Οι αρχές των ΗΠΑ κατέστρεψαν τα τελευταία τους αποθέματα χημικών όπλων, ανακοίνωσε χθες Παρασκευή ο αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν, αποπερατώνοντας τη διαδικασία η οποία είχε αρχίσει το 1997, με την υπογραφή της παγκόσμιας σύμβασης για την απαγόρευση αυτών των εξαιρετικά θανατηφόρων όπλων.
«Για πάνω από 30 χρόνια, οι ΗΠΑ εργάστηκαν ακούραστα για να εξαλείψουν τα αποθέματα χημικών όπλων [τους]. Σήμερα, ανακοινώνω με υπερηφάνεια ότι οι ΗΠΑ κατέστρεψαν με ασφάλεια το τελευταίο πυρομαχικό αυτού του αποθέματος-φέρνοντάς μας πιο κοντά σ’ έναν κόσμο απαλλαγμένο από τη φρίκη των χημικών όπλων», τόνισε ο κ. Μπάιντεν στο δελτίο Τύπου που δημοσιοποιήθηκε από τις υπηρεσίες του.
Όλα τα υπόλοιπα κράτη-συμβαλλόμενα μέρη στη Σύμβαση του 1997 για την απαγόρευση των χημικών όπλων είχαν ήδη καταστρέψει τα αποθέματά τους, ανακοίνωνε τον Μάιο ο Φερνάντο Άριας, ο γενικός διευθυντής του Οργανισμού για την Απαγόρευση των Χημικών Όπλων (ΟΑΧΟ).
Μόνο οι ΗΠΑ απέμενε να καταστρέψουν το δικό τους απόθεμα, είχε προσθέσει, διευκρινίζοντας πως «70.000 τόνοι των πιο επικίνδυνων δηλητηρίων του κόσμου» απαλείφθηκαν υπό την επίβλεψη του θεσμού του οποίου ηγείται.
Παράλληλα με την ανακοίνωση της αμερικανικής προεδρίας, ο βαρόνος των Ρεπουμπλικάνων στη Γερουσία Μιτς Μακόνελ ανακοίνωσε χθες Παρασκευή πως η αποθήκη χημικών όπλων Μπλου Γκρας των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων στο Κεντάκι πρόσφατα ολοκλήρωσε τη διαδικασία καταστροφής περίπου 500 τόνων θανατηφόρων χημικών παραγόντων, αποστολή που διήρκεσε τέσσερα χρόνια.
Αυτά ήταν τα τελευταία χημικά όπλα στα αποθέματα του αμερικανικού στρατού.
«Αν και η χρήση αυτών των θανατηφόρων παραγόντων θα συνεχίσει να αμαυρώνει την ιστορία για πάντα, η χώρα μας επιτέλους εκπλήρωσε την υπόσχεσή της να απαλλαγεί από αυτή τη μάστιγα», επισήμανε μεταξύ άλλων ο κ. Μακόνελ, αφού επισήμανε πως τα χημικά όπλα χρησιμοποιήθηκαν «σε ορισμένα από τα πιο φρικιαστικά επεισόδια ως προς τις απώλειες ανθρωπίνων ζωών».
Στη δική του ανακοίνωση, ο αμερικανός πρόεδρος Μπάιντεν παρότρυνε όλες τις χώρες που δεν το έχουν πράξει ήδη να υπογράψουν τη σύμβαση του 1997, προκειμένου «η παγκόσμια απαγόρευση των χημικών όπλων να φθάσει στο πλήρες δυναμικό της».
Χωρίς να παραλείψει να τονίσει πως «η Ρωσία και η Συρία πρέπει να επιστρέψουν στη συμμόρφωση προς τη Σύμβαση και να παραδεχθούν πως έχουν αδήλωτα προγράμματα, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν για τη διάπραξη επονείδιστων φρικαλεοτήτων και επιθέσεων».