Η ευφορία που επικρατεί στις διεθνείς αγορές από την αρχή του 2024 είναι εντυπωσιακή για μία περίοδο που η παγκόσμια οικονομία κινείται ακόμη σε χαμηλότερα επίπεδα από τον ιστορικό μέσο όρο.
Τα χρηματιστήρια στην Αμερική και την Ευρώπη καταγράφουν συνεχώς νέα υψηλά επίπεδα, ενώ την περασμένη εβδομάδα ο χρυσός και το bitcoin κατέγραψαν ιστορικά ρεκόρ.
Ορισμένοι αναλυτές θεωρούν ότι η γρήγορη άνοδος στις τιμές των μετοχών θυμίζει την περίοδο της φούσκας στα τέλη της δεκαετίας του 1990, τη γνωστή ως dot.com bubble από τις εταιρείες διαδικτύου που αγοράζονταν αφειδώς τότε, με τη διαφορά ότι η επενδυτική φρενίτιδα αφορά τώρα τις τεχνολογικές εταιρείες που αξιοποιούν την τεχνητή νοημοσύνη (ΑΙ).
Ο δείκτης αμερικανικών μετοχών S&P 500 έκλεισε στις 5 Μαρτίου με άνοδο 6,4% από την αρχή του έτους και 23,5% σε σχέση με το χαμηλό επίπεδο που είχε καταγράψει τον Οκτώβριο, συνεχίζοντας το ράλι που είχε κάνει το 2023, όταν η οικονομία των ΗΠΑ αναπτύχθηκε με ρυθμό πάνω από 2% παρά την αύξηση των επιτοκίων. Ο δείκτης τεχνολογικών μετοχών Nasdaq αυξήθηκε, επίσης, κατά 6,4% και 26,8%, αντίστοιχα.
Τα δύο τρίτα του ράλι στην Wall Street οφείλονται στις δέκα μεγαλύτερες τεχνολογικές εταιρείες της, η χρηματιστηριακή αξία των οποίων είναι ίση με την αξία όλων των μετοχών μαζί στα χρηματιστήρια της Βρετανίας, της Γερμανίας, της Γαλλίας και της Ιαπωνίας.
Μεταξύ των δέκα αυτών κολοσσών είναι και οι «υπέροχες 7» (magnificent 7) – Apple, Microsoft, Alphabet (μητρική της Google), Amazon, Nvidia, Meta Platforms και Tesla, στις οποίες αντιστοιχεί το 30% της συνολικής κεφαλαιοποίησης των εταιρειών του S&P 500
Αλλά και στην Ευρώπη, όπου η οικονομία κινείται μεταξύ στασιμότητας και οριακής ύφεσης, ο Stoxx 600 αυξήθηκε 3,5% από την αρχή του έτους, σημειώνοντας και αυτός, αν και λιγότερο έντονα, το περσινό ράλι.
Η άποψη ότι δημιουργείται νέα φούσκα στις αμερικανικές μετοχές, την οποία συμμερίζονται αναλυτές από τράπεζες, όπως η JPMorgan και η Morgan Stanley, ή της Capital Economics, δεν είναι γενικά αποδεκτή.
Υπάρχει και ο αντίλογος από αναλυτές, όπως της Goldman Sachs, που θεωρούν ότι η σημερινή περίοδος διαφέρει από αυτή της δεκαετίας του ’90 ή από το 2021, όταν σημειώθηκε ράλι μετά την πανδημία του κορονοϊού που δεν ήταν βιώσιμο, με τις τιμές να βυθίζονται το επόμενο έτος.
Η βασική διαφορά, σύμφωνα με την άποψη αυτή, είναι ότι η άνοδος των δεικτών σήμερα είναι μικρότερη από το παρελθόν και αφορά σε περιορισμένο αριθμό μετοχών και ότι η άνοδος των δεικτοβαρών μετοχών «δικαιολογείται» από αντίστοιχα μεγάλη αύξηση των κερδών τους.
Αναφέρει, ειδικότερα, ότι οι αμερικανικές μετοχές έκαναν ράλι 31% την τελευταία τριετία έναντι αύξησης 98% που είχε σημειωθεί την τριετία έως τις αρχές του 2000.
Σύμφωνα με υπολογισμούς του αναλυτή της Goldman Sachs, οι υπερτιμημένες μετοχές αντιστοιχούν σήμερα στο 24% της κεφαλαιοποίησης της αγοράς έναντι 35% στη φούσκα του dot.com και είναι πολύ λιγότερες σε αριθμό. Ο ίδιος ανέφερε ότι η μετοχή της Nvidia – της εταιρείας που βρίσκεται στο επίκεντρο της φρενίτιδας για την ΑΙ – εκτινάχθηκε μεν 255% σε ένα έτος, αλλά και τα κέρδη της πέρυσι αυξήθηκαν κατά 288%. Αντίθετα, τo 1999 η μετοχή της Nortel είχε αυξηθεί 320% αλλά τα κέρδη της είχαν αυξηθεί 94% την ίδια χρονιά.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό της σημερινής συγκυρίας των αγορών, που είναι μάλλον πρωτόγνωρο, είναι η ταυτόχρονη άνοδος των τιμών του χρυσού μαζί με αυτή των μετοχών. Η τιμή spot του πολύτιμου μετάλλου αυξήθηκε 3,4% από την αρχή του χρόνου, φθάνοντας στις 5 Μαρτίου στο επίπεδο – ρεκόρ των 2.141 δολαρίων ανά ουγκιά, ενώ η άνοδος του είναι 16,9% σε σχέση με τον Οκτώβριο.
Παραδοσιακά, ο χρυσός θεωρείται ασφαλές καταφύγιο για τους επενδυτές σε περιόδους οικονομικής αβεβαιότητας ή κρίσεων και γεωπολιτικών αναταράξεων, όταν δηλαδή δεν υπάρχει διάθεση για ανάληψη ρίσκου.
Τώρα, φαίνεται να συνυπάρχει η διάθεση για ρίσκο από μεγάλη μερίδα των επενδυτών αλλά και η αποστροφή στο ρίσκο από κάποια άλλη. Η αύξηση στην τιμή του χρυσού πιθανόν σηματοδοτεί την ανησυχία ότι μπορεί να ξεφουσκώσει το ράλι των μετοχών σε συνδυασμό με την ανησυχία για τους πολέμους που συνεχίζονται στην Ουκρανία και στη Γάζα.
Το νέο ιστορικό ρεκόρ του bitcoin, η τιμή του οποίου ξεπέρασε την Τρίτη τα 69.000 δολάρια, διασπώντας το προηγούμενο ρεκόρ από τον Νοέμβριο του 2021, μάλλον επιβεβαιώνει ότι υπάρχει ταυτόχρονα στις αγορές μία τάση για ρίσκο μαζί με μία πιο αμυντική προσέγγιση. Η τιμή του bitcoin εκτινάχθηκε 50% στο πρώτο δίμηνο του 2024 και 132% από τον Οκτώβριο, με μοχλό τη δημιουργία 11 ταμείων στις ΗΠΑ που επενδύουν απευθείας σε αυτό και διαπραγματεύονται στα χρηματιστήρια (ETFs) καθώς και την αναμενόμενη για τον Απρίλιο μείωση της νέας προσφοράς του στο μισό, κάτι που συμβαίνει περίπου κάθε τέσσερα χρόνια.
Το bitcoin, ως κρυπτονόμισμα, είναι κατ’ εξοχή ένα περιουσιακό στοιχείο με ρίσκο καθώς η μεταβλητότητα των τιμών του είναι πολύ μεγαλύτερη από των μετοχών. Παράλληλα, όμως, για κάποιους υποστηρικτές του θεωρείται «ψηφιακός χρυσός», λόγω της περιορισμένης προσφοράς του και κατάλληλο ως μέσο αποθεματοποίησης αξίας.