«Τίποτα δεν είναι πιο δυνατό από μία ιδέα της οποίας ο καιρός έχει φτάσει»
Β. Ουγκό
Η ισότητα απέναντι στον νόμο εκκινεί από τη βάση ότι κάθε άτομο είναι φορέας δικαιωμάτων. Η θεμελιώδης αυτή αρχή συνιστά τον οδηγό για τη διαμόρφωση του θεσμικού οικοδομήματος που διέπει κάθε φιλελεύθερη δημοκρατία. Όπως, όμως, γνωρίζουμε πολύ καλά από την ιστορία η διαδικασία οικοδόμησης δεν ήταν ποτέ δεδομένη. Η πορεία για την αναγνώριση των ίδιων δικαιωμάτων και της ίσης αντιμετώπισης όλων των πολιτών ήταν μακρά, επίπονη και στις περισσότερες των περιπτώσεων προϊόν κοινωνικών ζυμώσεων, πολιτικών συγκρούσεων, ακόμη και πολεμικών συρράξεων. Από την κατάργηση της δουλείας μέχρι την αναγνώριση του δικαιώματος ψήφου στις γυναίκες και από τη θεμελίωση του σύγχρονου οικογενειακού δικαίου μέχρι την κατάργηση της θανατικής ποινής, κάθε αλλαγή είχε τελικά ως κοινό παρονομαστή τη διεύρυνση της ιδιωτικής σφαίρας των πολιτών.
*Του Πρόδρομου Πύρρου
Του ζωτικού δηλαδή εκείνου χώρου όπου το κράτος παύει να έχει οποιαδήποτε δικαιοδοσία επί των πολιτών. Με δυο λόγια: των ατομικών τους δικαιωμάτων.
Το οικοδόμημα όμως εξακολουθεί μέχρι και σήμερα να είναι ατελές. Στη Ελλάδα βασική θεσμική εκκρεμότητα παραμένει η διακριτική μεταχείριση που επιφυλάσσει το κράτος σε πολίτες λόγω του σεξουαλικού τους προσανατολισμού. Φυσικά η υστέρηση που παρατηρείται δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο. Για μία σειρά από λόγους που έχουν να κάνουν με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων, προνεωτερικές αντιλήψεις που εγκαταλείφθηκαν νωρίτερα για άλλες ομάδες πολιτών όπως οι γυναίκες ή φυλετικές μειονότητες, επιβιώνουν εν προκειμένω μέχρι και τις μέρες μας.
Οι αλλαγές, όμως, προς το καλύτερο σε αυτό το πεδίο είναι ραγδαίες τα τελευταία χρόνια. Αν στις αρχές του 20ου αιώνα η πρόοδος αφορούσε κυρίως τα θέματα δικαιωμάτων των γυναικών και στα μέσα τις φυλετικές διακρίσεις, από τη δεκαετία του ’90 μέχρι και σήμερα οι θεσμικές εξελίξεις που αφορούν την αντιμετώπιση των ΛΟΑΤΚΙ+ συμπολιτών ήταν ταχύτατες και ριζικές. Από το 1989 όταν η Δανία γινόταν η πρώτη χώρα που νομοθέτησε το σύμφωνο συμβίωσης για τα ομόφυλα ζευγάρια μέχρι και σήμερα, το τοπίο είναι πλέον ριζικά διαφορετικό: 36 χώρες του κόσμου και στις πέντε ηπείρους έχουν νομοθετήσει τον γάμο στα ομόφυλα ζευγάρια. Σε άλλες 14, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, έχει θεσμοθετηθεί σύμφωνο συμβίωσης. Επιπλέον, σε 39 χώρες του κόσμου υπάρχει νομοθεσία που επιτρέπει την υιοθεσία από ομόφυλα ζευγάρια.
Οι θεσμικές αλλαγές συνδυάστηκαν, όμως, και με σημαντικές κοινωνικές μεταβολές, δημιουργώντας έναν ενάρετο κύκλο: νομοθετικές παρεμβάσεις μετέβαλαν τις κυρίαρχες αντιλήψεις γύρω από ζητήματα της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας, οι οποίες με τη σειρά τους καθιστούσαν πολιτικά εφικτές τολμηρότερες θεσμικές πρωτοβουλίες. Το αποτέλεσμα αυτής της προσπάθειας είναι σήμερα εκατομμύρια συμπολίτες μας, κυρίως στον δυτικό κόσμο, να μπορούν να ζήσουν μία πιο «κανονική» ζωή, να κάνουν δηλαδή όσα για όλους τους υπόλοιπους θεωρούνται αυτονόητα.
Παρά τη μεγάλη πρόοδο που έχει συντελεστεί, σημαντικά προβλήματα παραμένουν εκκρεμή, ακόμη και σε ώριμες δημοκρατίες όπως η Ελλάδα. Τα στοιχεία από έρευνα του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι ενδεικτικά: το 39% των Ελλήνων ΛΟΑΤΙ αποφεύγει συγκεκριμένες τοποθεσίες λόγω φόβου επίθεσης έναντι 33% που είναι ο ευρωπαϊκός μέσος όρος. Μόνο το 27% δεν φοβάται να εκφράσει ανοιχτά την ταυτότητα του έναντι 47% στην Ε.Ε. Το 33% στην Ελλάδα δηλώνει ότι υπέστη παρενόχληση το έτος που προηγήθηκε από τη διεξαγωγή της έρευνας. Ωστόσο, συγκρίνοντας την εν λόγω μελέτη με παλαιότερες και παρά τα αρνητικά αποτελέσματα που καταγράφει, συμπεραίνει κανείς ότι η κατάσταση βελτιώνεται τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρώπη συνολικά.
Όπως, όμως, άλλαξε η στάση των πολιτών για τα θέματα που απασχολούν τη ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα, μεταβλήθηκαν αντίστοιχα και οι θέσεις των πολιτικών δυνάμεων στην Ελλάδα. Με πρωτοβουλία του Πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, εκπονήθηκε και εφαρμόζεται μία ολοκληρωμένη στρατηγική για την ισότητα των ΛΟΑΤΚΙ+ συμπολιτών μας. Πάνω από 20 μέτρα αυτής της στρατηγικής έχουν γίνει πράξη μέσα σε τρία χρόνια. Μεταξύ αυτών είναι η κατάργηση της απαγόρευσης αιμοδοσίας για τους ομοφυλόφιλους, η ποινικοποίηση των λεγόμενων θεραπειών μεταστροφής και η αντιμετώπιση του bullying στο σχολείο. Παρά τα βήματα, όμως, που έχουν γίνει, η αλήθεια είναι ότι ένα τμήμα της αριστεράς στην Ελλάδα ενέταξε νωρίτερα -τουλάχιστον στον πολιτικό της λόγο- κάποια από τα αιτήματα ΛΟΑΤΚΙ+ οργανώσεων και προσεταιρίστηκε μέλη της. Η εξέλιξη αυτή σε συνδυασμό με την προβολή στο παρελθόν ομοφοβικών απόψεων που προέρχονται από τμήμα της ελληνικής δεξιάς, οδήγησε στη δημιουργία ενός χάσματος μεταξύ της πλειοψηφίας των ΛΟΑΤΚΙ+ συμπολιτών μας και του ευρύτερου ιδεολογικού χώρου που καλύπτει η κεντροδεξιά σήμερα, δηλαδή από το φιλελεύθερο κέντρο μέχρι και την κοινωνική δεξιά.
Οι παγιωμένοι αυτοί συσχετισμοί μπορούν και πρέπει να ανατραπούν. Πρώτα και κύρια επειδή ο φιλελευθερισμός και ο συντηρητισμός, τα κύρια ιδεολογικά ρεύματα που συνθέτουν τη βάση της σημερινής κυβερνώσας παράταξης κάθε άλλο παρά ασύμβατα είναι με την υιοθέτηση πολιτικών που αίρουν τους αποκλεισμούς για τους ΛΟΑΤΚΙ+ συμπολίτες μας. Το πρωτείο του ατόμου, η βασική αρχή από την οποία εκκινεί ο φιλελευθερισμός δεν μπορεί παρά να μην έχει ως λογική προέκταση ότι η προσωπική αυτονομία αφορά και τον σεξουαλικό προσανατολισμό. Δεν είναι τυχαίο ότι οι πρώτες αναφορές υπέρ των δικαιωμάτων των ομοφυλόφιλων προέρχονται από φιλοσόφους του κλασικού φιλελευθερισμού. Ήδη από τον 19ο αιώνα o Τζέρεμυ Μπένθαμ υποστηρίζει την αποποινικοποίηση της ομοφυλοφιλίας αφού πρόκειται για ψευδοέγκλημα (“fictitious crime”) καθώς δεν βλάπτεται κανένας τρίτος από αυτή. Αν και δεν κάνει ειδική αναφορά στους ομοφυλόφιλους, ο Τζον Στιούαρτ Μιλ εισάγει στο εμβληματικό του έργο «Περί ελευθερίας» τους κανόνες βάσει των οποίων δικαιολογούνται οι περιορισμοί επί της ελευθερίας των πολιτών, ερχόμενος σε αντίθεση με τον πατερναλισμό που κυριαρχούσε τότε στη βικτωριανή Αγγλία: «Επί του εαυτού, του σώματος του, του νου του κάθε άτομο είναι κυρίαρχο», καταλήγει. Η προσέγγιση αυτή θα πρέπει να ιδωθεί εντός του ιστορικού πλαισίου της αλλά και κατ’ αντιπαράσταση με την πορεία που ακολούθησαν οι φορείς άλλων ιδεολογικών ρευμάτων.
Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά την κομμουνιστική αριστερά και με την εξαίρεση της πρώτης περιόδου του σχηματισμού της ΕΣΣΔ η στάση που κράτησε ήταν απολύτως εχθρική προς τους ομοφυλόφιλους. Μετά την άνοδο του Στάλιν ποινικοποιήθηκε εκ νέου η ομοφυλοφιλία και πολλοί ομοφυλόφιλοι (ή και όσοι κατηγορήθηκαν ως ομοφυλόφιλοι) στάλθηκαν για καταναγκαστική εργασία. Ακόμη χειρότερη ήταν η κατάσταση σε άλλα κομμουνιστικά καθεστώτα όπως στην Κίνα ή την Κούβα. Στην τελευταία, οι διώξεις ήταν εκτεταμένες, καθώς τη δεκαετία του ‘60 χιλιάδες Κουβανοί ομοφυλόφιλοι φυλακίστηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και εξωθήθηκαν σε καταναγκαστική εργασία. «Η δουλειά θα σας κάνει άνδρες» ανέφερε η επιγραφή στην είσοδο του στρατοπέδου συγκέντρωσης. Οι διώξεις αυτές δεν ήταν ένα συγκυριακό φαινόμενο αλλά απόρροια του κολεκτιβισμού που χαρακτηρίζει τον ιδεολογικό πυρήνα του μαρξισμού-λενινισμού. Κάθε άτομο που δεν συνέβαλε στον στόχο του «σοσιαλιστικού μετασχηματισμού» μπορούσε να θυσιαστεί. Η ομοφυλοφιλία θεωρήθηκε από τα κομμουνιστικά καθεστώτα υποπροϊόν του καπιταλισμού και ως τέτοια αντιμετωπίστηκε αναλόγως. Ως εκ τούτου δεν αποτελεί έκπληξη και η αρνητική στάση του ΚΚΕ σε όλες τις προσπάθειες θεσμικού εκσυγχρονισμού που έχουν επιχειρηθεί. Όπως μάλιστα ανέφερε παλαιότερη εκδοχή του προγράμματος του: «Με τη διαμόρφωση της σοσιαλιστικής-κομμουνιστικής κοινωνίας, οπωσδήποτε θα διαμορφωθεί νέος τύπος συμβίωσης, ως σχετικά σταθερής ετεροφυλικής σχέσης και αναπαραγωγής».
Κατά παράδοξο τρόπο, η συσχέτιση ομοφυλοφιλίας και καπιταλισμού δεν είναι τελείως αβάσιμη. Προφανώς και η οικονομική οργάνωση ενός κράτους δεν έχει καμία επίδραση στον σεξουαλικό προσανατολισμό του ατόμου. Είναι, όμως, βάσιμος ο ισχυρισμός ότι η εξάπλωση του καπιταλισμού και η παγκοσμιοποίηση απελευθέρωσε εκατομμύρια ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα που μέχρι τότε ήταν αναγκασμένοι να ζουν είτε παριστάνοντας τους ετεροφυλόφιλους είτε στο περιθώριο της κοινωνίας. Ο καπιταλισμός αύξησε την ορατότητά τους καθώς παρείχε τα οικονομικά μέσα για να σταθούν περισσότεροι άνθρωποι στα πόδια τους. Η αστικοποίηση έδωσε σε πάρα πολλούς την ευκαιρία να ξεφύγουν από το ασφυκτικό πλαίσιο που επέβαλαν σε πολλές περιπτώσεις οι μικρές και κλειστές κοινωνίες. Δεν είναι όμως μόνο αυτό που έπαιξε ρόλο: παρά τις προκαταλήψεις και τα στερεότυπα που εξακολουθούν να υφίστανται, υπάρχει μία ουσιώδης διαφορά του καπιταλισμού σε σχέση με άλλα συστήματα οικονομικής οργάνωσης και συνάγεται έμμεσα και από τη διάσημη ρήση του Άνταμ Σμιθ: «Δεν είναι η καλοσύνη και η φιλανθρωπία του φούρναρη, του κρεοπώλη και του ζυθοποιού που τους κάνει να πωλούν τα προϊόντα τους που χρειάζονται άλλοι άνθρωποι, αλλά η ανάγκη τους να κερδίσουν». Με τον ίδιο τρόπο λειτουργεί σε ένα πρώτο επίπεδο και η αγορά εργασίας σε μία ελεύθερη οικονομία: το άτομο δεν κρίνεται από τις θρησκευτικές ή τις πολιτικές του πεποιθήσεις, τη φυλή την οποία ανήκει ή τον σεξουαλικό του προσανατολισμό αλλά από τις δεξιότητες που του επιτρέπουν να ενταχθεί και να αναδειχθεί στην εργασία του. Ο Φρίντριχ Χάγιεκ εντοπίζει ίσως καλύτερα από κάθε άλλον τα οφέλη που προκύπτουν από ένα σύστημα οικονομικής οργάνωσης που βασίζεται στις ελεύθερες οικονομικές συναλλαγές, και για να το περιγράψει επιστρατεύει τον όρο catallaxy/catallactics, από το αρχαιοελληνικό ρήμα καταλάσσω. Ένας λόγος που επιλέγει αυτόν τον όρο είναι οι πολλαπλές σημασίες που είχε στην αρχαία Ελλάδα η λέξη και ειδικότερα οι εξής δύο: «να υποδέχεσαι κάποιον στην κοινότητα» και «να κάνεις κάποιον από εχθρό φίλο». Ο μηχανισμός της αγοράς, επέτρεψε σε ριζικά διαφορετικά άτομα να συνεργαστούν ειρηνικά, να αλληλεπιδράσουν, και, εκτός από προϊόντα και υπηρεσίες, να ανταλλάξουν και ιδέες. Επιπλέον, η νομική θωράκιση του θεσμού της ιδιοκτησίας συνέβαλε στη ενδυνάμωση των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων, ακόμη και σε χώρες όπου εκτεταμένες διακρίσεις εξακολουθούν να υφίστανται. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Κίνας, όπου η αναγνώριση της ιδιωτικής ιδιοκτησίας οδήγησε στη λειτουργία gay bars αλλά και άλλων χώρων όπου μπορούσαν ελεύθερα να αλληλεπιδράσουν και να εκφραστούν ΛΟΑΤΚΙ+. Δι’ αυτού του τρόπου, βγήκαν από την αφάνεια και κατόρθωσαν να καταπολεμήσουν στερεότυπα και προκαταλήψεις.
Αν το αποτύπωμα των φιλελεύθερων ιδεών είναι ξεκάθαρο σε σχέση με την αναγνώριση των δικαιωμάτων των ΛΟΑΤΚΙ+ συμπολιτών μας, δεν μπορεί κανείς να ισχυριστεί το ίδιο για το ευρύτερο ιδεολογικό ρεύμα του συντηρητισμού. Αυτό δεν προξενεί φυσικά έκπληξη: η παράδοση, ο σκεπτικισμός προς ριζικές και απότομες αλλαγές, η πίστη σε μακραίωνους θεσμούς όπως αυτός της οικογένειας αποτελούν την ουσία των συντηρητικών ιδεών.
Ο σκεπτικισμός, όμως, προς τις αλλαγές δεν σημαίνει απόρριψη οποιασδήποτε αλλαγής. Κυρίως αφορά τις αλλαγές σε θεσμούς που επιβάλλονται άνωθεν, ως κάποιο πείραμα κοινωνικής μηχανικής (social engineering) που δεν έχουν υποβληθεί στη βάσανο της δοκιμασίας στην πραγματικής ζωή[1]. Ειδικότερα σε ό,τι αφορά την άρση του αποκλεισμού των ομόφυλων ζευγαριών στον θεσμό του πολιτικού γάμου, ο σύγχρονος συντηρητισμός κάθε άλλο παρά αντίθετος θα έπρεπε να είναι. Πρώτον, δεν μιλάμε για μία εκ βάθρων ανατροπή ενός θεσμού αλλά για μία τροποποίηση του για ένα τμήμα της κοινωνίας που μέχρι τώρα ήταν αποκλεισμένο. Δεύτερον, δια της συμπερίληψης των ομόφυλων ζευγαριών στον πολιτικό γάμο, ενισχύεται συνολικά ο θεσμός της οικογένειας που αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο για την ανάπτυξη της κοινωνίας, σύμφωνα με την κρατούσα αντίληψη των συντηρητικών. Τρίτον, τα ομόφυλα ζευγάρια συγκροτούν εδώ και πολλά χρόνια οικογένειες και μεγαλώνουν παιδιά. Δεν είναι μία κοινωνική κατασκευή που σχεδιάζεται άνωθεν και εκ του μηδενός. Ο Χάγιεκ παρομοιάζει τη γέννηση ενός θεσμού της αυθόρμητης τάξης (spontaneous order) με το μονοπάτι που διαγράφεται σταδιακά όταν πλήθος ανθρώπων διασχίζουν συχνά την ίδια διαδρομή. Άγγλοι αρχιτέκτονες τοπίου (landscape architects) κατά τη διαδικασία σχεδιασμού, αφήνουν στην αρχή τους περιπατητές ελεύθερους να πατήσουν στο γρασίδι για να σχηματιστούν οι γραμμες επιθυμίας. Εν προκειμένω, οι «γραμμές επιθυμίας» που αφορούν τον πολιτικό γάμο και την οικογένεια για τα ομόφυλα ζευγάρια σχηματίστηκαν παρά τα πολλά εμπόδια που συνάντησαν στο δρόμο τους όσοι επέλεξαν αυτή τη διαδρομή. Εμπόδια θεσμικά, κοινωνικά, εμπόδια που πολλές φορές έχουν και οικονομικές προεκτάσεις. Πρόκειται δηλαδή για μία γνησίως κοινωνική διεργασία την οποια καλείται το κράτος να την περιβάλλει με τη θεσμική του ισχύ και όχι το αντίστροφο. Η αναγνώριση αυτής της πραγματικότητας έχει μεταστρέψει και τη στάση των συντηρητικών πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων. Σε πολλές χώρες της Ευρώπης, τα χριστιανοδημοκρατικά και συντηρητικά κόμματα υποστηρίζουν πρωτοβουλίες που αφορούν τη θεσμοθέτηση του σύμφωνου συμβίωσης ή του γάμου. Σε ορισμένες, δε, περιπτώσεις, συντηρητικά κόμματα πρωτοστατούν στον θεσμικό εκσυγχρονισμό. Αυτό συνέβη στη Μ. Βρετανία με το συντηρητικό κόμμα και τη θεσμοθέτηση του πολιτικού γάμου επί κυβέρνησης Κάμερον, στην Ιρλανδία όπου η αλλαγή έγινε μέσω δημοψηφίσματος αλλά με την υποστήριξη του κεντροδεξιού Φίνε Γκάελ αλλά και στην Κύπρο όπου το σύμφωνο συμβίωσης νομοθετήθηκε με πρωτοβουλία του ΔΗΣΥ και του Προέδρου Αναστασιάδη.
Στις μέρες μας, περισσότερο παρά ποτέ, η ισχύς κάθε χώρας καθορίζεται από τις δυνατότητες που έχουν οι πολίτες της να επιτυγχάνουν τους στόχους τους. Οι διακρίσεις -ιδίως μάλιστα όταν αυτές έχουν θεσμική μορφή- θέτουν εμπόδια που καθιστούν πιο δύσκολη την επίτευξη αυτών των στόχων. Από αυτή την πραγματικότητα ζημιωμένα δεν βγαίνουν μόνο τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα αλλά και η χώρα συνολικά. Όταν ένα παιδί στο σχολείο αντιμετωπίζει bullying και δεν μπορεί να συγκεντρωθεί στις σπουδές του (πέραν όλων των άλλων) η Ελλάδα χάνει έναν μελλοντικό επιστήμονα. Όταν ένας νέος σκέφτεται να σταδιοδρομήσει στον στρατό αλλά απορρίπτει αυτή την προοπτική λόγω του σεξουαλικού του προσανατολισμού, χάνουμε έναν ικανό αξιωματικό. Όταν ένα νέο ζευγάρι ομοφύλων φεύγει στο εξωτερικό γιατί μόνον εκεί τα δικαιώματα του παιδιού του θα αναγνωρίζονται, εντείνεται το πρόβλημα του brain drain. Το νομοσχέδιο που φέρνει η κυβέρνηση εξασφαλίζει την ισότητα στον γάμο και επιλύει σημαντικά ζητήματα που αφορούν τα παιδιά ομόφυλων οικογενειών. Κάνει, όμως, και κάτι ακόμη: στέλνει ένα ξεκάθαρο μήνυμα ότι στην χώρα μας δεν υπάρχουν πολίτες δύο ταχυτήτων. Γιατί η αναγνώριση των ατομικών δικαιωμάτων είναι προϋπόθεση για τη συλλογική μας ευημερία.
*Ο Πρόδρομος Πύρρος είναι Γενικός Γραμματέας Κοινωνικής Αλληλεγγύης & Καταπολέμησης της Φτώχειας στο Υπουργείο Κοινωνικής Συνοχής & Οικογένειας. Στο παρελθόν, ήταν σύμβουλος στο Οικονομικό Γραφείο του Πρωθυπουργού, όπου ασχολήθηκε με θέματα οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής, μεταξύ αλλων και με τη σύνταξη και εφαρμογή της Εθνικής Στρατηγικής για την Ισότητα των ΛΟΑΤΚΙ+.
[1] “Burke counseled deliberation and patience in reform. He said that we should base change on experience, not on abstraction and not on philosophical principles divorced from lived reality. Burke wanted a slow but well-sustained progress, and for that reason, he supported incremental change rather than the kind of convulsive upheaval he saw in events of his own time like the French Revolution. Notably for Burke, even what we presently regard as fundamental principles are not immune to critique and revision based on the lessons derived from experience”, A Traditionalist Case for Gay Marriage