Αύξηση της μέσης τιμής του φρέσκου γάλακτος κατά 20% στα 1,25 ευρώ το λίτρο (προ ΦΠΑ) έναντι 1,04 ευρώ μέσα σε έναν χρόνο και συγκεκριμένα από τον Φεβρουάριο του 2022 έως τέλος Ιανουαρίου 2023 έδειξε η χαρτογράφηση της αγοράς από την Επιτροπή Ανταγωνισμού, ενώ ανοδική πορεία κατά 5,8% κατέγραψαν και οι όγκοι πωλήσεων από τα σούπερ μάρκετ.
Της Γωγώς Κατσέλη
Η εξέλιξη αυτή, σύμφωνα με την Ανεξάρτητη Αρχή, οφείλεται στην αύξηση της τιμής παραγωγού κατά 33% από τα 0,39 ευρώ το 2021 στα 0,53 ευρώ το κιλό το 2022 λόγω της εκτίναξης του κόστους παραγωγής και κυρίως των ζωοτροφών, οι οποίες ανατιμήθηκαν κατά 19,2%. Μάλιστα, όπως αναφέρεται στη σχετική ανακοίνωση, η τιμή παραγωγού ακολούθησε ανοδική πορεία σε όλες τις χώρες της Ευρώπης, ωστόσο η τιμή στην Ελλάδα κυμαίνεται σε υψηλότερο επίπεδο από όλες σχεδόν τις χώρες, εκτός από την Ιταλία.
Ως προς τα ποσοστά των παραγωγών στη διαμόρφωση της τελικής τιμής στην αλυσίδα αξίας αυξήθηκαν από 28,8% το 2020 σε 33,9% τόσο το α’ εξάμηνο του 2022 όσο και κατά το α’ εξάμηνο του 2023.
Σε ό,τι αφορά στη συμμετοχή της μεταποίησης στη διαμόρφωση της τελικής τιμής του φρέσκου αγελαδινού γάλακτος υπολογίστηκε σε 0,40 ευρώ το λίτρο το 2020 και μειώθηκε σε 0,37 ευρώ το λίτρο 2021 και το 2022. Ωστόσο, το α’ εξάμηνο του 2023 εκτινάχθηκε στο 0,44 ευρώ το λίτρο. Παρατηρήθηκε δηλαδή μια σταδιακή συρρίκνωση της συμμετοχής της μεταποίησης στην τιμή κατά την περίοδο 2020-2022 με τάσεις ανάκαμψης το 2023. Έτσι, στα ποσοστά της μεταποίησης στην αλυσίδα αξίας παρατηρήθηκε επίσης σχετική μείωση, από 30% το 2020 σε 25,4% το 2022, ενώ καταγράφηκε άνοδος και κατά το α’ εξάμηνο του 2023 στο 28%.
Λιγότερο σημαντικό ρόλο βρέθηκε να έχουν οι επιστροφές φρέσκου γάλατος, με τη μέση τιμή να διαμορφώνεται στα 0,04-0,06 ευρώ το λίτρο την περίοδο 2020- α’ εξαμήνου του 2023 και το ποσοστό στην αλυσίδα αξίας να κυμαίνεται στο 2,7% και στο 4,6%.
Αντίστοιχα, το ποσό που αντιστοιχεί στη λιανική ήταν 0,25 ευρώ το λίτρο την περίοδο 2020-2021 και 0,22 ευρώ το 2022. Κατά το 1ο εξάμηνο του 2023 ανήλθε σε 0,25 ευρώ το λίτρο σε σχέση με 0,24 ευρώ την προηγούμενη χρήση. «Από τη σύγκριση των στοιχείων ανά εξάμηνο 2022/2023 προκύπτει πως υπάρχει μια τάση επανόδου της λιανικής στο 0,24 ευρώ», επισημαίνει το πόρισμα της Επιτροπής. Το ποσοστό της λιανικής στην αλυσίδα αξίας μειώθηκε από 18,8% το 2020, σε 15,1% το 2022, μείωση δηλαδή της τάξεως του 3,7%.
«Συμπερασματικά και συγκρίνοντας το 2020 με το α’ εξάμηνο του 2023, ως προς τη διαμόρφωση της τελικής τιμής φρέσκου αγελαδινού γάλακτος, αυτό που παρατηρείται στην αλυσίδα αξίας είναι μια σχετική μείωση του ποσοστού που αντιστοιχεί στο περιθώριο μεταποίησης (-2%) και λιανικής (-3,7%) κατά περίπου 5,7% συνολικά και αύξηση του ποσοστού του παραγωγού κατά 5,1% και μεταφορικού κόστους (συλλογή και διανομή) κατά 2%», επισημαίνεται στο πόρισμα της Επιτροπής Ανταγωνισμού.
Η συμβολή του καλαθιού του νοικοκυριού
Ως προς την επίδραση που είχε η εφαρμογή του Καλαθιού του Νοικοκυριού στις τιμές του φρέσκου αγελαδινού γάλακτος προκύπτει ότι η μέση τιμή των προϊόντων εντός καλαθιού είναι σημαντικά χαμηλότερη από αυτήν των προϊόντων που βρίσκονται εκτός καλαθιού, κυρίως λόγω και της επιλογής προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας που έχουν ήδη χαμηλότερη τιμή από τα επώνυμα.
Σύμφωνα με την Αρχή, η τιμή των προϊόντων που εισέρχονται στο καλάθι μειώνεται κατά μέσο όρο κατά 6,4%, ενώ η τιμή αυτών που εξέρχονται από το καλάθι αυξάνεται κατά 6,4%. Μάλιστα, η μείωση που προκύπτει για τα επώνυμα γάλατα από την εισαγωγή τους στο καλάθι είναι μεγαλύτερη από αυτή των ιδιωτικής ετικέτας και διαμορφώνεται στο -12% και -4,2% αντίστοιχα.
Η τιμή πάντως φαίνεται να παίζει καθοριστικό ρόλο στις προτιμήσεις των καταναλωτών, καθώς διαπιστώθηκε ότι, για την υπό εξέταση περίοδο, στράφηκαν στα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας με αύξηση του μεριδίου των προϊόντων αυτών στον συνολικό όγκο πωλήσεων, από το 34%-39% πριν την εφαρμογή του καλαθιού στο 39%-40% κατά την εφαρμογή του καλαθιού
Ειδικά δε ως προς το καλάθι του νοικοκυριού, το μερίδιο αγοράς του φρέσκου αγελαδινού γάλακτος εκτινάχθηκε από το 16% τον πρώτο μήνα εφαρμογής του καλαθιού σε 33% τον Δεκέμβριο του 2022 και σε 31% τον Ιανουάριο του 2023.
Εγκαταλείπουν τον κλάδο οι παραγωγοί
Ιδιαίτερη αναφορά κάνει η Επιτροπή και στην πρωτογενή παραγωγή καταγράφοντας σταδιακή μείωση τόσο στον αριθμό του ανθρώπινου κεφαλαίου που ασχολείται με την παραγωγή αγελαδινού γάλακτος όσο και στον ζωικού κεφαλαίου. Ειδικότερα, το 2021 παρατηρήθηκε μείωση του αριθμού παραγωγών κατά 3,6% αλλά αύξηση της παραδοθείσας ποσότητας κατά 2,4%, ενώ το 2022 η μείωση του αριθμού παραγωγών άγγιξε το 5,7% και αντίστοιχα οι ποσότητες περιορίστηκαν κατά 3,6%.
Την τελευταία δεκαετία ο αριθμός των παραγωγών αγελαδινού γάλακτος μειώθηκε κατά 1.351 παραγωγούς. Από την άλλη πλευρά, ο πληθυσμός των αγελάδων για την παραγωγή γάλακτος στην Ελλάδα συρρικνώθηκε κατά 49 χιλ. κεφάλια. Ειδικότερα, το 2022 ο αριθμός των αγελάδων για παραγωγή γάλακτος μειώθηκε κατά 10 χιλ. κεφάλια ήτοι 12%, ενώ αντίθετα αυξήθηκε ο αριθμός αγελάδων π,χ. για την παραγωγή κρέατος κ.α. κατά 25 χιλ. κεφάλια σε σχέση με το 2021 ή κατά 20%.