Πέρα από τα θέματα της αξιοπιστίας του προγραμματικού λόγου, το δίλημμα σταθερότητας-ακυβερνησίας και τη θέση της χώρας στο διεθνές περιβάλλον, υπάρχει άλλη μια προσέγγιση του σημερινού συσχετισμού δυνάμεων. Μια προσέγγιση που διατρέχει το σύνολο της Μεταπολίτευσης και τη σύγκριση του παλαιού με το σημερινό φτωχό έμψυχο πολιτικό δυναμικό, δικαιολογώντας το γεγονός ότι η διακυβέρνηση της χώρας από τη ΝΔ είναι αναγκαίος μονόδρομος, με την προϋπόθεση της ευρείας επιβεβαίωσης στις 25 Ιουνίου.
Του Βαγγέλη Μωυσή
Αν και όλοι έχουν ένα ποσοστό ευθύνης για την δημοσιονομική κατρακύλα της χώρας και την πολιτική κατατρακύλα (όσον αφορά στα ποιοτικά χαρακτηριστικά) του πολιτικού συστήματος ως συνόλου, προφανώς θα ταχθώ στην πλευρά εκείνων που βλέπουν την απαρχή του κατήφορου στη δεκαετία του 1980…
Αυτό που δεν έχει καταλάβει το ΠΑΣΟΚ και δεν μπορεί να αντέξει κοιτώντας τον καθρέφτη της ιστορικής αυτοκριτικής, είναι πως η μεγάλη κατάρρευσή του τη δεκαετία του 2010, δεν συνέβη μόνο επειδή «χρεώθηκε» την έλευση των Μνημονίων.
Σε μια πολύ βαθύτερη αποτίμηση, οι γενιές ψηφοφόρων που ανέδειξαν, στήριξαν και αξιοποίησαν, ξέροντας καλά τι έγινε πραγματικά, το καταδίκασαν ως βασικό υπαίτιο:
- για τον σταδιακό δημοσιονομικό εκτροχιασμό που χρεοκόπησε τη χώρα,
- για την εκπαίδευση της κοινωνίας σε μια νοοτροπία που καθιέρωσε ως κανονικότητα τα «δωράκια» στο δημόσιο
- για τη νοοτροπία του «διορίζεσθαι» και του κακώς εννοούμενου συνδικαλισμού που διόγκωσε υπέρμετρα τον Δημόσιο Τομέα (και την οποία ευθύνη και πρωτοκαθεδρία του ΠΑΣΟΚ ήταν μόνο ο εκλιπών Θεόδωρος Πάγκαλος που ομολόγησε εμμέσως πλην σαφώς με το περίφημο «σας διορίσαμε και μαζί τα φάγαμε»).
Ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν χαρισματικός δημαγωγός. Και οπωσδήποτε χαρισματικός λαϊκιστής, έχοντας όμως και αναγνωρισμένες πατριωτικές κόκκινες γραμμές (που σε κρίσιμες στιγμές των έφεραν ακόμα και σε σύμπλευση με τον Καραμανλή). Κατάφερε να εγκαθιδρύσει έξυπνα μια κοινωνική αριστερή ηγεμονία, οικοδομώντας περίτεχνα (και χάρη στη μη αντίδραση της ΝΔ) διάφορα ενοχικά σύνδρομα στην κεντροδεξιά.
Οι σημερινοί πρωταγωνιστές του λαϊκισμού είναι αδίστακτοι. Δεν έχουν όρια. Ο Ανδρέας είχε. Όπως και η ΝΔ (γιατί λιγότερο ή περισσότερο όλοι είχαν και έχουν λαϊκίστικες στιγμές).
Τελικά όμως, ο Ανδρέας Παπανδρέου, με τα πακέτα Ντελόρ που αντί να γίνουν αναπτυξιακά θεμέλια, έγιναν συντάξεις εθνικής αντίστασης, ο Ανδρέας του «είπαμε να κάνει ένα δωράκι στον εαυτό του αλλά αυτός το παραξήλωσε», ο Ανδρέας του «Τσοβόλα δώσ` τα όλα», ξεκίνησε με φόρα τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό της Ελλάδας, που έλαχε να «σκάσει» στα χέρια του γιου του…
Θα μου πεις, η ΝΔ είναι αμέτοχη; Όχι. Σε σημαντικό βαθμό, ακολούθησε την πεπατημένη της δεκαετίας του 1980. Αποτυγχάνοντας τελικά και στις όποιες προσπάθειες λίγων για επαναφορά της χώρας στη σωστή τροχιά, αφού υπήρχαν ουκ ολίγοι «στρατιώτες» της παράταξης που δυστυχώς δεν έβλεπαν την ώρα (τη δεκαετία του 1990) να γίνουν «χαλίφηδες» στη θέση των ΠΑΣΟΚων…
Και τα πράγματα χειροτέρεψαν.
Προσπερνώντας πολλά από όσα θα μπορούσε να γράψω, καταλήγω στο σημερινό πολιτικό δυναμικό.
Η ΝΔ επιβίωσε από τον πολιτικό ορυμαγδό τη δεκαετία του 2010, γιατί ο σοφός λαός, με ένστικτο αυτοσυντήρησης, επέλεξε να διατηρήσει ως εφεδρεία μια παραδοσιακή πολιτική παράταξη που να έχει την εμπειρία και τα εχέγγυα να κρατήσει τη χώρα όρθια, όταν όλες οι ουτοπίες θα έχουν πέσει σε ξέρα!
Όσο ο λαός έδινε ευκαιρία σ` αυτές τις ουτοπίες η ΝΔ (και τελικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης) αξιοποίησε αυτή την ανοχή του κόσμου, ως πίστωση χρόνου για να οικοδομήσει ένα κόμμα με ικανό και άμεσα αξιοποιήσιμο έμψυχο πολιτικό δυναμικό.
Έχει και ανίκανους; Προφανώς και έχει. Δεν έχει όμως την ένδεια πολιτικών στελεχών και τεχνοκρατών με πολιτικό αισθητήριο, που ταλανίζει σήμερα το ΠΑΣΟΚ και την Αριστερά.
Ότι, καλό φαίνεται είχε μείνει στο ΠΑΣΟΚ, ο Μητσοτάκης το προσέλκυσε και το προσεταιρίστηκε με σχετική ευκολία.
Και τελικά, μ` αυτά και μ` εκείνα, η ΝΔ, μπορεί να μην έχει τεράστιο «πάγκο», έχει όμως καταρτίσει μια ικανή «ενδεκάδα» που φαντάζει ως ομάδα «ογκόλιθων» μπροστά σε ότι έχει να αντιπαρατάξει η σημερινή κεντροαριστερά και πολύ περισσότερο η ριζοπαστική αριστερά.
Αυτή, η Αριστερά με τη ριζοσπαστική της εκδοχή δηλαδή, ήταν μια παρένθεση και θα κάνει πολλά χρόνια να θεραπευτεί από τα τραύματα της αναξιοπιστίας της και – κυρίως- από τα βάρη των ιδεοληψιών της. Ίσως να μην το πετύχει ποτέ.
Το ΠΑΣΟΚ έχει ελπίδα. Αλλά έχει πολλή δουλειά να κάνει για να μπορέσει να αναδείξει ένα έμψυχο δυναμικό ικανό να σηκώσει την κληρονομιά του παρελθόντος της παράταξης. Μπορεί να έχει το ΠΑΣΟΚ σήμερα χίλιους νέους -ας υποθέσουμε- εντιμότερους και καλύτερων προθέσεων από τον σημαδεμένο με το θέμα Οτσαλάν Θεόδωρο Πάγκαλο, από τον καταδικασθέντα Άκη, από τον κρυφονεοφιλελεύθερο Σημίτη, από τον αειθαλή Σκανδαλίδη, από τον παμπόνηρο Λαλιώτη, από την αείμνηστη Μελίνα Μερκούρη, από τον αείμνηστο Χαραλαμπόπουλο και πολλούς ακόμα…
Όμως οι καλές προθέσεις δεν αρκούν. Η αίσθηση πως το 98% του σημερινού έμψυχου δυναμικού του ΠΑΣΟΚ δεν θα άντεχε να σταθεί ούτε στο.. τηλεφωνικό κέντρο της Χαριλάου Τρικούπη το 1980, είναι καταλυτική.
Το έμψυχο δυναμικό της αντιπολίτευσης -σίγουρα του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και εκείνο του ΠΑΣΟΚ – υπολείπεται αισθητά εκείνου της ΝΔ, σε πολιτική ικανότητα, πολιτική σκέψη, γνώση και κατανόηση της πολιτικής ιστορίας και ιδιαίτερα της ισορροπίας μεταξύ ιστορίας και συγκυρίας.
Όμως αυτά είναι απαραίτητα εφόδια, ακόμα κι αν θέλεις επιτυχημένα να παρερμηνεύσεις την αλήθεια προς το συμφέρον σου.
Επειδή η χώρα έχει ανάγκη από σοβαρό δεύτερο πόλο εξουσίας, η πραγματικά ευρωπαϊκή Κεντροαριστερά οφείλει να επενδύσει πολλά στην πολιτική εκπαίδευση μιας νέας γενιάς που θα αναλάβει τα ηνία της μετά την παρούσα. Ο Ανδρουλάκης, αντί να ελπίζει ότι θα γίνει μεθαύριο πρωθυπουργός, έχει χρέος να προετοιμαστεί για το ενδεχόμενο να αποτελέσει τον… Έβερτ του ΠΑΣΟΚ.
Απλό; Καθόλου. «Εβερτ» του ΠΑΣΟΚ, θα πει αρκετά γενναίος και καλός Πρόεδρος ώστε να αφοσιωθεί στην ανασύνταξη και οικοδόμηση (εκπαίδευση) μιας γενιάς …κυβερνητικής στόφας, αλλά και έτοιμος να θυσιαστεί για να παραδώσει τα ηνία την κατάλληλη στιγμή σε κάποιον πιο χαρισματικό ως διεκδικητή της πρωθυπουργίας!
Μέχρι τότε, η ΝΔ είναι και θα παραμένει η μόνη ρεαλιστική επιλογή. Και εδώ θα είμαστε για να ασκούμε κριτική και στα -πάντα υπαρκτά- στραβά της.