Οι αντίπαλοι του πρώην προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ για το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών ενόψει των προεδρικών εκλογών του 2024 επέκριναν την απόφαση της ομοσπονδιακής δικαιοσύνης να του ασκηθούν διώξεις για τον τρόπο που χειρίστηκε απόρρητα έγγραφα, καθώς φαίνεται να προσπαθούν να μην αποξενωθούν από τους υποστηρικτές του Τραμπ.
«Η διεφθαρμένη κυβέρνηση Μπάιντεν ενημέρωσε τους δικηγόρους μου πως μου ασκήθηκε δίωξη, κατά τα φαινόμενα για την απάτη με τα κουτιά», έγραψε ο Ρεπουμπλικάνος στο μέσο κοινωνικής δικτύωσης Truth Social, το οποίο έχει δημιουργήσει ο ίδιος, αναφερόμενος στα κουτιά με τα έγγραφα που πήρε μαζί του όταν αποχώρησε από τον Λευκό Οίκο.
«Είμαι αθώος, δεν έκανα τίποτε κακό», διαβεβαίωσε ο δισεκατομμυριούχος σε βίντεο που ανήρτησε στο Twitter, καταγγέλλοντας «την ανάμιξη στις εκλογές» και την κυβέρνηση Μπάιντεν ότι «χρησιμοποιεί ως όπλο τη δικαιοσύνη, χρησιμοποιεί ως όπλο το FBI».
Ο δικηγόρος του Τραμπ, ο Τζιμ Τράστι, δήλωσε στο CNN ότι ο πελάτης του θα παρουσιαστεί την Τρίτη στο ομοσπονδιακό δικαστήριο του Μαϊάμι, έπειτα από κλήση που έλαβε. Ο ίδιος διευκρίνισε ότι εναντίον του πρώην προέδρου θα απαγγελθούν επτά κατηγορίες, κυρίως βάσει του νόμου περί κατασκοπείας ο οποίος απαγορεύει τη διατήρηση διαβαθμισμένων εγγράφων σε μη εγκεκριμένους και ασφαλείς χώρους.
Ο Τραμπ, που είναι ο πρώτος πρόεδρος –νυν ή πρώην—στην ιστορία των ΗΠΑ εναντίον του οποίου απαγγέλλει κατηγορίες η ομοσπονδιακή δικαιοσύνη, κατηγορείται επίσης για παρακώλυση της δικαιοσύνης και ψευδή κατάθεση, συνέχισε ο δικηγόρος του. Το γεγονός είναι ακόμη πιο αξιοσημείωτο καθώς ο πρώην πρόεδρος εμφανίζεται ως το φαβορί για να κερδίσει το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών και να αντιμετωπίσει τον Δημοκρατικό πρόεδρο Τζο Μπάιντεν στις εκλογές του 2024.
Αντιδράσεις
Ο κυβερνήτης της Φλόριντα Ρον ΝτεΣάντις και ο Αμερικανός γερουσιαστής Τιμ Σκοτ ήταν μεταξύ των υποψηφίων για το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών που κατηγόρησαν το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης για μεροληψία.
«Η χρήση ως όπλου των ομοσπονδιακών υπηρεσιών επιβολής του νόμου αποτελεί θανάσιμη απειλή για μια ελεύθερη κοινωνία», τόνισε στο Twitter ο ΝτεΣάντις, ο οποίος σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις βρίσκεται στη δεύτερη θέση στην προτίμηση των Ρεπουμπλικάνων ψηφοφόρων, πίσω από τον Τραμπ.
«Επί χρόνια γινόμαστε μάρτυρες της άνισης επιβολής του νόμου με βάση τις πολιτικές πεποιθήσεις», πρόσθεσε.
Ο Σκοτ, που συγκεντρώνει πολύ μικρό ποσοστό στην πρόθεση ψήφου, επίσης επέκρινε «τη χρησιμοποίηση ως όπλου» των ομοσπονδιακών εισαγγελέων. «Σήμερα αυτό που βλέπουμε είναι ένα μεροληπτικό δικαστικό σύστημα», κατήγγειλε σε συνέντευξή του στο Fox News.
Εκπρόσωπος του ειδικού εισαγγελέα Τζακ Σμιθ, του αξιωματούχου του υπουργείου Δικαιοσύνης που έχει αναλάβει την έρευνα για την υπόθεση αυτή, αρνήθηκε να κάνει οποιοδήποτε σχόλιο.
Από την πλευρά του ο Μπάιντεν, μιλώντας σε συνέντευξη Τύπου από τον Λευκό Οίκο προτού γίνει γνωστή η πληροφορία για την άσκηση διώξεων εναντίον του Τραμπ, δήλωσε ότι οι Αμερικανοί πολίτες μπορούν να είναι βέβαιοι ότι το υπουργείο Δικαιοσύνης ενεργεί δίκαια και ανεξάρτητα.
«Δεν έχω ποτέ, ούτε μία φορά, πει στο υπουργείο Δικαιοσύνης τι θα πρέπει ή δεν θα πρέπει να κάνει αναφορικά με την απαγγελία ή μη κατηγοριών», υπογράμμισε ο Αμερικανός πρόεδρος απαντώντας σε ερώτηση δημοσιογράφου.
Ο πρώην κυβερνήτης του Άρκανσο Έιζα Χάτσινσον, ακόμη ένας υποψήφιος για το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών που δεν φαίνεται να έχει πιθανότητες να εκλεγεί, ήταν ο μόνος που επέκρινε τον Τραμπ, εκτιμώντας ότι χλεύασε το Σύνταγμα και «δεν σεβάστηκε το κράτος δικαίου». Ο Χάτσινσον ζήτησε από τον Τραμπ να αποχωρήσει από την κούρσα για το χρίσμα.
Ο πρώην κυβερνήτης του Νιού Τζέρσι, ο Κρις Κρίστι, δήλωσε ότι επιθυμεί να ενημερωθεί περισσότερο για τις κατηγορίες εναντίον του Τραμπ προτού εκφράσει άποψη. «Όπως έχω πει στο παρελθόν κανείς δεν είναι υπεράνω του νόμου, ανεξαρτήτως του πόσο ελπίζουν ότι είναι», έγραψε στο Twitter.
Σε γενικές γραμμές οι αντίπαλοι του Τραμπ για το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών φάνηκαν να τον υπερασπίζονται, καθώς δεν επιθυμούν να αποξενωθούν από την εκλογική του βάση, που πιστεύεται ότι αποτελεί το 30% των ψηφοφόρων του κόμματος. Η απαγγελία κατηγοριών τον Μάρτιο εναντίον του πρώην προέδρου για την καταβολή χρημάτων σε πρώην πορνοστάρ προκειμένου να εξαγοράσει τη σιωπή της αύξησε τη δημοτικότητά του.
Ωστόσο ο Τσακ Κάφλιν, σύμβουλος επί πολλά χρόνια των Ρεπουμπλικανών στην Αριζόνα, δήλωσε ότι πιστεύει πως τελικά η συσσώρευση διώξεων εις βάρος του πρώην προέδρου, θα τον πλήξει.
Η δικαιοσύνη στη Τζόρτζια εξετάζει αν ο Τραμπ προσπάθησε να «επηρεάσει την εκλογική διαδικασία» στην πολιτεία το 2020, ενώ είναι αντιμέτωπος και με άλλη ομοσπονδιακή έρευνα για τον φερόμενο ρόλο του στην επίθεση στο Καπιτώλιο στις 6 Ιανουαρίου 2021.
Αν οι κατηγορίες συσσωρρευθούν, ο Κάφλιν προβλέπει ότι οι άλλοι υποψήφιοι για το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών θα αρχίσουν να λένε ότι ο Τραμπ δεν μπορεί να κερδίσει τις εκλογές. «Θα πρέπει να υπάρχει και ένας παράγοντας κόπωσης εκεί», σχολίασε. «Θα πρέπει να αρχίσει να τους κάνει να έχουν αμφιβολίες».