Την παραμονή της επετείου της πρώτης πετρελαϊκής κρίσης στον κόσμο, οι παραλληλισμοί μεταξύ Οκτωβρίου 2023 και Οκτωβρίου 1973 είναι εύκολο να γίνουν. Παρόλα αυτά το σκηνικό είναι εντελώς διαφορετικό και η αιφνιδιαστική επίθεση εναντίον του Ισραήλ από τους τρομοκράτες της Χαμάς, θα προκαλέσει δυσμενείς επιπτώσεις αλλά όχι το ίδιο σκληρές με το 1973.
Του Δημήτρη Γ. Απόκη *
Είναι σχεδόν βέβαιο ότι δεν πρόκειται να έχουμε άλλο ένα αραβικό εμπάργκο πετρελαίου που θα εκτοξεύσει την τιμή του μαύρου χρυσού. Βέβαια είναι αφελές να μην αναμένουμε παραμονή της τιμής σε υψηλά επίπεδα για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Με δεδομένο ότι κ κατάσταση είναι αρκετά ρευστή διεθνώς, όλα θα εξαρτηθούν από το πώς θα απαντήσει το Ισραήλ.
Μια πρώτη ανάλυση θα πρέπει να λάβει υπόψη τα υφιστάμενα δεδομένα. Δεν μιλάμε για 1973. Δεν έχουμε κοινή επίθεση αραβικών χωρών εναντίον του Ισραήλ. Μέχρι στιγμής απλώς οι αραβικές χώρες στέκονται στο περιθώριο, ως παρατηρητές.
Σε αντίθεση με το 1973 που η ζήτηση πετρελαίου αυξάνονταν ραγδαία, σήμερα υπάρχει μείωση της ζήτησης. Επιπλέον, η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα έχουν σημαντική πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα που χρησιμοποιούν για να περιορίσουν τις τιμές – εάν το επιλέξουν. Σοβαρές αναλύσεις επισημαίνουν ότι το Ριάντ, θα ήταν ικανοποιημένο με την αύξηση των τιμών του πετρελαίου κατά 10-20% υψηλότερα, λίγο πάνω από τα 100 δολάρια το βαρέλι από 85 δολάρια σήμερα.
Αν και είναι σχεδόν βέβαιο ότι η κρίση θα έχει αντίκτυπο στις αγορές πετρελαίου το 2023 και το 2024. Ο πιο άμεσος κίνδυνος κρύβεται στο σοβαρό ενδεχόμενο το Ισραήλ να καταλήξει στο, λογικό, συμπέρασμα ότι η Χαμάς ενήργησε σύμφωνα με τις οδηγίες του Ιράν. Εάν επικρατήσει αυτό το σενάριο οι τιμές του πετρελαίου θα μπορούσαν να πάνε πολύ υψηλότερα.
Ακόμη και αν το Ισραήλ δεν κινηθεί εναντίον του Ιράν, οι επιπτώσεις πιθανότατα θα επηρεάσουν την παραγωγή πετρελαίου της Τεχεράνης. Από τα τέλη του 2022, η Ουάσιγκτον έκανε τα στραβά μάτια στην αύξηση των ιρανικών εξαγωγών πετρελαίου, παρακάμπτοντας τις αμερικανικές κυρώσεις. Η προτεραιότητα στην Ουάσιγκτον ήταν μια άτυπη ύφεση με την Τεχεράνη. Ως αποτέλεσμα, η ιρανική παραγωγή πετρελαίου έχει αυξηθεί σχεδόν 700.000 βαρέλια ημερησίως φέτος, δεύτερη μεγαλύτερη πηγή αυξητικής προσφοράς το 2023. Είναι πλέον πιθανό η Ουάσιγκτον να επιβάλει τις κυρώσεις. Αυτό θα μπορούσε να είναι αρκετό για να ωθήσει τις τιμές του πετρελαίου στα 100 δολάρια το βαρέλι και ενδεχομένως υψηλότερα.
Ο Πούτιν είναι κερδισμένος αφού η Ρωσία θα επωφεληθεί από οποιαδήποτε πετρελαϊκή κρίση στη Μέση Ανατολή. Εάν η Ουάσιγκτον επιβάλει κυρώσεις κατά του Ιράν, θα μπορούσε να δημιουργήσει χώρο για αύξηση των πωλήσεων της Ρωσίας.
Η διπλωματική συμφωνία Σαουδικής Αραβίας-Ισραήλ, την οποία πολλοί είχαν προγραμματίσει για τις αρχές έως τα μέσα του 2024, είναι επίσης σχεδόν βέβαιο, ότι θα πέσει θύμα της κρίσης. . Ακόμα κι αν το Ριάντ είναι πιθανότατα εξοργισμένο με τη Χαμάς, είναι δύσκολο να δούμε πώς ο πρίγκιπας διάδοχος Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν θα είναι σε θέση να πουλήσει τη συμφωνία στο εσωτερικό. Επίσης, μια άλλη απώλεια, είναι η προσέγγιση Σαουδικής Αραβίας-Ιράν, η οποία από μόνη της ήταν ένα άλλο πτωτικό στοιχείο για το πετρέλαιο.
*Ο Δημήτρης Γ. Απόκης, είναι Διεθνολόγος, με ειδίκευση στην Αμερικανική Εξωτερική Πολιτική, Γεωπολιτική και Διεθνή Οικονομία. Απόφοιτος των πανεπιστημίων The American University, School of International Service, και The Johns Hopkins University, The Paul H. Nitze, School of Advanced International Studies της Ουάσιγκτον. Είναι μέλος του The International Institute for Strategic Studies, του Λονδίνου. Ως Δημοσιογράφος, υπήρξε επί σειρά ετών διαπιστευμένος ανταποκριτής στο Λευκό Οίκο, στο Στέητ Ντιπάρτμεντ και στο Αμερικανικό Πεντάγωνο.