Πρόοδο στην υλοποίηση τεσσάρων από τις πέντε συστάσεις που απηύθυνε πέρυσι στην Ελλάδα εντοπίζει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην έκθεσή της για το κράτος δικαίου, η οποία δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα.
Ενώ εξακολουθούν να υπάρχουν ανησυχίες για το κράτος δικαίου σε ορισμένα κράτη μέλη της ΕΕ, η έκθεση έχει καταστεί βασικός μοχλός αλλαγών και θετικών μεταρρυθμίσεων. Πράγματι, το 65 % των συστάσεων του περασμένου έτους έχουν ληφθεί, πλήρως ή εν μέρει, υπόψη. Η έκθεση της Επιτροπής εξετάζει τις εξελίξεις στο κράτος δικαίου σε κάθε κράτος-μέλος της ΕΕ, καλύπτοντας τέσσερις βασικούς τομείς: εθνικά συστήματα δικαιοσύνης, πλαίσιο για την καταπολέμηση της διαφθοράς, πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης και άλλους θεσμικούς ελέγχους και ισορροπίες.
Ειδικότερα, όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο η Ελλάδα ακολούθησε τις συστάσεις της Επιτροπής που εκδόθηκαν για πρώτη φορά πέρυσι, η έκθεση διαπιστώνει τα εξής:
– Σημαντική πρόοδος όσον αφορά στη διασφάλιση της αποτελεσματικής και συστηματικής επαλήθευσης της ακρίβειας των γνωστοποιήσεων περιουσιακών στοιχείων που υποβάλλονται από κάθε είδους δημόσιους λειτουργούς (πόθεν έσχες), με αποτέλεσμα την ενίσχυση της διαφάνειας και τον καλύτερο οικονομικό έλεγχο, ύστερα και από την πρόσφατη νομοθετική ρύθμιση του Φεβρουαρίου. Επίσης, γίνεται μνεία στα σημαντικά βήματα που έχουν πραγματοποιηθεί για την ψηφιοποίηση της Δικαιοσύνης και τη βελτίωση του δικαστικού χάρτη, αλλά η έκθεση υπενθυμίζει τη διαγνωσμένη ανάγκη για περαιτέρω πρόοδο. Σημειώνει ακόμη τη νομοθέτηση αυστηρών ποινών για την κατοχή και εμπορία κατασκοπευτικού λογισμικού.
– Πρόοδος όσον αφορά στη συνεργασία με τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, όπου όμως εντοπίζονται τομείς που θα πρέπει να γίνουν περισσότερα βήματα και η διατήρηση ενός ανοιχτού πλαισίου για τη λειτουργία τους, συμπεριλαμβανομένης της συνεπούς τήρησης των περιόδων δημόσιας διαβούλευσης της νομοθετικής διαδικασίας που επηρεάστηκε από τη φετινή εκλογική διαδικασία.
– Η μεγαλύτερη πρόοδος καταγράφεται όσον αφορά στην καταπολέμηση της διαφθοράς, καθώς διαπιστώνεται «σημαντική βελτίωση» της θέσης της Ελλάδας στους δείκτες της Διεθνούς Διαφάνειας, με την επισήμανση ότι η υλοποίηση του εθνικού σχεδίου κατά της διαφθοράς για την περίοδο έως το 2025 προχωράει βάσει χρονοδιαγράμματος, ενώ το έργο της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας «προχωράει καλά».
– Για την ασφάλεια των δημοσιογράφων, η Επιτροπή διαπιστώνει πρόοδο από την πλευρά της Ελλάδας, καθώς χαρακτηρίζει ως «σημαντικό βήμα» την συγκρότηση της task force με τη συνεργασία της Γενικής Γραμματείας Ενημέρωσης-Επικοινωνίας και υπουργείων. Αναγνωρίζεται έτσι γενικότερα η μεγάλη προσπάθεια που έχει καταβληθεί για την ενίσχυση της ασφάλειας των δημοσιογράφων, η οποία όμως θα πρέπει πλέον να μεταφραστεί και σε νομοθετικές πρωτοβουλίες που θα θωρακίσουν αυτήν την πρόοδο, λαμβάνοντας υπόψη τα ευρωπαϊκά πρότυπα για την προστασία των δημοσιογράφων.
– Η μοναδική ωστόσο από τις πέντε συστάσεις που έγιναν πέρυσι και φέτος δεν διαπιστώνεται πρόοδος είναι αυτή της διαδικασίας επιλογής της ηγεσίας της Δικαιοσύνης, λαμβάνοντας υπόψη τα ευρωπαϊκά πρότυπα για τους διορισμούς δικαστών. Το συγκεκριμένο θέμα απαιτεί πάντως συνταγματική αναθεώρηση.
ΕΘΝΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
«Με την υιοθέτηση Κωδίκων Δεοντολογίας για όλες τις δικαιοδοσίες καθορίστηκαν σαφή πρότυπα επαγγελματικής συμπεριφοράς και ακεραιότητας στο δικαστικό σώμα. Δεν έχουν γίνει βήματα σχετικά με τη συμμετοχή του δικαστικού σώματος στους διορισμούς των ανώτατων θέσεων της ελληνικής δικαιοσύνης, σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα», αναφέρει η έκθεση της Επιτροπής για το ελληνικό σύστημα δικαιοσύνης.
Επιπλέον, η Επιτροπή τονίζει ότι συνεχίζονται οι προσπάθειες για τη βελτίωση της ποιότητας του δικαστικού συστήματος, ιδίως όσον αφορά την ψηφιοποίηση. Η αναθεώρηση του δικαστικού χάρτη για τη διοικητική δικαιοσύνη στοχεύει στην εξισορρόπηση της άνισης κατανομής των υποθέσεων και στη μείωση των καθυστερήσεων. Σύμφωνα με την Επιτροπή, η σύσταση της Δικαστικής Αστυνομίας και η πρόσληψη δικαστικών υπαλλήλων αναμένεται να βελτιώσει την απονομή της δικαιοσύνης. Επίσης, η Επιτροπή τονίζει ότι υπάρχουν σοβαρές προκλήσεις όσον αφορά την αποτελεσματικότητα της δικαιοσύνης στην Ελλάδα, ιδίως τη διάρκεια των διαδικασιών, οι οποίες έχουν αυξηθεί περαιτέρω. Καταβάλλονται προσπάθειες για την αντιμετώπιση των καθυστερήσεων ενώπιον των ανώτατων διοικητικών δικαστηρίων, μεταξύ άλλων με την υιοθέτηση μιας ταχείας διαδικασίας για την αντιμετώπιση συγκεκριμένων τύπων υποθέσεων ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου, η οποία εφαρμόζεται ήδη στην πράξη.
ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΦΘΟΡΑΣ
Η έκθεση της Επιτροπής αναφέρει τα εξής: «Η εφαρμογή του Εθνικού Σχεδίου Δράσης για την Καταπολέμηση της Διαφθοράς για την περίοδο 2022-2025 βρίσκεται σε εξέλιξη. Οι δραστηριότητες της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας προχωρούν καλά και η συνεργασία της με ιδιωτικούς και δημόσιους φορείς συνεχίζεται». Ειδικότερα, αναφέρεται ότι τέθηκε σε ισχύ νέος νόμος με στόχο την αύξηση των επαληθεύσεων των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης. Η πρόοδος προς την επίτευξη ενός ισχυρού ιστορικού διώξεων και τελεσίδικων αποφάσεων σε υποθέσεις διαφθοράς ήταν σχετικά περιορισμένη. Συνεχίζονται τα μέτρα για την ακεραιότητα των δημοσίων υπαλλήλων και συνεχίζονται οι προσπάθειες για τη βελτίωση της ακεραιότητας και οι συγκρούσεις συμφερόντων εντός της αστυνομικής δύναμης. Οι κανόνες για τη ρύθμιση του λόμπι είναι σε ισχύ, ενώ η πρόοδος για την εφαρμογή ενός αποτελεσματικού μητρώου διαφάνειας ήταν αργή. Οι κανόνες για τη χρηματοδότηση πολιτικών κομμάτων κωδικοποιήθηκαν και στη συνέχεια τροποποιήθηκαν με μείωση των πολιτικών προστίμων. Εγκρίθηκε ένας νέος νόμος για την προστασία των καταγγελιών για παραβάσεις της νομοθεσίας της ΕΕ. Εκδόθηκαν οδηγίες για να διασφαλιστεί ότι οι άμεσες αναθέσεις δημοσίων συμβάσεων χρησιμοποιούνται μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις.
ΠΟΛΥΦΩΝΙΑ ΜΜΕ
«Η κυβέρνηση έχει λάβει περαιτέρω μέτρα για την ενίσχυση της διαφάνειας της ιδιοκτησίας των μέσων ενημέρωσης μέσω νέας νομοθεσίας», επισημαίνει η έκθεση της Επιτροπής. Σημειώνεται ότι «υπάρχουν διασφαλίσεις για τη διασφάλιση της ανεξαρτησίας των μέσων ενημέρωσης της δημόσιας υπηρεσίας, αλλά το γεγονός ότι τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου της Εταιρείας Ραδιοτηλεόρασης διορίζονται από τον Υπουργό που είναι αρμόδιος για τα μέσα ενημέρωσης εξακολουθεί να προκαλεί ανησυχίες σχετικά με την αποτελεσματική ανεξαρτησία τους και την πιθανή πολιτική επιρροή τους». Η Επιτροπή αναφέρει, επίσης, ότι έχει ξεκινήσει μια νέα διαδικασία για την πρόσληψη νέων μελών του προσωπικού της ρυθμιστικής αρχής οπτικοακουστικών μέσων, αλλά εξακολουθούν να υπάρχουν προκλήσεις όσον αφορά την επάρκεια των πόρων της ρυθμιστικής αρχής. «Η δημιουργία μιας Task Force για την προστασία και την ενδυνάμωση των δημοσιογράφων είναι ένα σημαντικό βήμα. Ωστόσο, οι ανησυχίες εξακολουθούν να υφίστανται και απαιτούνται πιο συγκεκριμένα μέτρα για τη βελτίωση του εργασιακού περιβάλλοντος των δημοσιογράφων, μεταξύ άλλων όσον αφορά τις καταχρηστικές αγωγές κατά δημοσιογράφων και την ασφάλειά τους», τονίζει η Επιτροπή.
Τέλος, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι παρά τις προσπάθειες για τη βελτίωση της ποιότητας της νομοθετικής διαδικασίας στην πράξη, εξακολουθούν να υπάρχουν προκλήσεις. Ενώ τα προσχέδια νομοσχεδίων υπόκεινται συνεχώς σε δημόσια διαβούλευση και οι εκθέσεις παρακολούθησης αντιμετωπίζουν τα σχόλια που υποβλήθηκαν, οι ανησυχίες σχετικά με την έλλειψη αποτελεσματικής και έγκαιρης διαβούλευσης με τα ενδιαφερόμενα μέρη εξακολουθούν να υφίστανται. Οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών (ΟΚΠ) επέκριναν την πρακτική της υιοθέτησης της γενικής νομοθεσίας και των τροπολογιών της τελευταίας στιγμής. Οι ανεξάρτητες αρχές διαδραματίζουν ενεργό ρόλο στο σύστημα ελέγχων και ισορροπιών. Έγινε ένα πρώτο βήμα προς την τροποποίηση του ρυθμιστικού πλαισίου που διέπει τις απαιτήσεις εγγραφής για τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών. Σύμφωνα με την Επιτροπή, η κατάσταση της κοινωνίας των πολιτών εγείρει ανησυχίες, ιδίως όσον αφορά τις ΟΚΠ που εργάζονται σε συγκεκριμένους τομείς.