Η Ελλάδα είναι πρωτοπόρος στον τομέα προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς, με πρωτοβουλίες που η ίδια έχει ξεκινήσει ακόμα και σε επίπεδο ΟΗΕ και μετέχει σε πολλά προγράμματα του τομέα, κυρίως ευρωπαϊκών διαστάσεων. Οκτώ αρχαιολογικοί χώροι παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς και πολλά μνημεία και χώροι αλλάζουν τα τελευταία χρόνια και θωρακίζονται απέναντι στην κλιματική αλλαγή, τον μεγάλο κίνδυνο των ημερών μας.
Η Υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη ήταν η κεντρική ομιλήτρια στο 6ο Taihe Forum, στο Πεκίνο, με θέμα «Διεθνής διάλογος, η συνεργασία και η ανταλλαγή απόψεων, για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς». Το 6ο Παγκόσμιο Taihe Forum διεξήχθη στο Μουσείο του Παλατιού (Palace Museum), στην Απαγορευμένη Πόλη, με τη συμμετοχή ειδικών από πανεπιστημιακά και ερευνητικά ιδρύματα από όλο τον κόσμο, και εκπροσώπους διεθνών οργανισμών.
Στην ομιλία της, με τίτλο «Ενδυναμώνοντας την ανθεκτικότητα των μνημείων πολιτιστικής κληρονομιάς απέναντι στην επίδραση της κλιματικής αλλαγής: Η παρούσα κατάσταση, προοπτικές και προκλήσεις», η υπουργός ευχαρίστησε τους διοργανωτές για την εξαιρετικά τιμητική πρόσκληση. Επεσήμανε ότι το Φόρουμ συνιστά «μια σπουδαία ευκαιρία για σημαντικές και παραγωγικές συζητήσεις αλλά και για την περαιτέρω προώθηση της διεθνούς συνεργασίας προς την κατεύθυνση της κατάρτισης ενός οδικού χάρτη για συντονισμένη και αποτελεσματική μελλοντική δράση».
Η Λίνα Μενδώνη αναφέρθηκε στη «διεθνή πρωτοβουλία της Ελληνικής Κυβέρνησης για τη διαφύλαξη της φυσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, η οποία εγκρίθηκε και στηρίχθηκε από τον ΟΗΕ, αναγνωρίστηκε από 100 κράτη και στη συνέχεια από την UNESCO ,με την κοινή πρωτοβουλία UNFCCC-UNESCO-Ελληνικής Κυβέρνησης. Στο πλαίσιο αυτό το Ελληνικό Υπουργείο Πολιτισμού προώθησε την ολοκληρωμένη δράση ανάπτυξης ενός «Εθνικού Σχεδίου για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς από την κλιματική αλλαγή».
«Το Εθνικό Σχέδιο», τόνισε, «έχει προληπτικό χαρακτήρα, επιχειρώντας να αποτρέψει τους κινδύνους, ήδη σε πρώιμα στάδια. Ευθυγραμμίζεται με την κατευθυντήρια γραμμή της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC). Συνεπάγεται τη σταδιακή διαμόρφωση και εφαρμογή – μέχρι το έτος 2030 – 25+ των σχεδίων προσαρμογής τα οποία θα επιτρέψουν, σημαντικοί χώροι της πολιτιστικής κληρονομιάς να βελτιώσουν την ανθεκτικότητα τους στις επιπτώσεις της κλιματικής και στους κλιματικούς κινδύνους».
Εξήγησε πως τα κλιματικά φαινόμενα έχουν άμεσες συνέπειες και πως συνέπειες έχει και η σταδιακή κλιματική αλλαγή με άνοδο της θερμοκρασίας και βροχοπτώσεις. Σημείωσε πως οι δράσεις για την ανθεκτικότητα της κληρονομιάς και την προσαρμογή στις κλιματικές συνθήκες θα πρέπει να επενδύουν σε νέες μορφές γνώσης όσο και στη συνεργασία, που πρέπει να είναι διακρατική, διεπιστημονική και πολυτομεακή.
Τέλος, αναφέρθηκε , το Υπουργείο Πολιτισμού καθιέρωσε μια δομημένη συνεργασία, μέσω Μνημονίου Κατανόησης με το Υπουργείο Κλιματικής Αλλαγής και Πολιτικής Προστασίας και Προγραμματικών Συμβάσεων με ακαδημαϊκούς και ερευνητικούς φορείς με σκοπό τη διαμόρφωση Σχεδίων Προσαρμογής στην Κλιματική Αλλαγή για τους 19 μείζονες αρχαιολογικούς χώρους των Μυκηνών, του Δίου, των Δελφών, της Ολυμπίας, του Επικουρίου Απόλλωνα Βασσών, των Φιλίππων, της Δήλου, της Κνωσού, της Φαιστού, των Μαλίων, της Ζάκρου, της Ζωμίνθου, της Κυδωνίας, του Ηραίου της Σάμου, της Νικόπολης, της Μεσσήνης, της Βραυρώνας, του Μυστρά και της παλαιάς πόλης της Ρόδου. Προωθείται επίσης η ενσωμάτωση της κλιματικής παραμέτρου στα διαχειριστικά σχέδια των ελληνικών μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, με πρώτη πιλοτική εφαρμογή στα Μινωικά ανάκτορα της Κρήτης.
Το Υπουργείο Πολιτισμού προχώρησε με χρηματοδότηση από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας στη σχεδίαση και υλοποίηση ενός πιλοτικού έργου για την αντιμετώπιση των απειλών της κλιματικής αλλαγής στη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα 5 αρχαιολογικών χώρων υψηλής τουριστικής και οικονομικής σημασίας έως το 2025. Ειδικότερα, το έργο περιλαμβάνει κατά περίπτωση εργασίες προστασίας από βραχοπτώσεις και διάβρωση του εδάφους, πλημύρα, πυρκαγιά κ.ά., καθώς και εγκατάσταση συστημάτων παρακολούθησης και καταγραφής των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στο μικροπεριβάλλον με σκοπό τον προσδιορισμό των αναγκών συντήρησης των μνημείων στους αρχαιολογικούς χώρους των Δελφών, του Δίου, των Φιλίππων, του Μυστρά και των Μινωικών ανακτόρων Φαιστού και Μαλίων.
Όλα αυτά και μέσα από εθνικά και διεθνή ερευνητικά προγράμματα όπως CLIMASCAPE, TRIQUETRA, HERCULES, STORM κ.ά.
Οι ελληνικοί χώροι πολιτιστικής κληρονομιάς που έχουν ενταχθεί στο πιλοτικό πρόγραμμα του έργου CLIMASCAPE είναι οκτώ. Oλοι έχουν εγγραφεί στον Κατάλογο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO. Είναι οι αρχαιολογικοί χώροι των Φιλίππων, του Ηραίου της Σάμου, της Δήλου, της Επιδαύρου, του Μυστρά, της αρχαίας Ολυμπίας, του Ιερού του Επικουρίου Απόλλωνα και των Δελφών.
Εχουν επιλεγεί για να εφαρμοστεί αυτή η πρόταση, με την προοπτική να αποτελέσουν παράδειγμα και για μελλοντικά έργα που θα προωθήσουν τη διατήρηση άλλων μνημείων και χώρων. Για το σύστημα που πρόκειται να αναπτυχθεί, μια αξιολόγηση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής για την περίοδο 2046-2065 πραγματοποιείται με τη χρήση περιφερειακών κλιματικών μοντέλων με μειωμένη κλίμακα. Επιπλέον, εκτιμώνται παράμετροι όπως η ευαισθησία, η έκθεση, η προσαρμοστική ικανότητα και η ευπάθεια στην κλιματική αλλαγή, ενόψει της επιλογής των καταλληλότερων μέτρων προσαρμογής ανά κλιματικό κίνδυνο.
Το Καλαπόδι, η Αίγινα και η Επίδαυρος είναι οι χώροι ενδιαφέροντος για το πιλοτικό πρόγραμμα της TRIQUETRA.
Το Καλαπόδι βρίσκεται στην αρχαία Φωκίδα. Από το 1974, σε ανασκαφές που διεξήγαγε το DAI, ήρθαν στο φως δύο συγκροτήματα ναών και οι γύρω κατασκευές, (περίπου 1300 π.Χ. έως 700 μ.Χ.). Τα φαινόμενα παγετού αποτελούν διαρκή κίνδυνο για τα υλικά δόμησης του χώρου τα οποία σε συνδυασμό με τα ευάλωτα δομικά υλικά προκαλούν προβλήματα φθοράς.
Στην Αίγινα μελετάται ιδιαίτερα η περιοχή της Κολώνας, η οποία καταλαμβάνεται από χώρο υπερχτισμένο από βυζαντινές στέρνες και σπίτια. Αυτή η περιοχή ανασκάφηκε στις αρχές της δεκαετίας του 2000 και επιχωματώθηκε μερικώς. Είναι εκτεθειμένη στις χειμερινές καταιγίδες και τα συνεχή κύματα που προκαλούνται από την έντονη κίνηση μεταξύ Αίγινας και Αθήνας. Σύντομα θα γίνουν και γεωφυσικές διασκοπήσεις.
Η Αρχαία Επίδαυρος περιλαμβάνει μια τοποθεσία με εξαιρετικά σημαντική υποθαλάσσια και παράκτια αρχαιολογική αξία, που χρονολογείται στον 12ο αιώνα π.Χ. Η βυθισμένη πόλη, βρίσκεται στον κόλπο του Αγίου Βλασίου, κοντά στην Αρχαία Επίδαυρο. Η βιοδιάβρωση είναι ένας από τους πιο προφανείς κινδύνους που αντιμετωπίζουν αυτά τα υποθαλάσσια και παράκτια αρχαιολογικά ευρήματα. Όλα διαβρώνονται σιγά σιγά από την παρουσία νερού και μικροοργανισμών. Ο κίνδυνος από την άνοδο της στάθμης της θάλασσας απειλεί τα παράκτια αρχαιολογικά ευρήματα, ενώ η διάβρωση των ακτών αποτελεί ακόμη μια απειλή.
Η δράση STORM δρα μελετώντας τοποθεσίες πέντε διαφορετικές χώρες: Ιταλία, Ηνωμένο Βασίλειο, Πορτογαλία, Ελλάδα και Τουρκία. Ο τύπος των διαχειριζόμενων κινδύνων είναι ο πιο διαδεδομένος σε κάθε τοποθεσία και περιοχή, συμβάλλοντας στη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού χάρτη κινδύνου. Από την Ελλάδα έχει ενταχθεί το Ιστορικό Κέντρο του Ρεθύμνου.
Στην περιοχή υπάρχουν Ελληνιστικά ναυπηγεία – Νεώρια (3ος – 2ος αι. π.Χ), το φρούριο Fortezza ) (τέλη 16ου αι. ) Κτίρια στην παλιά πόλη ( περίπου από το 1850).
Λόγω της συνεχούς έκθεσης των μνημείων σε ακραία κλιματικά φαινόμενα και φυσικούς κινδύνους, τα παλιά κτίρια της πόλης και το φρούριο της Φορτέτζας υποφέρουν από διάφορους τύπους φθοράς. Τα αποτελέσματα εντοπίζονται τόσο σε πέτρες, συνδετικά, κονιάματα όσο και επιχρίσματα των μνημείων, δημιουργώντας την ανάγκη αποκατάστασης και διατήρησής τους. Αν και οι εργασίες αποκατάστασης και διατήρησης που πραγματοποιούνται από τους εμπλεκόμενους φορείς είναι σημαντικές, οι τρέχουσες δράσεις προστασίας και διατήρησης στερούνται της δυνατότητας παρακολούθησης και της αξιολόγησης κινδύνου σε πραγματικό χρόνο, κάτι που απαιτείται για πιο αποτελεσματική και αποδοτική διαχείριση.
Στο HERACLES HERITAGE RESILIENCE AGAINST CLIMATE έχουν ενταχθεί η Κνωσός και ο Κούλες του Ηρακλείου Κρήτης.
Η Κνωσός έχει ανασκαφεί σε διάφορα μέρη εδώ και πολλές δεκαετίες και έχουν εφαρμοστεί σε αυτήν πολλά προγράμματα συντήρησης και αναστήλωσης.
Γενικά, το Ανάκτορο της Κνωσού είχε υποστεί εκτεταμένες ζημιές λόγω μηχανικών και βιολογικών παραγόντων, σε συνδυασμό με το τοπικό μικροκλίμα και τη δομή των τειχών. Η άμεση έκθεση στο ηλιακό φως, η βροχή, ο άνεμος και η ατμοσφαιρική ρύπανση, η σχετική υγρασία και θερμοκρασία που κυμαίνεται πέρα από τα συνιστώμενα όρια και η εκτεταμένη χρήση οπλισμένου σκυροδέματος για την αποκατάστασή του είναι οι κύριοι λόγοι για τη βλάβη του.
Το νερό (σε όλους τους τύπους, όπως βροχή, υγρασία, παγετός) είναι βασικός παράγοντας φθοράς όλων των υλικών του ανακτόρου της Κνωσού. Οι διακυμάνσεις της θερμοκρασίας επιταχύνουν το σχηματισμό και την εναπόθεση κρούστας αλατιού στις επιφάνειες του μνημείου. Η παρουσία διαλυτών αλάτων οφείλεται εν μέρει στον θαλάσσιο άνεμο που επικρατεί από βορρά. Σε περιόδους υγρασίας αναπτύσσεται μικροβιακή ανάπτυξη σε πέτρινες και τοιχοποιίες επιφάνειες.
Το Ενετικό θαλάσσιο φρούριο αποτελεί εμβληματικό μνημείο για την πόλη του Ηρακλείου. Πιο γνωστό ως Kοules (“Su Kulesi”), το οθωμανικό όνομα, που επικράτησε του αρχικού του, Castello a Mare ή Rocca a Mare, βρίσκεται στην άκρη του ΒΔ κυματοθραύστη του ενετικού λιμανιού. Οι μεγάλοι ασβεστόλιθοι που χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή του προέρχονται εν μέρει από τις ελληνιστικές οχυρώσεις της πόλης.
Οι πρώτες προσπάθειες αποκατάστασης ξεκίνησαν το 1959 από τον έφορο αρχαιοτήτων Στυλιανό Αλεξίου. Περισσότερες εργασίες έχουν γίνει από τον Μ. Μπορμπουδάκη την περίοδο 1972-75, σύμφωνα με την εγκεκριμένη μελέτη που εισηγήθηκε ο Α. Λαμπάκης για να γίνει το φρούριο προσβάσιμο στο κοινό. Τα επόμενα χρόνια δεν είχαν πραγματοποιηθεί πρόσθετες εργασίες, με αποτέλεσμα να καταστραφεί το μνημείο. Το συνδετικό κονίαμα της τοιχοποιίας έχει υποστεί κακές καιρικές συνθήκες και τα κιγκλιδώματα, αν και πρόσφατα αποκαταστάθηκαν, ήταν σχεδόν έτοιμα να καταρρεύσουν. Αλμυρές μαύρες σκληρές κρούστες κάλυπταν μέρος των τοίχων, θάλασσα και νερό της βροχής έμπαιναν από τους σπασμένους φεγγίτες στην οροφή των στοών. Όλα τα σιδερένια στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν στο μνημείο ήταν βαριά διαβρωμένα.
Εχουν και εκεί γίνει εργασίες συντήρησης, με κύριο μέλημα αφορούσε τις στατικές και ενισχυτικές πτυχές του μνημείου. Οι εργασίες αποκατάστασης στόχευαν στον καθαρισμό και την προστασία των πέτρινων επιφανειών από σκληρές κρούστες αλατιού και σημάδια βιοφθοράς, όπου ήταν δυνατό χωρίς απώλειες του υλικού.
Η συνεχής έκθεση στο θαλάσσιο αερόλυμα του φρουρίου έχει προκαλέσει σοβαρές καιρικές συνθήκες της οικοδομικής πέτρας (βιοασβέστιονν), που είναι ένα πορώδες υλικό επιρρεπές στη δράση των διαλυτών αλάτων και των περιβαλλοντικών συνθηκών. Το ίδιο πρόβλημα αφορά και τα υλικά που χρησιμοποιούνται για εργασίες αποκατάστασης. Το φρούριο περιβάλλεται από πολλές κύριες πηγές ρύπανσης, η οποία μπορεί να προκαλέσει και να επιταχύνει μηχανισμούς φθοράς τόσο για τα αρχικά όσο και για τα υλικά αποκατάστασης.
Αγγελική Κώττη