Οι λιμενικές εγκαταστάσεις της αρχαίας Αίγινας, στη ΒΔ πλευρά του νησιού, κοντά στο λιμάνι και τη σύγχρονη πόλη της Αίγινας, αποτελούν ένα από τα μεγαλύτερα τεχνικά λιμενικά έργα της κλασικής αρχαιότητας, με συνολικό μήκος 1600 m, μέσο πλάτος 270 m και επιφάνεια περί τα 500.000 m2. «Χωροθετούνται από τον επιμήκη ευθύγραμμο κυματοθραύστη στα βόρεια έως το νότιο κοίλο κυματοθραύστη στα νότια» όπως λέει στο Thepresident.gr ο γεωλόγος και αναπληρωματικό μέλος του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου Νίκος Μουρτζάς. Οι αρχαίες λιμενικές εγκαταστάσεις περιλαμβάνουν το βόρειο λιμένα, τον ‘κρυπτό’ λιμένα και τον εμπορικό λιμένα νοτιότερα, καθώς και την ευρύτερη περιοχή του αγκυροβολίου στα δυτικά. Ο αρχαίος εμπορικός λιμένας έχει εξολοκλήρου καταστραφεί από την κατασκευή του σύγχρονου λιμανιού κατά τη δεκαετία του 1960, χωρίς να διατηρείται κανένα κατάλοιπο αρχαίων κατασκευών.
Υστερα από περίπου 40 χρόνια από την έρευνα του Γερμανού αρχαιολόγου Knoblauch, που διεξήγαγε συστηματική επιφανειακή αρχαιολογική έρευνα στην παράκτια ζώνη της αρχαίας Αίγινας μεταξύ 1964 και 1972, η γεωαρχαιολογική μελέτη των Νίκου Μουρτζά και Ελένης Κολαΐτη που δημοσιεύτηκε το 2013 και η επικαιροποιημένη ανάλογη μελέτη της Κολαΐτη το 2019, εκτός από τον καθορισμό των τεσσάρων θαλάσσιων επιπέδων στη διάρκεια τον τελευταίων 2500 ετών και την παλαιογεωγραφική αναπαράσταση του θαλάσσιου μετώπου της Αίγινας κατά την Κλασική περίοδο, αποκάλυψε καινούργια στοιχεία των λιμενικών υποδομών του αρχαίου λιμανιού: τη λιθορριπή προστασίας του μετώπου του βορείου λιμένα κατασκευασμένη κατά μήκος της αρχαίας ακτογραμμής, το δυτικό επιμήκη κυματοθραύστη που είχε αποτυπωθεί από την Εφορία Εναλίων Αρχαιοτήτων το 1999 και δεν είχε δημοσιευθεί, αλλά κυρίως την ύπαρξη του νοτίου κυματοθραύστη, που αναφέρονται και περιγράφονται λεπτομερώς σε αυτή τους την έρευνα για πρώτη φορά.
Σύμφωνα με τον Νίκο Μουρτζά, «το εμπορικό και το πολεμικό λιμάνι της αρχαίας Αίγινας, με τους πύργους εισόδου, τις αποβάθρες και τα νεώρια κατασκευάστηκαν παράλληλα με τα τείχη της πόλης το 480 π.Χ. κατά την ακμή της Αίγινας. Σίγουρα λειτούργησαν έως το 452 π.Χ., οπότε και οι Αθηναίοι κατέστρεψαν τόσο τα τείχη της πόλης όσο και τα λιμάνια. Το 322 π.Χ. ανακατασκευάστηκαν τα δημόσια κτίρια, το εμπορικό κέντρο της πόλης και τα τείχη που καταστράφηκαν από τους Αθηναίους, χωρίς να αναφέρεται η ανακατασκευή του λιμένα. Άλλωστε, η κραταιά Αίγινα είχε πια παραγκωνιστεί. Αποκατάσταση της περιοχής του λιμένα κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο (επί βασιλείας Julia Domna, 193-217 μ.Χ.) τεκμηριώνεται από νομισματικά ευρήματα αυτής της περιόδου.»
Ο Βόρειος λιμένας
Όπως εξηγεί, ο βόρειος λιμένας σχηματίζεται στο νότιο ήμισυ της βόρειας ακτής, σε μήκος ακτής 220 m, μεταξύ του τεχνητού κυματοθραύστη στα βόρεια, της βόρειας κρημνώδους ακτής του λόφου της Κολόνας στα νότια και του δυτικού εξωτερικού κυματοθραύστη από την πλευρά της θάλασσας. Ο βόρειος κυματοθραύστης έχει μήκος 210 m, μέσο πλάτος 15 m και αποτελείται από συσσωρευμένους ασύνδετους λίθους. Η επιφάνεια του βρίσκεται σε βάθος 2.50 m με τη δυτική του κατάληξη να φθάνει σε βάθος 4 m.
Ο βόρειος κυματοθραύστης είναι πρωιμότερος των εγκαταστάσεων της νότιας ακτής, πιθανόν κατασκευάστηκε μεταξύ 7ου και 6ου αι. π.Χ., περίοδος που συμπίπτει με την περίοδο της ανεξάρτητης Αίγινας (730 έως 459 π.Χ.). Το απομακρυσμένο εμπόριο που έφθανε έως την Ισπανία και την Αίγυπτο δείχνει πόσο μεγάλος ήταν ο εμπορικός στόλος της Αίγινας. Δεν αποκλείεται, όμως, η πιθανότητα ο βόρειος λιμενοβραχίονας να κατασκευάστηκε την περίοδο του Μεγάλου Ελληνικού Αποικισμού (8ος-6ος αι. π.Χ.), που συμπίπτει με την περίοδο 800-700 π.Χ., που ο Ησίοδος εγκωμιάζει τη θαλάσσια δόξα της Αίγινας.
Μεταξύ της κατάληξης του βόρειου κυματοθραύστη και του δυτικού αμυντικού κυματοθραύστη διαμορφώνεται ένα δίαυλος πρόσβασης που αποτελεί την είσοδο στο βόρειο λιμένα. Σε όλο το μήκος της παράκτιας ζώνης της βόρειας ακτής και για ένα πλάτος περίπου 30 m παρατηρούνται ερείπια κτιρίων, αργοί λίθοι και πολυάριθμα κεραμικά θραύσματα, τα οποία οριοθετούν μία περιοχή ανθρώπινης δραστηριότητας κατά την αρχαιότητα σήμερα βυθισμένη έως βάθους 1.10 m.
Σε όλο το μήκος της παλαιοακτής του βορείου λιμένα, μεταξύ των ισοβαθών -3 m και -4 m αναπτύσσεται μία επιμήκης λιθορριπή, πλάτους έως 8 m. Το βάθος της επιφάνειάς της φτάνει έως τα 3 m, και η βάση της εξωτερικά είναι 4.30 m. Πρόκειται για μια λιθορριπή προστασίας της αρχαίας ακτής από τη διάβρωση, η οποία θα ήταν έντονη μετά την κατασκευή του κυματοθραύστη και τη μεταβολή των υδροδυναμικών συνθηκών στο τμήμα αυτό της ακτής.
Ο Κρυπτός λιμένας
Στη νότια ομαλή απόληξη του λόφου της Κολόνας, στη βορειότερη από τις τρείς διαδοχικές αβαθείς εγκολπώσεις που συνθέτουν την νότια ακτή, διαμορφώθηκε ο κρυπτός λιμένας με την κατασκευή τείχους που ορίζει τις προς τη θάλασσα πλευρές του. Σήμερα μόνο σποραδικά τμήματα του τείχους εξέχουν πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, κατά μέγιστο 0.50 m στη ΝΔ γωνία του.
« Το βόρειο τμήμα του τείχους ξεκινάει σε απόσταση 20 m από τη σημερινή ακτογραμμή, καθώς παρεμβάλλονται τα ερείπια παραλληλόγραμμου κτίσματος. Το τείχος ακολουθεί ΝΔ κατεύθυνση για μήκος 70 m και στη συνέχεια στρέφεται κάθετα προς τα ΝΑ. Συνεχίζει με ελαφρά καμπύλη πορεία για μήκος 67 m και ευθύγραμμη για 73 m, για να καταλήξει σε μια κατασκευή πύργου εισόδου» λέει ο συνομιλητής μας.
«Από το νότιο τμήμα του τείχους σώζεται μόνο το τελευταίο του τμήμα μήκους περίπου 60 m, το οποίο καταλήγει επίσης σε μια κατασκευή πύργου εισόδου. Η τοιχοποιία του τείχους έχει πάχος από 2 m έως 2.80 m. H διατηρούμενη σήμερα ανωδομή με μέγιστο σωζόμενο ύψος 2 m πάνω από την επιφάνεια της λιθορριπής που την προστατεύει εξωτερικά, αποτελείται από τρείς δόμους με λαξευτούς παραλληλόγραμμους λίθους που στην περιοχή των εισόδων διαπιστώθηκε ότι συνδέονται με μεταλλικούς συνδέσμους.
Η είσοδος του λιμένα μεταξύ των δύο πύργων στη ΝΔ πλευρά του τείχους έχει άνοιγμα που φτάνει έως 12 m. Το βάθος του διαύλου εισόδου μετρήθηκε στα 3 m. Στο βόρειο τμήμα του κλειστού πολεμικού λιμένα εντοπίστηκαν έξι σειρές τοίχων, κάθετες στο βόρειο τείχος, παράλληλες και σε μέση απόσταση 6 m μεταξύ τους και μήκους 38 m η κάθε μία. Σήμερα σώζονται τα θεμέλιά τους και τμήματα της ανωδομής τους έως το ύψος των 0.70 m. Το βαθύτερο ίχνος τους βρίσκεται σε βάθος 1.15 m. Οι κατασκευές αυτές έχουν ερμηνευτεί ως νεώρια. Τα νεώρια σίγουρα θα είχαν κατασκευαστεί στην ξηρά, το δάπεδό τους θα είχε κλίση προς τη θάλασσα με το τελευταίο ίχνος του να βρίσκεται στο τότε επίπεδο της θάλασσας προκειμένου οι κατασκευές να εξυπηρετούν τη λειτουργία τους, το σύρσιμο δηλαδή των πλοίων στο εσωτερικό τους για έλεγχο και επισκευή. Με ένα επίπεδο της θάλασσας χαμηλότερα κατά 3.40 m από το σημερινό κατά την Κλασική περίοδο τα νεώρια εξυπηρετούσαν τη λειτουργία τους, ενώ με μια μεταγενέστερη άνοδο του επιπέδου της θάλασσας κατά 2 m, τα νεώρια πλημμύρισαν και πιθανόν τότε να κατασκευάσθηκε η πλατύτερη λιθορριπή στο βόρειο τμήμα της λιμενολεκάνης στο χώρο των νεωρίων, για λειτουργικούς λόγους χρήσης της λιμενολεκάνης ως προστατευμένο λιμενικό καταφύγιο μικρών σκαφών».
Ο δυτικός κυματοθραύστης
Ο δυτικός εξωτερικός κυματοθραύστης, αναπτύσσεται σε όλο το μήκος του αρχαίου λιμανιού οριοθετώντας τον από τα δυτικά. Έχει μήκος 1300 m ακολουθώντας τη μορφολογία της σύγχρονης ακτογραμμής, σε απόσταση 250 – 450 m από αυτή. Αποτελείται από ακολουθία 65 κωνικών λιθοσωρών. Απέναντι από τις εισόδους του κρυπτού και του εμπορικού λιμένα έχουν διαμορφωθεί δύο ανοίγματα, 110 m και 95 m, αντίστοιχα, που επέτρεπαν την είσοδο των πλοίων. Η περίμετρος των κωνικών λιθοσωρών στη βάση τους είναι 15 – 25 m, καταλήγουν σε μια σχεδόν επίπεδη κορυφή και το σωζόμενο ύψος τους από τον πυθμένα κυμαίνεται από 3 m έως 5 m, με το μεγαλύτερο – δηλαδή το ρηχότερο – να είναι και το πιο αντιπροσωπευτικό της αρχικής κατασκευής τους. Οι λιθοσωροί αποτελούνται από ακανόνιστους λίθους διαφόρων μεγεθών. Πρόκειται για μια μοναδική αμυντική κατασκευή. Ο Παυσανίας (2.29.6) περιέγραψε τους κωνικούς λιθοσωρούς που συνθέτουν το δυτικό εξωτερικό κυματοθραύστη ως υφάλους και σκοπέλους που η κορυφή τους έφτανε μέχρι την επιφάνεια της θάλασσας, προκαλώντας την καταστροφή των εχθρικών πλοίων που προσέκρουαν στην προσπάθεια τους να επιτεθούν προσεγγίζοντας τον αρχαίο λιμένα.
Ο νότιος κυματοθραύστης
Ο νότιος κυματοθραύστης έχει καμπύλο σχήμα με μήκος τόξου 330 m και πλάτος που φθάνει τα 20 m στη δυτική του πλευρά. Το ανατολικό του άκρο απέχει 100 m από τη σύγχρονη ακτή. Σχηματίζεται από λιθορριπή, με λίθους μεγάλου μεγέθους, ενώ στην επιφάνειά της παρατηρείται πολύ μεγάλη συσσώρευση κεραμικών θραυσμάτων. Η επιφάνεια του κυματοθραύστη στη δυτική του κατάληξη είναι σε βάθος 2.50 m. Το άνοιγμα, περίπου 250 m, μεταξύ της νότιας κατάληξης του δυτικού εξωτερικού κυματοθραύστη και της δυτικής κατάληξης του νότιου κυματοθραύστη διαμορφώνει μια επιπλέον νότια είσοδο στην περιοχή του λιμανιού.
Αρχαία επίπεδα θάλασσας και η χρονολόγησή τους
Οι γεωμορφολογικοί δείκτες παλαιοτέρων θαλάσσιων επιπέδων, όπως οι απολιθωμένοι αιγιαλοί που αποτελούνται από συγκομισμένες άμμους και χαλίκια μιας αρχαίας παραλίας και οι θαλάσσιες εγκοπές που έχουν σχηματιστεί υπό μορφή αυλακώσεων επάνω στις αρχαίες δομές, επέτρεψαν τον καθορισμό τεσσάρων διακριτών θαλάσσιων επιπέδων στα 3.40 ± 0.10 m, 2.60 ± 0.20 m, 1.30 ± 0.15 m και 0.75 ± 0.05 m χαμηλότερα από το σημερινό. Η χρονολόγησή τους έγινε με βάση αρχαιολογικούς και ιστορικούς δείκτες.
Όταν ο Παυσανίας επισκέφθηκε την Αίγινα το 122 μ.Χ. περιέγραψε τους κωνικούς λιθοσωρούς που συνθέτουν το δυτικό εξωτερικό κυματοθραύστη ως υφάλους και σκοπέλους που στέκονται όρθιοι έξω από τη θάλασσα: : «πέτραι τε γὰρ ὕφαλοι περὶ πα̂σαν καὶ χοιράδες ἀνεστήκασι» (Παυσανίας, 2.29.6). Συνεπώς, οι λιθοσωροί που είδε ο Παυσανίας βρίσκονταν στην ενδοπαλιρροϊκή ζώνη και με βάση τα σημερινά βάθη της κορυφής των ρηχότερων και ακέραιων λιθοσωρών μεταξύ 3 m και 3.40 m, προκύπτει μία σχετική μεταβολή του επιπέδου της θάλασσας από το 122 μ.Χ. έως σήμερα κατά 3 m έως 3.40 m τουλάχιστον, που είναι σε συμφωνία με τις λοιπές αρχαιολογικές και γεωμορφολογικές ενδείξεις.
Όταν ο Άγγλος πλοίαρχος Thomas Graves, κυβερνήτης του H.M.S Beacon του Βασιλικού Ναυτικού, επισκέφθηκε την Αίγινα το 1839 περίπου 1700 χρόνια μετά, διαπίστωσε ότι η κορυφή των λιθοσωρών βρισκόταν στα -2.15 m έως -2.75 m από το τότε επίπεδο της θάλασσας. Συνεπώς, προκύπτει μια σχετική μεταβολή του επιπέδου της θάλασσας μεταξύ του 122 μ.Χ. και 1839 κατά 2.45 ± 0.30 m.
Ο Γάλλος περιηγητής και κοσμογράφος André Thevet, που μάλλον επισκέφθηκε την Αίγινα μεταξύ 1555 και 1556 αναφέρεται στο δυτικό κυματοθραύστη. Με βάση την περιγραφή του και σχετικό συλλογισμό μπορούμε να επιβεβαιώσουμε το θαλάσσιο επίπεδο στα 1.30 m χαμηλότερα από το σημερινό, το οποίο συμπίπτει απόλυτα με το βάθος των βυθισμένων παλιρροϊκών εγκοπών που έχουν σχηματιστεί στα τείχη του κρυπτού λιμένα.
Παλαιογεωγραφία του Αρχαίου λιμανιού
Με το επίπεδο της θάλασσας -3.40 ± 0.10 m χαμηλότερα από το σημερινό, το οποίο παρέμεινε σταθερό για 900 χρόνια περίπου από τον 7ο – 6ο αι. π.Χ. έως τουλάχιστον και το 250 μ.Χ., η αμμώδης ακτή του βόρειου λιμένα ήταν 100 m περίπου πλατύτερη. Τότε κατασκευάστηκε ο βόρειος κυματοθραύστης που εισχωρούσε στη θάλασσα με ΔΝΔ κατεύθυνση για μήκος 210 m. Προεξείχε από την επιφάνεια της θάλασσας κατά 1 m και είχε πλάτος περίπου 8 m. Στο τμήμα της αμμώδους ακτής πλάτους περί τα 80 m, ακριβώς μπροστά στην προς την ξηρά κατάληξη του κυματοθραύστη, είχε τοποθετηθεί μία λιθορριπή, πλάτους 20 m, το οποίο αυξανόταν σε 45 m ακριβώς πάνω στην τότε ακτογραμμή, προφανώς για λόγους προστασίας από τον κυματισμό. Στη θέση αυτή κατέληγαν και τα τείχη της αρχαίας πόλης. Η λιθορριπή εξείχε κατά 1.75 m έως 2.30 m πάνω από το τότε επίπεδο της θάλασσας και αποτελούσε την προέκταση του τείχους της πόλης επί της ακτής.
Η ακτογραμμή της νότιας ακτής με το επίπεδο της θάλασσας -3.40 ± 0.10 m χαμηλότερα από το σημερινό ακολουθούσε περίπου την πορεία της προστατευτικής λιθορριπής που είχε τοποθετηθεί εξωτερικά του τείχους του κρυπτού λιμένα και του παράκτιου τείχους στη δυτικής ακτής του λόφου της Κολόνας που κατασκευάσθηκαν κατά την Κλασική περίοδο (480 π.Χ.). Η επιφάνεια της λιθορριπής προστασίας βρισκόταν 1.20 m πάνω από την τότε επιφάνεια της θάλασσας και το υψηλότερο -σήμερα- τμήμα του τείχους προεξείχε από αυτή κατά 3.75 m.
Ο καμπύλος κυματοθραύστης που οριοθετούσε από νότο την περιοχή του λιμανιού, προεξείχε από το τότε επίπεδο της θάλασσας κατά 0.80 m στο δυτικό του τμήμα, 1.90 m στο κεντρικό τμήμα και 1.60 m στο ανατολικό, με το μισό ανατολικό του τμήμα να βρίσκεται στην ξηρά και το μισό δυτικό του τμήμα να περιβάλλεται από στενή αμμώδη ακτή. Ένα άνοιγμα πλάτους περίπου 250 m μεταξύ του εξωτερικού δυτικού και του νότιου κυματοθραύστη, με βάθος πυθμένα περί τα 4-5 m, διαμόρφωνε τη νότια είσοδο στο αγκυροβόλιο.