Κατά 2,5 φορές αυξήθηκαν τα οργανικά κέρδη μετά φόρων της Εθνικής Τράπεζας το 2023 αγγίζοντας τα 1,2 δισ. ευρώ, σύμφωνα με τα ετήσια οικονομικά αποτελέσματα.
Τα καθαρά έσοδα από τόκους διατήρησαν τη δυναμική τους το δ’ τρίμηνο 2023 (+6% σε τριμηνιαία βάση) και αποτυπώνουν την ανατιμολόγηση των δανείων λόγω των αυξήσεων του βασικού επιτοκίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, απορροφώντας το υψηλότερο κόστος χρηματοδότησης. Κατά συνέπεια, το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο παρέμεινε σε ανοδική τροχιά, σημειώνοντας αύξηση κατά +15 μονάδες βάσης σε επίπεδο τριμήνου και προσεγγίζοντας τις 337 μονάδες βάσης το δ’ τρίμηνο του 2023.
Τα καθαρά έσοδα από προμήθειες ενισχύθηκαν σημαντικά, κατά +10% σε ετήσια βάση, αντανακλώντας τους ισχυρούς ρυθμούς ανάπτυξης σε όλες τις επιμέρους κατηγορίες προμηθειών, με αιχμή του δόρατος τις επιχειρηματικές πιστοδοτήσεις, τη χρηματοδότηση εμπορικών συναλλαγών (trade finance), και τις αυξημένες σταυροειδείς πωλήσεις επενδυτικών και ασφαλιστικών προϊόντων.
Η συγκράτηση των λειτουργικών δαπανών συνεχίστηκε, με την αύξηση στις δαπάνες προσωπικού και τα γενικά και διοικητικά έξοδα να κυμαίνονται σε επίπεδα χαμηλότερα του πληθωρισμού (+2% ετησίως περίπου), αντανακλώντας τις συμφωνηθείσες κλαδικές μισθολογικές αυξήσεις και το σύστημα κυμαινόμενων αποδοχών. Οι υψηλότερες αποσβέσεις αντικατοπτρίζουν το στρατηγικό σχέδιο επενδύσεων της Τράπεζας στον τομέα της πληροφορικής, με βασικότερο άξονα την αντικατάσταση του συστήματος Βασικών Τραπεζικών Εργασιών (Core Banking System). Το 2023, ο δείκτης κόστους προς οργανικά έσοδα διαμορφώθηκε σε 31,6%.
Το κόστος πιστωτικού κινδύνου διαμορφώθηκε σε 64 μονάδες βάση έναντι στόχου περίπου 80 μονάδων βάσης, αντανακλώντας τη διατήρηση της δημιουργίας νέων ΜΕΑ σε χαμηλά επίπεδα.
Όπως επισημαίνεται στην ανακοίνωση της Εθνικής Τράπεζας, το Πρόγραμμα Μετασχηματισμού συνεχίζει να συνιστά συγκριτικό πλεονέκτημα, λειτουργώντας ως η κινητήρια δύναμη για ταχείες και βιώσιμες αλλαγές, όπως:
Ταχεία μετάβαση προς ένα πιο ευέλικτο επιχειρηματικό μοντέλο, ενισχύοντας την εμπορική μας αποτελεσματικότητα και βελτιώνοντας τη λειτουργική αποδοτικότητα μέσω της κεντροποίησης και της αυτοματοποίησης των διαδικασιών, αναβαθμίζοντας παράλληλα τις τεχνολογικές υποδομές της Τράπεζας, συμπεριλαμβανομένης της αντικατάστασης του συστήματος Βασικών Τραπεζικών Εργασιών, η οποία αναμένεται να ολοκληρωθεί έως το τέλος του 2025.
Ευρεία αναγνώριση της ΕΤΕ για τις ψηφιακές υπηρεσίες της, γεγονός που επιβεβαιώνουν τα ηγετικά μερίδια αγοράς στους μηνιαίους ενεργούς χρήστες (κινητά: 32%, διαδίκτυο: 25%) και τις ψηφιακές πωλήσεις (κάρτες: 41%, καταναλωτικά δάνεια: 32%, ασφάλειες: 55%).
Επιπλέον, οι πωλήσεις μέσω ψηφιακών καναλιών αυξήθηκαν σε 1,2 εκατ. τεμάχια το 2023 από 0,8 εκατ. το 2022.
Οι στόχοι για την επίτευξη μηδενικού καθαρού ισοζυγίου χρηματοδοτούμενων εκπομπών άνθρακα (Net-Zero) υποστηρίζονται από την επιχειρηματική στρατηγική της τράπεζας για το κλίμα και το περιβάλλον.
Η αποτελεσματική εποπτεία και καθοδήγηση επιτεύχθηκε με την ενίσχυση της διακυβέρνησης ESG σε όλα τα επίπεδα ιεραρχίας και τις γραμμές άμυνας της Τράπεζας, ενώ καταγραφτηκαν σημαντικές βελτιώσεις στις αξιολογήσεις ESG.
Με αφορμή την ανακοίνωση των οικονομικών αποτελεσμάτων, ο διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας, Παύλος Μυλωνάς δήλωσε: «Το 2023, η οικονομική δραστηριότητα στην Ελλάδα παρέμεινε σε υγιή ανοδική πορεία, παρά το δυσμενές εξωτερικό οικονομικό περιβάλλον και τις περιοριστικές νομισματικές συνθήκες. Η υψηλή αξιοπιστία σε επίπεδο οικονομικής πολιτικής, η ενισχυμένη ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας –με την προσέλκυση σημαντικών εγχώριων και ξένων επενδύσεων– και η ώριμη πλέον φάση του επιχειρηματικού κύκλου στη χώρα μας, υποστηρίζουν την αναπτυξιακή υπεραπόδοση της Ελλάδας. Επιπλέον, τα οφέλη από την επιστροφή στην επενδυτική βαθμίδα διαχέονται στις ευρύτερες χρηματοοικονομικές συνθήκες και οδηγούν σε υψηλότερες αποτιμήσεις».
Όπως επισήμανε ο κ. Μυλωνάς, οι σημαντικές τομές που έχουν γίνει στη χώρα μας έθεσαν τις βάσεις για την επιτυχία της διάθεσης του 22% του μετοχικού κεφαλαίου της Εθνικής Τράπεζας από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας τον Νοέμβριο, η οποία συνιστά και έμπρακτη αναγνώριση της αξιοπιστίας της από τους μετόχους της μετά από τη συνεπή και ακριβή εκτέλεση σειράς φιλόδοξων επιχειρηματικών σχεδίων τα τελευταία πέντε χρόνια.
Σε ό,τι αφορά στην πιστωτική επέκταση, ο επικεφαλής της τράπεζας τόνισε ότι οι εκταμιεύσεις ξεπέρασαν τα 7,5 δισ. ευρώ σε επίπεδο ομίλου, με αποτέλεσμα την υγιή αύξηση των υπολοίπων των εξυπηρετούμενων δανείων μας κατά 1,3 δισ. ευρώ ετησίως, παρά τις υψηλές αποπληρωμές κατά τη διάρκεια του έτους.
«Η ισχυρή κερδοφορία ενδυνάμωσε περαιτέρω τα κεφαλαιακά μας αποθέματα, παρέχοντας στην Τράπεζα σημαντική στρατηγική ευελιξία για το μέλλον. Ο δείκτης CET1 αυξήθηκε κατά +220 μ.β. ετησίως μετά την πρόβλεψη για διανομή μερίσματος, και ανήλθε σε 17,8%, στα υψηλότερα επίπεδα του κλάδου, με τον Συνολικό Δείκτη Κεφαλαιακής Επάρκειας να διαμορφώνεται στο 20,2%, ενισχυμένος κατά +350μ.β. σε ετήσια βάση», κατέληξε ο κ. Μυλωνάς.
Μερίσματα και buybacks
Μάλιστα, ο ίδιος μιλώντας στους διεθνείς και εγχώριους αναλυτές μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων ανέφερε ότι η πολιτική επιβράβευσης των μετόχων περιλαμβάνει τη διανομή μερισμάτων και προγράμματα επαναγοράς μετοχών (share buybacks) σε βάθος τριετίας, εξηγώντας ότι έτσι θα αξιοποιηθεί το πλεόνασμα κεφαλαίων που αποφέρει η ισχυρή κερδοφορία η οποία αναμένεται να διατηρηθεί στα επίπεδα των 1,2 δισ. ευρώ έως το 2026.
Σημείωσε, δε, ότι η τράπεζα θα υποβάλει αίτημα προς τον Επόπτη για έγκριση μερίσματος της τάξης του 25%-30% φέτος.
Τέλος, ως προς το επανομείναν μερίδιο 18% που κατέχει το ΤΧΣ, ο κ. Μυλωνάς δήλωσε ότι θα εξεταστεί μαζί με τον Επόπτη η δυνατότητα επαναγοράς μετοχών.