότι ούτε οι ανεξάρτητοι εμπειρογνώμονες βρήκαν ευθύνες του υπουργού, αλλά «ανέδειξαν όλες τις συστημικές αδυναμίες σε ό,τι αφορά τον σιδηρόδρομο και διαπίστωσαν ότι υπήρξαν συστημικές καθυστερήσεις στην υλοποίηση της κρίσιμης σύμβασης, οι οποίες ουσιαστικά είχαν να κάνουν με τις παρατάσεις οι οποίες δόθηκαν».
Ανέφερε ακόμη πως με πρωτοβουλία του ιδίου και της κυβέρνησης κινητοποιήθηκε ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Σιδηροδρόμων, ο οποίος και διενεργεί μία εξέταση σε βάθος για τα αίτια του δυστυχήματος των Τεμπών και αναμένουμε το άμεσο επόμενο διάστημα το πόρισμα.
Επίσης, τόνισε την πίστη του στους θεσμούς, διαβεβαιώνοντας πως οι ευθύνες θα αποδοθούν όπου κι αν υπάρχουν. Σημείωσε πως η δικογραφία που αφορά το δυστύχημα των Τεμπών δεν έχει κάνει καν έρθει ακόμη στη Βουλή, προσθέτοντας ότι όταν έρθει θα αξιολογηθεί με τον προσήκοντα τρόπο. «Δεν θα αξιολογηθεί όμως η δικογραφία αυτή επί τη βάσει του πλειοψηφικού ρεύματος που δημιουργείται για να υπάρξουν ένοχοι. Οι ένοχοι πρέπει να προκύπτουν βάσει στοιχείων και όχι βάσει αισθητηρίου» ανέφερε.
Όσον αφορά την Ευρωπαία εισαγγελέα, ο κ. Γεραπετρίτης τής καταλόγισε «θεσμική υποκρισία» λέγοντας χαρακτηριστικά πως «καθ’ υπέρβαση του ρόλου της ήρθε και ζήτησε κάτι το οποίο είναι προσβλητικό για την ελληνική πολιτεία και εξωφρενικό. Ζήτησε ν’ αλλάξουμε το Σύνταγμα κατά τρόπο ώστε να μπορεί να αχθεί ενώπιον της ποινικής δικαιοσύνης το οποιοδήποτε πολιτικό πρόσωπο», ενώ έστρεψε τα βέλη του και στην αντιπολίτευση, η οποία, όπως τόνισε, «σύσσωμη υιοθετεί τα πορίσματα αυτά μολονότι προσβλητικά για την Ελληνική Πολιτεία».
«Η πρόταση δυσπιστίας βρίθει ανακριβειών και δεν περιέχει ούτε ένα στοιχείο»
Αναφερθείς στην πρόταση δυσπιστίας που κατατέθηκε στη Βουλή, είπε πως «είναι ένα κείμενο το οποίο βρίθει ανακριβειών» και ότι κυρίως δεν περιέχει ούτε ένα στοιχείο από το οποίο να προκύπτει η αιτιώδης σύνδεση μεταξύ της οποιασδήποτε ευθύνης πολιτικού προσώπου με το δυστύχημα των Τεμπών. Ακόμη, παρατήρησε πως δεν περιέχει απολύτως καμία διάσταση η οποία να έχει απτό στοιχείο υποβάθμισης του κράτους δικαίου, αντιθέτως, όπως συμπλήρωσε, έχει μία σειρά από γενικούς πολιτικούς αφορισμούς και το πολιτικό αισθητήριο της κοινωνίας, σημειώνοντας πως δεν λειτουργούν έτσι οι κοινωνίες, αλλά επί τη βάσει θεσμών.
«Είμαι σε καθεστώς σοκ σε σχέση με τις δηλώσεις του Στ. Κασσελάκη»
Περαιτέρω, σχολίασε τη δήλωση του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ Στέφανου Κασσελάκη για την προκήρυξη εκλογών. «Είμαι ακόμη σε καθεστώς σοκ από τις δηλώσεις του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης σε σχέση με τη διενέργεια των εκλογών, σε σχέση με την υπονόμευση της δημοκρατίας, σε σχέση με το γεγονός ότι αυτήν τη στιγμή τίθεται εν αμφιβόλω η ακεραιότητα των εκλογών. Το μεγαλύτερο επίτευγμα της μεταπολιτευτικής Ελληνικής Δημοκρατίας είναι η πίστη στην ακεραιότητα των του θεσμού των εκλογών. Αυτό σήμερα βάλλεται και βάλλεται με έναν τρόπο ο οποίος είναι εξαιρετικά βίαιος και κυνικός» ανέφερε.
Συνεχίζοντας στο ίδιο μήκος κύματος, αναφέρθηκε στην εισβολή στο αμερικανικό Καπιτώλιο στις 6 Ιανουαρίου του 2021 και επισήμανε πως σήμερα, πριν ακόμα διεξαχθούν εκλογές, ο κ. Κασσελάκης έρχεται και δηλώνει, ex-ante, προληπτικά ότι δεν μπορούν να γίνουν στην Ελλάδα ακέραιες δημοκρατικές εκλογές και για το λόγο αυτό θα πρέπει να τεθούμε υπό εξωτερική επιτήρηση. «Ο κ. Κασσελάκης ενόψει εκλογών ζητάει επιτήρηση της Ελληνικής Δημοκρατίας» σημείωσε, κάνοντας λόγο για «θεσμική ντροπή» και προσέθεσε πως απορεί τουλάχιστον για τους βουλευτές του Κινήματος Αλλαγής «οι οποίοι συνετάγησαν με την πρόταση δυσπιστίας πάνω στο ζήτημα αυτό». Όπως υπογράμμισε, «ένα κεκτημένο Δημοκρατίας της ελληνικής πολιτείας βάλλεται με τον πιο βίαιο και κυνικό τρόπο και δυστυχώς καθόμαστε όλοι απαθείς».
«Εάν υπάρχουν στοιχεία από τα οποία θα προκύπτει ότι ο κ. Καραμανλής δεν επιτέλεσε το καθήκον, βεβαίως να ‘ρθει στη δικαιοσύνη»
Ερωτηθείς αν θα συμβούλευε τον πρώην υπουργό Μεταφορών Κώστα Καραμανλή να παρουσιαστεί αυτοβούλως ως πολιτικό πρόσωπο ενώπιον της δικαιοσύνης, ο κ. Γεραπετρίτης απάντησε πως εδώ δεν είναι θέμα πολιτικής βούλησης, αλλά θέμα θεσμών. «Δεν μπορούμε να απαντούμε με όρους λαϊκισμού. Αυτήν τη στιγμή θα υπάρξει μία δικογραφία η οποία θα αναφέρεται στο δυστύχημα των Τεμπών. Εάν υπάρχουν στοιχεία από τα οποία θα προκύπτει ότι ο κ. Καραμανλής δεν επιτέλεσε το καθήκον που του είχε ανατεθεί με τον προσήκοντα τρόπο, βεβαίως να ‘ρθει στη δικαιοσύνη».
«Αν είχε τελειώσει εγκαίρως η σύμβαση αυτή το 2016, θα μπορούσε να είχε αποτραπεί το δυστύχημα;»
Εν συνεχεία, εξιστόρησε την εκτέλεση της σύμβασης για την ηλεκτρονική αναβάθμιση της ασφαλείας των σιδηροδρόμων, διερωτώμενος τι παραδίδεται το 2019; Επισήμανε πως αντί να έχει παραδοθεί από τριετίας ολόκληρο το έργο της ηλεκτρονικής αναβάθμισης ασφαλείας, παραδίδεται μόνο το 18% και συμπλήρωσε πως στη συνέχεια κλήθηκε η κυβέρνηση να συνεχίσει τη σύμβαση αυτή με κάθε τρόπο. «Η σύμβαση αυτή προχώρησε. Δυστυχώς, δεν ολοκληρώθηκε πριν από το χρόνο του δυστυχήματος. Ολοκληρώθηκε το Σεπτέμβριο του 2023» ανέφερε.
Επίσης, διερωτήθηκε αν είχε τελειώσει εγκαίρως η σύμβαση αυτή το 2016, όπως προέβλεπε η αρχική σύμβαση, θα μπορούσε να είχε αποτραπεί το δυστύχημα, σπεύδοντας να σημειώσει πως κανείς δεν το ξέρει. Ακόμη και άρτιο σύστημα δεν μπορεί να αποτρέψει 100% ένα δυστύχημα, σχολίασε.
«Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει το ανθρώπινο λάθος»
Σε ό,τι αφορά την ύπαρξη ανθρώπινου λάθους, είπε πως αυτό δεν μπορεί σήμερα κανείς να το αμφισβητήσει. Ειδικότερα, ανέφερε πως υπήρχαν σημαντικές ασφαλιστικές δικλείδες και δεν πήγαινε στα τυφλά ο σιδηρόδρομος για 50 χρόνια. Σε αυτό το πλαίσιο, παρατήρησε πως ενόσω υπάρχει αδιαμφησβήτητα σωρεία ανθρώπινων λαθών που ουσιαστικά παρέκαμψαν όλες τις δικλείδες ασφαλείας, η πραγματικότητα είναι ότι αν υπήρχαν περισσότερες ηλεκτρονικές δικλείδες ασφαλείας θα ήταν πολύ καλύτερα τα πράγματα.
Περιγράφοντας τη σημερινή κατάσταση, είπε πως έχει εγκατασταθεί πολύ εκτενέστερο σύστημα τηλε-διοίκησης, έχουν αποκατασταθεί όλα τα ζητήματα ασφαλείας που υπάρχουν μέσα σε σήραγγες και οι αυτόματες δορυφορικές επικοινωνίες μέσω του σύγχρονου συστήματος.
Απαντώντας σε ερώτηση αν προκύπτει συνάφεια ευθυνών στον κ. Καραμανλή για την τοποθέτηση του συγκεκριμένου σταθμάρχη, ο υπουργός είπε ότι είναι κάτι που θα διερευνήσει η δικαιοσύνη, τονίζοντας ωστόσο ότι δεν μπορεί ο πολιτικός προϊστάμενος να ευθύνεται για το ατομικό λάθος του τελευταίου υπαλλήλου ο οποίος βρίσκεται σε έναν εποπτευόμενο φορέα.
Κληθείς να απαντήσει για τη Ρυθμιστική Αρχή Σιδηροδρόμων, είπε πως δεν αντεπεξήλθε επαρκώς στο έργο της, σημειώνοντας πως υπήρχαν πολλές καθυστερήσεις ακόμη και στην έγκριση συστημάτων που θα μπορούσαν να βελτιώσουν την ασφάλεια, όπως τα συστήματα ψηφιακών επικοινωνιών.
Στην ερώτηση αν προκύπτει συνάφεια από τη διερεύνηση της Ευρωπαίας εισαγγελέως ως προς το οικονομικό σκέλος της 717, ότι επειδή έγινε το δυστύχημα είναι ευθύνη του υπουργού που δεν υλοποίησε τη σύμβαση, ο κ. Γεραπετρίτης ξεκαθάρισε ότι «στην έκθεσή της η Ευρωπαία εισαγγελέας δεν κάνει καμία αναφορά στο ζήτημα του δυστυχήματος των Τεμπών. Εκείνο το οποίο αναφέρει είναι ότι η χρήση της σύμβασης δεν ήταν προσήκουσα με βάση το κοινοτικό δίκαιο για λόγους οικονομικούς».
«Δεν υπάρχει αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της Σύμβασης 717 και του δυστυχήματος των Τεμπών»
Σημείωσε δε, ότι στο ερώτημα αν υπάρχει κάποιος σύνδεσμος μεταξύ της Σύμβασης 717 και του δυστυχήματος των Τεμπών, «η απάντηση σε αυτό είναι πως δεν προκύπτει καμία αιτιώδης συνάφεια» και πως «αυτή τη στιγμή η καθυστέρηση (στην εκτέλεση των συμβάσεων) δεν μπορεί να συνδεθεί αιτιωδώς με το δυστύχημα».
«Στην προκειμένη περίπτωση, υπήρχε σωρεία ανθρωπίνων λαθών, η οποία οδήγησε στο δυστύχημα αυτό. Ερώτημα: αν είχαμε εγκαίρως και προσηκόντως τελειώσει την ηλεκτρονική αναβάθμιση των συστημάτων ασφαλείας θα είχε προληφθεί το δυστύχημα; Θέλω να είμαι ειλικρινής. Κανείς δεν το γνωρίζει. Θα ήταν σίγουρα πολύ περισσότερες οι ασφαλιστικές δικλείδες, όμως κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα ότι θα είχαμε γλιτώσει το δυστύχημα» ανέφερε χαρακτηριστικά ο υπουργός.
Για το ζήτημα της συγκέντρωσης υπογραφών και αν θα μπορούσε να υπάρξει παραπομπή στη δικαιοσύνη ενός πολιτικού προσώπου, απάντησε πως κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει «διότι ειδική δωσιδικία των πολιτικών προσώπων προβλέπεται στο Σύνταγμα, άρα ο νόμος περί ευθύνης υπουργών δεν μπορεί να αλλάξει» κι εξήγησε πως «εάν θέλουμε να ξεκινήσουμε τη συζήτηση έτσι ώστε να καταργηθεί η ειδική δωσιδικία, τότε αυτό θα πρέπει να είναι αντικείμενο της επόμενης αναθεώρησης».
Επισήμανε, παράλληλα, πως «υπήρξε ένα τεράστιο βήμα το 2019 με την αναθεώρηση που ολοκλήρωσε η Νέα Δημοκρατία, όταν και καταργήθηκε η αποσβεστική προθεσμία», ενώ χαρακτήρισε «άσφαιρα πυρά» τις δηλώσεις του Χρήστου Σπίρτζη ότι παραιτείται από την ασυλία του. «Στον κύριο Σπίρτζη, ο οποίος ήταν ο αρμόδιος υπουργός από το 2015 στο 2019, όπου συντελέστηκαν οι μείζονες καθυστερήσεις και διεκόπη στην πραγματικότητα η εκτέλεση της σύμβασης, σήμερα η ευθύνη του έχει αποσβεστεί, διότι επειδή είναι πριν την αναθεώρηση του 2019 υπόκειται στο τότε ευμένες καθεστώς, το οποίο έλεγε ότι η ευθύνη των υπουργών εξαλείφεται εάν αμέσως μετά τις εκλογές δεν έρθει η Βουλή να ασκήσει ποινική δίωξη».
Για το δημοσίευμα του Βήματος σχολίασε -μεταξύ άλλων- πως όσα αναφέρονται «είναι και έωλα και παραπειστικά» εξηγώντας σχετικά: «Έωλα, δηλαδή παρωχημένα, διότι το ζήτημα αυτό του ηχογραφημένου είχε ήδη βγει από τον Μάρτιο του 2023, είχε ξεκαθαρίσει το ζήτημα ότι πρόκειται για περισσότερες συνομιλίες, οι οποίες αφορούσαν περισσότερα τρένα, είχε η ίδια η δημόσια τηλεόραση τοποθετηθεί για το ζήτημα αυτό, άρα δεν υπάρχει κανένα απολύτως ζήτημα σε ό,τι αφορά το το ηχογραφημένο. Πολλώ δε μάλλον όταν κανείς δεν αμφισβητεί, ούτε η αντιπολίτευση ούτε ΤΟ ΒΗΜΑ το ίδιο, ότι το σύνολο του υλικού, το οποίο βρίσκεται στην ανάκριση, είναι το ακέραιο υλικό. Τι έχουμε στην πραγματικότητα; Έχουμε ένα ιδιωτικό μέσο, ένα ιδιωτικό έντυπο, το οποίο δημοσιεύει ένα απόσπασμα από ένα πολύ μεγαλύτερο υλικό το οποίο αναφέρει ό,τι αναφέρει. Είναι παντελώς αδιάφορο. Η ανακριτική διαδικασία έχει αυτή τη στιγμή κινηθεί βάσει του πλήρους υλικού, το οποίο βρίσκεται στη διάθεση της Αστυνομίας».
Ο κ. Γεραπετρίτης καταφέρθηκε και κατά του προέδρου του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ Νίκου Ανδρουλάκη για το γεγονός ότι υιοθέτησε απολύτως το δημοσίευμα και κατέθεσε άκριτα πρόταση δυσπιστίας «ενώ δεν είχε καταθέσει για άλλα κι άλλα». Ανέφερε ακόμη πως στην πρόταση δυσπιστίας δεν περιέχεται ένα στοιχείο, το οποίο να συνδέει αυτό το φερόμενο ηχητικό με την κυβέρνηση και αναρωτήθηκε «γιατί αλήθεια κύριε Ανδρουλάκη και όσοι συνυπέγραψαν τη δήλωση αυτή πρέπει να γίνει πρόταση δυσπιστίας, επειδή μία εφημερίδα, ένα περιοδικό, ένα ηλεκτρονικό μέσο δημοσίευσε ό,τι δημοσίευσε;».
Τέλος, στηλίτευσε τη στοχοποίηση του διευθύνοντος συμβούλου του ΟΣΕ, Παναγιώτη Τερζάκη, ενός ανθρώπου «πολύ υψηλής ευπρέπειας και ακεραιότητας» που έχει ταυτιστεί με πάθος με τον σιδηρόδρομο για 40 χρόνια κάνοντας λόγο για παραποίηση της πραγματικότητας. «Για να έρθουν όμως από την αντιπολίτευση και να πουν ότι ο κύριος Τερεζάκης έπραξε κάτι το οποίο εμμέσως αποδίδεται στην κυβέρνηση, έρχονται και παραποιούν την πραγματικότητα για να πουν ότι παρέδωσε ο ίδιος το ηχητικό, το οποίο όμως ούτε το είχε ούτε θα μπορούσε να το έχει» ανέφερε χαρακτηριστικά.
«Το ζήτημα του Φρέντι Μπελέρη δεν είναι διμερές, είναι ευρωπαϊκό»
Για το ζήτημα του Φρέντι Μπελέρη ανέφερε πως δεν είναι διμερές, είναι ευρωπαϊκό.
Δεν είναι διμερές. Το ζήτημα του εάν ή όχι μία υποψήφια προς ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση χώρα τηρεί ή όχι τις αρχές του Kράτους Δικαίου και σέβεται τα πολιτικά δικαιώματα των πολιτών δεν είναι διμερές. Είναι ένα ζήτημα ευρωπαϊκό κι έτσι πρέπει να το αντιλαμβανόμαστε κι έτσι το αναδεικνύουμε εμείς σε όλα τα fora» ανέφερε χαρακτηριστικά ο υπουργός Εξωτερικών και σημείωσε πως το γεγονός πως σχεδόν έναν χρόνο μετά τις εκλογές ο ηττηθείς δήμαρχος στη Χειμάρρα βρίσκεται στη θέση του με πλήρη αρμοδιότητα αποτελεί «προσβολή κάθε έννοιας ευρωπαΐκής δικαιοκρατίας».
Συγκεκριμένα, αναφερόμενος στην εν λόγω υπόθεση, ο υπουργός σημείωσε:
«Στις 14 Μαΐου 2023 γίνονται οι δημοτικές εκλογές στη Χειμάρρα. Δύο μέρες πριν από τις εκλογές συλλαμβάνεται ο Φρέντι Μπελέρης και παραμένει σε προσωρινή κράτηση έως και σήμερα, σήμερα έχοντας ήδη καταδικαστεί πρωτοδίκως για υποτιθέμενη δωροδοκία.
Την ίδια ημέρα, ο απελθών δήμαρχος, ο οποίος ήταν και ανθυποψήφιος του κυρίου Μπελέρη, ήταν ο κύριος Γκόρο. Θα έπρεπε 15 Μαΐου ο κύριος Γκόρο να φύγει από τη θέση του, αφού είχε χάσει τις εκλογές, και να αναλάβει, υπό τις συνθήκες που θα αναλάμβανε, ο κύριος Φρέντι Μπελέρης, αντικαθιστώμενος πιθανώς, εάν δεν μπορούσε να ασκήσει τα καθήκοντά του. Αντ’ αυτού, αντίθετα με τα προβλεπόμενα στην αλβανική νομοθεσία αλλά και αντίθετα με κάθε έννοια κράτους δικαίου, ο κύριος Γκόρο, ο ηττηθείς δήμαρχος παραμένει και μετά τις 14 Μαΐου και τις εκλογές και παραμένει έως και σήμερα.
Έναν χρόνο μετά δηλαδή, ο ηττηθείς δήμαρχος βρίσκεται στη θέση του, με πλήρη αρμοδιότητα, ασκεί πλήρως τα καθήκοντά του, κάνει συμβάσεις, δημιουργεί συνθήκες έργων και όπως φαίνεται από την προσωρινή του κράτηση και με υπόνοιες για διαφθορά.
Αυτό είναι ένας ακόμα κρίκος στην αλυσίδα για την προσβολή του κράτους δικαίου, την οποία έχουμε, προσβολή κάθε έννοιας ευρωπαΐκής δικαιοκρατίας».